Οσοι κυκλοφορούμε στα στέκια της ελληνικής τζαζ σκηνής τον έχουμε σίγουρα συναντήσει. Ο μπασίστας Μάνος Λούτας θεωρείται η απόλυτη ρυθμική εγγύηση για όλα τα μουσικά σχήματα με τα οποία έχει παίξει. Ευαίσθητος, ανήσυχος και καλός πατέρας ο Μάνος, με το ακουστικό και το ηλεκτρικό μπάσο του αποτελεί τη ρυθμική βάση για όποια μικρή ή μεγάλη ορχήστρα συμμετέχει.
«Βράχο» τον έχουν ονομάσει οι συνεργάτες του όταν καταφέρνει να τους κρατάει στη θέση τους κάποιες στιγμές που έχουν ξεφύγει από τον ρυθμό. Να τους χαλιναγωγεί. «Τερματοφύλακας» της ομάδας, σώζει την κατάσταση όταν στο γήπεδο γίνεται χαμός!

Το μπάσο τον βρήκε. Όταν ο πατέρας έφερε στο σπίτι μια κλασική κιθάρα, ο μόλις 10χρονος Μάνος στις χαμηλές χορδές επικεντρώθηκε, για κάποιον ανεξήγητο λόγο. Ο βαθύς τους ήχος τον προσέλκυσε. Οι χαμηλές συχνότητες, ο παλμός των μπάσων χορδών τού προκαλούσαν μια ανεξήγητη χαρά, τον συμπλήρωναν συναισθηματικά.
Γαλάζιο με άσπρα κουμπιά
Ωσπου στα 13, μαθητής στο 2ο Γυμνάσιο Πειραιά, τα μεγάλα παιδιά τού ανέθεσαν τον ρόλο του μπασίστα στο ροκ συγκρότημα της γειτονιάς του, κοντά στη Φρεαττύδα. Πρόβες ατελείωτες, καμία όμως εμφάνιση μπροστά στο κοινό. Ο Μάνος ξεθάρρεψε και, αρχές Αυγούστου 1980, ανέβηκε στο Μοναστηράκι, όπου συνάντησε το πρώτο «καλό» του ηλεκτρικό μπάσο. Ήταν ένα γαλάζιο ΕΚΟ με άσπρα κουμπιά αυτό που του τράβηξε το βλέμμα. Και όταν το βύσμα του μπήκε στον ενισχυτή, έπαθε σοκ!
Ο πλούσιος ήχος του, η διάρκειά του τού προκάλεσαν μιαν απίστευτη χαρά, δέος και ενθουσιασμό. Άνοιξε ένας νέος, υπέροχος κόσμος. Στο στούντιο του Αντώνη (Τερμίτες) Μιτζέλου οι τέσσερις Flying Arrow μάθαιναν από τον καλό κιθαρίστα τα ακόρντα του «Let it be» του Paul McCartney. Ήταν το πρώτο κομμάτι που έπαιξε live το πρωί μιας Κυριακής στο Σινεάκ του Πειραιά.

Μπασίστας με φωνή
Είχε προηγηθεί μια -μεταξύ φίλων- εμφάνιση στο κέντρο Μοναχός στην Πειραϊκή. Και όταν στο ρεπερτόριο των Flying Arrow μπήκε το «Serenade» του Steve Miller, ο Μάνος τόλμησε και τραγούδησε με μια φωνή που άρεσε πολύ. Όμως το μπάσο τον τραβούσε... απ’ το μανίκι! Ο κιθαρίστας δάσκαλος έβλεπε τον μαθητή να ρουφάει τη μουσική σαν σφουγγάρι και τον έστειλε στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, απέναντι από το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά.
Στο ωδείο λοιπόν πια, ο Γιώργος Καλαϊτζόγλου -γνωστός επαγγελματίας μπασίστας στην πιάτσα- του έδειξε τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να σταθεί καλύτερα σε ένα αξιόλογο μουσικό σχήμα. Θεωρία, ο ρόλος του οργάνου, ο ρυθμός, η ανάδειξη της αρμονίας, αυτά έμαθε από τον πρώτο του δάσκαλο στο ηλεκτρικό μπάσο. Όμως ο Stanley Clarke υπήρξε ο πιο αγαπημένος του, ώσπου ο Jaco Pastorius προκάλεσε τον Μάνο να παίξει άταστο μπάσο. Και εκεί ήρθε ο Mingus με το κοντραμπάσο του.
Με σκαρί ένα κοντραμπάσο
Ενα γυμνό ρουμάνικο κοντραμπάσο που αγόρασε το 1982 έφτασε με το τρένο στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Και τότε, στο Εθνικό Ωδείο, ο Κατσιφέρης του δίδαξε τη Simandl, τη μεγάλη μέθοδο του κλασικού κοντραμπάσου. Σπάζοντας το δίλημμα, ενώ προσπαθούσε να ισορροπήσει τη μελέτη ανάμεσα στο ηλεκτρικό ή στο ακουστικό, ο Μάνος Λούτας αγάπησε και τα δύο. Ο καλός δάσκαλος Αλέξανδρος Τζουμάνης στο Ωδείο Αθηνών του έδειξε τη σωστή θέση για να μπορεί να παίζει με το κοντραμπάσο χωρίς να καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια.
Επαγγελματίας μουσικός τα τελευταία σαράντα χρόνια, ο Μάνος Λούτας κέρδισε τα πρώτα του καλά λεφτά σε μια χοροεσπερίδα στην αίθουσα «Τερψιχόρη» του Χίλτον. Ακολούθησαν εμφανίσεις στην Αθήνα με τον τζαζ κιθαρίστα Δ. Ζαφειρέλλη. Ώσπου το 1985 στην ορχήστρα του κρουαζιερόπλοιου «Victoria» του Χανδρή έπιασε λιμάνι στο Puerto Rico, στο St. Martin, στην Cartagena της Κολομβίας, στο Curacao, στον Άγιο Δομήνικο, στη Γουαδελούπη, στη Μαρτινίκα... Κάθε λιμάνι και καημός...
Από το Saint Thomas -των Virgin Islands- ο Μάνος εμπνεύστηκε το «Rita in Saint Thomas» που ηχογράφησε το 1993 στη Νέα Υόρκη με Αμερικανούς μουσικούς σε λάτιν και swing ρυθμικούς συνδυασμούς. Έμπνευσή του, εκτός από την Καραϊβική, ήταν η ίδια η Rita, παραγωγός του CD101,9 smooth jazz ραδιοσταθμού της Νέας Υόρκης. Η όμορφη μελαμψή Rita... ενθουσιάστηκε!
Στη Μέκκα της μουσικής
Το 1992 αποφοίτησε από το New School - Mannes College of Music στη Νέα Υόρκη με δίπλωμα Jazz Bass Performance. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα τζαζ αυτοσχεδιασμού με τον πιανίστα και bandleader για τον Dizzy Gilespie, Mike Longo.
Στη Νέα Υόρκη, η Big Band του New School μαζί με άλλους επαγγελματίες τζαζίστες και τον Μάνο στο μπάσο έπαιξε στο «Mondo Perso» της Bleecker street, στο Village. Στα δε κλαμπ Bitter End, Five Spot, Elbow Room, Kenny’s Custom Ways, αλλά και στο Beacon Theatre της Broadway street, στους 75 δρόμους ή στο House of Blues του Σικάγο έπαιξε με τον «συνάδελφο» Matt Garrison, τον περκασιονίστα Steve Thornton και τους σαξοφωνίστες Bob Magnuson και Arnie Laurence. Συμμετείχε επίσης σε Off Broadway Musical Show στο Westbeth Theatre.
Στα χρόνια της Νέας Υόρκης, αξέχαστες θα του μείνουν οι συναυλίες των Chick Corea, Joe Zawinul Syndicate, GRP All Star του Dave Grusin στο Beacon Theatre με τη φωνή της Dianne Schuur, του Al Jarreau, του Buster Williams στο Village Vanguard, του Marcus Miller στο SOB’s, των New York Voices στο Bottom Line και, ανάμεσα σε δεκάδες άλλους, του μεγάλου ινδάλματός του, Stanley Clarke. Με όλα αυτά, πώς να αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα;
Στα πατρώα εδάφη
Το 1995 πια η μαμά-Ελλάς κάλεσε τον στρατιώτη Μάνο Λούτα στις τάξεις της. Επί 18 μήνες στην Καλαμάτα, στο Χαϊδάρι και τελικά στην πατρίδα του τη Χίο, όπου ο πρόσφυγας παππούς είχε ένα σπιτάκι στο Βροντάδο. Εκεί γεννήθηκε ο Μάνος, που στα 3 του χρόνια έγινε Πειραιώτης για να συναντά τον καπετάνιο πατέρα του.
Μετά το απολυτήριο, τον Πειραιά είχε ορμητήριο ως ένας επαγγελματίας session μουσικός με πολυάριθμες εμφανίσεις και ηχογραφήσεις με κορυφαία ονόματα του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού και της τζαζ σκηνής. Ήδη δάσκαλος της μουσικής, το 2000 πια ο Μάνος Λούτας επέστρεψε στην Αμερική με σκοπό να μείνει. Αλλά η περιζήτητη green card αργούσε να έρθει και η ζωή στη Νέα Υόρκη ήταν και είναι πανάκριβη. Κι έτσι τελείωσε η «αμερικανική περίοδος» του ονειροπόλου μπασίστα.

Συνεργασίες και προοπτικές
Πάντα περιζήτητος ως «βράχος» των μουσικών σχημάτων στα οποία έπαιξε, ο Μάνος Λούτας συνεργάστηκε με σημαντικούς μουσικούς της εγχώριας τζαζ σκηνής
Περιζήτητος από γνωστούς Έλληνες μουσικούς, έπαιξε με τα γκρουπ του Δημήτρη Βασιλάκη, του Γιώργου Κοντραφούρη, του Γιάννη Κασσέτα, της Nana Simopoulos, ηχογραφώντας δίσκους. Με τους Μηνά Αλεξιάδη, Δημήτρη Καλαντζή, Σάμι Αμίρι, Μάνο Σαριδάκη, Τάκη Πατερέλη, Σοφία Νοητή, το gypsy jazz συγκρότημα του Γιάννη Λουκάτου και το τρίο του (Brian Voll και Σεραφείμ Μπέλλο) έπαιξε στις τζαζ σκηνές της Αθήνας (Παράφωνο, Guru Bar, Bacaro, Half Note) και όλης της Ελλάδας.
Ακόμα, στο World Music Festival του Ντουμπάι με τη Ζανέτ Καπούγια, στο Φεστιβάλ της Ρόδου με τους Andy Sheppard και Craig Bailey, όπως και στο απέναντι Bodrum ή στο Technopolis Jazz Festival της Αθήνας. Επίσης συνεργάστηκε με τους David Liebman, Alex Foster, Jack Walrath και άλλους σημαντικούς μουσικούς, που δεν χωρούν στον περιορισμένο χώρο μας.
Αρχισε να γράφει δικές του μουσικές συνθέσεις στην προ Αμερικής περίοδο. Έχουν παιχτεί σε στεριά και θάλασσα από καλούς φίλους και συνεργάτες που τον εκτιμούν για το υπόκρυφο χαμόγελο και την ολύμπια γαλήνη του. Και αν ποτέ τσακώθηκαν, πάνω στην ένταση μιας πρόβας, όλα ξεχάστηκαν μόλις ανέβηκαν μαζί στη σκηνή.
Σημαντική είναι η συμμετοχή του στους Storyville Ragtimers. Ένα 7μελές σύνολο μουσικών που παίζουν Dixieland, Blues & Rags. Οι S.R. το 2023 ηχογράφησαν το άλμπουμ «Live at Almagesti». Και σύντομα έρχεται το δεύτερο.

Δισκογραφικές καταγραφές
Αυτό που ο Μάνος Λούτας χρωστάει στον εαυτό του αλλά και σε... εμάς είναι μια ολοκληρωμένη προσωπική δισκογραφική δουλειά. Με αυτή την προοπτική μαζεύει υλικό σε ψηφιακή μορφή, που θα αποτελέσει την βάση του επερχόμενου «The New York Lost Tapes». Ενός δίσκου που θα μας συστήσει τη συνθετική δουλειά από το δημιουργικό νεοϋορκέζικο παρελθόν.
Αμέσως μετά, οι ηχογραφήσεις παλιών και νέων του συνθέσεων με νέα μορφή και συνεργάτες θα αποτελέσουν το «Manos Loutas for Life» άλμπουμ του. Έναν δίσκο που θα περιέχει την ψυχή της μουσικής που τον αναστατώνει τόσο όσο χρειάζεται για να συνεχίσει να αντιμετωπίζει ακόμα και τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του.
Μέθοδος διαφυγής
Ο Μάνος Λούτας είναι -αποδεδειγμένα- ένας καλός συνεργάτης. Βρίσκει το «κουμπί» κάθε χαρακτήρα και σύντομα γίνεται φίλος με όλους, στο στούντιο ή στη σκηνή μιας συναυλίας. Η ομορφιά της φύσης, ο ήλιος και η απώλεια δικών του ανθρώπων έγιναν αιτίες για δημιουργία, ανακουφίζοντάς τον, αποτελώντας έτσι έναν τρόπο «διαφυγής».
Ενας ρυθμός, μια μελωδία που τον περιτριγυρίζει καταγράφονται μέχρι τη στιγμή που το μπάσο του θα τα κάνει πράξη. Πρώτα όμως τα... τραγουδάει! Κάτι που θα δείτε να κάνει συχνά, συνοδεύοντας με τη φωνή του ένα σόλο στο κοντραμπάσο.