Συμπεριφορές παικτών της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που δημιουργούν συνθήκες τεχνητής αύξησης της ζήτησης και οδηγούν συνακόλουθα σε αύξηση του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές και υπερκέρδη για τους συμμετέχοντες εμφανίζονται από την περασμένη χρονιά δημιουργώντας νέα ερωτηματικά για τη συστηματική χρήση συγκεκριμένων πρακτικών, δείχνοντας στρατηγική που παραπέμπει σε χειραγώγηση της αγοράς.
Σημειώνεται πως δεδομένου ότι πλέον έχει πλήρως συνδεθεί η λιανική αγορά με τη χονδρεμπορική, αφού όλα τα κόστη και οι επισφάλειες της τελευταίας περνούν αυτόματα στον καταναλωτή στραγγαλίζοντας τον περίφημο ανταγωνισμό, οι διάφορες παράμετροι που τη συνιστούν παίζουν σημαντικό ρόλο στην τελική διαμόρφωση των τιμολογίων λειτουργώντας σωρευτικά προς την ακρίβεια.
Σε κάθε περίπτωση, ενδείξεις για στρατηγική στις προσφορές των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης καθώς πιθανότατα ωφελούνται συγκεκριμένοι παίκτες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το τελικό κόστος του καταναλωτή αλλά και για τις συνθήκες ανταγωνισμού.
Διαφαινόμενη στρατηγική προσφορών
Από πρόσφατη ανάλυση της Grant Thornton σχετικά με την εξέλιξη των Λογαριασμών Προσαυξήσεων, που διενεργήθηκε για λογαριασμό των βιομηχανικών καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ), προκύπτει μια ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος σε σχέση με τις συμπεριφορές ιδιαίτερα των καθετοποιημένων (παραγωγοί+προμηθευτές) παικτών στην αγορά.
Ειδικότερα, φαίνεται ότι υπάρχει συστηματική υπερδήλωση φορτίου που καταλήγει σε θετική απόκλισή του στο επίπεδο του 5%-7,5%, η οποία, αν και επιφέρει «ποινή» από τον ΑΔΜΗΕ, τη γνωστή ως χρέωση μη συμμόρφωσης, δεν πτοεί τους συμμετέχοντες. Δηλαδή με τις υπερδηλώσεις αυτές αυξάνεται τεχνητά η ζήτηση και αυξάνεται η οριακή τιμή στο Χρηματιστήριο Ενέργειας. Βάσει της μελέτης η οποία αναφέρεται στην περίοδο Ιανουάριος 2023-Νοέμβριος 2024, η συμπεριφορά των προμηθευτών με συνεχώς αυξανόμενες υπερδηλώσεις από τον Ιούνιο του 2023 συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, γεγονός που υποδηλώνει στρατηγική που δεν αναστρέφεται από την επιβάρυνση των χρεώσεων μη συμμόρφωσης.
Τέτοιες συμπεριφορές που καταγράφονται συστηματικά και εντέλει παραπέμπουν σε «στρατηγική προσφορών» έχουν, κατά την ΕΒΙΚΕΝ, ως αποτέλεσμα προσπάθεια ενδεχόμενης χειραγώγησης των τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς, ενώ η χρέωση μη συμμόρφωση προφανώς δεν επαρκεί ως αντικίνητρο ώστε να αναστραφούν οι συστηματικές υπερδηλώσεις φορτίου από συγκεκριμένους παίκτες, καθώς πιθανότατα τα οφέλη τους ως παραγωγών είναι μεγαλύτερα.
Σε επιστολή των βιομηχανικών καταναλωτών στη ΡΑΑΕΥ και στον ΑΔΜΗΕ επισημαίνεται ότι σήμερα βιώνουμε τιμές στην DAM (αγορά επόμενης ημέρας) που δεν αντανακλούν το κόστος παραγωγής και ταυτόχρονα καταγράφεται σημαντική συστηματική υπερδήλωση του φορτίου, για την οποία προφανώς ευθύνονται ένας ή περισσότεροι μεγάλοι καθετοποιημένοι παίκτες για να επικρατεί ως κατεύθυνση. Όπως εξηγείται, γίνεται αναφορά σε καθετοποιημένους διότι αυτοί ως ξέχωρη κατηγορία προμηθευτών έχουν προφανές όφελος από την αύξηση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά. Ζητούνται δε η διερεύνηση των παικτών και των υπερδηλώσεων και ο υπολογισμός του όποιου οφέλους των προμηθευτών λόγω των συμπεριφορών αυτών, δεδομένου ότι είναι και παραγωγοί.
Οπως όλα δείχνουν, οι συμμετέχοντες δεν χάνουν αφού έχουν αμειφθεί από τη χονδρεμπορική, το Χρηματιστήριο Ενέργειας, δημιουργούνται νέα «ουρανοκατέβατα» κέρδη και παράλληλα επιπλέον επιβαρύνσεις για όλους τους καταναλωτές.
