Live τώρα    
14°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
12.3°C15.9°C
2 BF 88%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ψιχάλες μικρής έντασης
13 °C
10.8°C14.4°C
5 BF 77%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
12 °C
11.0°C12.1°C
4 BF 79%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.9°C18.8°C
3 BF 65%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
11 °C
10.7°C11.3°C
0 BF 100%
Κριτική βιβλίου / «Άθελά μας» της Ελένης Μπουκαούρη
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κριτική βιβλίου / «Άθελά μας» της Ελένης Μπουκαούρη

Αλσατία Ναζί
(memorial-alsace-moselle.com)

Γνώριζα την φωνή της, όχι όμως την Ελένη Μπουκαούρη. Την άκουγα από την συχνότητα του Flash 9,61 την δεκαετία του '90, όταν εγώ δούλευα τότε στον Planet και θεωρούσαμε αξιόπιστες τις ειδήσεις του σταθμού (τρομάρα μας). Την συνάντησα μετά το 2000 στους συνδικαλιστικούς αγώνες των δημοσιογράφων και είδα ένα εύθραυστο, γλυκό και αθόρυβο κορίτσι που  τα ονόματά μας ήταν στο ίδιο ψηφοδέλτιο της «Συσπείρωσης», αριστεροί όλων των αποχρώσεων. Ανταλλάξαμε δυο λόγια στην κηδεία του Σάμι Γαβριηλίδη και εκεί μου είπε ότι συζητούσε μαζί του την έκδοση ενός βιβλίου. Τελευταία συνάντηση, βράδυ Φθινοπώρου στην παραλία του Λουτρακίου, ενδεχομένως η λουτρόπολη που περιγράφει στο βιβλίο της, βιαστική για τον θερινό κινηματογράφο. Το ίδιο ντελικάτη και εύθραυστη. Γνωριμία (;) είκοσι χρόνων, αλλά μου είναι άγνωστη.

Την γνώρισα διαβάζοντας το βιβλίο αυτό, όπου διέκρινα πολλά στοιχεία βιογραφικά, ακόμη και για τις σπουδές της στο Στρασβούργο (που δεν γνώριζα) την αγάπη της για την λογοτεχνία, τις γλώσσες, τις διαλέκτους, την συγγραφή, τις ιστορίες και τις αφηγήσεις. Στο βιβλίο αυτό η Ελένη χρησιμοποιεί αλληγορικά τον τίτλο «Αθελά μας» (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια) γιατί χτίζει την ιστορία της συσχετίζοντας τις ζωές των Αλσατών "Μalgré nous" της ναζιστικής περιόδου με σημερινούς ανθρώπους που αναρωτιούνται αν σύρθηκαν άθελά τους, σε μια χαμένη, ματαιωμένη ζωή.

Η συγγραφέας μας συστήνει -άγνωστους τουλάχιστον σε μένα- Αλσατούς εφήβους που στρατολογήθηκαν το 1942 στον ναζιστικό στρατό παρά τη θέληση τους και διέπραξαν θηριωδίες και κατά πατριωτών τους, με δεδομένο ότι η Αλσατία ήταν πάντα διεκδικούμενη από την Γαλλία και την Γερμανία. "Malgre nous", λοιπόν ή «Οι Αθελά τους», αυτό ήταν το όνομά τους. Περίπου 43.000 Αλσατοί χάθηκαν στο Ρώσικο Μέτωπο. Και όσοι επέζησαν λοιδορήθηκαν και προπηλακίστηκαν όταν παρήλαυναν με τους ηττημένους Ναζί στην Μόσχα.

Μπουκαούρη Άθελά μας

Στην Αλσατία λειτούργησαν τρία στρατόπεδα συγκέντρωσης, ιατρικών πειραματισμών, καταναγκαστικών έργων και εκτοπισμού, Εβραίων, τσιγγάνων, ομοφυλόφιλων και κομμουνιστών. Και αυτό δεν το γνώριζα. Το 1944 οι Ναζί μαζί με κάποιους από τους "Malgré nous" έσφαξαν τους άνδρες του χωριού Οραντούρ-συρ-Γκλαν και προχώρησαν στον εμπρησμό μιας εκκλησίας που είχαν καταφύγει γυναικόπαιδα. Εικόνες Διστόμου. Και μάλιστα σφαγές την ίδια χρονική περίοδο.

