Ο Γιάννης Καυκάς κόμπιασε και προχθές όταν μίλησε για τη στιγμή που βρέθηκε στο νοσοκομείο σε προθανάτια κατάσταση, όταν άνδρας των ΜΑΤ τον χτύπησε στο κεφάλι με πυροσβεστήρα τον Μάιο του 2011. Ο Γ. Καυκάς επέζησε και επί δέκα χρόνια προσπαθεί να βρει δικαίωση. Ο αστυνομικός δράστης δεν βρέθηκε ποτέ, αλλά πριν από λίγους μήνες το διοικητικό δικαστήριο αναγνώρισε την ευθύνη του κράτους και μια αποζημίωση, για την οποία όμως το κράτος άσκησε έφεση την τελευταία μέρα.
Ο Γ. Καυκάς βρέθηκε άλλη μια φορά δίπλα σε ακόμα πέντε θύματα αστυνομικής βίας που μίλησαν κατά την εκδήλωση της Διεθνούς Αμνηστίας «Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία μπροστά στην αστυνομική βία» λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση της έρευνας της οργάνωσης για τον τρόπο που οι ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν τη νομοθεσία της πανδημίας για να καταστείλουν ειρηνικές διαμαρτυρίες.
Με πρόσχημα την πανδημία
Όταν μιλάμε για αστυνομική αυθαιρεσία, δεν είναι μόνο η βία, αλλά και οι αυθαίρετες συλλήψεις. Όταν συλλαμβάνεις ειρηνικούς ακτιβιστές και τους διώκεις ποινικά με βάση τη νομοθεσία για την πανδημία, το ίδιο και οι προσαγωγές. Η συνολική εικόνα δείχνει ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά.
Όσο υιοθετείται το επιχείρημα περί μεμονωμένων περιστατικών ή στοχοποιούνται ειρηνικοί διαδηλωτές τόσο θα διαιωνίζεται και η ατιμωρησία, επισήμανε η νομικός και ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας Λία Γώγου.
Τη διαιώνιση αυτή υποθάλπουν και το ίδιο το σύστημα λογοδοσίας και οι καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, ενώ είναι συχνότατο το φαινόμενο να φοβούνται να κάνουν τα θύματα την καταγγελία φοβούμενοι διώξεις, περιέγραψε προσθέτοντας ότι «όσοι καταγγέλλουν είναι ένα μικρό ποσοστό. Το αναφέρει και η τελευταία έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη. Οι ΕΔΕ καθυστερούν, είναι προβληματικές όπως υπέδειξε ο Συνήγορος, υπάρχει δυσπιστία. Θέλει τεράστια υπομονή και γενναιότητα η καταγγελία» καθώς και ότι απαιτούνται συστημικές αλλαγές για να υπάρξει εμπιστοσύνη στις αρχές αλλά και να υπάρξει αποτελεσματική και έγκαιρη Δικαιοσύνη.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μανώλη Κυπραίου, που έμεινε κωφός από κρότου - λάμψης και επί μια δεκαετία προσπαθεί να δικαιωθεί, αντιμετωπίζοντας εφέσεις με κατοχικούς ή χουντικούς νόμους, όπως θύμισε.
Ο Hλίας Γκιώνης από θύμα ομοφοβικών σχολίων από αστυνομικούς το περασμένο καλοκαίρι στα Εξάρχεια βρέθηκε κατηγορούμενος. «Κέρδισα τη δίκη. Έκανα μήνυση, αν και μέσα από το Σώμα μού έλεγαν ότι θα μπλέξω και να μην το κάνω. Φέτος έλαβα εξώδικο από έναν απ’ αυτούς, ζητάει χιλιάδες και λέει πώς τους αναγνώρισα από ασπρόμαυρες παλιές φωτογραφίες και τέτοια» ανέφερε.
Στόχος να μην διαδηλώνει ο κόσμος
«Χειρότερο από το ξύλο είναι αυτό που ακολουθεί» είπε χαρακτηριστικά ο Αλέξανδορς Τίτκωβ, ο οποίος μαζί με τον Θωμά Λάλο, αφού εδάρησαν από την αστυνομία στο τέλος αντιφασιστικής πορείας το καλοκαίρι του 2020, βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα. «Το κράτος μας φόρτωσε κάτι ψευδές. Αποδεκατίζουν κόσμο από το κίνημα. Στόχος να σταματήσει ο κόσμος να κατεβαίνει στον δρόμο» σημείωσε ο Αλ. Τίτκωβ.
«Κέντρο, δεν έχουμε φωτορεπόρτερ να δράσουμε;». Αυτή τη φράση άκουσαν τον περασμένο Δεκέμβριο από άνδρες της Δράσης, μετέφερε ο φωτορεπόρτερ Μάριος Λώλος, ο οποίος έχει πέσει και αυτός θύμα αστυνομικής, περιγράφοντας τις συνθήκες τραυματισμού του φωτορεπόρτερ του ΑΠΕ Ορέστη Παναγιώτου με στοχοποίησή του από τον χειριστή της αύρας κατά την κινητοποίηση των πυροσβεστών πριν από μια εβδομάδα.
Η σχέση αστυνομίας - Δικαιοσύνης
Η αστυνομική βία πάντα ξεκινά για τους άλλους, τον ξένο, τον διαφορετικό, στη συνέχεια όμως, όταν ριζώνει, έχει επεκτατικές τάσεις, φτάνει πια και σε εμάς, σημείωσε ο δικηγόρος Θανάσης Καμπαγιάννης. Σήμερα έχουμε φτάσει σε ευρύτατη παρανομοποίηση των συναθροίσεων με τον νόμο Χρυσοχοΐδη, υπογράμμισε, ενώ τόνισε τις δυσκολίες απόδοσης δικαιοσύνης και λογοδοσίας δεδομένου ότι η ίδια η αστυνομία καλείται να ελέγξει την αστυνομία, αλλά και το γεγονός ότι «οι δικαστικές αρχές αντιμετωπίζουν τους αστυνομικούς όχι ως ελεγχόμενους, αλλά ως πολιτικούς προϊσταμένους τους», καθώς και τις ποινές - χάδια για αστυνομικούς, αναφερόμενος και στην υπόθεση Σαμπάνη.
Η δικηγόρος Άννυ Παπαρρούσου αναφέρθηκε στα κριτήρια με τα οποία η αστυνομία δρα, φέρνοντας ως παράδειγμα την υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου. «Η αστυνομία δεν προστατεύει όλους τους πολίτες, αλλά επιλέγει ποιους, και βλέπουμε τον τελευταίο καιρό να αναπτύσσει μια ιδεολογία παρότι η λειτουργία της είναι αυστηρά ρυθμισμένη από τη νομοθεσία» επισήμανε, προσθέτοντας ότι η αστυνομία πια σπεύδει να τιμωρήσει πριν από τη Δικαιοσύνη. Είναι κανόνας πια η κακοποίηση των συλληφθέντων.