Επιμέρους, «κρυφά» κόστη και αυξημένες χρεώσεις περιλαμβάνονται στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η λειτουργία της οποίας αντανακλάται πλέον άμεσα στην τελική λιανική τιμή που καλούνται να πληρώσουν όλοι οι καταναλωτές.
Αυτό σημαίνει ότι εκτός από βασικούς παράγοντες που συνήθως εμφανίζονται ως αποκλειστικά εξωγενείς και βασικοί υπαίτιοι για την ακρίβεια, όπως η χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου (ΤΤF), υπάρχουν επιπλέον επιβαρύνσεις εγχωρίως... παραγόμενες που φτάνουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αν και γενικότερα εστιάζουμε στη μέση, μηνιαία Τιμή Εκκαθάρισης της Αγοράς Επόμενης Ημέρας (ΤΕΑ) και στις διακυμάνσεις της προκειμένου να ψυχανεμιστούμε την κατεύθυνση των τιμολογίων, εντούτοις η τελική μεσοσταθμική χονδρεμπορική τιμή περιλαμβάνει κι άλλες χρεώσεις και κόστη που προβλέπονται στη λειτουργία της αγοράς, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται αισθητά υψηλότερα από τη «βασική» ΤΕΑ.
Πρόκειται για την προσμέτρηση του κόστους τριών λογαριασμών προσαυξήσεων για την ενέργεια εξισορρόπησης καλύπτοντας ανάγκες σε εφεδρεία και του κόστους από τις απώλειες ενέργειας στο δίκτυο διανομής, που καταγράφουν αξιοσημείωτη άνοδο και προφανώς συνδέονται αφενός με τους εγχώριους «παίκτες» και αφετέρου με τη διαχείριση των δικτύων.
Ακριβή εξισορρόπηση
Βάσει των πρόσφατων στοιχείων του ΑΔΜΗΕ για τη μεσοσταθμική τιμή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας το 2024, στους λογαριασμούς προσαυξήσεων διαπιστώνεται μια αύξηση της τάξης του 75% από τον Ιανουάριο 2024 στον Δεκέμβριο 2024, καθώς από 13,353 ευρώ/μεγαβατώρα έφτασε στα 23,383 ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ιδίως το τελευταίο τετράμηνο του έτους το κόστος αυτό απογειώθηκε:
- Σεπτέμβριος 2024: 19,121 ευρώ/μεγαβατώρα, από 14,109 ευρώ τον Σεπτέμβριο 2023 (+35,5%).
- Οκτώβριος 2024: 23,858 ευρώ/μεγαβατώρα, από 15,876 ευρώ τον Οκτώβριο 2023 (+50,27%).
- Νοέμβριος 2024: 25,979 ευρώ/μεγαβατώρα, από 11,984 ευρώ τον Νοέμβριο 2023 (+116,78%).
- Δεκέμβριος 2024: 23,383 ευρώ/μεγαβατώρα, από 15,084 ευρώ τον Δεκέμβριο 2023 (+55%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι χρεώσεις στα επίπεδα των 20-25 ευρώ έχουμε να δούμε από το δεύτερο εξάμηνο του 2022, δηλαδή την περίοδο της κρίσης και της μεγάλης έκρηξης των τιμών στην αγορά, που είχαν ξεπεράσει και τα 400 ευρώ/μεγαβατώρα. Στον αντίποδα, το 2019 η μέση ετήσια χρέωση των λογαριασμών προσαυξήσεων ήταν κοντά στα 4 ευρώ, το 2020 στα 6,5 ευρώ, το 2021 περίπου στα 11 ευρώ. Ακόμα και το μεσοσταθμικό ετήσιο κόστος των λογαριασμών προσαυξήσεων το 2024 είναι αυξημένο κατά 30% έναντι του αντίστοιχου του 2023.
Ποιος ωφελείται; Ως φαίνεται οι συμμετέχοντες (λίγοι) παραγωγοί στην αγορά έχοντας ανεβάσει την τιμή στην οποία προσφέρουν την υπηρεσία της εξισορρόπησης είναι εκείνοι που εισπράττουν, ενώ οι καταναλωτές πληρώνουν.

Απώλειες παντού
Τελευταία πολύς λόγος γίνεται για τις απώλειες στο δίκτυο διανομής δείχνοντας αποκλειστικά τις ρευματοκλοπές, οι οποίες βεβαίως υπάρχουν αλλά αποτελούν μέρος μόνο των απωλειών αυτών.
Θυμίζουμε ότι κατά τη μεταφορά ηλεκτρικής ισχύος προς την τελική κατανάλωση μέσω των δικτύων διανομής ηλεκτρισμού μέρος αυτής χάνεται. Οι απώλειες ενέργειας που σχετίζονται με τα εγγενή χαρακτηριστικά των ηλεκτρικών δικτύων ονομάζονται «τεχνικές απώλειες» και όλες οι υπόλοιπες που αφορούν ποσότητες ενέργειας που καταναλώνονται αλλά δεν μετρούνται λόγω σφαλμάτων μέτρησης, ρευματοκλοπής κ.ά. συνιστούν τις «μη τεχνικές απώλειες». Παράγοντες της αγοράς δείχνουν την υπερβάλλουσα παραγωγή των ΑΠΕ που κυκλοφορεί στο δίκτυο ως βασική αιτία της αύξησης των κόστους των απωλειών και δευτερευόντως τις ρευματοκλοπές. Όπως εξηγούν, έχει γίνει μια υπερεπένδυση ΑΠΕ στο δίκτυο της χαμηλής και μέσης τάσης χωρίς όμως να υπάρχει η αντίστοιχη ζήτηση, οπότε η ενέργεια αυτή πηγαίνει στην υψηλή τάση, αλλά μέχρι να ολοκληρωθεί αυτή η διαδρομή υπάρχουν μεγάλες απώλειες.
Με βάση τα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ οι απώλειες αγγίζουν το 18% της συνολικής ενέργειας που διακινείται στη χαμηλή τάση και το 7,5% στη μέση τάση. Μετά τις εκκαθαρίσεις για το 2022 προέκυψε ότι ο συντελεστής κανονικοποίησης (όλων) των απωλειών αυξήθηκε από 13,54% στο 18%. Μάλιστα εκτιμάται ότι η αύξηση αυτή ισοδυναμεί με επιπλέον κόστος άνω των 200 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας το συνολικό κόστος των απωλειών γύρω στο 1 δισ. Παράλληλα, στο πλαίσιο της αύξησης κατά 23% του επιτρεπόμενου εσόδου που μετακυλίεται στα τέλη χρήσης των λογαριασμών που ζητά ο Διαχειριστής για την περίοδο 2025-2028, επιδιώκεται και αύξηση του αποδεκτού επιπέδου απωλειών στο 11,36% από το εγκεκριμένο 9,9%.