Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ στα 75 του χρόνια, σχεδόν αιφνιδιαστικά, υπέγραψε τον πιο τρυφερό και αυτοβιογραφικό φόρο τιμής στην τέχνη που υπηρετεί εδώ και πολλές «χρυσοφόρες» εισπρακτικά δεκαετίες. Οι «Fabelmans» θα μπορούσε να είναι μια σπουδαία «τελευταία» ταινία σκηνοθέτη. Ένας επίλογος για έναν δημιουργό που ταυτίστηκε όσο κανείς άλλος με το box office και την εμπορική ψυχαγωγία. Μέσα από την ιστορία των «Fabelmans» ο Σπίλμπεργκ μας χαρίζει ένα σχεδόν θαυματουργό φιλμ που υμνεί την ιαματική δύναμη των κινηματογραφικών εικόνων και τη θεραπευτική αξία του ναού των ονείρων, που δεν είναι άλλος από την ίδια την κινηματογραφική αίθουσα. Πόσο χρήσιμο σχόλιο στην εποχή που οι αίθουσες ψυχορραγούν κάτω από την περιορισμένη προσέλευση θεατών…
Τα αυτοσχέδια φιλμ του νεαρού alter ego του Σπίλμπεργκ ξορκίζουν τα ένοχα οικογενειακά μυστικά, ενώ τα πρωτόλεια φιλμάκια του κατευνάζουν τους οικογενειακούς κραδασμούς που βιώνει ο ανήσυχος έφηβος. Όλα τα παραπάνω ο φακός του Σπίλμπεργκ τα μετατρέπει σε πρώτης τάξεως συστατικά για μια ταινία φτιαγμένη από καρδιάς.
Με ένα πρωτογενές υλικό που στα χέρια κάποιου άλλου θα μπορούσε να είχε μετατραπεί σε στεγνό ρεσιτάλ νοσταλγίας για τη ροδομάγουλη αθωότητα της αμερικανικής επαρχίας του 1950, στην παράδοση του «Σινεμά ο Παράδεισος», ο Σπίλμπεργκ αναδεικνύει την ψυχοθεραπευτική διάσταση της σκηνοθετικής έκφρασης και μας θυμίζει τη δύναμη ενός καλοσχεδιασμένου happy end, που στη συγκεκριμένη ταινία θα λυγίσει και τους πιο κυνικούς θεατές.

Σήμερα έχουμε την έξοδο στις αίθουσες για τη νέα ταινία του έμπειρου Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, ο οποίος επιστρέφει στην καρδιά των κλασικών εικονογραφημένων παραμυθιών και φιλοτεχνεί με θέρμη και περίσσια αγάπη την ιστορία της ξύλινης μαριονέτας που ζωντανεύει και γίνεται ένα αληθινό αγόρι. Μάλιστα, η δράση τοποθετείται στην καρδιά της φασιστικής Ιταλίας του 1930.
O Πινόκιο θα είναι το υποκατάστατο του αδικοχαμένου γιου του Τζεπέτο, που θα ζωντανέψει χάρη στο άγγιγμα μιας μυθικής οντότητας. Η ανάγκη υπακοής στο μιλιταριστικό καθεστώς του φασισμού και η τραυματική σχέση με τον απαρηγόρητο πατέρα δίνουν τροφή σε ένα ιδιόμορφο μιούζικαλ που δεν ξεμένει ποτέ από εφευρετικότητα.
Είναι αλήθεια πως η ιστορία του Πινόκιο δεν έχει βρει τη θέση που της αρμόζει στο σύγχρονο σινεμά, ενώ έχει ταλαιπωρηθεί εξαιτίας των άνευρων διασκευών που επιχείρησαν ο Ρομπέρτο Μπενίνι και πολύ πρόσφατα ο Ρόμπερτ Ζεμέκις. Ο Ντελ Τόρο ευτυχώς δεν παρασύρεται από τις ανάγκες του mainstream και δεν ξεχνάει την αγάπη του για τους εφιάλτες και το σινεμά του φανταστικού. Είναι εμφανές ότι ο σκηνοθέτης θέλει να εξερευνήσει τις πιο σκοτεινές πτυχές της σχέσης πατέρα και γιου, ή μάλλον του δημιουργού με το δημιούργημά του, με το πάθος που θα σκηνοθετούσε την ιστορία του Φρανκενστάιν αν ήθελε να το σερβίρει στο κοινό της Ντίσνεϊ. Δεν επιτρέπει, λοιπόν, καμία επιτηδευμένη μελαγχολία και καμία γλυκερή στροφή στο συναίσθημα προκειμένου να κερδίσει και τα μικρά παιδιά. Παραμένει πιστός στο όραμά του χρησιμοποιώντας τη δύσκολη και απαιτητική τεχνική του stop motion και φροντίζοντας κάθε σκηνή με αγάπη.
Αν και ο «Πινόκιο» του Ντελ Τόρο είναι ένα εξαιρετικά δαπανηρό φιλμ, μοιάζει να διατηρεί όλες τις αξίες του χειροποίητου έργου τέχνης. Παρά την εξελιγμένη τεχνικά μέθοδο κινηματογράφησης, η ταινία παραμένει προσωπική, ανέλπιστα εξομολογητική και θα μνημονεύεται για πολλά χρόνια στο μέλλον.
Δείτε ακόμη...
«Bones and all»
Σκηνοθεσία: Λούκα Γκουαντανίνο
Μια παράδοξη ιστορία αγάπης ανάμεσα σε μια νεαρή γυναίκα που ζει στο περιθώριο και σε έναν αινιγματικό τυχοδιώκτη. Οι δύο ήρωες θα μοιραστούν ένα οδοιπορικό στη συντηρητική Αμερική της εποχής του Ρόναλντ Ρέιγκαν.

Ο σκηνοθέτης Λούκα Γκουαντανίνο του «Να με φωνάζεις με το όνομά σου» υπογράφει μια αντισυμβατική ιστορία αγάπης, όπου το σοκ του κανιβαλισμού συναντάει τον νεανικό ρομαντισμό. Λιγότερο προκλητικό απ’ όσο πιστεύει και περισσότερο αφελές απ’ ό,τι θέλει να φανεί, το «Bones and all» είναι σαφώς μια αδύναμη σκηνοθετική απόπειρα του Γκουαντανίνο, ο οποίος, ωστόσο, δεν διστάζει να εξερευνήσει απαιτητικά τερέν και να ερεθίσει το κοινό.
«Παράξενος κόσμος» («Strange world»)
Σκηνοθεσία: Ντον Χολ
Τρυφερή περιπέτεια κινουμένων σχεδίων με προσεγμένο σκίτσο. Μία θρυλική οικογένεια εξερευνητών αναζητεί μια αχαρτογράφητη περιοχή στην πιο δύσκολη αποστολή της ζωής της. Ένα ετερόκλητο πλήρωμα τους συνοδεύει στην περιπέτειά τους.
Ταινία που θα αγγίξει τους φίλους της επιστημονικής φαντασίας της δεκαετίας του ’50. Η ταινία θα προβληθεί μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Το λευκό περιστέρι (The white dove)
Σκηνοθεσία: Φράντισεκ Βλάτσιλ
Ενα ταχυδρομικό περιστέρι χάνεται καθώς ταξιδεύει για τη Γερμανία. Ένα αγόρι με αναπηρία το πυροβολεί την ώρα που κάνει εξάσκηση στο σημάδι. Ένας καλλιτέχνης που θα βρει το άτυχο περιστέρι θα γίνει φίλος με το αγόρι και μαζί θα το περιθάλψουν, μέχρι την πλήρη ανάρρωσή του.
Την ίδια στιγμή, ένα κορίτσι στη Βαλτική Ακτή περιμένει να επιστρέψει το περιστέρι της. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Φράντισεκ Βλάτσιλ («Μαρκέτα Λαζάροβα», «Η κοιλάδα των μελισσών», «Αδελαΐδα»).
