Η επική βιογραφία του Ρίντλεϊ Σκοτ με τον Χοακίν Φίνιξ στον ρόλο του Ναπολέοντα είναι λογικό να αποσπά όλη τη δόξα αυτή την εβδομάδα. Όμως κυκλοφορούν και μια γερμανική σπουδή χαρακτήρων, ένα ρεαλιστικό μεταναστευτικό δράμα από την Πολωνία και μια άβολη ιστορία ενηλικίωσης από το Βέλγιο για να διεκδικήσουν θεατές από το δαπανηρό πορτρέτο του Βοναπάρτη
Επικών διαστάσεων ταινία εποχής με εντυπωσιακές μάχες
Ναπολέων (Napoleon) **1/5
Σκηνοθεσία: Ρίντλεϊ Σκοτ
Πρωταγωνιστούν: Χοακίν Φοίνιξ, Βανέσα Κίρμπι, Λουντιβίν Σανιέ
Δεν δείχνει σημάδια κόπωσης ο 85χρονος Ρίντλεϊ Σκοτ, όπως άλλωστε μαρτυρά η θηριώδης παραγωγή της 28ης ταινίας του. Όμως δεν αρκούν η ακόρεστη διάθεση και η ασίγαστη παραγωγικότητα για έναν σκηνοθέτη ώστε να παραδώσει ένα έργο που να προσφέρει περισσότερα στην τέχνη του κινηματογράφου παρά στη ίδια τη ματαιοδοξία του ή, ακόμα χειρότερα, στην τσέπη του. Είναι αλήθεια ότι ο Ρ. Σκοτ σχεδίασε με εντυπωσιακό τρόπο τις μάχες σε ανοιχτό σινεμασκόπ ορίζοντα και διαχειρίστηκε άριστα τα πλήθη στις συγκρούσεις με τα κανόνια να βομβαρδίζουν ανελέητα, αλλά το πορτρέτο του Βοναπάρτη έμεινε ημιτελές και ανεξερεύνητο. Επιπλέον, ο Χοακίν Φίνιξ, ενώ προσπάθησε να υποδυθεί με εκκεντρικότητα τον Ναπολέοντα (μόνο με εκκεντρικότητα δεν προσεγγίζει τους χαρακτήρες του εδώ και χρόνια;), εδώ βρίσκεται μάλλον εκτεθειμένος από την απουσία οράματος, καλλιτεχνίας και καλλιεργημένης προσέγγισης στην ιστορία και εμφανώς νιώθει έξω απ’ τα νερά του. Ήδη από την πρώτη σκηνή και την καρατόμηση της Μαρίας Αντουανέτας, ο Ρ. Σκοτ φανερώνει ότι δεν κόπτεται για την ουσία της Γαλλικής Επανάστασης ούτε τον νοιάζει να μπολιάσει με αυθεντική συγκίνηση στις στρατηγικές ζυμώσεις, γιατί απλώς δεν τον ενδιαφέρει ιστορικά το θέμα του. Ήθελε απλώς να συνδέσει το όνομά του με τον εμβληματικό στρατηγό, όπως ακριβώς θέλησε στο παρελθόν να συνδεθεί με τον Ρομπέν των Δασών («Robin Hood») ή με τον Χριστόφορο Κολόμβο («1942: Conquest of paradise»), σαν ορεξάτος εικονοκλάστης, που ξέρει πώς να στήσει εντυπωσιακά πλάνα και να γοητεύσει ένα κοινό που φρονεί πως το αντίτιμο του εισιτηρίου στο σινεμά πιάνει περισσότερο τόπο με τα μεγάλα θεάματα. Παρά την προσήλωση του σκηνοθέτη στη λεπτομέρεια της δαπανηρής παραγωγής, απουσιάζει η προσέγγιση στο μυαλό και στην ψυχή του διαβόητου στρατάρχη και η επική παραγωγή πάσχει στην ανάπτυξη της εμμονικής σχέση του με την Ιωσηφίνα. Οι φτωχοί διάλογοι προδίδουν τη βαρύτητα των διπλωματικών ζυμώσεων και των στρατηγικών αποφάσεων που επηρέασαν ολόκληρο τον κόσμο. Ήδη ο Ρ. Σκοτ ολοκληρώνει το σίκουελ του «Μονομάχου», ενώ ο Χοακίν Φίνιξ περιμένει να κυκλοφορήσει το σχεδόν έτοιμο σίκουελ του «Τζόκερ», ώστε να προσπεράσουν αμφότεροι διακριτικά αυτό το αμοιβαίο αξιοπρεπές στραβοπάτημα.
Σπουδή χαρακτήρων με ένα δράμα που σιγοκαίει
Κόκκινος ουρανός (Afire) ***
Σκηνοθεσία: Κρίστιαν Πέτζολντ
Πρωταγωνιστούν: Τόμας Σούμπερτ, Πόλα Μπέερ, Ματίας Μπραντ
Μια σύντομη απόδραση σε ένα μικρό εξοχικό στη Βαλτική θα φέρει ψυχολογικές συγκρούσεις. Ο πάντα συναρπαστικός Γερμανός σκηνοθέτης Κρίστιαν Πέτζολντ («Transit») σκιαγραφεί τις εντάσεις ανάμεσα σε έναν επίδοξο συγγραφέα, τον Λεόν, όταν ακολουθεί τον φίλο του Φέλιξ για λίγες μέρες παραθερισμού. Σύντομα όμως διαπιστώνουν ότι η μητέρα του Φέλιξ έχει καλέσει και μια άγνωστη στους άνδρες, τη Νάντια. Δεν τη βλέπουν πουθενά, αλλά τα ίχνη της -ποτήρια κρασιού στο τραπέζι, ρούχα στο πάτωμα- είναι εμφανή. Ο εκ πρώτης όψεως στριφνός Λεόν δείχνει να μην έχει διάθεση να ενδώσει σε ερωτικές περιπτύξεις με τη γυναίκα που παρατηρεί ηδονοβλεπτικά από μακριά ούτε να αφεθεί στην καλοκαιρινή ραστώνη, αλλά προτιμά να κάθεται σκυθρωπός μπροστά στο χειρόγραφό του, κάτι που θα τον απομονώσει. Όμως αυτό που δεν αντιλαμβάνεται είναι ότι η μονόχνοτη φύση του αποτελεί εμπόδιο που τον απομακρύνει από το συγγραφικό του ταλέντο. Με τους δυτικούς όρους ταύτισης μεταξύ θεατή και ήρωα, είναι μεγάλο στοίχημα ο κεντρικός ήρωας σε ένα ανθρωποκεντρικό δράμα να είναι τόσο απωθητικός στην καθημερινή του συμπεριφορά. Ο σκηνοθέτης ενδιαφέρεται λιγότερο να δημιουργήσει μια πλοκή και περισσότερο να περιγράψει την πολυπλοκότητα των χαρακτήρων και τους δεσμούς που δένουν αλλά και καταστρέφουν - περιπλέκει δε περισσότερο τα πράγματα με την έλευση ενός ναυαγοσώστη και του εκδότη του Λεόν. Μέχρι που μια φωτιά που ξεσπάει στο δάσος πλησιάζει απειλητικά προς το σπίτι, απειλώντας να καταπιεί έναν κόσμο που ήδη σιγοκαίει από μέσα.
Η πιο ρεαλιστική απεικόνιση της μεταναστευτικής κρίσης
Πράσινα σύνορα (The green border) ***
Σκηνοθεσία: Ανιέσκα Χόλαντ
Πρωταγωνιστούν: Τζαλάλ αλ Τάουιλ, Μάγια Οστασέφσκα, Μοχάμαντ αλ Ράσι
Στα σύνορα μεταξύ Λευκορωσίας και Πολωνίας εγκλωβίζονται πρόσφυγες που αναζητούν μια καλύτερη ζωή σε ευρωπαϊκό έδαφος. Σαν άμοιρα θύματα ενός αόρατου πολέμου, μια οικογένεια Σύρων, μια Αγγλίδα ακτιβίστρια και ένας συνοριοφύλακας θα βρεθούν στο επίκεντρο των εχθροπραξιών και μιας σφοδρής βιαιότητας. Η έμπειρη κινηματογραφίστρια Ανιέσκα Χόλαντ μας παραδίδει μια σκληρή απεικόνιση της κατάστασης της ανθρωπιστικής κρίσης, καθώς οι Σύροι που διαφεύγουν από τον πόλεμο αντιμετωπίζουν οδυνηρές ανακρίσεις στα σύνορα. Η ταινία προσεγγίζει με ρεαλισμό τα γεγονότα και επισημαίνει ότι όσοι διαφεύγουν από τον πόλεμο βρίσκονται παγιδευμένοι σε έναν καφκικό εφιάλτη κρατικής βίας με τις ευλογίες των κυβερνήσεων. Με αμείλικτη σκληρότητα, η Αν. Χόλαντ χαρτογραφεί μια διαδρομή γεμάτη κινδύνους για όσους αναγκάζονται να τη διανύσουν: από την κινούμενη άμμο και την υποθερμία μέχρι την απειλή των φυλάκων. Σε μια εκπαιδευτική άσκηση οι φύλακες παίρνουν την εντολή να προσπαθήσουν να μην σκοτώσουν κανέναν, αλλά να ξεφορτωθούν γρήγορα τυχόν πτώματα σε περίπτωση που συμβεί - οι περισσότεροι από αυτούς βέβαια το εκλαμβάνουν σαν ένα προνόμιο της δουλειάς. Η Αν. Χόλαντ θέτει στον θεατή σοβαρά ερωτήματα και γυρίζει σε ασπρόμαυρο φιλμ προκειμένου να φέρει στη μνήμη το φάντασμα του Ολοκαυτώματος, αντιμετωπίζοντας με σκιώδη ματιά τους Πολωνούς που κλείνουν τις πόρτες τους σε μια κρίσιμη ιστορικά φάση. Η σκηνοθέτρια έχει ήδη δεχτεί απειλές θανάτου και μια κυβερνητική καταδίκη στην πατρίδα της, την Πολωνία, η οποία απεικονίζεται εδώ ως μια χώρα απύθμενης σκληρότητας, με ελάχιστες αχτίδες ελπίδας. Όμως οι ευθείες βολές της κατά της ανθρώπινης αναλγησίας μιλούν με τον καλύτερο τρόπο για την αξία της ζωής και την απαξίωσή της.
Σουρεαλιστικό ποίημα με φαντασία
Ο πυρετός του Πετρόφ (Petrov’s flu) ***
Σκηνοθεσία: Κίριλ Σερεμπρένικοφ
Πρωταγωνιστούν: Σεμιόν Σερζίν, Γιούρι Κολοκόλνικοφ, Ιβάν Ντορν, Γιούλια Πέρεσιλντ
Ο πολυσχιδής Ρώσος σκηνοθέτης δημιουργεί έναν κινηματογραφικό κόσμο που δεν είναι εύκολα περιγράψιμος και η πραγματικότητα δεν διαχωρίζεται εύκολα από τη φαντασία. Τα υπερκινητικά του πλάνα κάνουν σλάλομ ανάμεσα στα είδη και το μοντάζ ακολουθεί ασθμαίνοντας τις ιδέες του. Η φαντασία και το πάθος περισσεύουν σ’ αυτό το μικρό μανιφέστο που πέρασε διά πυρός και σιδήρου για να βρει τον δρόμο του προς τις αίθουσες. Πρόκειται για μια χαοτική, ακατάστατα εκθαμβωτική ταινία, που συμβαίνει σε ένα εγκαταλελειμμένο αστικό τοπίο. Η περιπλάνηση οδηγεί σε αλλόκοτες ονειροπολήσεις εν μέσω συνάντησης με φίλους, ποτού, χωρίς τους συνήθεις περιορισμούς αφήγησης στον χρόνο και στον χώρο. Τα τελευταία χρόνια ο Σερεμπρένικοφ είναι περισσότερο γνωστός για τις δυσκολίες του με τη ρωσική κυβέρνηση. Το 2017 τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, κατηγορούμενος για υπεξαίρεση χρημάτων. Οι κατηγορίες θεωρήθηκαν ως αντίποινα του Κρεμλίνου τόσο για το έργο του όσο και για τις απόψεις που εξέφρασε για τη ρωσική λογοκρισία, την εξωτερική πολιτική του Πούτιν και τη δίωξη των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων και των τρανσέξουαλ. Δικάστηκε και καταδικάστηκε, αλλά διέφυγε στη Γερμανία, όπου και παραμένει. Δεν γίνεται να μην λάβει κανείς υπόψη του αυτή την ιστορία παρακολουθώντας την ταινία του, όπου ζωγραφίζει ένα ζοφερό και μελαγχολικό πορτρέτο ενός ανθρώπου και ενός λαού. Ωστόσο, παρά τη ζοφερότητα και τη βία, η ταινία δεν σε παρασύρει ποτέ ουσιαστικά - αν και μπορεί ενίοτε να σε εξαντλεί. Μέρος της γοητείας είναι ότι δεν είναι πάντα ξεκάθαρο το πόσα από όσα συμβαίνουν στο μυαλό του ήρωα αποτελούν πυρετώδεις παραισθήσεις ή αν το δυστοπικό παρόν έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις που οδηγούν σε υπαρξιακό αδιέξοδο με μόνη διέξοδο τη μέθη και την αυτοκαταστροφή.
Μια σκληρή ιστορία με μεγάλη καρδιά
Mε τα μάτια της Νταλβά (Love according to Dalva) ***1/2
Σκηνοθεσία: Εμανουέλ Νικό
Πρωταγωνιστούν: Αλέξις Μανέντι, Ζέλντα Σαμσόν, Φαντά Γκιρασί
Η αστυνομία απομακρύνει τον πατέρα από τη 12χρονη Ντάλβα ώστε το κορίτσι να μεταφερθεί σε μια μονάδα ανάδοχης φροντίδας. Εκεί θα συνειδητοποιήσει επιτέλους το πώς εκφράζεται πραγματικά η αγάπη και τι σημαίνει να ζει ως παιδί. Η πικρή αλήθεια είναι ότι ο πατέρας της τη μεγάλωνε ντύνοντάς τη σαν μικρομέγαλη, με μακιγιάζ και ρούχα ενήλικης, ώστε να την κακοποιεί σεξουαλικά. Η Εμανουέλ Νικό σκηνοθετεί με ευαισθησία και πραγματική τρυφερότητα μια άβολη ταινία ενηλικίωσης, όπου ένα κορίτσι βίωνε μια διαρκή τραυματική εμπειρία χωρίς να έχει αντίληψη του μεγέθους της κακοποίησης. Μπαίνοντας σε ένα τόσο ακανθώδες έδαφος, η σκηνοθέτρια αξίζει συγχαρητήρια για τον τρόπο που χτίζει την απόσταση της μικρής με τα υπόλοιπα κορίτσια, που δεν μπορούν να καταλάβουν, πόσο μάλλον να συμπάσχουν με την κατάσταση της Ντάλβα. Αποφεύγει μάλιστα τις εύκολες ηθικοπλαστικές προσεγγίσεις, επιτρέποντάς μας να προσεγγίσουμε τη συνείδηση του κοριτσιού, βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια του, τον πόνο του, ακόμη και το τραύμα του. Όταν το κορίτσι αρχίζει και αλλάζει, επανέρχεται η παιδική απορία με την οποία αντικρίζει ξανά τον κόσμο και ο υπόκωφος πόνος της υποχωρεί μπροστά στην αθωότητα την οποία για τόσο καιρό είχε στερηθεί.
Κακόγουστη κάντρι μπαλάντα
O δρόμος της εξιλέωσης (Desperation road) *
Σκηνοθεσία: Ναντίν Κρόκερ
Πρωταγωνιστούν: Γκάρετ Χέντλαντ, Γουίλα Φιτζέραλντ, Μελ Γκίμπσον
Ρουτινιάρικο white trash δραματάκι, μα χωρίς οποιοδήποτε αυθεντικό δράμα. Ένας άνδρας βγαίνει από τη φυλακή αφότου εξέτισε την ποινή του για έναν φόνο. Όμως τα αδέλφια του δολοφονημένου τον περιμένουν για να πάρουν το αίμα τους πίσω εφόσον θεωρούν πως η φυλάκισή του δεν ήταν αρκετή. Με τη βία να καραδοκεί, ο ήρωας θα γνωρίσει μια γυναίκα και τη μικρή της κόρη, που ζουν το δικό τους δράμα και περιπλανιούνται με οτοστόπ στις μεσοδυτικές πολιτείες. Οι φτωχοί, αδικημένοι και καταφρονημένοι χαρακτήρες θα έρθουν κοντά σε τούτη την άψυχη και άνευρη κάντρι μπαλάντα που βασίζεται σε προσχέδιο σεναρίου, με μια κάλπικη ευαισθησία, σαν φτηνό τραγόμαλλο. Ο Μελ Γκίμπσον κερδίζει εύκολα λεφτά σε ρόλο πάτερ φαμίλια με χριστιανική ηθική, όμως η ταινία είναι τόσο μέτρια και ανέμπνευστη, που δεν βλέπεται ούτε στην τηλεόραση σαν απλή συντροφιά με το φαγητό.