Κοντεύει να γίνει το πιο σύντομο ανέκδοτο της περιοχής η «ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων», καθώς κάθε Οκτώβριο που συγκαλείται τα τελευταία χρόνια η σύνοδος κορυφής της Διαδικασίας του Βερολίνου, άπαντες συνειδητοποιούν ότι η πρόοδος που έχει σημειωθεί από την προηγούμενη χρονιά είναι ελάχιστη. Μάλιστα, αν συνυπολογίσει κανείς ότι η υπόσχεση για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση δόθηκε το μακρινό 2003, με την Ατζέντα της Θεσσαλονίκης και με την Ελλάδα να είναι τότε η επισπεύδουσα, η πρόοδος είναι σχεδόν μηδενική. Στη φετινή σύνοδο, που θα γίνει αύριο στο Βερολίνο και στην οποία θα συμμετάσχει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, το μόνο νεότερο από πέρσι είναι ότι αποσυνδέθηκε η ενταξιακή πορεία της Αλβανίας από αυτή της Βόρειας Μακεδονίας. Με δυο λόγια, η Αλβανία θα αρχίσει σημειωτόν τις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε., ενώ η Βόρεια Μακεδονία καθόλου. Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα κατάφερε να πείσει την Ε.Ε. ότι έχει περίπου κορώνα στο κεφάλι του το Κράτος Δικαίου, παρά τις επιφυλάξεις της Ελλάδας εξαιτίας της υπόθεσης Μπελέρη. Άλλωστε, ο Φρέντι Μπελέρης έγινε ευρωβουλευτής της Ν.Δ. και δεν διεκδικεί τίποτε πια στη Χειμάρρα.
Στον αντίποδα, η Βόρεια Μακεδονία, που καλείται από τη Βουλγαρία να αλλάξει το σύνταγμά της όπως έκανε το 2018 μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών με την Ελλάδα, βρίσκει την πόρτα της Ε.Ε. κλειστή. Δεν είναι καθόλου παράξενο που τόσο οι πολίτες της Αλβανίας -έστω κι αν έχει ανοίξει μια χαραμάδα ελπίδας για τα Τίρανα- όσο και οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας έχουν χάσει και την υπομονή τους και την εμπιστοσύνη τους στην Ε.Ε. Όπως άλλωστε και οι Σέρβοι, οι Βόσνιοι, οι Κοσοβάροι και οι Μαυροβούνιοι.
Καμία πρωτοβουλία, καμία έμπνευση
Επί σειράν ετών ήταν η μικρή Ελλάδα μαζί με τη Γερμανία που πίεζαν για την ένταξη των Βαλκανίων στην Ένωση. Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών μάλιστα, η οποία είχε δείξει πώς μπορούν να ξεπερνιούνται οι αιώνιες αντιθέσεις στα αιματοβαμμένα Βαλκάνια όταν υπάρχουν κυβερνήσεις με πολιτικό θάρρος και γνήσια φιλοπατρία, η Αθήνα είχε ενισχυμένο ρόλο στην περιοχή. Ωστόσο, από την ημέρα που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο -επιρρεπής στις πιέσεις των νεομακεδονομάχων- Κυριάκος Μητσοτάκης, η Ελλάδα έχασε διά της αδράνειας τον ρόλο της στην περιοχή. Προφανώς ο πρωθυπουργός θεωρεί πως δεν χρειάζεται να ασχολείται ιδιαίτερα με τις μικρές χώρες στη βόρεια γειτονιά μας ούτε να επενδύει διπλωματικό κεφάλαιο στην περιοχή. Γι’ αυτό και θα πάει αύριο στη σύνοδο κορυφής της Διαδικασίας του Βερολίνου χωρίς να έχει στις αποσκευές του μια νέα πρωτοβουλία. Φροντίζει μόνο -με… διαρροές και αποδέκτη το εσωτερικό ακροατήριο- να ξεκαθαρίζει ότι η Ελλάδα διαθέτει βέτο στην Ε.Ε. και θα το χρησιμοποιήσει αν το κρίνει σκόπιμο στην περίπτωση της Αλβανίας, εν ανάγκη και στην περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας. Εν έτει 2024 επιστρέψαμε στα χάλια του διαστήματος πριν από το 2018, με την Ελλάδα να είναι έτοιμη να κάνει τη βρομοδουλειά για τους μεγάλους της Ευρώπης, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν θέλουν τώρα την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στη Ε.Ε.
Ο Ερντογάν βλέπει φως και μπαίνει
Μία από τις μεγαλύτερες παράπλευρες ωφέλειες της Συμφωνίας των Πρεσπών ήταν το μήνυμα που έλαβαν και οι υπόλοιπες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ότι η Ελλάδα και η Ε.Ε. νοιάζονται για το μέλλον τους, ότι δεν χρειάζεται να ψάχνουν στηρίγματα αλλού. Οι δραματικές καθυστερήσεις όμως στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, κυρίως με ευθύνη της Γαλλίας -και όχι μόνο-, άνοιξαν πάλι τις πόρτες των Βαλκανίων στους άλλους. Έτσι, την εβδομάδα που πέρασε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε μια μίνι περιοδεία σε Αλβανία και Σερβία με σκοπό να ενισχύσει περαιτέρω τις οικονομικές και διπλωματικές σχέσεις της χώρας του με τα Βαλκάνια. Στη μεν Αλβανία πλασαρίστηκε κυρίως ως προστάτης της Ούμα, των απανταχού μουσουλμάνων επί της Γης: Εγκαινίασε το Μεγάλο Τζαμί των Τιράνων, το μεγαλύτερο τέμενος στα Βαλκάνια, του οποίου η κατασκευή χρηματοδοτήθηκε από την Τουρκία. Πέρα από τζαμιά, η Τουρκία χρηματοδοτεί στην Αλβανία και κορανικά σχολεία, ενώ υποσχέθηκε στον Έντι Ράμα να του χαρίσει σημαντικό αριθμό καμικάζι drones. Όσο για την επίσκεψή του στην ορθόδοξη Σερβία, ο Ερντογάν την αξιοποίησε για να μιλήσει με τον Σέρβο ομόλογό του Αλεξάνταρ Βούτσιτς περί στρατιωτικής συνεργασίας αλλά και για τη θέση των τουρκικών εταιρειών στην περιοχή. Το μείζον για το Βελιγράδι ήταν να πείσει την Άγκυρα να μειώσει την υποστήριξή της προς το Κόσοβο, ωστόσο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα κατάφερε.
Δημοσιεύτηκε στην Η Αυγή της Κυριακής 13/10/2024