Επιβάρυνση σχεδόν 100 εκατ. ευρώ
Ακόμα ένα στοιχείο της μελέτης αφορά τους Λογαριασμούς Προσαυξήσεων (Λ.Π.) στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που περιλαμβάνουν χρεώσεις οι οποίες σχετίζονται με την αγορά εξισορρόπησης, τις απώλειες του συστήματος μεταφοράς και άλλες ρυθμιζόμενες χρεώσεις που επιβάλλονται στο πλαίσιο της χονδρικής αγοράς και αποτελούν σημαντικό στοιχείο του κόστους ενέργειας.
Ειδικότερα, παρατηρείται μια εκτόξευση κατά περίπου 100 εκατ. ευρώ μεταξύ 2023 και 2024 του κόστους του Λογαριασμού Προσαυξήσεων 3 (Λ.Π. 3) - βασικό συστατικό της αγοράς εξισορρόπησης κυρίως λόγω της αύξησης των προσφορών των συμμετεχόντων στην αγορά εξισορρόπησης, ιδίως από το καλοκαίρι του 2024, οι οποίες όμως δεν συμβαδίζουν με την πραγματική (πολύ μικρότερη) αύξηση της ζήτησης.
Διαπιστώνεται ότι η συνολική επιβάρυνση από τον Λ.Π. 3 ανήλθε το 2024 σε 394,8 εκατ. ευρώ, από 299,9 το 2023, ενώ το φορτίο αυξήθηκε από 36,3 TWh το 2023 σε 37,5 TWh το 2024 (περίοδος Ιανουαρίου-Νοεμβρίου).
Ο εν λόγω Λογαριασμός σημειώνει απότομη άνοδο από τον Ιούνιο 2024 και μετέπειτα, μέχρι που διπλασιάζεται φτάνοντας από 8,04 ευρώ/MWh στα 16 ευρώ/MWh το Νοέμβριο 2024 και συνολικά καταγράφεται αύξηση της τάξης του 65,02% στις τιμές Λ.Π. 3 μεταξύ του τελευταίου τριμήνου του 2023 και του 2024 (9,12 ευρώ/MWh τέταρτο τρίμηνο 2023, 15,05 ευρώ/MWh το αντίστοιχο 2024).
Απειλή μπλακ άουτ, περικοπές ΑΠΕ και εισαγωγές
Στο μεταξύ, το τελευταίο διάστημα υπάρχει μεγάλος προβληματισμός σχετικά με την ευστάθεια του συστήματος σε περιόδους όπως το επερχόμενο Πάσχα, κατά τις οποίες η ζήτηση μειώνεται, ενώ συγχρόνως, λόγω κυρίως των βελτιωμένων καιρικών συνθηκών (ηλιοφάνεια), υπάρχει υπερπαραγωγή ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά), συνθήκες που μπορεί να διαρκέσουν έως το καλοκαίρι.
Το θέμα ανατέθηκε τελικά σε συγκεκριμένη «task force» προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι «απαιτήσεις διαχείρισης», αφού κατά τα άλλα είμαστε πρωτοπόροι στις ΑΠΕ, σύμφωνα με το ΥΠΕΝ. Όπως αναφέρει, το Πάσχα αποτελεί μία ειδική περίοδο ήπιας κατανάλωσης -πέρυσι σημειώθηκε μείωση 15%, ενώ ειδικά φέτος καθώς το ορθόδοξο συμπίπτει με το καθολικό Πάσχα, «η ζήτηση σε όλη την Ευρώπη θα είναι μειωμένη και θα περιοριστούν περαιτέρω οι εξαγωγές της χώρας μας και η δίοδος που έχουμε συνήθως για την περίσσια ενέργεια».
Η πρόβα τζενεράλε φαίνεται πως έγινε την περασμένη Κυριακή 6/4, με μοναδική λύση να ζητηθεί από τους παραγωγούς ΑΠΕ και τις επιχειρήσεις που κάνουν net metering (ενεργειακό συμψηφισμό) να περικόψουν σχεδόν εντελώς την παραγωγή τους για κάποιες ώρες (περίπου 3.000-4.000 MW).
Πάντως τις ώρες των περικοπών είχαμε και περί τα 1.000 MW εισαγωγές από τη Βουλγαρία που συνδέεται με τη Ρουμανία και οι δύο χώρες είχαν αρνητικές τιμές από -10 έως -20 ευρώ/MWh. Δηλαδή εισαγάγαμε προφανώς από περίσσεια ρεύματος των γειτόνων σε αρνητικές τιμές, ενώ η χώρα μας σταμάτησε σχεδόν τελείως την παραγωγή ΑΠΕ. Κατά τα άλλα, όπως διατυμπάνιζαν το προηγούμενο διάστημα οι... αρμόδιοι, είμαστε φθηνότεροι και κάνουμε εξαγωγές.