«Πολλοί νεκροί! Μας τύλιγε η σκόνη τους, πατούσαμε τα κόκκαλά τους, μόνο 8 γραμμάρια, όσο ζυγίζει μια σφαίρα και ύστερα ασήκωτοι, σακκιά με άμμο» ο ενοχικός, απολογητικός, παραληρηματικός λόγος του Μεγέρ, ενός Αλσατού, ήρωα του βιβλίου, ο οποίος επιμένει πως δεν είναι ναζί, μα η μάνα του τον έδωσε στους ναζί, για να γλιτώσει το άλλο της μωρό. Ο Μεγέρ είναι ένας από τους ήρωες της, όμως θα μπορούσε να είναι ένας από τους παρά την θέλησή τους στρατολογημένους Αλσατούς, ο οποίος, μετά το τέλος του πολέμου, παντού αντιμετωπιζόταν ως λεπρός, στην γειτονιά τον έφτυναν, δεν του έδιναν δουλειά, παντού ξένος, επίμονα αναζητούσε τρόπο να λυτρωθεί έστω και την ύστατη στιγμή, πριν ξεψυχήσει. Να τον ακούσει κάποιος, να τον χαιδέψει, να τον παρηγορήσει,να τον συγχωρέσει. Να γίνει αποδεκτός ακόμη και από την αδελφή του, για την οποία νομίζει ότι θυσιάστηκε.

Ο Μεγέρ, παντρεύεται Ελληνίδα, φεύγει από την Αλσατία, έρχεται στην Ελλάδα, εξομολογείται στην κόρη του το τραυματικό μυστικό και εν συνεχεία στην Ειρήνη που επίσης έζησε στην νιότη της στο Στρασβούργο και κάτι είχε καταλάβει.

Η συγγραφέας και μέσω της μυθιστορίας, μα με πραγματολογικά στοιχεία, μας δίνει άγνωστα δεδομένα για το ρόλο του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου την περίοδο του Ναζισμού. Ξέρετε ότι οι Αλσατοί φοιτητές έπρεπε να έχουν πιστοποιητικό άριας φυλής για την εγγραφή και φοίτηση τους στο Πανεπιστήμιο; Οτι ο Πρύτανης έκανε μάθημα με την στολή των SS; Ότι δημιουργήθηκε ένα φοιτητικό κίνημα με τίτλο «Μέτωπο της Αλσατικής Νεολαίας» που εναντιώθηκε στους Ναζιστές και ο Αλφόνς Αντάμ, ο αρχηγός τους, ο οποίος στην δικαστική αίθουσα φώναζε «είμαστε Γάλλοι και όχι Γερμανοί» εκτελέστηκε χαράματα Ιούνη του '43;

Να γιατί είναι πολύτιμο ένα λογοτεχνικό βιβλίο, χωρίς να είναι ιστορικό. Πολύτιμες ιστορικές γνώσεις τις οποίες η συγγραφέας αναζήτησε σε μαρτυρία επιζήσαντα από τους "Malgré nous" στο Στρασβούργο, γείτονα ενός φίλου της πανεπιστημιακού δασκάλου στο Στρασβούργο, αλλά και πληροφορίες από το ντοκυμαντέρ του ARTE για το ρόλο του συγκεκριμένου πανεπιστημίου επί ναζισμού. Τώρα για τις χαμένες -παρά την θέλησή των ίδιων των ηρώων- ζωές, επιλέγονται τρεις άνδρες και τρεις γυναίκες, οποίοι κάποια στιγμή συναντώνται, απομακρύνονται και όλοι αναζητούν μια λύτρωση. Ζωές σκοτεινές, ενοχικές, ανεκπλήρωτες, αποζητούν την επούλωση των τραυμάτων.

Σας μίλησα ήδη για τον Μεγέρ, τον Αλσατό, την κόρη του Λουίζα, την Ειρήνη, παλιά γνώριμη του Μεγέρ από την Αλσατία, που το συναπάντημα γίνεται στο νοσοκομείο, συνάντηση λυτρωτική και εξομολογητική και για τους δύο, υπάρχει ο Άκης, ο Τάκης, σαν αντίγραφα οι δυό τους που παιδεύονται με την συγγραφή και η ψυχοθεραπεύτρια, η Δέσποινα. Ο θάνατος, ο φόβος της φθοράς του Σώματος και του νου τους κινητοποιεί. Η συγγραφή ή ο πειραματισμός της συγγραφής επίσης. «Ομως εγώ δεν έχω τις λέξεις, δεν τις βρίσκω. Εχω μόνο νούμερα» η απογοητευτική σκέψη του Ακη. Στα όνειρα που είναι ακηδεμόνευτα, οι ερμηνείες. Αγωνία όλων να αφήσουν πίσω τους κεχριμπάρι. Να αφήσουν τα ίχνη τους.

Το εξώφυλλο είναι η φωτογραφία του γάμου των γονιών μιας ηρωίδας. Των γονιών της που της φαινόταν ξένοι. Και τόσο παράξενοι. Η φροντίδα των ενηλίκων, που καταρρέουν πριν την αναχώρηση, τα γεράματα, η μοναξιά, απασχολούν το βιβλίο. Ωραία η λέξη αντιπελαργισμός, δηλαδή η αυταπάρνηση που επιδεικνύουν τα παιδιά για τους γονείς, η ανταπόδοση της φροντίδας που έλαβαν. Στο βιβλίο καταγράφεται η δυσανεξία της συγγραφέως στην ξενοφοβία, «τους μπρατσαράδες με τα τατουάζ, τις αλυσίδες και τις φαλτσέτες, που σκορπούν τον φόβο, το μαύρο και την σιωπή στις γειτονιές».

Αποτυπώνει με την γραφή της την αγάπη της στην αλληλεγγύη και τους ξένους που «ακουμπούν» σε χώρους κατηλημμένους «Καταφύγια», όπως τα αποκαλεί .Εγνοια γι αυτούς που παραμένουν ξένοι ακόμη και αν επιστρέψουν στην πατρίδα τους,που τους κυνηγάει μια ιστορική και όχι μόνο ενοχή. «Ξένοι είμαστε γιατί έχουμε πόλεμο» ο τραγικός μονόλογος ενός ήρωά της.

Στο βιβλίο διαχέεται η νοσταλγία για την εικόνα της πόλης που χάνεται «καταπίνοντας» κινηματογράφους (όπως ο ΑΡΗΣ), την αποξήλωση της τελευταίας αφίσας που κατέγραψε το κινηματογραφικό συνεργείο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Νοσταλγία γιατί ο χρόνος «καταπίνει» γωνιακά δίπατα σπίτια με σιδερένιες εξωτερικές σκάλες, με κίτρινο χρώμα, σπασμένα παντζούρια, πλακάκια με βυσσινί, καφέ και γκρίζα αστέρια, με μαύρους ρόμβους και περίτεχνα άνθη.

Η συγγραφέας καταγράφει τις αλλαγές στους δρόμους του Αγίου Παντελεήμονα, στην Πλατεία Βικτωρίας, την Φυλής, την Κεφαλληνίας, όπου πια ξεφυτρώνουν μαγαζάκια Πακιστανών, Αλβανών, Αφρικανών, Ουκρανών.

ΥΓ: Η ιστορία της Λου, το Άσπρο Άλογο, η ποντικότρυπα, η Σου, αποκαλύπτουν αυτά που δεν έγιναν, αυτά που είναι βαθιές επιθυμίες. Με τόσο παραμυθένιο τρόπο. Ως παραίσθηση. 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL