Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
21 °C
19.6°C22.3°C
3 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
15 °C
14.1°C16.6°C
2 BF 88%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
20 °C
18.8°C20.5°C
2 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σκόνη
30 °C
24.4°C29.8°C
6 BF 21%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
14.9°C15.7°C
2 BF 94%
Κίνα / Ποιοι είναι αυτοί που διαδηλώνουν;
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κίνα / Ποιοι είναι αυτοί που διαδηλώνουν;

Διαδήλωση

Η μεσαία τάξη της Κίνας έχει αναπτυχθεί εκρηκτικά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Το 2000, μόλις το 3% του πληθυσμού της χώρας ανήκε στη μεσαία τάξη. Μέχρι το 2018 περισσότερο από το μισό του κινεζικού πληθυσμού, δηλαδή 707 εκατομμύρια άνθρωποι, είχαν εισέλθει στην κατηγορία των μεσαίων εισοδημάτων.

Καθώς η μεσαία τάξη της Κίνας αναπτύσσεται, έχει αρχίσει να μοιάζει πολύ με εκείνη της Αμερικής. Στην πιο πρόσφατη ανάλυσή του, το 2016, το δημοσκοπικό ινστιτούτο Pew Research κατέτασσε το 52% του πληθυσμού των ΗΠΑ στη μεσαία τάξη. Η μεθοδολογία για τον ορισμό της μεσαίας τάξης ποικίλλει, αλλά πολλοί ειδικοί -συμπεριλαμβανομένου του Pew- ορίζουν ως μεσαία τάξη εκείνους που ζουν δαπανώντας από 10,01 έως 20 δολάρια την ημέρα ανά άτομο. Ωστόσο, κατά το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών, ο παγκόσμιος μέσος όρος ατομικών δαπανών που υποδηλώνει την κατηγοριοποίηση στη μεσαία τάξη κυμαίνεται από 10 έως 50 δολάρια ημερησίως.

Και ενώ η ανάπτυξη της μεσαίας τάξης στην Κίνα συνιστά από κάθε άποψη θετικό γεγονός, ορισμένες από τις ομοιότητες που μοιράζεται με την αμερικανική μεσαία τάξη είναι σαφώς λιγότερο θετικές. Για παράδειγμα, η φρενήρης αύξηση των τιμών των ακινήτων.

Στις ΗΠΑ το φαινόμενο ήταν ιδιαίτερα έντονο στη διάρκεια της πανδημίας. Φέτος τον Απρίλιο οι τιμές αυξήθηκαν κατά 14,6%, στη μεγαλύτερη άνοδο των τελευταίων τριάντα ετών. Το 2022 μπορεί να κλείσει με μια μέση αύξηση της τάξης του 16% σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs.

Αντιστοίχως, στην Κίνα οι τιμές έχουν ανέβει τις τελευταίες δύο-τρεις δεκαετίες. Από το 2003 έως το 2013, για παράδειγμα, οι τιμές των κατοικιών σε πόλεις πρώτης βαθμίδας, όπως η Σαγκάη, το Πεκίνο και η Σενζέν, παρουσίασαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 13,1%. Πρόσφατα, εν μέσω έντονων ανησυχιών για πιθανή χρεοκοπία του υπερχρεωμένου κινεζικού κολοσσού των ακινήτων Evergrande, η τάση αντιστράφηκε και τον Οκτώβριο οι τιμές άρχισαν να πέφτουν για πρώτη φορά ύστερα από έξι χρόνια.

Κοινός τόπος, το χρέος...

Λόγω του αυξανόμενου κόστους της στέγασης, το χρέος των νοικοκυριών τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Κίνα έχει αυξηθεί δραματικά. Σύμφωνα με τη Federal Reserve, το συνολικό χρέος των νοικοκυριών στις ΗΠΑ ξεπέρασε τα 15 τρισεκατομμύρια δολάρια το τρίτο τρίμηνο του 2021, 1 τρισεκατομμύριο υψηλότερο από ό,τι ήταν στο τέλος του 2019. Το τυπικό αμερικανικό νοικοκυριό έχει σήμερα χρέος περίπου 145.000 δολαρίων, δηλαδή σχεδόν 100.000 περισσότερα από ό,τι το 2000! Είναι επίσης σημαντικά υψηλότερο από το μέσο ετήσιο εισόδημά του, που ανέρχεται στις 79.000 δολάρια.

Από την άλλη, το χρέος των νοικοκυριών της Κίνας είναι σημαντικά χαμηλότερο σε σύγκριση με πολλές ανεπτυγμένες χώρες, αλλά αυξάνεται σταθερά ως συνεπακόλουθο της οικονομικής κρίσης λόγω πανδημίας. Το 2020 το χρέος των κινεζικών νοικοκυριών αυξήθηκε στο 128% του εισοδήματός τους (!) και στα τέλη Οκτωβρίου το συνολικό ύψος του έφτασε τα 70 τρισεκατομμύρια γιουάν (10,98 τρισεκατομμύρια δολάρια!).

Ο Μαξ Ζενγκλέιν, επικεφαλής οικονομολόγος του Mercator Institute for China Studies (MERICS) με έδρα το Βερολίνο, λέει στο Business Insider ότι η μεσαία τάξη της Κίνας θα αντιμετωπίσει σύντομα παρόμοιες προκλήσεις με τη μεσαία τάξη των ΗΠΑ και της Ευρώπης: η αύξηση των μισθών τους δεν θα είναι αρκετά ισχυρή για να αντεπεξέλθουν οικονομικά στην υλοποίηση των ονείρων τους.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι και οι Κινέζοι θα πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι τα πράγματα δεν θα πηγαίνουν καλύτερα από χρόνο σε χρόνο, ότι τα παιδιά τους ίσως δεν θα τα καταφέρουν τόσο καλά όσο οι ίδιοι.

Είναι αλήθεια ότι το κινεζικό οικονομικό θαύμα αρχίζει να ξεθωριάζει. Διατηρεί την ορμή του, αλλά οι γενικότερες συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές. Η τελευταία φάση τής παγκοσμιοποίησης συμπληρώνει τον κύκλο της και οι οιωνοί δείχνουν ότι θα αργήσει πολύ να ανοίξει ένας καινούργιος. Οι στρατηγιστές της Ουάσιγκτον έχουν αντιληφθεί ότι ένα μεγάλο μέρος της κινεζικής δύναμης πηγάζει από τον αστείρευτο πόθο τής Αμερικής για κατανάλωση και τώρα είναι αποφασισμένοι με διάφορα προσχήματα -με πρώτο και καλύτερο αυτό της προστασίας της «εθνικής ασφάλειας»- να κατεβάσουν τις στροφές της κινεζικής οικονομικής μηχανής.

Αναθεωρήσεις επί τα χείρω

Οι αναλυτές έχουν αναθεωρήσει επί τα χείρω τις προβλέψεις τους για το 2022, με ορισμένους να προβλέπουν ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας μόλις 2,7%. Στα τέλη Σεπτεμβρίου η ισοτιμία του γιουάν έπεσε σε χαμηλό 14 ετών, προκαλώντας άλλο ένα πλήγμα στην οικονομία και αναγκάζοντας την κινεζική κεντρική τράπεζα να παρέμβει για να σταθεροποιήσει την κατάσταση.

Αρκετοί βασικοί οικονομικοί δείκτες, όπως η βιομηχανική παραγωγή, οι λιανικές πωλήσεις και οι επενδύσεις παγίων, που δημοσιεύτηκαν από το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής στις 15 Νοεμβρίου, δείχνουν ξεκάθαρα επιβράδυνση της ανάπτυξης. Η κινεζική οικονομία βρίσκεται υπό πίεση εξαιτίας αστάθμητων παραγόντων, ανάμεσά τους τα συνεχιζόμενα lockdowns, η αποδυνάμωση της αγοράς ακινήτων, η υποτονική παγκόσμια ανάπτυξη, η αύξηση του πληθωρισμού.

Μέχρι πρόσφατα, οι οικονομολόγοι προέβλεπαν πως η Κίνα θα γινόταν η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο έως το 2030 «κατατροπώνοντας» τις ΗΠΑ. Τώρα η προοπτική αυτή φαντάζει λιγότερο ρεαλιστική.

Καθώς ο Σι προετοιμάζεται για τη δεύτερη δεκαετία του στην εξουσία, αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της δυσαρεστημένης μεσαίας τάξης. Αν δεν είναι σε θέση να επαναφέρει την οικονομία σε τροχιά δυναμικής ανάπτυξης πάνω από το 5% ετησίως, η Κίνα θα βιώσει αναπόφευκτα επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ της, συρρίκνωση της καινοτομίας και της παραγωγικότητας και, ως αποτέλεσμα, αύξηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας.

«Για τριάντα χρόνια η Κίνα βρισκόταν σε μια πορεία που έδινε στον λαό της μεγάλη ελπίδα. Σήμερα αντιμετωπίζει βαθιά προβλήματα» τονίζει ο Νταγκ Γκάθρι, διευθυντής του τμήματος China Initiatives του πολιτειακού Πανεπιστημίου της Αριζόνα.

Στον ορίζοντα έχουν φανεί νέοι ανταγωνιστές που δελεάζουν τους «ενδιαφερόμενους». Ινδοί και οι Βιετναμέζοι τα καταφέρνουν σήμερα το ίδιο καλά, και μάλιστα με χαμηλότερα μεροκάματα από αυτά των Κινέζων.

Μία από τις πιο «εκτεθειμένες» αμερικανικές εταιρείες στα κινεζικά εργοστάσια, η Apple, αποπειράται «συστροφή» και απεξάρτηση. Οι περισσότεροι προμηθευτές της είναι Κινέζοι και το 70% των iPhones παράγονται στο εργοστάσιο της Foxconn, όπου πρόσφατα ξέσπασε σοβαρή εργατική αναταραχή λόγω των μέτρων για την Covid αλλά και για απλήρωτους μισθούς. Οι κλιμακούμενες εμπορικές και γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον προστίθενται στο κλίμα αβεβαιότητας. Έτσι, η Foxconn επισπεύδει την επέκτασή της στην Ινδία, με σχέδιο να τετραπλασιάσει το εργατικό δυναμικό της στο εργοστάσιο που θα στήσει εκεί σε διάστημα δύο ετών.

Μεγάλοι πονοκέφαλοι

Κι ενώ ο Σι είναι σήμερα ένας από τους πιο ισχυρούς ηγέτες που έχουν γνωρίσει η Κίνα και το Κομμουνιστικό Κόμμα, ορισμένοι λένε ότι δεν δικαιούται να διεκδικεί τα εύσημα για την εκπληκτική οικονομική πρόοδο της χώρας του. «Η ηγεσία του Σι δεν είναι αιτία για την οικονομική άνοδο της Κίνας. Ο Σι μπόρεσε να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά ένα συνεχές επιχειρηματικό ρεύμα και την ταχεία ανάπτυξη της οικονομίας του ιδιωτικού τομέα τον οποίο είχαν απελευθερώσει οι προκάτοχοί του» εξηγεί στο CNN η Σόνια Όπερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Bocconi της Ιταλίας, η οποία μελετά την οικονομία της Κίνας.

Αντίθετα, τα τελευταία χρόνια η οικονομική πολιτική του Σι προκαλεί μεγάλους πονοκεφάλους. Η προσπάθεια ελέγχου -ή χαλιναγώγησης- του ιδιωτικού τομέα, που εγκαινιάστηκε στα τέλη του 2020, και η ακλόνητη δέσμευση της κυβέρνησης στην πολιτική τής «μηδενικής Covid» έχουν πλήξει οικονομία και αγορά εργασίας. «Αν μη τι άλλο, η ηγεσία του Σι ενδεχομένως έχει ανακόψει μέρος της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας» λέει η Όπερ. Ο τομέας των ακινήτων, που αντιπροσωπεύει έως και το 30% του κινεζικού ΑΕΠ, έχει επίσης πληγεί, πυροδοτώντας εκτεταμένη και άνευ προηγουμένου δυσαρέσκεια μεταξύ της μεσαίας τάξης. Χιλιάδες οργισμένοι αγοραστές ακινήτων αρνήθηκαν να πληρώσουν τα στεγαστικά δάνειά τους για σπίτια που η κατασκευή τους έχει σταματήσει τροφοδοτώντας τους φόβους για συστημικούς οικονομικούς κινδύνους και αναγκάζοντας τις Αρχές να πιέσουν τις τράπεζες και τους κατασκευαστές να βρουν λύση. Όμως αυτή δεν ήταν η μόνη εκδήλωση δυσαρέσκειας φέτος.

Τον Ιούλιο οι Αρχές διέλυσαν βίαια μια ειρηνική διαμαρτυρία εκατοντάδων καταθετών, οι οποίοι ζητούσαν τα χρήματά τους πίσω από αγροτικές τράπεζες, που είχαν παγώσει καταθέσεις αξίας εκατομμυρίων δολαρίων. Το τραπεζικό σκάνδαλο όχι μόνο απείλησε τις προσωπικές οικονομίες εκατοντάδων χιλιάδων καταθετών, αλλά ανέδειξε και την επιδείνωση της οικονομικής υγείας των μικρότερων τραπεζών της Κίνας. «Πολλοί άνθρωποι της μεσαίας τάξης είναι απογοητευμένοι από την οικονομική πολιτική και την εξουσία του Σι» λέει στο CNN ο Αμερικανός αναλυτής Ντέιβιντ Ντόλαρ, ανώτερος συνεργάτης στο John L. Thornton China Center του Brookings Institution.

Ωστόσο, θα αποτελούσε τεράστια παρανόηση να θεωρηθεί πως αυτοί που έχουν βγει στους δρόμους την τελευταία εβδομάδα φωνάζοντας «Σι Τζινπίνγκ, Παραιτήσου» και ζητώντας «δημοκρατία» κρατώντας λευκές κόλλες Α4, έμμεση αναφορά στη λογοκρισία, είναι η δυσαρεστημένη μεσαία τάξη της Κίνας. Η κινεζική μεσαία τάξη είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη με Κομμουνιστικό Κόμμα και αντιπροσωπεύει μία από τις κατηγορίες του πληθυσμού που έχει επωφεληθεί τα μέγιστα από το ρεύμα της κοινωνικοοικονομικής προόδου. Σε αντίθεση με τη διαδεδομένη ευρέως αντίληψη στη Δύση, δεν είναι η μεσαία τάξη εκείνη που εκφράζει τη μεγαλύτερη διάθεση για αλλαγή. Το μεγαλύτερο μέρος της είναι συντηρητικό και ξεκάθαρα υπέρ της διατήρησης της τρέχουσας κατάστασης πραγμάτων.

Σύμφωνα με την πολιτική αναλύτρια του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI) Αλίς Εκμάν, ακόμη κι αν ένα μέρος της κινεζικής μεσαίας τάξης ανησυχεί για τους περιορισμούς που επιβάλλει η κυβέρνηση, το μεγαλύτερο είναι απρόθυμο να υποστηρίξει αλλαγές που μπορεί να επηρεάσουν την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το βιοτικό επίπεδό του. Επιπλέον, μεταξύ των μεγαλύτερων της μεσαίας τάξης, το τραύμα της Πολιτιστικής Επανάστασης και ο σχετικός φόβος του «χάους» οδήγησαν σε μια μορφή αποστροφής της πολιτικής αλλαγής.

Από τους «βολεμένους», στη γενιά της τεχνολογίας

Η πολιτική θέση τής μεσαίας τάξης στην Κίνα εξαρτάται ιδιαίτερα από τον βαθμό σύνδεσής της με το κόμμα και το κράτος και αυτή τη στιγμή η στενή σχέση τους δείχνει ξεκάθαρα ότι υποστηρίζει το μονοκομματικό σύστημα. Επομένως, «δεν θα ήταν ρεαλιστικό να θεωρήσουμε τη μεσαία τάξη ως τη βασική κινητήρια δύναμη του εκδημοκρατισμού της Κίνας» σημειώνει η Εκμάν. Τότε λοιπόν ποιοι είναι αυτοί που αμφισβητούν σήμερα το «αλάθητο» του κόμματος και διαδηλώνουν κατά των περιοριστικών μέτρων για την Covid; Σίγουρα δεν είναι μια ομάδα με ομοιογενή πολιτική ή ιδεολογική ταυτότητα. Οι μαχητικότερες διαδηλώσεις οργανώθηκαν στα μεγάλα πανεπιστήμια του Πεκίνου και των πόλεων της κεντρικής Κίνας, όπως οι Γουχάν και Τσενγκντού. Όμως οι αναλυτές εφιστούν την προσοχή σε οποιαδήποτε σύγκριση με την εξέγερση της πλατείας Τιενανμέν το 1989. Έως τώρα δεν υπάρχει γενική διεκδίκηση πολιτικών αλλαγών, πέραν του τερματισμού της αδιέξοδης πολιτικής της «μηδενικής Covid» και της απαίτησης για γενικότερη λογοδοσία με αφορμή τη φονική πυρκαγιά στο Ουρούμτσι, η κατάσβεση της οποίας καθυστέρησε εξαιτίας του τοπικού lockdown.

Μια νέα γενιά ανθρώπων, κατά κανόνα υψηλού βιοτικού επιπέδου, μεγαλωμένη σε αστικά κέντρα, κυρίως πανεπιστημιακής μόρφωσης, στενά δικτυωμένη -παρά τον αυστηρό έλεγχο του Διαδικτύου-, με κοσμοπολίτικο πνεύμα και καταναλωτικές συνήθειες, έχει βγει στο προσκήνιο, αλλά όχι ως πολιτική οντότητα με διακριτά χαρακτηριστικά - τουλάχιστον μέχρι στιγμής. «Η σημερινή νεολαία των πόλεων έχει μεγαλώσει με την οικονομική ανάπτυξη, με τα κοινωνικά δίκτυα και με μια παγκοσμιοποιημένη λαϊκή κουλτούρα» εξηγεί η Τσεντσέν Ζαγκ, καθηγήτρια του βρετανικού Πανεπιστημίου του Ντάραμ. Η θεαματική οικονομική, τεχνολογική, επιστημονική πρόοδος της Κίνας και η εξωστρέφειά της στην εποχή της δύουσας παγκοσμιοποίησης υπό την καθοδήγηση και το άγρυπνο βλέμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος αντιπροσωπεύουν πια μια πρόκληση. Οι Κινέζοι έσπασαν τα δεσμά τής φτώχειας και η χώρα τους είναι μια αναδυόμενη υπερδύναμη που διεκδικεί παγκόσμιο ρόλο, όμως δεν μπορεί να είναι απλώς ικανοποιημένοι επειδή έχουν ρύζι στο τραπέζι τους. Το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης μάζας του κινεζικού λαού συνεχίζει να βελτιώνεται και ζητήματα όπως τα ατομικά δικαιώματα, η ελευθερία του λόγου, ο πλουραλισμός, η λογοδοσία της εξουσίας θα χτυπούν όλο και πιο δυνατά την πόρτα του μονοκομματικού συστήματος.

Νέοι-Κίνα-διαδήλωση

Αργά ή γρήγορα, το σύστημα θα πρέπει να δώσει τις απαντήσεις του. Διαφορετικά θα αντιμετωπίσει παρατεταμένη αμφισβήτηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ίδιο και τη χώρα. Από το πώς θα απαντήσει θα εξαρτηθεί και η συνέχεια της ιστορίας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL