Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
24 °C
22.2°C26.3°C
2 BF 36%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
24 °C
22.3°C26.0°C
3 BF 36%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
19.4°C24.8°C
2 BF 52%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
20.8°C21.6°C
2 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
22.9°C24.0°C
2 BF 38%
Θοδωρής Γκόνης στην «Α» / Δυστυχώς, η εποχή μας δεν διαβάζει την Ιστορία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Θοδωρής Γκόνης στην «Α» / Δυστυχώς, η εποχή μας δεν διαβάζει την Ιστορία

Θοδωρής Γκόνης
Δυστυχώς, η εποχή μας δεν διαβάζει την Ιστορία. Λίγο να την ξεφυλλίσεις προς τα πίσω, λίγο να διαβάσεις προσεκτικά τους ποιητές, θα πρέπει να είσαι αρκετά ανόητος για να μην καταλάβεις με πόσο μόχθο και αίμα έχει γραφτεί

«Ανέκαθεν προσπαθούσα να είμαι αγωνιστικά απαισιόδοξος. Να πιστεύω στην καλή πλευρά των ανθρώπων» λέει ο Θοδωρής Γκόνης. Κι όμως, αυτή τη φορά επιλέγει να παρουσιάσει στη σκηνή μία από τις χειρότερες πλευρές του ανθρώπου. Και κατορθώνει κάτι που δύσκολα επιχειρείται. Να μεταφέρει στη σκηνή ένα δοκιμιακό κείμενο. «Το σφαγείο του έρωτα», που εκκινεί τη θεατρική «αιματοχυσία» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, μια παράσταση εμπνευσμένη από τoν δεύτερο τόμο της εμβληματικής μελέτης του Παντελή Μπουκάλα για τη δημοτική ποίηση «Αίμα της αγάπης», αφήνει να ακουστούν «κραυγές φυλακισμένων γυναικείων ψυχών». Μαζί μ’ αυτές, στην παράσταση ακούγονται και άλλα κείμενα για τις έμφυλες σχέσεις, κυρίως όμως πολλά τραγούδια, από τον «Μανούση» και άλλες παραλογές μέχρι Τζον Λένον, Νίκ Κέιβ και από Κουρτ Βάιλ μέχρι τις νέες μουσικές και τα τραγούδια του Φώτη Σιώτα.

Σκηνοθέτης, ποιητής, πεζογράφος, ηθοποιός, καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Φιλίππων, ο Θοδωρής Γκόνης με ό,τι κι αν καταπιάνεται επιμένει να χαρτογραφεί μνήμες, τόπους, ποίηση, Ιστορία, την ίδια τη ζωή. Για όλα αυτά μας μιλάει και για τις γυναικοκτονίες επίσης, για τη σχέση της ποιητικής με τη θεατρική του ιδιότητα, για το τραγούδι που θα έγραφε για τον πόλεμο, για μια παράσταση φτιαγμένη από στίχους του, για όσα ετοιμάζει το φετινό, τελευταίο καλοκαίρι του στο Φεστιβάλ Φιλίππων.

«Έρως και Χάρος πάντοτε / δουλεύουν εδώ κάτου» έχει γράψει ο Σολωμός.  Έχει πολύ αίμα «Το σφαγείο του έρωτα»;

Ναι. Αλλά είναι ένας ποταμός αίματος που κυλάει στους αιώνες τώρα, παράλληλα με τον Τίγρη και τον Ευφράτη, και με τα «νερά» τού σήμερα μας φέρνει ένα μήνυμα πεντακάθαρο.  Ότι πρέπει να τελειώνουμε με όλα αυτά. Το ζητούν οι καταματωμένες ηρωίδες των τραγουδιών της δημοτικής μας ποίησης, της μεγάλης αυτής ποίησης. Κι ό,τι έχει γραφτεί και υπογραφεί με αίμα έχει κύρος και δικαιώματα.

Οι γυναίκες δεν φαίνεται να περνούν πάντα καλά στον έρωτα. Συχνά το δικαίωμά τους αναιρείται.

Είναι φυλακισμένες και οι «παραλογές» αυτές που δείχνουμε στην παράσταση τι άλλο είναι από κραυγές φυλακισμένων γυναικείων ψυχών;

Η επικαιρότητα, όλες αυτές οι γυναικοκτονίες σε ώθησαν γι’ αυτή την παράσταση;

Φυσικά. Βέβαια, διαβάζοντας το σπουδαίο αυτό βιβλίο του Παντελή, ήμουν σίγουρος ότι έπρεπε να κάνουμε τώρα αυτή την παράσταση. Ακούγοντας κάθε τόσο για μια νέα γυναικοκτονία, πέρα από την αγανάκτηση που νιώθει κανείς, δεν νιώθω και ιδιαίτερα υπερήφανος για το φύλο μου, γι’ αυτό κυρίως ανεβάζουμε αυτή την παράσταση, για να δείξουμε τα φροντιστήρια, τα σχολεία και τους δασκάλους που θητεύσαμε όλοι μας για να φτάσουμε έως εδώ, θύτες και θύματα. Για να είμαι ειλικρινής, αυτό ήταν και το βασικότερο ερέθισμα για να ξεκινήσουμε αυτή την εργασία.

Αναρωτιέμαι πώς μεταφέρεται στη σκηνή ένα δοκίμιο για τη δημοτική ποίηση.

Το θέατρο είναι πολύ μεγάλη τέχνη, έχει χώρο για τα πάντα και για τίποτα. Εμείς διαλέξαμε τις συγκεκριμένες παραλογές που μιλούν καθαρά για δολοφονίες γυναικών και τις χρησιμοποιήσαμε ως σκαλωσιά, ως τα πρώτα λόγια οικοδομής για να χτίσουμε την παράσταση. Μια παράσταση όμως που συνομιλεί και με άλλα κείμενα περασμένων αιώνων, αφηγήσεις για τις σχέσεις των δύο φύλων, και φτιάχνουμε ένα soundtrack από ερωτικά τραγούδια σύγχρονα, γραμμένα από σημερινούς άντρες. Δουλέψαμε δημιουργικά με την Ελένη Στρούλια και τον Ανδρέα Ανδρέου για να καταλήξουμε στο τελικό κείμενο του «Σφαγείου του έρωτα». Ουσιαστικά έχουμε κάνει μια μουσική παράσταση που ξεκινάει από τον «Μενούση» και φτάνει έως τον Τζον Λένον, τον Νικ Κέιβ, τον Κουρτ Βάιλ. Αυτά τα σύγχρονα τραγούδια φωτίζουν τελείως διαφορετικά, και με μία αποκοτιά ίσως, τις ιστορίες που αναδεικνύει το βιβλίο του Μπουκάλα.

Τι σε προκάλεσε στο κείμενο του Παντελή Μπουκάλα;

Οι θεατρικές αρετές που διαθέτει. Γιατί, ξέρετε, αυτές οι ιστορίες που αφηγούνται οι παραλογές πριν γίνουν ανάγνωσμα ήταν ακρόαμα και θέαμα ιαματικό, εξαιρετικό.  Έβγαινε κάποιος στην πλατεία, στο πανηγύρι και αφηγούνταν, «έπαιζε» την ιστορία του τραγουδιού, την έκανε θέατρο. Αυτό ίσως οι συγγραφείς δεν το καταλαβαίνουν αμέσως. Βλέποντας όμως τα τραγούδια στη σκηνή να αποκτούν μια νέα ζωή, αιφνιδιάζονται. Κι εδώ είναι το μεγαλείο του θεάτρου, που μακάρι να το αξιωνόμαστε κάθε φορά.

Είναι ζητούμενο;

Είναι πάντα ζητούμενο.

Και οι στίχοι σου όμως φαίνεται να αντλούν από την πηγή της δημοτικής ποίησης.

Ναι. Είναι ένας κόσμος που συνεχίζει να υπάρχει. Μακάρι να συμβαίνει αυτό που λες. Μου πήρε πάρα πολύ χρόνο να καταλάβω ότι η τέχνη δεν εξελίσσεται, προχωράει, συνεχίζει, δεν κόβει με τίποτα το νήμα.

Στις μέρες μας όμως αυτό το νήμα συχνά κόβεται, και βίαια μάλιστα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκινάει την ημερομηνία της γέννησής τους.

Δυστυχώς συμβαίνει. Όμως κανείς δεν το διακρίνει αυτό στους μεγάλους δημιουργούς. Δεν το βλέπει κανείς στον Πίτερ Μπρουκ, για να μιλήσουμε για έναν σπουδαίο δημιουργό που, δόξα τω Θεώ, είναι εν ζωή. Δεν το συναντάει κανείς από τον Σωκράτη μέχρι τον Κόντογλου, τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Τσαρούχη, τον Κουν, τον Λόρκα, τον Τζόις και άλλους πραγματικά μεγάλους. Αυτοί συνεχίζουν ακόμα.  Όσοι θεωρούν λοιπόν πως η εποχή τους και η ύπαρξή τους είναι το άπαν, πλανώνται, γιατί η ζωή, πολύ περισσότερο ο ανθρώπινος πολιτισμός, δεν είναι ένα χρονογράφημα, είναι ένα μυθιστόρημα εν εξελίξει, που το τέλος του δεν θα το γράψουμε εμείς, όπως δεν γράψαμε και την αρχή του. Δυστυχώς, η εποχή μας δεν διαβάζει την Ιστορία. Λίγο να την ξεφυλλίσεις προς τα πίσω, λίγο να διαβάσεις προσεκτικά τους ποιητές, θα πρέπει να είσαι αρκετά ανόητος για να μην καταλάβεις με πόσο μόχθο και αίμα έχει γραφτεί.

Θοδωρής Γκόνης

Είναι κάτι που σε φοβίζει στην εποχή μας;

Πιο πολύ απορώ με πράγματα, παρά φοβάμαι. Απορώ πώς είμαστε έτοιμοι να κάνουμε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αν δεν τον έχουμε ήδη ξεκινήσει. Απορώ πώς δεν μελετάμε την Ιστορία των δύο προηγούμενων μεγάλων πολέμων. Απορώ με την έλλειψη μνήμης και φοβάμαι τελικά πως η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους είναι προβληματική. Η έλλειψη μνήμης είναι αυτό που, ναι, με φοβίζει τελικά και με κάνει να είμαι απαισιόδοξος, αν και δεν το θέλω καθόλου. Γιατί ανέκαθεν προσπαθούσα να είμαι αγωνιστικά απαισιόδοξος.

Τι σημαίνει αυτό;

Να πιστεύω στην καλή πλευρά των ανθρώπων.

Με τι αισιοδοξείς;

Όταν σκέφτομαι ότι ίσως κάποια στιγμή οι άνθρωποι θα αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν. Και θα ξαναεργαστούμε όλοι μαζί για κάποια πράγματα αυτονόητα, αλλά ξεχασμένα, που θα τα βγάλει στο φως η ανάγκη, έτσι κι αλλιώς, κάποια στιγμή, θέλουμε δεν θέλουμε. Να ξαναβρεθούμε σε μια συνθήκη αλληλεγγύης, συνεργασίας, συντροφικότητας και ανεκτικότητας. Δύσκολο είναι, αλλά είναι το μόνο που με παρηγορεί σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνάνε ο τόπος μας και όλη η ανθρωπότητα.

Αναρωτιέμαι τι στίχους θα έβαζες στο τραγούδι του πολέμου.

Πάντως όχι άλλο πια για τον ηρωισμό του πολεμιστή. Δυο παιδικά χέρια που φτιάχνουν μια αγκαλιά θα μπορούσε να έχει το δικό μου τραγούδι. Μα δεν είναι τόσο εύκολο να γραφτεί αυτό το τραγούδι…

Η εποχή μας όμως δεν είναι εύκολη και για τους καλλιτέχνες.

Για όλους τους ανθρώπους είναι δύσκολα σήμερα. Ειδικά γι’ αυτούς που έχουν αυτοεκτίμηση, για τους δίκαιους. Σε ό,τι αφορά τώρα τους καλλιτέχνες, πάντα ήταν δύσκολα.  Όμως η δυσκολία πάντα κρατάει στα χέρια της κάτι. Εγώ την αγαπώ τη δυσκολία, προσωπικά με έχει βοηθήσει, με έχει βιοπορίσει κιόλας. Στα δύσκολα αισθάνομαι πιο δημιουργικός. Δουλεύοντας περίπου είκοσι χρόνια στην περιφέρεια, νομίζω ότι τα είδα όλα. Τελειοποίησα τον «Δούρειο  Ίππο».

Δεν είναι εύκολο δηλαδή να ακούς παντού γύρω σου σλόγκαν κι εσύ να μιλάς για Σολωμό και Σεφέρη;

Ποτέ δεν ήταν εύκολο. Εκ των υστέρων, βεβαίως, μπορεί να βγει ο τοπικός παράγοντας, γιατί μου έχει συμβεί κι αυτό, και να σου πει και το αμίμητο: «Ευτυχώς που επέμενα το καλοκαίρι αυτό να έχουμε χορηγό αισιοδοξίας τον Σεφέρη». Εκεί ή φεύγεις, ή χαμογελάς και συνεχίζεις. Διάλεξα το δεύτερο.

Στο μικρό θεματικό φεστιβάλ που εγκιβωτίζεις κάθε χρόνο στο Φεστιβάλ Φιλίππων μοιάζει να επιδιώκεις ένα είδος ανοιχτού πανεπιστημίου μνήμης και εγγραματοσύνης. Και τα δύο αυτά στοιχεία όμως δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στην εποχή μας.

Ναι, έτσι είναι, και δεν το έκανα μόνος μου αυτό. Είχα σπουδαίους συνεργάτες και συνοδοιπόρους και ένα ιστορικό φεστιβάλ, το Φεστιβάλ Φιλίππων, και την πόλη της Καβάλας και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Εδώ και δεκατρία χρόνια, αυτό που επιδιώκαμε είναι να έχουμε ένα φεστιβάλ με τη δική του τοπική καλλιέργεια, τη δική του ματιά στην Ιστορία, τη μνήμη, την τέχνη, την ποίηση, στη ζωή τελικά με ανοιχτό ορίζοντα, και ταυτόχρονα να συνομιλεί και να καλοδέχεται καλλιτέχνες και δημιουργούς από όλο τον κόσμο.

Φέτος πού θα επικεντρωθεί το μικρό Φεστιβάλ των Φιλίππων;

Στα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τα πορτρέτα των ανθρώπων που έγραψαν για την Καταστροφή, συγγραφείς, ποιητές, ιστορικούς αλλά και πολιτικούς που έπαιξαν μοιραίο ρόλο σ’ αυτή την ιστορία.  Έχουμε παραγγείλει λοιπόν σε καλλιτέχνες, συγγραφείς, μουσικούς, χορευτές και ζωγράφους να εμπνευστούν πάνω σ’ αυτό το εμβληματικό για τη νεότερη Ιστορία μας γεγονός. Φέτος θα είναι η τελευταία μου χρονιά στο Φεστιβάλ Φιλίππων και ήθελα η θεματική του να είναι ένα γεγονός που απασχολεί τη δημόσια σφαίρα και τη δημόσια ιστορία, γιατί σ’ αυτό το φεστιβάλ η ματιά μας ήταν πάντα πολιτική. Ασχολούμαστε με τα δημόσια πράγματα, με την αγορά του Δήμου.

Γιατί φεύγεις;

Νομίζω πως ήρθε η στιγμή να κλείσει αυτός ο κύκλος. Δεκατέσσερα καλοκαίρια σε φεστιβάλ για τα ελληνικά δεδομένα είναι σχεδόν σκάνδαλο.

Θα δούμε αυτό το μικρό θεματικό φεστιβάλ κάπου αλλού;

Για την ώρα όχι. Υπάρχουν άλλα πράγματα στο μυαλό μου πια.

Από μικρός ήθελες να γίνεις σκηνοθέτης, ηθοποιός;

Όχι, καθόλου.  Όμως τώρα πια, μετά από σαράντα χρόνια... κλέφτης, μπορώ να το πω: ευτυχώς που έμπλεξα μ’ αυτό το επάγγελμα κι ας σου ζητάει συνέχεια μυαλό και αίμα. Το θέατρο έχει τον τρόπο να σε κρατάει διαρκώς σε εγρήγορση, να σε κάνει να αμφιβάλλεις για όλους και για όλα και κυρίως για τον εαυτό σου. Κατάλαβα και το σπούδασα στο θέατρο την αμφιβολία ως ηθικό καθήκον, κι αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό για έναν δημιουργό και έναν πολίτη.

Πού συναντιούνται ο στιχουργός με τον σκηνοθέτη;

Στον ίδιο δρόμο. Απλώς του στιχουργού είναι μοναχικός και του σκηνοθέτη αναγκαστικά εξωστρεφής και συλλογικός. Είναι τα δύο πεύκα του Πιτυοκάμπτη, μπορεί να σε σκίσουν στα δύο αν δεν προσέξεις. Θέλει μια σοφία στη διαχείρισή τους, δεν την είχα πάντοτε και δεν είμαι υπερήφανος γι’ αυτό. Δεν μπορείς να είσαι συνεπής και στα δύο διαρκώς. Παρεμβάλλεται η ζωή και για να είσαι πραγματικός καλλιτέχνης, πρέπει να απομακρύνεσαι λίγο απ’ αυτή.  Όμως η ζωή είναι εκμαυλιστική. Θέλει περισυλλογή, πείσμα και αγώνα ανελέητο να είσαι καλλιτέχνης.

Έχεις σκεφτείς να κάνεις μια παράσταση με τους στίχους σου;

Ωραία ιδέα! Μ’ αρέσουν ο Στράβωνας, ο Παυσανίας, ο Βάσκο Ντε Γκάμα, ο Μαγκελάνος και άλλοι θαλασσοπόροι του Βορρά και του Νότου. Νομίζω θα είναι μια παράσταση γεωγραφίας. Μου αρέσουν οι τόποι, πάντα δίνω το στίγμα των περιπλανήσεών μου στους στίχους μου. Αλλά να σας πω και μια αλήθεια μέσα σε τόσα ψέματα, που είναι η αλήθεια τελικά; Δεν είναι οι τόποι, είναι οι άνθρωποι που με συγκινούν, γιατί μου λείπουν.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL