Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
16.6°C19.1°C
1 BF 52%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
13 °C
10.6°C15.0°C
2 BF 57%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
12.0°C16.0°C
1 BF 74%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
17.2°C18.6°C
3 BF 72%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
13 °C
12.9°C15.7°C
0 BF 67%
Γιώργος Μεράντζας / Να σταματήσουμε τώρα αυτή την καταιγίδα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Γιώργος Μεράντζας / Να σταματήσουμε τώρα αυτή την καταιγίδα

Γιώργος Μεράντζας
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Γιώργος Μεράντζας.  Ένας χαρισματικός ερμηνευτής. Επιμένει σταθερά στο πολιτικό τραγούδι. Ακούει τον χτύπο της καρδιάς των ανθρώπων όταν τραγουδά. Δεν “κάηκε”... Είναι στην Αριστερά, με αγωνίες, αλλά και πόνο. Αφουγκράζεται την κοινωνία, ‘να κάνεις αυτό που λέει η καρδιά σου’ θα έλεγε σε έναν νέο σήμερα. Και για την Αριστερά, να σταματήσουμε τώρα αυτή την καταιγίδα... Να βγούμε στη στεριά.

Εμβληματική φωνή, δωρική, συναισθηματική με βάθος και ένταση. Μεταφέρει την επιβλητικότητα και τον αντίλαλο των βουνών από όπου ξεκίνησε.  Ένας αυθεντικός άνθρωπος και αγωνιστής. Με μια φλέβα καλλιτεχνική και δημιουργική, που δεν αδειάζει ποτέ. Σαν τα ποτάμια της Ηπείρου, που είναι γεμάτα νερό χειμώνα-καλοκαίρι.

Τώρα, κάθε Κυριακή είναι στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Τίτλος της παράστασης “Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω”. Μαζί του σε ένα υπέροχο πρόγραμμα τέσσερις εξαιρετικοί καλλιτέχνες-μουσικοί: Δημήτρης Σίντος (πιάνο, λαούτο, μπάσο, πλήκτρα), Ντάσο Κούρτι (ακορντεόν), Δέσποινα Σπανού (τσέλο), Μανώλης Πάππος (μπουζούκι). Ο Γιώργος Μεράντζας μας μιλά για τη μουσική, το τραγούδι, τα ηπειρώτικα, την πολιτική, την Αριστερά.

Πολιτικό τραγούδι λοιπόν, από το 1973 μέχρι σήμερα, 48 χρόνια. Μισός αιώνας σχεδόν...

Ναι...

Δον Κιχώτης; Γιατί επιμένεις;

Μα δεν επιμένω, αυτό θέλω να κάνω. Μου λένε συνάδελφοι ‘ρε Γιώργο, αδικείσαι. Θα μπορούσες να κάνεις πιο εμπορικά πράγματα’ και δείχνουν και με τη συμπεριφορά τους και με το ύφος τους σαν κατά κάποιον τρόπο να απαξιώνουν το πολιτικό τραγούδι και εγώ τους λέω ‘έχω μια χαραμάδα εγώ από την άβυσσο στην οποία είστε βουτηγμένοι και σας ενοχλεί που έχω μόνο μια χαραμάδα; Ποιο είναι το πρόβλημά σας; Άσε με εμένα να είμαι εκτός των ρυθμών σας’. Αυτό επιλέγω, αυτό γουστάρω. Εξάλλου, τι είναι πολιτικό και τι δεν είναι; Για να σου πω τι θέλω να πω, υπάρχει ένα τραγούδι στην  Ήπειρο που λέει «στο καρδιτσό... λούζεσαι και όξω νερό δεν χύνεται...», που μιλάει για τον έρωτα και συνεχίζει παρακάτω και λέει...”θα πεθάνει γι’ αυτά τα μάτια τα δικά της...» και λέω, από τους μεγαλύτερους πόνους είναι και ο έρωτας. Και ο έρωτας είναι πολιτικός, ανάλογα πώς το αναλύει ο καθένας και πως αισθάνεται.

Έχεις πει σε συνέντευξή σου ότι «αν δεν είχα μπει στην Αριστερά, θα είχα καεί».

Νομίζω πως είναι από τα πιο σοβαρά πράγματα που έχω πει και το διαπιστώνω όσο περνάνε τα χρόνια περισσότερο. Κοίτα να δεις, όταν είσαι 20 χρόνων και έρχεται η Μεταπολίτευση και βλέπεις σε συναυλίες 30.000, 80.000, 100.000 κόσμο και όχι μια μέρα τον χρόνο, όχι τρεις, αλλά δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες, σαφώς σηκώνεσαι από το έδαφος και είναι λογικό να σου συμβαίνει και πετάς και τότε, αν δεν είσαι γειωμένος, όλα αυτά τα φορτία τα ηλεκτρικά σε καίνε, ενώ αν είσαι γειωμένος, σημαίνει πως περνάει αυτό το φορτίο στη γη και όταν λέω γειωμένος, να έχεις ενδιαφέροντα, κάπου να ακουμπάς. Εμένα, που ήμουν στην Αριστερά και μ’ ενδιέφεραν πράγματα στον κόσμο, στην κοινωνία, αυτό με κράτησε ζωντανό και δεν κάηκα. Ξέρω πάρα πολλούς που έχουν καεί...

Σήμερα τι θα έλεγες σε έναν νέο για την Αριστερά;

Εννοείς τι να του εξηγήσω για την Αριστερά;

Τι θα του έλεγες για να μην «καεί».

Α, κοίτα, ό,τι και να του πω εγώ... Διά του παραδείγματος και μέσα από το προσωπικό βήμα του καθενός ο καθένας οπλίζεται, πληρώνει και πληρώνεται για τις επιλογές του. Τι να του πω... Εγώ θα του πω ‘να κάνεις αυτό που λέει η καρδιά σου, να κάνεις πράγματα που να σ’ αρέσουν, δεν έχει σημασία αν πηγαίνεις με το ρεύμα’. Εγώ πορεύτηκα πενήντα χρόνια κόντρα στο ρεύμα και έχω ζήσει μια χαρά, έχω ζήσει δεν ξέρω πόσες ζωές και είμαι ευχαριστημένος απ’ αυτό, δεν χρωστάω σε κανέναν. Ξέρω πολλούς που μόλις με βλέπουν αλλάζουν πεζοδρόμιο. Δεν έχω γυρίσει ποτέ προς άλλη κατεύθυνση.

Μα, θα μου πεις, είναι αυτό τίποτα; Για μένα είναι πολύ. Σημασία έχει πώς ισορροπείς στη ζωή σου. Αυτό έχει σημασία.  Έχεις καταφέρει να έχεις μια ισορροπία και να παλεύεις και να γουστάρεις τη ζωή σου και ν’ αγαπάς τη ζωή και τους ανθρώπους; Αυτό έχει σημασία.

Πώς κρίνεις τη σημερινή Αριστερά; Το σύνολο της Αριστεράς.

Εντάξει, κοίτα, είναι πολυδιασπασμένη, με τα προβλήματά της, κάθε ομάδα μικρή ή μεγάλη διεκδικεί το αλάθητο. Λέει ότι αυτή είναι η πιο επαναστατική ομάδα. Ωραία, και; Ας πούμε πως υπάρχει αντικειμενικός κριτής και σου δίνει το βραβείο. Τι έγινε; Πού θα πάει αυτό; Τι κερδίζεις απ’ αυτό αν πάρεις ένα βραβείο ότι εσύ είχες τη σωστή άποψη; Τι να την κάνω εγώ; Σημασία έχει να είσαι χρήσιμος. Σημασία έχει η Αριστερά αν μπορεί σήμερα -αν όχι σήμερα, πότε;- να έχει μια πλατφόρμα να προτείνει σ’ αυτή την καταιγίδα την καταστροφική, την εγκληματική, πέντε-δέκα σημεία βασικά, κι ας εκτεθεί ο καθένας και κάθε χώρος, μικρός ή μεγάλος, απέναντι σ’ αυτή την πλατφόρμα. Θέλουμε να σταματήσουμε αυτή την καταιγίδα; Επί της ουσίας. Μου θυμίζει δηλαδή, πώς να σου πω, είναι σαν να έχει μπατάρει ένα πλοίο με τα σωσίβια στη θάλασσα και μιλάμε να κάνουμε επίθεση γιατί δεν είναι το πλοίο διπύθμενο. Πρέπει πρώτα να δούμε πώς θα βγούμε στη στεριά, να ζήσουμε οι περισσότεροι, να έχουμε λιγότερους θανάτους και τότε θα τα εξετάσουμε όλα. Δηλαδή πρέπει, βρε παιδί μου, επί της ουσίας. Δεν είναι από άμβωνα να πεις κάποια πράγματα σαν θρησκευτικός ηγέτης. Τώρα, εδώ που συμβαίνουν αυτά τα γεγονότα, πού είσαι, ποιος είσαι και πώς τα αποδεικνύεις και τι κάνεις; Το θέμα να είσαι αμόλυντος μόνος σου;  Έμπα σε ένα μπουκάλι... Έμπα και έβγα μετά από τετρακόσια χρόνια και πες ‘εγώ σας είχα πει...’. Δεν είναι αυτό το θέμα. Μας τρώει αυτό. Περιχαρακωνόμαστε γιατί νομίζουμε ότι έτσι μας κάνει ιδιαίτερους.

Για τη μουσική.  Έκανες 1.653 συναυλίες σε όλο τον κόσμο.

Ναι, επαγγελματικές, γιατί υπάρχουν και άλλες που έκανα τσάμπα.

Ποιες είναι οι τρεις που σου έχουν μείνει;

Είναι μία στο Σύνταγμα στη Μεταπολίτευση που είχε 100.000 κόσμο... Τότε ήμασταν τριάντα άτομα, χοντρικά σ’ το λέω τώρα, που υπήρχαμε σ’ αυτές τις παραστάσεις τις μεγάλες στη Μεταπολίτευση και ήταν τόσο πυκνός ο κόσμος και η ένταση και η επιθυμία και το άχτι της δικτατορίας και όλα αυτά, που αν θυμάσαι το τραγούδι του Χρήστου Λεοντή «Να πάρουν φωτιά και οι χαρές... μας σκότωσαν τον αντάρτη Μανουέλ Ροντρίγκες...», όταν έλεγα αυτή τη φράση, ξέρεις, έβγαινε μια συντονισμένη βοή, ένα πράγμα, μια ανατριχίλα του κόσμου, που αισθανόσουν ότι σε έπαιρνε και σε σήκωνε. Αυτό το πράγμα να αισθάνομαι μια πίεση στο στήθος, στο στομάχι μου, σαν να είναι 450 μποφόρ, πώς να σου πω, να σε σπρώχνει... ένα φοβερό πράγμα, το τι ένιωθες από τη βοή του κόσμου, ένα σαν σεισμός... Και έλεγα, αυτές τις στιγμές πώς τις αντέχεις, τι κάνεις, τι επεξεργασία γίνεται μέσα σου; Αυτό που σου έλεγα πριν για το κάψιμο... Μία από τις συναυλίες που είχα συγκλονιστεί.

Σε άλλη μία είχαμε πάει με τη Μαρία Δημητριάδη στην Ευρώπη για παραστάσεις και συναντήσαμε και τους Χιλιανούς τότε και τους Αργεντινούς σε μια μεγάλη πλατεία στις Βρυξέλες που είχε χιλιάδες κόσμο μαζί με Αμερικανούς κ.λπ.  Ήμασταν εξήντα άτομα που συμμετείχαμε και τραγουδήσαμε σ’ αυτή την παράσταση. Μου έχει μείνει γιατί, ξέρεις, είναι αλλιώς να συμμετέχεις με πενήντα χώρες σε μια παράσταση ευρωπαϊκή... Είναι φοβερό! Αυτό που ένιωσα τότε ήταν συγκλονιστικό.

Και η τρίτη ήταν μια συναυλία του Θάνου Μικρούτσικου με ένα ειδικό έργο με το Kontra Punkte της Βιέννης. Ξέρεις, είναι ένα ειδικό τμήμα της Συμφωνικής της Βιέννης σε μια αίθουσα 1.200 χρόνων, όπου συμμετείχαν τριάντα συνθέτες από όλο τον κόσμο σε μια ειδική παράσταση, με ειδικές ορχήστρες κ.λπ.  Ήταν μια συγκίνηση τεράστια, με είχε εκπαιδεύσει ο Θάνος περίπου τέσσερις μήνες και εκεί έμαθα και κάποια πράγματα και άρχισα να διαβάζω, σε σχέση με μένα εννοώ, μουσική για να μπορώ ν’ ανταποκριθώ σ’ αυτή την παράσταση. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

Για τον Θάνο Μικρούτσικο έλεγες «ο φούλης». Στην  Ήπειρο είναι ο αδελφός ...

Ναι, στην  Ήπειρο είναι ο αδελφούλης-φούλης... Γι’ αυτό και λέει κάποιος, όταν ακούω και λέει, «έλα, φούλη», φαντάζεται γυναίκα, τη Φούλη, αλλά είναι ο φούλης, ο αδελφούλης, και του αρέσει.

Τι ήταν για σένα ο Θάνος;

Ο φούλης, αδελφούλης. Τον γνώρισα στη δικτατορία όταν ήταν για πρώτη φορά στην Πλάκα με τη Μαρίζα Κωχ. Απ’ όλους αυτούς που ζούμε είμαι ο παλιότερος συνεργάτης του και στην πορεία μετά άκουσε που τραγούδησα με τον Λεοντή, βρεθήκαμε, συνεργασία πολλών χρόνων, μια ζωή. Απλώς εγώ σταμάτησα δεκαεπτά χρόνια...

Έπανήλθες μετά από δεκαεπτά χρόνια. Ποια φωνή μέσα σου έδωσε το σήμα της επιστροφής;

Κοίταξε να δεις, δεν είναι του παρόντος και είναι μεγάλη ιστορία, αλλά όταν σταμάτησα, ζούσαμε την εποχή του life style του Κωστόπουλου, που μας εξηγούσε, πώς θα πηδ..., τι θα κάνουμε κ.λπ., να μας ξεβλαχιάσει όπως έλεγε ο ίδιος, γιατί αισθανόταν κάποτε ο ίδιος βλάχος... Και δεν ξέρω, τι εννοούσε μ’ αυτό; Τέλος πάντων, ήταν μια καταστροφή αυτό το life style στην Ελλάδα που το έχει πληρώσει πάρα πολύς κόσμος και πολλή νεολαία. Εγώ αυτό το διάστημα λοιπόν ούτε στα μαγαζιά ήθελα να πάω, γιατί δεν τα γουστάριζα, ούτε και αυτοί με γουστάρανε. Γίνανε και άλλα πράγματα και είπα ‘δεν θέλω ρε παιδί μου κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες να δουλεύω’. Δηλαδή τι να κάνω; Να πηγαίνω σε ένα μαγαζί και να έρχεται κάποιος...  Να ανοίγει ο άλλος ένα μπουκάλι ουίσκι, ίσα με ένα μεροκάματο. Εγώ πορεύτηκα τελείως διαφορετικά. Δεν ήθελα να το κάνω αυτό. Επειδή μεσολάβησαν και άλλα πράγματα, είπα τέρμα, δεν γουστάρω επαγγελματικά, αλλά με πιέζανε οι φίλοι, είπα ένα-δυο χρόνια θα κάτσω, εγώ κάθισα δεκαεπτά... Βγαίναμε και πηγαίναμε σε καμιά ταβέρνα μια φορά τον μήνα και κάναμε μια ωραία παράσταση, γουστάραμε μεταξύ μας και παίζαμε και έτσι ξεθυμαίναμε και μου λέγανε οι φίλοι ‘θέλω, ρε Γιώργο, να κάνεις μια παράσταση’, με πιέζανε χρόνια. ‘Είμαστε σαν τα πρεζόνια’, μου λέγανε, ‘μας αφήνεις έτσι; Ρε, δεν πάμε στις ταβέρνες;’ Όχι, θέλω να μια κανονική παράσταση. Και, εν πάση περιπτώσει, κάναμε αυτή την παράσταση στον Ζυγό κι έγινε αυτό που έγινε εκεί... Οπότε αρχίσανε μετά οι φίλοι από όλη την Ελλάδα ‘αφού πήγες εκεί, άρα μπορούμε να ξανακάνουμε και εδώ. Πάρε μουσικούς και έλα’. Και σιγά-σιγά με πιέσανε και ξαναμπήκα στη δισκογραφία. Δεν πίστευα ότι θα ξαναγυρίσω ποτέ. Είχα πάρει μια μεγάλη απόφαση. Δεκαεπτά χρόνια στα καλύτερά μου, γιατί σταμάτησα το 1990 που ήμουν 40 και ήμουν και στα καλύτερά μου, αλλά ήρθε αυτό το life style και δεν γουστάριζα κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες να λέω μπούρδες τραγούδια κ.λπ. και είπα, δεν γουστάρω.  Όπως έκοψα αυτό, έκοψα και το τσιγάρο, που κάπνιζα τέσσερα πακέτα...

Έχεις συνεργαστεί με αρκετούς συνθέτες. Από τους σημερινούς νέους δημιουργούς με ποιον θα ήθελες να συνεργαστείς;

Ενας από αυτούς που ήθελα είναι ο Γιώργος Καζαντζής, που στον τελευταίο δίσκο λέω ένα τραγούδι του... Αλλά, εντάξει, εγώ δεν νομίζω ότι θα ήθελα να συνεχίσω να κάνω δίσκους κ.λπ., δεν έχει νόημα για μένα αυτό.  Έτσι κι αλλιώς δεν ζω απ’ αυτό... Είμαι εραστής του τραγουδιού πια και δεν το κάνω ως επάγγελμα... Αλλά, εκτός από τον Γιώργο Καζαντζή, από τους πιο γνωστούς, που ξέρει ο κόσμος εννοώ, γιατί εγώ συνεργάζομαι και με καινούργιους και στον δίσκο είμαι με πιο καινούργιους, με τον Τάσο Κούρτη, με τον Δημήτρη Σίντο κ.λπ., με νεότερους ανθρώπους... Μεγάλη εκτίμηση έχω και αγάπη στον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Είναι ένας άνθρωπος, ένας μουσικός, ένας δημιουργός που έχει μεγάλη σπουδή στη μουσική και ο κόσμος δεν το ξέρει. Μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος που γράφει, μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος που τραγουδάει, που ερμηνεύει και μου αρέσει πάρα πολύ η παρουσία του στον κοινωνικό χώρο. Η συμπεριφορά του. Με ποιον τρόπο διακριτικά κάνει τη ζωή του, αλλά διακριτικά πώς πρωτοεμφανίζεται και πόσο διακριτικά συμμετέχει στα κοινά.

Μαζί με ποιον νέο ερμηνευτή ή ερμηνεύτρια θα ήθελες να τραγουδήσεις;

Κοίτα, σχεδόν έχω ξεκινήσει. Εδώ και ενάμισι-δύο χρόνια γνώρισα μια κοπελιά, την Αναστασία Χατζηαποστολίδου, είναι και δασκάλα, αλλά είναι χρόνια, έχει κάνει μεταπτυχιακά στη μουσική κ.λπ., τη θαυμάζω και ως άνθρωπο και ως τραγουδίστρια, αλλά δεν είναι η μόνη. Τα μουσικά σχολεία είναι η μεγαλύτερη επανάσταση στην Ελλάδα.  Έφτιαξαν μουσικούς και παίζουν όργανα που θα είχαν εξαφανιστεί γιατί τα θεωρούσαν και παρακατιανά. Και γέμισε η Ελλάδα με συγκλονιστικούς μουσικούς με καταπληκτική ηθική. Για μένα είναι από τα σημαντικότερα πράγματα που γίνανε.

Λες «τραγουδάω μόνο εκείνα που αγαπάω και με τρελαίνουν και με πονάνε». Πες μας τρία ηπειρώτικα τραγούδια που σε τρελαίνουν.

Με τρελαίνουν τα «Ξεχωρίσματα». Αυτός ο αποχαιρετισμός κι αυτές οι μνήμες που έχω από πιτσιρίκος που φεύγανε για τη Γερμανία ο κόσμος και τις μάνες να ρίχνουν με τις λεκάνες το νερό πίσω και ξεπλύνανε τ’ αγγειά όλα από το φαγοπότι που κράταγε τρεις, τέσσερις μέρες, γιατί δεν ήξερες αν θα ξαναγυρίσει πίσω, αν θα τον ξαναδείς αυτόν που φεύγει για το εξωτερικό. Είναι σαν να πήγαινε στον άλλο κόσμο, για να ξαναβρεί τον δρόμο. Αυτή τη σκηνή τη φοβερή που ρίχνεις το νερό για να υπάρχει όσμωση, για να θυμάται να ξαναγυρίσει στον τόπο και λέει αυτή «μακριά που βρίσκεσαι στον Καναδά, στη Γερμανία κ.λπ., στείλε μου το κορμάκι σου σε μια φωτογραφία...», δεν υπήρχαν τα μέσα τότε. Είναι συγκλονιστικό. Δηλαδή αποχαιρέταγε το παιδί της, τον εγγονό της, τον αδελφό της, τον άντρα της, την γυναίκα του, κατά 50% πάει στον άλλο κόσμο. Σκέψου πώς ήταν οι συνθήκες τότε.  Ένα από τα τραγούδια που με συγκλονίζουν.

Με συγκλονίζει ένα μοιρολόι, «Η Μαριόλα», που ήταν και το αγαπημένο της μητέρας μου, γιατί συνήθως σε όλα τα μοιρολόγια δεν έχω βρει πουθενά, και με απασχολεί αυτό και ψάχνω, να απαντάει ο νεκρός. Γιατί λέει «σήκω Μαριόλα από το χώμα και από τη μαύρη γη...» και απαντάει η πεθαμένη «με τι χέρια, με τι πόδια να σηκωθώ, με τι χέρια ν’ ακουμπήσω;». Είναι συγκλονιστικό το ότι ο πεθαμένος αναγκάστηκε στον πόνο ν’ απαντήσει για να του εξηγήσει ότι ‘μην περιμένεις’. Και θα σου πω άλλο ένα που μου αρέσει πολύ και το λέω γιατί το σύστημα έχει παραποιήσει πάρα πολλά ηπειρώτικα τραγούδια, επειδή τους ενοχλούσαν. Λέει «...στην Τσαμουριά δεν τα δίνουν τα παιδιά στον στρατό, στον βασιλιά...»  Ήταν η πρώτη άρνηση κόντρα στο σύστημα στην ουσία και μας το κάνανε να πάρουμε τη Βόρειο Ήπειρο πίσω κ.λπ., βάλανε λόγια άλλα, βάλανε αηδίες. Δεν είναι έτσι το τραγούδι και το γουστάρω αυτό, γιατί έχει και έναν καταπληκτικό ρυθμό, γιατί, ξέρεις, το τραγούδι στην Ήπειρο είναι βιωματικό.  Ένας άνθρωπος που γουστάρει στην  Ήπειρο το τραγούδι, είτε να το τραγουδήσει είτε να το χορέψει, θέλει ένα τετραγωνικό μέτρο μόνο και του είναι αρκετό και δεν τον νοιάζει μετά.  Όπως συνηθίζεται στα πανηγύρια, μόνο έναν χορό να χορέψει και αισθάνεται ότι έφυγε, ότι πέθανε και τότε τον παίρνουν οι γυναίκες και τον πάνε με σεντόνι στο σπίτι, γιατί δεν είναι σε θέση ούτε να περπατήσει.

Στίχους ποιου ποιητή θα ήθελες να τραγουδήσεις;

Πολλών, αλλά έχω μεγάλη αδυναμία στον Λειβαδίτη, πολύ μεγάλη αδυναμία και δεν είναι ο μόνος. Τον τραγουδάω τον Λειβαδίτη. Σε πρώτη εκτέλεση δεν έχω τραγουδήσει.

Τζουμέρκα, Πράμαντα, γιατί τ’ αγαπάς;

Οσες λέξεις και να σου πω, δεν νομίζω ότι μπορώ να σου μεταφέρω τα συναισθήματα. Γυρίζω με το αυτοκίνητο. Λόγω του ξενώνα που έχω εκεί πηγαινοέρχομαι συνέχεια. Μόλις περνάω την Αμφιλοχία, αλλάζει η ψυχολογία μου, αλλάζει η προφορά μου, δεν μπορώ να μιλήσω όπως μιλάω εδώ. Είναι άλλο πράγμα, είναι άλλη αναπνοή, άλλη μυρουδιά και αυτές οι μνήμες, οι φοβερές μνήμες... Κοίτα να δεις τώρα, αυτά λοιπόν τα βουνά που δεν έχουν από κάτω χώμα, που το μεγαλύτερο χωράφι μας, ας πούμε, που έχω δει εγώ είναι 70x20, σκέψου, γιατί ο άλλος λέει ‘έχω 3.000 στρέμματα, δεν έχω τίποτα’. Είχα δει πρώτη φορά που πήγαινα με τον πατέρα μου και δούλευα στη Θεσσαλία και έβλεπα χωράφια στον κάμπο που δεν ήταν οργωμένα και του έλεγα ‘πατέρα, τι έχουν πάθει αυτοί; Καταστραφήκανε;  Έχουν τέτοια χωράφια και δεν τα οργώνουν να φάνε ψωμί;’. Γιατί εμείς δεν λέγαμε ‘πού δουλεύεις;’, λέγαμε ‘πού βγάζεις ψωμί;’.

Τζουμέρκα, Γυμνάσιο Αγνάντων. Τι σου έχει μείνει;

Τριάντα χιλιόμετρα πήγαινε-έλα για να μάθουμε γράμματα. Απίστευτες ωραίες στιγμές... φτώχειας, ξυπολησιάς και ευτυχίας. Εμείς λοιπόν που ερχόμασταν από μακριά, τα παιδιά τα ξοχωρίσια, όπως λέγαμε, δηλαδή έξω από το χωριό, όπου δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμα το νάιλον και την ομπρέλα τότε με τους αέρηδες δεν μπορούσαμε να τη χρησιμοποιήσουμε, οπότε γινόμασταν μούσκεμα και μας έβαζε ο καθηγητής δίπλα από τη σόμπα εμάς που ερχόμασταν από μακριά για να στεγνώνουμε κατά τη διάρκεια του μαθήματος.  Άρα αυτά τα χρόνια και τα πρώτα σκιρτήματα κ.λπ., καταλαβαίνεις, είναι...

Όταν τραγουδάω ακούω τους χτύπους της καρδιάς των ανθρώπων

Τώρα κάνεις παραστάσεις στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο...

Δεν κάνουμε παραστάσεις για να πάρουμε λεφτά. Εγώ είπα -τώρα θα μου πεις γιατί τα λέω εδώ-, είπα στον επιχειρηματία ‘αν θέλεις να έρθουμε, εμείς θέλουμε το στέκι μας, την ψυχοθεραπεία μας, απευθυνόμαστε στον κόσμο και θέλουμε να επικοινωνούμε. Δεν θέλουμε να κάνουμε κάποιες παραστάσεις για να βγάλουμε λεφτά. Θέλουμε να διασφαλίσουμε πρώτα απ’ όλα τους μουσικούς’ και επέβαλα ότι θέλω πρώτο ποτό συνολικό κόστος 10 ευρώ και δεύτερο ποτό 7 ευρώ όταν θέλεις κάποιος να παραγγείλει.  Άρα μπορεί και με 10 ευρώ να μείνει τρεις ώρες και σε τραπέζι εννοώ, όχι όρθιος. Αυτό επέβαλα, αυτό χαίρομαι και έχει φτάσει η στιγμή να μου λέει ο κόσμος ‘ρε Γιώργο, θα βγείτε, θα βγει η παράσταση με αυτές τις τιμές που κάνετε;’. Μα εμένα, αυτοί οι άνθρωποι με ενδιαφέρουν.

Παρακολούθησα την παράσταση, ένιωσα ότι τραγουδάς για όλους και για τον καθένα ξεχωριστά ...

Μόνο του βγαίνει. Είναι πορεία τόσων χρόνων. Είναι αυτό που νιώθω. Ξέρεις τι νιώθω;  Ότι εγώ κερδίζω τα περισσότερα από τον κόσμο από αυτές τις παραστάσεις. Εγώ έχω θεραπευτεί. Είχα περάσει μια δυσκολία υγείας με το παιδί μου και αυτές οι παραστάσεις με σώσανε.  Όταν σου λέω θεραπεία, δεν αστειεύομαι... Δεν είναι λόγια χαζοχαρούμενα, ντρέπομαι γι’ αυτά που ακούω μερικές φορές να λένε διάφοροι συνάδελφοί μου. Σου μιλάω ειλικρινά. Εγώ έγινα καλύτερος από αυτές τις παραστάσεις, πολλώ δε μάλλον τώρα, που δεν μπορούν να επηρεάσουν καθόλου τη ζωή μου, ούτε να υποχρεωθώ να κάνω κάτι ούτε να πάω να τραγουδήσω κάπου που δεν θέλω. Δεν πάω. Πάω μόνο εκεί που περνάω καλά. Εκεί, στα μαγαζιά που επιλέγω, επιλέγω να έρχεται ο κόσμος και μιλάω σ’ αυτόν τον κόσμο. Μερικές φορές είναι τέτοια η σιγή μέσα στις παραστάσεις αυτές, που νομίζω πως ακούω τον χτύπο της καρδιάς των ανθρώπων. Είναι φοβερό αυτό. Είναι λίγο σαν μεταφυσικό, πώς να σου πω, αισθάνομαι σαν να τους ακούω με τον τρόπο που συμμετέχουν, με τον τρόπο που χαμογελάνε, που δεν μιλάνε, που δεν αναπνέουν ή που φωνάζουν, ή που χαίρονται, ή που χειροκροτάνε.

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ γι’ αυτή την κουβέντα.

Να είστε καλά. Να είμαστε γεροί, αυτό είναι το σημαντικό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL