Τα μεγάλα ερωτήματα και οι σοβαρές ενστάσεις για τη λύση που φέρεται ότι ετοιμάζει η ελληνική κυβέρνηση στο θέμα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα παραμένουν ανοιχτά μετά και το δημοσίευμα του Bloomberg, που υποστηρίζει ότι θα μπορούσαν να επιστραφούν ως δάνειο και σε αντάλλαγμα το Μουσείο Ακρόπολης θα μπορούσε να δανείζει άλλα αντικείμενα στο Βρετανικό Μουσείο. Το δημοσίευμα υποστηρίζει, επίσης, ότι η Βρετανία θα μπορούσε να πάρει και γύψινα αντίγραφα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Τα σχέδια της κυβέρνησης για μια συμφωνία με το Βρετανικό Μουσείο αντίστοιχη αυτής που κύρωσε η ελληνική Βουλή για την περιβόητη συλλογή Στερν φαίνεται πως έχουν βάση, παρά τη διάψευση του δημοσιεύματος από κύκλους του υπουργείου Πολιτισμού.
Νέο χθεσινό δημοσίευμα, από την Telegraph αυτή τη φορά, αναφέρει ότι «καταρτίστηκε μια συμφωνία μεταξύ των δύο μερών που θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιστροφή ορισμένων Γλυπτών μέσω δανεισμού στις αρχές αυτού του χρόνου». Εδώ, λοιπόν, φαίνεται ότι η ελληνική κυβέρνηση απομακρύνεται από την πάγια ελληνική θέση για την επανένωση των Γλυπτών και διαπραγματεύεται μυστικά μια τμηματική «επιστροφή» μέσω δανεισμού.
Επιμένει το Βρετανικό Μουσείο
Στο μεταξύ χθες ο Guardian φιλοξένησε δήλωση Έλληνα αξιωματούχου που διέψευσε το δημοσίευμα της Τelegraph, δηλώνοντας ότι «δεν είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία». Ωστόσο το Βρετανικό Μουσείο, από την πλευρά του, υποστήριξε στον χθεσινό Guardian ότι «έχουμε δηλώσει δημόσια ότι αναζητούμε μία νέα συμφωνία για τα Γλυπτά του Παρθενώνα με τους φίλους μας στην Ελλάδα και με τον καινούργιο χρόνο θα συνεχιστούν οι παραγωγικές συζητήσεις».
Επομένως, η ελληνική κυβέρνηση, αποδεχόμενη τη λύση του δανεισμού, αναγνωρίζει ότι το Βρετανικό Μουσείο έχει την ιδιοκτησία των κλεμμένων από τον Έλγιν Γλυπτών του Παρθενώνα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ξεχνάει την επανένωση των Γλυπτών, δηλαδή την πάγια ελληνική θέση, αρκούμενη στο ελάχιστο, δηλαδή την τμηματική επιστροφή τους ως δανείων, ακριβώς όπως έπραξε και με την αμφιβόλου νομιμότητας και γνησιότητας συλλογή Στερν. Κι αν για τη συλλογή Στερν μιλάμε για συγκεκριμένο ιδιώτη συλλέκτη που, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, συναλλάχθηκε με αρχαιοκαπηλικά κυκλώματα, στην περίπτωση των Γλυπτών του Παρθενώνα μιλάμε για το κορυφαίο μνημείο της χώρας και για ένα εμβληματικό μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς στον πλανήτη.
Μέσω της διπλωματικής οδού
Η πάγια ελληνική θέση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι η επανένωσή τους στον φυσικό τους χώρο με βάση τις διεθνείς συνθήκες και μέσω της διπλωματικής οδού. Το ελληνικό κράτος από τη σύστασή του, άλλωστε, δεν αναγνωρίζει δικαίωμα ιδιοκτησίας των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο. Εξάλλου, αυτό ήταν και το βασικό επιχείρημα όταν η Μελίνα Μερκούρη επανέφερε μετ’ επιτάσεως το ζήτημα στις αρχές της δεκαετίας του ’80, διαμηνύοντας στη διεθνή κοινότητα το δίκαιο και ηθικό του ελληνικού αιτήματος. Δυστυχώς η ελληνική κυβέρνηση καταστρατηγεί την πάγια ελληνική θέση, θέτοντας σε κίνδυνο την υπόθεση της επανένωσης. Χειρότερα δε όταν όλη αυτή η υπόθεση γίνεται για μια χούφτα ψήφους στις επερχόμενες εκλογές.
Φαίνεται, λοιπόν, πως επιβεβαιώνεται ότι οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2019 για δανεισμό των Γλυπτών δεν ήταν ένα φραστικό ατόπημα, όπως έσπευσε τότε να δηλώσει η υπουργός Πολιτισμού, αλλά αποκάλυπταν πρόωρα τον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης για την εργαλειοποίηση ενός μείζονος ζητήματος όχι μόνο πολιτιστικής, αλλά εθνικής πολιτικής. Δεν είναι απλώς κρίμα, είναι κατάντια η ελληνική κυβέρνηση να παίζει στον προεκλογικό τζόγο τους κλεμμένους θησαυρούς του Παρθενώνα.