Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.7°C22.6°C
3 BF 63%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
16 °C
14.6°C17.3°C
2 BF 86%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
20 °C
18.8°C20.0°C
5 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
29 °C
27.2°C28.8°C
4 BF 28%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
17 °C
16.9°C19.1°C
4 BF 88%
Γιώργος Ανδρέου / Η τέχνη πρέπει να μιλά για την εποχή της
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Γιώργος Ανδρέου / Η τέχνη πρέπει να μιλά για την εποχή της

1326535420.jpg
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Γνωρίζουμε φυσικά τον Γιώργο Ανδρέου ως εξαίρετο συνθέτη, δεξιοτέχνη πιανίστα, ενορχηστρωτή, κάποιες φορές και στιχουργό των τραγουδιών του, και άριστο παραγωγό δίσκων, όχι μόνο των δικών του αλλά και άλλων. Αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί και πολλές είναι ότι έχει και ένα δεύτερο πάθος, τη γραφή, και ασχολείται συστηματικά μαζί της. Στο παρελθόν έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα και μια ποιητική συλλογή, και πριν λίγο καιρό την ακολούθησε μια δεύτερη με τίτλο «Χαλίκια» (εκδόσεις Μικρή Άρκτος).

Με αφορμή αυτήν συζητήσαμε μαζί του για τη λογοτεχνική γραφή, την πεζογραφία, την ποίηση, τον πολιτισμό στην εποχή μας, για μια νέα ιδιότητά του, αυτή του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών, και αρκετά ακόμα, καθώς ο Γ. Ανδρέου, ως άνθρωπος αλλά και ως δημιουργός, αφουγκράζεται προσεκτικά όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, στην Ελλάδα αλλά και στον κόσμο, και τα αποτυπώνει στο έργο του.

Είπες στην παρουσίαση της συλλογής ότι είχες αρχίσει να γράφεις έστω πρωτόλεια ποιήματα πολύ πριν ολοκληρώσεις τις μουσικές σπουδές σου και αρχίσεις να συνθέτεις. Κοιτάζοντας, όμως, πίσω, ήταν η ίδια εσωτερική ανάγκη που σε οδήγησε και στα δύο ή δύο διαφορετικές οι οποίες αλληλοσυμπληρώνονταν;

Δεν μου είναι εύκολο σήμερα να προσδιορίσω αν τότε ήταν η ίδια εσωτερική ανάγκη. Σήμερα αισθάνομαι πως όλα όσα συμβαίνουν «μέσα μου» και φτάνουν στο φως της δημόσιας σφαίρας συνθέτουν από κοινού το καλλιτεχνικό μου πρόσωπο.

Κάποιος που έχει ευχέρεια και στη μουσική και στον στίχο θα γινόταν τραγουδοποιός, θα έγραφε ολοκληρωμένα τα τραγούδια του -όπως συμβαίνει με τόσους άλλους-, έστω και αν δεν τα ερμήνευε ο ίδιος. Εσύ όμως, αν και έχεις γράψει στίχους σε κάποια τραγούδια σου, έχεις συνεργαστεί με τους/τις σημαντικότερους/ες στιχουργούς μας και επίσης έχεις μελοποιήσει αρκετούς ποιητές. Γιατί συνέβη αυτό και υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεώρηση που σε οδήγησε εκεί;

Ως προς τα τραγούδια μου, η αλήθεια είναι πως κάτι παραπάνω από το ένα τρίτο τους (ανάμεσά τους τα «Γράμμα στον κύριο Νίκο Γκάτσο», «Να μ’ αγαπάς» και «Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει») έχει γραφτεί σε δικούς μου στίχους. Τα υπόλοιπα (και μεγαλύτερο κομμάτι τους) είναι γραμμένα σε στίχους σημαντικών ποιητών και στιχουργών. Υπάρχουν θέματα τραγουδιών που με κεντρίζουν με ενιαίο τρόπο, στίχος και μελωδία, και αυτά τα γράφω ως τραγουδοποιός. Συναντώ, από την άλλη, υπέροχους στίχους άλλων που μου ξυπνούν τη διάθεση της μελοποίησης· εκεί λειτουργώ ως συνθέτης. Ως προς τα ποιήματα, έχω ορισμένες πολύ προσωπικές ιδέες για το ποια ποιήματα «δέχονται» να συνομιλήσουν με τη μουσική και ποια το... αρνούνται εμφατικά.

Η πεζογραφία, όμως, ήρθε πολύ αργότερα. Ποια εσωτερική ανάγκη αντίστοιχα κάλυψε αυτή;

Λένε πως η ποίηση (μπορεί να) ξεκινά να γράφεται από τη νεαρή ηλικία, αλλά η πεζογραφία προϋποθέτει ηλικιακή ωριμότητα. Για μένα η πεζογραφία αποτελεί θεραπεία από τον απαιτητικό... μινιμαλισμό του τραγουδιού. Στην πεζογραφία έχεις τον χώρο και τον αφηγηματικό χρόνο για να αναπτύξεις χαρακτήρες και καταστάσεις, σε αντίθεση με το τραγούδι, όπου οφείλεις μέσα σε τρία με τέσσερα λεπτά να τα πεις όλα· και να τα πεις έτσι που να συγκινήσεις και να πείσεις.

Χωρίς φυσικά να έλειπαν τα πιο προσωπικά στοιχεία και από εκείνη, έχω την αίσθηση ότι η πρώτη συλλογή σου ήταν περισσότερο στραμμένη στον εξωτερικό κόσμο, ενώ η καινούργια είναι πολύ πιο εσωτερική και προσωπική. Έχω δίκιο και, αν ναι, σε τι οφείλεται και τι εκφράζει αυτή η «μετατόπιση»;

Η πρώτη μου ποιητική συλλογή «Ο απερίσκεπτος πλοηγός» περιέχει εξίσου ποιήματα με εσωτερικό, προσωπικό τόνο. Στη δεύτερη με τίτλο «Χαλίκια», που εκδόθηκε πρόσφατα, πιστεύω ότι έχει αλλάξει λίγο ο τρόπος εστίασης. Οι αναγνώστες θα κρίνουν, στους αναγνώστες τους απευθύνονται τα λογοτεχνικά έργα.

Υπάρχει θέση, ποια και τι εξυπηρετεί η ποίηση στον σημερινό κόσμο και στη συγκεκριμένη συγκυρία με τόσες αντιπαραθέσεις, προβλήματα και ανισότητες;

Ολες οι τέχνες έχουν πάντα θέση. Καταλαβαίνω, ωστόσο, πού το πας… Είναι αλήθεια ότι μεγάλο μέρος της ποίησης που γράφεται σήμερα έχει έντονα αυτοαναφορικά χαρακτηριστικά και πιθανόν να δυσκολεύει τον αναγνώστη της. Εγώ, πάντως, είμαι παιδί του τραγουδιού και έτσι έχω κρατήσει την ανάγκη ύπαρξης «θέματος», κάθε ποίημά μου έχει θέμα, είναι μια «ιστορία». Ανήκω σε εκείνους που πιστεύουν πως η τέχνη δεν πρέπει να φοβάται να μιλά όχι μόνον «από» αλλά και «για» την εποχή της. Και αν είναι μεγάλη τέχνη, υπερβαίνει την εποχή της, γίνεται διαχρονική, αθάνατη…

Πώς θα περιέγραφες τη συνολική κατάσταση στην Ελλάδα, στην κοινωνία της από τότε που εκλέχθηκε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μέχρι τώρα, σε συνδυασμό φυσικά με τα δύο γεγονότα με την πολύ μεγάλη διεθνή σημασία τα οποία προέκυψαν από τότε, δηλαδή την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία;

Θα απαντήσω ως πολίτης και ιδιώτης. Δεν μου αρέσει η αντίληψη ότι οι καλλιτέχνες (ως δημόσια πρόσωπα) πρέπει να έχουν εξειδικευμένη γνώμη για τα πάντα και εφόδια ειδικού αναλυτή. Η Ελλάδα πέρασε μια δεκαετή πολύ σκληρή οικονομική (και κοινωνική και πολιτική) κρίση και αμέσως μετά μια υγειονομική, δυστοπική κρίση. Δοκιμάστηκαν οι ψυχικές και ηθικές αντοχές όλων μας. Σχεδόν αμέσως ξεκίνησε από τους Ρώσους ο πόλεμος ενάντια στην Ουκρανία, ένας πόλεμος απόλυτα καταδικαστέος, απαράδεκτος και ο οποίος θα αποδειχθεί πλήρως ατελέσφορος για τον Πούτιν. Τον Πούτιν, ο οποίος, χωρίς προσχήματα, αναδεικνύεται σε «ηγέτη» και πρότυπο των αναθεωρητών/κρυφών οπαδών της δικτατορίας ή φανερά δικτατόρων (βλέπε Ερντογάν, αλλά και Τραμπ και Όρμπαν, μεταξύ άλλων αρκετών). Οι Έλληνες γλείφουμε ακόμα τις πληγές μας, ενώ συγχρόνως έχουμε έντονα θορυβηθεί από την αποκάλυψη ενός κοινωνικού βούρκου, με άσκηση βίας κάθε είδους εναντίον των γυναικών και δολοφονίες τους, με σεξουαλικές παρενοχλήσεις και βιασμούς ανηλίκων, με ισχυρή δοκιμασία του κοινωνικού ιστού. Ας ελπίσουμε να έχει δίκιο ο Γκράμσι με την περίφημη αποστροφή του για τα νοσηρά φαινόμενα που συμβαίνουν στο μεσοδιάστημα που το παλιό ψυχορραγεί και το καινούργιο βρίσκεται σε (πολύπλοκη) διαδικασία τοκετού. Αν δεν συμβαίνει αυτό, σημαίνει ότι όχι μόνον η Ελλάδα, αλλά ο κόσμος ολόκληρος, όπως τον έχουμε γνωρίσει, έχει πάρει έναν απειλητικό κατήφορο.

Ποια είναι η θέση και τα προβλήματα του πολιτισμού στη χώρα μας από τις εκλογές του ’19 μέχρι τώρα, ακόμα και χωρίς την πανδημία και πολύ περισσότερο με αυτή;

Ο πολιτισμός στη χώρα μας έχει να δείξει εξαιρετικά δημιουργικά δείγματα γραφής. Οι Έλληνες παράγουμε πολιτισμό με αξιοπρόσεκτες ιδιαιτερότητες και ξεχωριστό σήμα. Είμαστε, ωστόσο, μια χώρα οικονομικά αδύναμη και οι συνέπειες αυτής της υστέρησης φαίνονται και στον πολιτισμό. Θα μπορούσε και θα έπρεπε να υπάρχει πολύ μεγαλύτερη οικονομική ενίσχυση του υπουργείου Πολιτισμού από την εκάστοτε κυβέρνηση, καθώς και ευεργετικές επενδύσεις στον ευρύτερο χώρο του πολιτισμού και της Παιδείας. Υπάρχουν ελλείψεις θεσμικές, ακαδημίας χορού, ακαδημίας θεάτρου, ακαδημίας κλασικής μουσικής, ακαδημίας παραδοσιακής μουσικής, ινστιτούτου έρευνας του ελληνικού τραγουδιού· μιλώ μόνο για τους «κοντινούς» μου τομείς. Υπάρχουν, όμως, και τόσες άλλες βαθιές ανάγκες στο κοινωνικό σώμα, ας είμαστε όλοι συναινετικοί και πραγματιστές στα πολιτιστικά ζητήματα. Κάτι που θέλω να επισημάνω είναι η ανάγκη υλικής και ηθικής στήριξης των περιοχών της Ελλάδας που δεν αποτελούν εμφανείς τουριστικούς προορισμούς, ώστε να μην καταλήξουμε χώρα δύο ταχυτήτων με συνέπειες βαρύτατες για τα εθνικά και κοινωνικά μας θέματα και ζητήματα.

Πού βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή ως προς τα δικαιώματα των δημιουργών τραγουδιών, ένα τεράστιο κα πολύ σημαντικό θέμα που έχει ξεκινήσει αρκετά χρόνια τώρα, αλλά φυσικά έγινε ακόμα πιο φλέγον με την πανδημία;

Είμαι μέλος της ΕΔΕΜ, του οργανισμού συλλογικής διαχείρισης, που φιλοξενεί το μεγαλύτερο σε αριθμό (και δυναμική έργων) ελληνικό ρεπερτόριο. Υπάρχει και η Αυτοδιαχείριση με πολλούς και αξιόλογους Έλληνες συναδέλφους, και με στεγασμένους τους ξένους οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης. Πιστεύω πως η ένωση είναι αναγκαία και επωφελής πρώτα για το εγχώριο ρεπερτόριο και μετά και για το γενικότερο ζήτημα της αποτελεσματικής προστασίας του πνευματικού δικαιώματος έργων τραγουδιού στη χώρα μας.

Από τον Απρίλιο είσαι καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών, θέση όχι δημιουργική μεν, αλλά ευθύνης και συντονισμού. Ποιο ήταν το όραμα και ποιες οι επιδιώξεις σου για το ΔΗΠΕΘΕ όταν την ανέλαβες, τι περίμενες να βρεις τόσο εντός του θεάτρου όσο και στη σχέση του κόσμου της περιοχής μαζί του, τι βρήκες τελικά, άλλαξε τον αρχικό σχεδιασμό σου και, αν ναι, πώς και κατά πόσο;

Το ΔΗΠΕΘΕ ΣΕΡΡΩΝ είναι ένα πολύ καλά στελεχωμένο και εξοπλισμένο θέατρο. Οι υποδομές μας είναι άριστες, το τεχνικό και διοικητικό προσωπικό έμπειρο και... ετοιμοπόλεμο. Οι Σέρρες είναι η γενέθλια πόλη μου. Ο πατέρας μου υπήρξε εκλεγμένος και πολύ αγαπητός δήμαρχος της πόλης για τέσσερις θητείες. Η συμπαράσταση και η υποστήριξη της προσπάθειάς μου από τον δήμαρχο Σερρών Αλέξανδρο Χρυσάφη και όλο τον δήμο Σερρών είναι δεδομένες και απόλυτες. Η ανταπόκριση των συντοπιτών μου είναι συγκινητική. Συνεπώς σ’ εμένα πέφτουν το βάρος και η ευθύνη. Όσο για το όραμά μου, επιθυμώ το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών να είναι «εργαλείο» πολιτισμού της πόλης και του νομού Σερρών, και συγχρόνως αξιόλογος πολιτιστικός συνομιλητής, με αναγνώριση και κύρος, σε πανελλήνιο επίπεδο.

Οταν θα ολοκληρώσεις την παραμονή σου σε αυτή τη θέση, πώς και τι θα ήθελες να είναι το ΔΗΠΕΘΕ που θα παραδώσεις;

Ενα θέατρο άρτια εξοπλισμένο, με θεσμικές πρόνοιες, καλλιτεχνική εμπειρία σημαντικών και «δύσκολων» παραγωγών, ένα θέατρο έτοιμο να ανταποκριθεί στις ανάγκες της πόλης και του νομού Σερρών, ένα θέατρο με τόλμη πρωτοπόρου και σύνεση «έμπειρου παίκτη». Ένα θέατρο πρώτης γραμμής.

Είπαμε πολλά, για γραφή, ποίηση, λογοτεχνία, θέατρο, πολιτισμό. Είναι λοιπόν δίκαιο, νομίζω, να τελειώσουμε με αυτή που, κακά τα ψέματα, ήταν και παραμένει η βασική ιδιότητά σου, του μουσικού. Πρώτον λοιπόν, πώς και πόσο πιστεύεις ότι άλλαξε η πανδημία τη μουσική πραγματικότητα σε όλο τον κόσμο και, φυσικά, και στην Ελλάδα;

Η πανδημία οδήγησε σε τεράστια δοκιμασία τη ζωντανή μουσική. Επιτέθηκε στο κομβικό εργαλείο της τέχνης μας, τη live performance. Πήγε να την εξαφανίσει και παραλίγο να τα καταφέρει. Η υποχώρηση της ζωντανής μουσικής εμπειρίας έφερε στο προσκήνιο κάθε είδους «κονσέρβες», άξιες λόγου και απαράδεκτες. Κανείς δεν αμφισβητεί την αξία και τη σημασία της ηχογραφημένης μουσικής και της αναπαραγωγής της στον δημόσιο χώρο, αρκεί να μην επιχειρηθεί να παίξει τον ρόλο του υποκαταστάτη της ζωντανής μουσικής. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες όχι μόνο στην καλλιτεχνική, αλλά και στην κοινωνική αντίληψη των ανθρώπων για την τέχνη και τον ιαματικό της ρόλο στις ζωές όλων μας.

Και τέλος, ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου, τα προσεχή αλλά και τα λίγο πιο μακροπρόθεσμα;

Η έκδοση του πρώτου μέρους από ένα έργο μου με θέμα τον ποιητικό λόγο. Η επί σκηνής παρουσίαση (σε λιμπρέτο Οδυσσέα Ιωάννου) ενός μουσικοθεατρικού έργου. Οι επερχόμενες δισκογραφικές μου συνέργειες με τον Κώστα Φασουλά και τον Στάθη Παχίδη. Η έκδοση του έργου μου με θέμα τον Καραγκιόζη (σε στίχους πολλών σημαντικών στιχουργών) σε συνεργασία με την Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων του Δήμου Πατρέων «Θανάσης Τσιπινάκης». Τέλος, η έκδοση μέσα στο 2023 του δεύτερου μυθιστορήματός μου. Ας μείνω σε αυτά, αν και υπάρχουν και άλλα…

Ο Γιώργος Ανδρέου είναι πολυπράγμων και πολυσχιδής, αλλά οτιδήποτε και αν κάνει παραμένει συνεπής στο προσωπικό του όραμα, μα και στόχευση, και αυτό πάνω από όλα τον έχει κάνει να ξεχωρίσει εδώ και πάρα πολύ καιρό.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL