Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
15 °C
12.0°C16.5°C
1 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
14 °C
11.5°C16.0°C
0 BF 65%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
7.0°C15.5°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
12.8°C15.8°C
2 BF 80%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
5 °C
4.9°C12.9°C
0 BF 100%
Υπογεννητικότητα / Από τη δημογραφική κρίση στο δημογραφικό μέρισμα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Υπογεννητικότητα / Από τη δημογραφική κρίση στο δημογραφικό μέρισμα

132881364a_POPULATION.jpeg

Ο Φούμιο Κισίντα είναι ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας. Θεωρείται πολιτικός καριέρας, χαμηλών τόνων. Αποφεύγει γενικά τους δραματικούς τόνους λόγω πολιτικής και προσωπικής ιδιοσυγκρασίας, αλλά την περασμένη εβδομάδα έγινε άλλος άνθρωπος… Μιλώντας στο Κοινοβούλιο, έκανε μια δραματική έκκληση στον ιαπωνικό λαό: «Κάντε τώρα περισσότερα παιδιά! Διαφορετικά η χώρα κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια εφιαλτική δυστοπία όπου ένας διαρκώς συρρικνούμενος πληθυσμός νέων θα πρέπει να συντηρεί έναν διαρκώς διογκούμενο πληθυσμό ηλικιωμένων».

«Η μεταμόρφωση ενός ήπιου πολιτικού σταδιοδρομίας σε επικεφαλής των μοιρολατρών αποτυπώνει τη δημογραφική κρίση που αντιμετωπίζει η Ιαπωνία, μια από τις χώρες με το χειρότερο πρόβλημα γήρανσης πληθυσμού παγκοσμίως» έγραψε ο Guardian. Στη 45λεπτη ομιλία του, ο Κισίντα είπε ότι τα προκαταρκτικά στοιχεία για το 2022 δείχνουν ότι ο αριθμός των γεννήσεων έχει πέσει κάτω από τις 800.000. «Η Ιαπωνία βρίσκεται στα πρόθυρα του να μην μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ως κοινωνία» τόνισε, διαμηνύοντας ότι η αντιμετώπιση του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων «δεν μπορεί να περιμένει και δεν μπορεί να αναβληθεί».

Ο πληθυσμός της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου βρίσκεται σε συρρίκνωση εδώ και χρόνια και οι γεννήσεις σημείωσαν πτώση ρεκόρ το διάστημα 2020-2021, με μόλις 644.000 σε ένα σύνολο πληθυσμού περίπου 125 εκατομμυρίων. Μέχρι το 2065 υπολογίζεται πως ο πληθυσμός της Ιαπωνίας θα έχει πέσει στα 88 εκατομμύρια, μια μείωση που αντιστοιχεί σε ποσοστό 30%. Ο δείκτης των γεννήσεων -ο μέσος αριθμός παιδιών που έχει μια γυναίκα στη διάρκεια της ζωής της- παραμένει στο 1,3, πολύ κάτω από το 2,1 που απαιτείται για να διατηρηθεί σταθερό το επίπεδο ενός πληθυσμού. Και ο αριθμός των άνω των 65 συνεχίζει να αυξάνεται σταθερά, αντιπροσωπεύοντας τώρα περισσότερο από το 28% των Ιαπώνων.

Δημογραφικό

Η ρίζα του προβλήματος

Οι αιτίες της υπογεννητικότητας, όπως και σε κάθε άλλη κοινωνία του ώριμου καπιταλισμού, είναι πάνω-κάτω οι ίδιες: Το υψηλό κόστος της ανατροφής των παιδιών, της εκπαίδευσής τους, υποχρεωτικής και Τριτοβάθμιας, το αυξανόμενο κόστος ζωής, κακοπληρωμένες και ασταθείς δουλειές για τους εργαζόμενους χαμηλής εξειδίκευσης και υπερβολικές ώρες εργασίας, που καθιστούν πρακτικά αδύνατη μια υγιή οικογενειακή ζωή. Ταυτόχρονα, τα όποια κυβερνητικά μέτρα στήριξης λαμβάνονται αφορούν κατά κύριο λόγο οικογένειες που έχουν ήδη παιδιά, δεν λειτουργούν ως κίνητρα για τα νέα ζευγάρια προκειμένου να αποκτήσουν παιδιά.

Οι μεταβολές σε δημογραφικό επίπεδο είναι γενικά ένα από τα στοιχεία που τείνει να παραγνωρίζεται ως βασική συνισταμένη των εξελίξεων σε επίπεδο οικονομίας κάθε φορά που η συζήτηση επικεντρώνεται σε θέματα όπως η ανάπτυξη, οι κοινωνικοοικονομικές τάσεις, η μετανάστευση.

Η δημογραφική αλλαγή, λένε οι ειδικοί, μπορεί να επηρεάσει τον ρυθμό ανάπτυξης μιας οικονομίας, τη διαρθρωτική αύξηση της παραγωγικότητας, το βιοτικό επίπεδο, τα ποσοστά αποταμίευσης, την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Μπορεί ακόμη να επηρεάσει τα ποσοστά ανεργίας μακροπρόθεσμα, τις τάσεις στην αγορά κατοικίας, τη ζήτηση για χρηματοοικονομικά προϊόντα, τη διαμόρφωση των επιτοκίων. Επιπλέον, οι διαφορές στις δημογραφικές τάσεις μεταξύ των χωρών επηρεάζουν τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Για να καταλάβουμε πώς λειτουργεί η παγκόσμια οικονομία, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε πώς μεταβάλλονται τα δημογραφικά στοιχεία και ποιες προκλήσεις δημιουργούν.

Σαφώς ο σημερινός αναπτυγμένος κόσμος, που κυριαρχεί οικονομικά στον πλανήτη, έχει αφήσει πίσω του την εποχή που ο πληθυσμός αποδεκατιζόταν από αρρώστιες και υποσιτισμό και τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας αντιστάθμιζαν τον υψηλό αριθμό γεννήσεων. Η διεύρυνση της γνώσης με την επιστημονική πρόοδο και την τεχνολογική εξέλιξη, που βελτίωσαν θεαματικά την απoτελεσματικότητα της Ιατρικής, το επίπεδο της δημόσιας υγείας και της διατροφής άρχισαν να μειώνουν τα ποσοστά θνησιμότητας.

Ομως παράλληλα άρχισαν να μειώνονται και τα ποσοστά των γεννήσεων και να κυριαρχεί η τάση δημιουργίας μικρότερων οικογενειών, καθώς διευρυνόταν η αστικοποίηση και το κόστος ανατροφής και εκπαίδευσης των παιδιών αυξανόταν σταθερά. Η μετατόπιση του πληθυσμού από τις αγροτικές σε αστικές περιοχές μείωσε επίσης την ανάγκη για πολύτεκνες οικογένειες, οι οποίες ήταν απαραίτητες κάποτε για τη συντήρηση των αγροκτημάτων και των καλλιεργειών. Υπήρξαν επίσης αλλαγές στα κοινωνικά πρότυπα σε σχέση με τη χρήση και τη διαθεσιμότητα των μέσων ελέγχου των γεννήσεων, παράγοντας που επίσης θεωρείται ότι συνέβαλε στην επιβράδυνση της πληθυσμιακής αύξησης.

Ετσι, η έκρηξη των γεννήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ο επακόλουθος απόηχός της όταν η μεταπολεμική γενιά άρχισε να αποκτά τα δικά της παιδιά θεωρούνται σήμερα από τους ειδικούς εξαιρέσεις στον κανόνα, έναν κανόνα που θέλει τα ποσοστά των γεννήσεων να βρίσκονται σταθερά σε πτωτική τάση καθ’ όλο τον 20ό αιώνα. Σήμερα ο δείκτης των γεννήσεων στις ΗΠΑ βρίσκεται στο 1,88, χαμηλότερα -και εδώ- από το 2,1 που απαιτείται για να διατηρηθεί ο πληθυσμός σταθερός και σημαντικά μικρότερος από το 1900, όταν ήταν πάνω από το 3,2.

Αλλαγές και τάσεις

Καθώς συντελούνταν ριζικές δημογραφικές αλλαγές στον 20ό αιώνα, το μέσο προσδόκιμο ζωής αυξανόταν και κατά συνέπεια ο πληθυσμός γερνούσε. Το μέσο προσδόκιμο ζωής των Αμερικανών που γεννιούνται σήμερα είναι σχεδόν τα 80 χρόνια, δηλαδή 30 περισσότερα απ’ ό,τι ήταν το 1900! Την ίδια ώρα, η μέση ηλικία πλησιάζει τα 38 έτη, σχεδόν 10 χρόνια μεγαλύτερη απ’ ό,τι το 1970. Με βάση της προβλέψεις των Ηνωμένων Εθνών, έως το 2050 η μέση ηλικία στις Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι τα 42 έτη και ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω ανά 100 άτομα που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία θα είναι υπερδιπλάσιος απ’ ό,τι ήταν το 1970.

Ενδεικτικά, στη Γερμανία, μια άλλη οικονομία του ώριμου καπιταλισμού με σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, ο δείκτης των γεννήσεων παραμένει σταθερά κάτω από το 2 από το 1975 έως σήμερα και από το 1985 έως το 2019 κάτω και από το 1,5. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται. Παράλληλα, επιδεινώνεται το πρόβλημα της γήρανσης, με τη μέση ηλικία να αυξάνεται, από τα 35,4 χρόνια το 1975, στα 45,7 το 2020. Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, πέρυσι ο αριθμός των γεννήσεων μειώθηκε ακόμη περισσότερο και ο αριθμός των θανάτων αυξήθηκε. Το 2022, 1,06 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν, 4% περισσότεροι απ’ ό,τι το προηγούμενο έτος, και ο αριθμός των γεννήσεων, που μειώθηκε κατά περίπου 7% σε σύγκριση με το 2021, αναμένεται ότι θα κυμανθεί μεταξύ 735.000 και 745.000. Παρ’ όλα αυτά -κάτι που ίσως δείχνει το μέλλον των αναπτυγμένων οικονομιών με δημογραφικό πρόβλημα-, ο πληθυσμός της Γερμανίας αυξήθηκε κατά 1,1 εκατομμύρια, φτάνοντας στο επίπεδο ρεκόρ των 84,3 εκατομμυρίων λόγω, αν μη τι άλλο, της μετανάστευσης, στην οποία προστίθεται και ο αριθμός των Ουκρανών προσφύγων. Όπως ανακοίνωσε η Destatis, η ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία, η καθαρή μετανάστευση πέρυσι ήταν περισσότερο από τέσσερις φορές υψηλότερη απ’ ό,τι το 2021 και υψηλότερη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή από την αρχή των μετρήσεων.

Ομως το δημογραφικό πρόβλημα χτυπά και την πόρτα της πολυπληθέστερης χώρας του κόσμου, της Κίνας, καθώς φιλοδοξεί να κυριαρχήσει οικονομικά στον 21ο αιώνα. Σύμφωνα με την κινεζική εθνική στατιστική υπηρεσία, την περασμένη χρονιά καταγράφηκαν 9,56 εκατομμύρια γεννήσεις έναντι 10,41 εκατ. θανάτων, γεγονός που σημαίνει ότι ο πληθυσμός συρρικνώθηκε κατά περίπου 850.000. Το ανησυχητικό είναι ότι αυτή η μείωση δεν αντιπροσωπεύει συγκυριακή κάμψη, αλλά, σύμφωνα με τους ειδικούς, μια μόνιμη τάση, που αναμένεται να εδραιωθεί τις επόμενες δεκαετίες, με ορατές συνέπειες στην οικονομία, στην κοινωνία, στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Οι αιτίες της υπογεννητικότητας είναι κι εδώ ίδιες με εκείνες των αναπτυγμένων οικονομιών της Δύσης. Αύξηση του κόστους ζωής, αύξηση του κόστους ανατροφής και εκπαίδευσης των παιδιών, υψηλότερο επίπεδο σπουδών πολλών γυναικών, που σημαίνει ότι πολλές αργούν να αποκτήσουν παιδιά, και, βεβαίως, έλλειψη βούλησης από τα νέα ζευγάρια να γίνουν γονείς.

Εκτός από αυτά, η Κίνα υποφέρει και από μια τεράστια συνολική ανισορροπία φύλου, με τους άνδρες να είναι περισσότεροι από τις γυναίκες κατά περίπου 30 εκατομμύρια, αποτέλεσμα της επίσημης «πολιτικής του ενός παιδιού», του προγράμματος ελέγχου των γεννήσεων που ίσχυσε στη χώρα από το 1980 έως το 2015 υπό τον φόβο του υπερπληθυσμού.

Η Κίνα έχει επίσης ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αμβλώσεων από οποιαδήποτε άλλη χώρα κι έναν πληθυσμό που γερνά ταχέως. Της ανήκει ο τίτλος της πολυπληθέστερης χώρας τουλάχιστον από το 1950, όταν ο ΟΗΕ άρχισε να τηρεί αρχεία, αλλά από φέτος, σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα τον παραχωρήσει στην Ινδία, χώρα που γνωρίζει ήδη πληθυσμιακή έκρηξη. Ο ΟΗΕ προβλέπει ότι ο κινεζικός πληθυσμός θα μειωθεί, από 1,426 δισεκατομμύρια φέτος, σε 1,313 δισεκατομμύρια έως το 2050 και κάτω από τα 800 εκατομμύρια έως το 2100.

Αντιφάσεις και κοσμοϊστορικές προκλήσεις

Δημογραφικό Γερμανία

Αν, όμως, αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος της παγκόσμιας δημογραφικής εξέλιξης, η άλλη είναι αυτή που μας δείχνει η 15η Νοεμβρίου του περασμένου χρόνου, η μέρα-ορόσημο, οπότε ο πληθυσμός της Γης έφτασε τα 8 δισεκατομμύρια. Φαινομενικά το αποτέλεσμα μιας απλής μαθηματικής σχέσης: Για κάθε 2 θανάτους «αναλογούσαν» κατά μέσο όρο 4,3 γεννήσεις. Μόνο που τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα. Ο αριθμός των ανθρώπων που κατοικούν στον πλανήτη έσπασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ, παρά τη δημογραφική κρίση που αντιμετωπίζουν πολλές αναπτυγμένες χώρες, παρά το ότι εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν στη φτώχεια, υποφέροντας από πείνα και υποσιτισμό, μην έχοντας πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη και κοινωνική προστασία ή μην μπορώντας να ολοκληρώσουν ποιοτική Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Και παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες σε όλο τον κόσμο εξακολουθούν να στερούνται το θεμελιώδες δικαίωμά τους να λαμβάνουν οι ίδιες αποφάσεις για το σώμα και το μέλλον τους, σε μια άκρως ανησυχητική υποχώρηση της προστασίας των δικαιωμάτων τους σχεδόν παντού. Φυσικά η πληθυσμιακή έκρηξη, και κυρίως η ανισοκατανομή της πληθυσμιακής αύξησης μεταξύ αναπτυγμένου και αναπτυσσόμενου κόσμου, γεννά κοσμοϊστορικές προκλήσεις για το άμεσο μέλλον.

Στα 15 χρόνια που μεσολαβούν έως το επόμενο ορόσημο των 9 δισεκατομμυρίων, το 2037, όχι μόνο η Ινδία θα έχει ξεπεράσει την Κίνα σε πληθυσμό, αλλά και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό μαζί με την Αιθιοπία θα συγκαταλέγονται μεταξύ των 10 πολυπληθέστερων χωρών του κόσμου. Περισσότερες από 50 άλλες θα δουν τα ποσοστά των γεννήσεων να πέφτουν κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης του πληθυσμού και οι κρίσεις που θα προκαλεί η κλιματική αλλαγή πιθανότατα θα τροφοδοτήσουν τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο.

Αλλά υπάρχουν και πιο σύνθετα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, ιδιαίτερα από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται. Ένα από αυτά είναι και η έγκαιρη αξιοποίηση του λεγόμενου «δημογραφικού μερίσματος», του δυναμικού οικονομικής ανάπτυξης που μπορεί να προκύψει από τις αλλαγές στην ηλικιακή δομή ενός πληθυσμού, κυρίως όταν το μερίδιο όσων βρίσκονται σε ηλικία εργασίας είναι μεγαλύτερο από το μερίδιο των εξαρτώμενων ατόμων, παιδιών και συνταξιούχων. Μια χώρα με αυξανόμενο αριθμό νέων και μειούμενη γεννητικότητα έχει τη δυνατότητα να αποκομίσει «δημογραφικό μέρισμα» δίνοντας ώθηση στην παραγωγικότητά της και κατ’ επέκταση στην οικονομία της.

Ενώπιον του μέλλοντος

Ο αριθμός των νέων ως μερίδιο του παγκόσμιου πληθυσμού είναι σήμερα υψηλότερος από ποτέ, αναλογώντας σε περίπου 1,8 δισεκατομμύρια άτομα μεταξύ 10 και 24 ετών και αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι περίπου το 2070 σύμφωνα με τα μοντέλα πρόβλεψης. 

Αν και πολλές αναπτυγμένες χώρες έχουν συρρικνούμενο πληθυσμό νέων, οι λιγότερο αναπτυγμένες έχουν μεγάλο και ταχέως αυξανόμενο. Σήμερα, περίπου το 60% του πληθυσμού των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών είναι κάτω των 24 ετών και το μερίδιό τους θα αυξηθεί κατά 60% μέχρι τα μέσα του αιώνα. Σαφώς αυτός ο αυξανόμενος αριθμός νέων ανθρώπων, συνοδευόμενος από πτώση των ποσοστών των γεννήσεων, προσφέρει ένα κρίσιμο παράθυρο οικονομικών ευκαιριών για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες.

Σύμφωνα με το Γραφείο Αναφοράς Πληθυσμού (PRB), την αμερικανική ΜΚΟ με έδρα στην Ουάσιγκτον και γραφεία στο Ναϊρόμπι, που ειδικεύεται στη συλλογή και παροχή στατιστικών δεδομένων για ερευνητικούς και ακαδημαϊκούς σκοπούς σχετικούς με τη δομή των πληθυσμών, για πολλές χώρες με νεανικό πληθυσμό το «δημογραφικό παράθυρο ευκαιρίας» ανοίγει τώρα και θα παραμείνει ανοιχτό έως το 2050. Θα κλείσει καθώς η ηλικιακή δομή θα έχει ωριμάσει και οι ηλικιωμένοι θα αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερο μερίδιο του πληθυσμού. Για ορισμένες χώρες, αυτό το «παράθυρο» μπορεί να είναι ανοιχτό μόνο για 10 έως 15 χρόνια, ενώ για εκείνες της υποσαχάριας Αφρικής εκτιμάται πως δεν θα κλείσει για τα επόμενα 30 έως 40 χρόνια. Και για να μην κλείσει πρόωρα, προειδοποιούν οι ειδικοί, απαιτούνται επενδύσεις με επαρκείς πόρους σε θεμελιώδεις τομείς, όπως η Υγεία και η εκπαίδευση. Μόνο που αυτό είναι ένα άλλο κεφάλαιο…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL