Η μεταφορά της διαχείρισης του μεταναστευτικού στην Αλβανία, με τη δημιουργία δύο κλειστών κέντρων αιτούντων άσυλο και την αποστολή περίπου 300 Ιταλών αστυνομικών και καραμπινιέρων, έπειτα από απόφαση της κυβέρνησης Μελόνι προχωράει παρόλες τις αντιδράσεις από πολίτες και φορείς και παρά τις συγκρούσεις της Μελόνι με την δικαστική εξουσία.
Με νέα του ετυμηγορία, το δικαστήριο της Ρώμης δεν επικύρωσε την παραμονή επτά αιτούντων άσυλο, προερχόμενων από το Μπαγκλαντές και την Αίγυπτο, οι οποίοι την περασμένη εβδομάδα μεταφέρθηκαν στο ιταλικά κλειστά κέντρα της βόρειας Αλβανίας. Οι αιτούντες άσυλο, κατά συνέπεια, θα πρέπει και σε αυτή την περίπτωση να επιστρέψουν στην Ιταλία.
Με την απόφασή του, το δικαστήριο της Ρώμης αποφάνθηκε ότι δεν θέλει να πάρει οριστική θέση επί του θέματος και ότι αρμόδιο για να αποφασίσει είναι το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο θα πρέπει να κρίνει αν το νομοθετικό διάταγμα της κυβέρνησης Μελόνι, που αφορά τις «ασφαλείς χώρες προέλευσης των μεταναστών», σέβεται την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Εν τω μεταξύ, έγινε γνωστό πως οι επτά Αιγύπτιοι και Μπανγκλαντεσιανοί αιτούντες άσυλο που βρίσκονταν στα δύο κλειστά κέντρα παραμονής της βόρειας Αλβανίας, μεταφέρονται ήδη στην Ιταλία με ταχύπλοο της ιταλικής ακτοφυλακής.
Μετά την απόφαση δικαστηρίου της Ρώμης να ζητήσει από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποφανθεί σχετικά με το αν το διάταγμα της κυβέρνησης Μελόνι για τις ασφαλείς χώρες προέλευσης των μεταναστών είναι συμβατό με το ευρωπαϊκό δίκαιο, Ιταλοί υπουργοί πήραν άμεσα θέση.
Ο γραμματέας της Λέγκα, υπουργός μεταφορών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ματέο Σαλβίνι, δήλωσε ότι «πρόκειται για ακόμη μια απόφαση πολιτικής φύσεως». «Η απόφαση αυτή δεν πλήττει την κυβέρνηση, πλήττει τους Ιταλούς πολίτες και την ασφάλειά τους», πρόσθεσε ο Σαλβίνι.
Σύμφωνα με τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών και αρχηγό του κόμματος Φόρτσα Ιτάλια, Αντόνιο Ταγιάνι, «υπάρχουν κάποιοι δικαστικοί οι οποίοι προσπαθούν να επιβάλουν την γραμμή τους στην κυβέρνηση, κάτι που είναι εντελώς απαράδεκτο».
Η εφημερίδα La Repubblica μεταδίδει πως η κυβέρνηση Μελόνι προτίθεται να εξηγήσει στο Δικαστήριο της ΕΕ το σκεπτικό του νομοθετικού διατάγματός της σχετικά με τις «ασφαλείς χώρες προέλευσης μεταναστών».
Γενική απεργία στις 29 Νοεμβρίου
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι συναντήθηκε σήμερα στο κυβερνητικό μέγαρο Παλάτσο Κίτζι, με τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα - Cgil, Cisl και Uil - και μικρότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις της χώρας, τα οποία είχαν προειδοποιήσει με απεργία μετά τη δημοσιοποίηση του συνολικού ετήσιου κόστους της μεταφοράς της διαχείρισης του μεταναστευτικού στην Αλβανία, με τη δημιουργία δύο κλειστών κέντρων αιτούντων άσυλο και την αποστολή περίπου 300 Ιταλών αστυνομικών και καραμπινιέρων.
Σύμφωνα με το πρακτορείο La Presse, το συνολικό ετήσιο κόστος αυτής της επιχείρησης ανέρχεται σε 8.897.200 ευρώ, χρήματα που η αντιπολίτευση υποστηρίζει πως θα έπρεπε να επενδυθούν στην ίδια την Ιταλία, σε πιο επείγουσες ανάγκες και ουσιαστικές βελτιώσεις.
Η Μελόνι παρουσίασε τις κύριες, κατευθυντήριες γραμμές του σχεδίου κρατικού προϋπολογισμού για το 2025 και υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση επικέντρωσε τους διαθέσιμους πόρους σε κάποιες βασικές προτεραιότητες, χωρίς να δημιουργήσει προβλήματα στη δημοσιονομική ισορροπία και με κύριο στόχο την στήριξη της ανάπτυξης».
Δύο από τα τρία μεγαλύτερα συνδικάτα της χώρας, το Cgil και το Uil, επιβεβαίωσαν ότι στις 29 Νοεμβρίου θα κατέβουν σε γενική απεργία, διότι θεωρούν ότι «χρειάζεται συνολική αλλαγή κατεύθυνσης του σχεδίου προϋπολογισμού» και ότι «οι πόροι πρέπει να εξευρεθούν παίρνοντας τα λεφτά, εκεί ακριβώς που υπάρχουν».
Οι δύο μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις υπογράμμισαν ότι «είναι πρωτοφανές, η ιταλική κυβέρνηση να καλεί τα συνδικάτα σε συνάντηση για να τους παρουσιάσει το σύνολο του προϋπολογισμού, μετά την κατάθεσή του στο κοινοβούλιο».
Το τρίτο μεγάλο ιταλικό συνδικάτο, Cisl, είναι της άποψης ότι ο νέος προϋπολογισμός μπορεί να βελτιωθεί και να τροποποιηθεί στη βουλή και στη γερουσία και ότι δεν υπάρχει ανάγκη προσφυγής σε γενική απεργία.