Live τώρα    
12°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
12 °C
9.6°C12.6°C
3 BF 77%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
12 °C
10.5°C13.2°C
3 BF 67%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
12 °C
11.6°C12.6°C
2 BF 77%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.3°C14.9°C
2 BF 69%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
11 °C
10.9°C11.3°C
4 BF 82%
Οικονομικές αβεβαιότητες εν μέσω μιας διαφαινόμενης προεκλογικής περιόδου
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Οικονομικές αβεβαιότητες εν μέσω μιας διαφαινόμενης προεκλογικής περιόδου

Έχοντας διανύσει τον πρώτο μήνα του 2022 αποτελεί κοινή διαπίστωση η διαμόρφωση ενός κλίματος αβεβαιότητας για τα βασικά επίδικα που απασχολούν την εγχώρια κοινή γνώμη.

Πανδημία και ενεργειακή κρίση

Η πρώτη αβεβαιότητα προκαλείται από τη διαχείριση της πανδημικής και της ενεργειακής κρίσης και των επιπτώσεών τους σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Στον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο είχε προκαλέσει ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι καταρτίστηκε βασισμένος σε υπεραισιόδοξες προσδοκίες για την εξέλιξη τόσο της πανδημίας όσο και του πληθωρισμού. Στο μεν πανδημικό μέτωπο η υπόθεση εργασίας έκανε λόγο για τη διάνυση των τελευταίων μιλίων εντός του πρώτου τριμήνου του έτους, εξ ου και η πρόβλεψη για μείωση των βασικών πιστώσεων για τις δαπάνες Υγείας. Τα πρόσφατα δεδομένα είναι αδιαμφισβήτητα απογοητευτικά, με τη χώρα μας να καταγράφει πλέον το τρίτο υψηλότερο ποσοστό θανάτων ανά εκατομμύριο πληθυσμού στην Ευρώπη, γεγονός που διογκώνει τις ανησυχίες των πολιτών για την ασφάλειά τους. Παρ' όλα αυτά η ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, ενώ είναι αναγκαία, παραμένει ώς σήμερα ζητούμενο.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ήδη διαπιστώνεται η εγκατάλειψη της αρχικής εκτίμησης περί παροδικότητας του φαινομένου και η αντικατάσταση με την πρόβλεψη για όξυνση του προβλήματος το προσεχές διάστημα και μακροχρόνιας διατήρησής του. Η λήψη στοχευμένων μέτρων για τον περιορισμό της έντασης και των επιπτώσεων των ανατιμήσεων θα έπρεπε να ήταν αυτονόητη. Η κυβέρνηση όμως κάνει λόγο για περιορισμένα περιθώρια και κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού, περιορίζοντας την δράση της στη λήψη οριζόντιων μέτρων για τους λογαριασμούς ενέργειας, που αποδεικνύονται ωστόσο αναποτελεσματικά. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, στο επίπεδο άσκησης της φορολογικής και κατ’ επέκταση της δημοσιονομικής πολιτικής αποτυπώνει με καθαρό τρόπο τις προτεραιοποιήσεις της.

Πρώτον, υιοθετεί πλήρως τη θεωρία των trickle down economics μειώνοντας τις επιβαρύνσεις στα υψηλά εισοδήματα, τις μεγάλες περιουσίες και τις επιχειρήσεις, ευελπιστώντας στη διάχυση των οφελημάτων στα χαμηλότερα στρώματα και στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Δεύτερον, λαμβάνει μέτρα που εξυπηρετούν το αφήγημά της θέλοντας, με έντονο το επικοινωνιακό στοιχείο, να καταδείξει την τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεών της. Με λίγα λόγια, πρόκειται για σαφή επιλογή στο πλαίσιο της άσκησης της πολιτικής οικονομίας, καθώς απορρίπτονται ιδέες / προτάσεις που θα επέφεραν την ουσιαστική ελάφρυνση των νοικοκυριών. Ενδεικτικά επ’ αυτού, οι πρόσφατες αναλύσεις της ΓΣΕΕ δείχνουν ότι το 50% των νοικοκυριών δεν μπορεί να καλύψει τυχόν έκτακτες δαπάνες, το 35% δυσκολεύεται να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες του και το 28% περίπου βρίσκεται στα όρια της φτώχειας. Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι μια άσκηση με συγκεκριμένους συνολικούς και επιμέρους στόχους, διαθέσιμα μέσα και εργαλεία. Το τελικό μείγμα είναι ζήτημα πολιτικής επιλογής με τρόπο που κάθε κυβέρνηση ή/και κόμμα οριοθετεί.

Η άνοδος των επιτοκίων λόγω πληθωρισμού

Μια δεύτερη αβεβαιότητα προκαλείται από τις πληθωριστικές πιέσεις και τις επιπτώσεις τους στο σκέλος των επιτοκίων. Ήδη το σύνολο των κεντρικών τραπεζών αποφάσισαν τον τερματισμό των προγραμμάτων αγοράς κρατικών τίτλων, ενώ ορισμένες είτε αύξησαν είτε πρόκειται να ανακοινώσουν αυξήσεις των ονομαστικών επιτοκίων. Η ΕΚΤ, λόγω της διαφοράς φάσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, δεν προβλέπεται να προχωρήσει σε ανάλογη κίνηση, παρά τη διαφαινόμενη αντίδραση των βορείων ευρωπαϊκών χωρών. Ωστόσο η μεταστροφή των προβλέψεων για τη διάρκεια του πληθωριστικού φαινομένου και η αλλαγή της ρητορικής των αρμόδιων αξιωματούχων έχει ήδη προκαλέσει την άνοδο των αποδόσεων των κρατικών χρεογράφων. Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου έχει ανέλθει στο επίπεδο του 1,75% από 0,55% περίπου προ εξαμήνου. Γίνεται αντιληπτό ότι η άνοδος των επιτοκίων για υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, δεν αποτελεί θετική εξέλιξη. Ανάλογη αρνητική επίδραση επιφέρει και στο ιδιωτικό χρέος, που σε εγχώριο επίπεδο αποτελεί βασικό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα με αφετηρία την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας.

Ανάπτυξη και πρωτογενές πλεόνασμα

Η τρίτη αβεβαιότητα αφορά τα δημοσιονομικά περιθώρια και τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος που θα ισχύουν έπειτα από την (επαν)ενεργοποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας το 2023. Η άνοδος του δημόσιου χρέους στα επίπεδα του 200% / ΑΕΠ, ως μια “κληρονομιά” από τη διαχείριση της πανδημικής κρίσης, δημιουργεί ένα σύνθετο πλαίσιο, ειδικά στην περίπτωση μη αναθεώρησης των κανόνων της ετήσιας μείωσής του. Πρακτικά, για χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, σημαίνει ότι θα πρέπει να “παράγουν” πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 5% - 7% σε ετήσια βάση, βάζοντας επομένως σε κίνδυνο τις αναπτυξιακές προοπτικές και τις δυνατότητες επούλωσης των πληγών που προκαλούν οι δυο παράλληλες κρίσεις. Στο εγχώριο πολιτικό επίπεδο, η διαμόρφωση του νέου πλαισίου της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης θα καθορίσει στον μέγιστο βαθμό τις ευελιξίες του προϋπολογισμού για την διατήρηση ή/και επέκταση των όποιων φοροελαφρύνσεων.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρκετών πολιτικών αναλυτών, η κυβέρνηση έχει “κηρύξει” την “έναρξη” μιας ενδεχομένως παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου. Οι αποφάσεις και οι προτεραιοποιήσεις της συντελούν στη διαμόρφωση αυτής της άποψης, καθώς σε εβδομαδιαία βάση ανακοινώνονται νέες παρεμβάσεις και φοροελαφρύνσεις, με τελευταίο παράδειγμα τις αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ.

Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι εάν η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά χρεόγραφα έχει τεθεί ως στόχος της οικονομικής πολιτικής, η αύξηση του πολιτικού ρίσκου επηρεάζει τις πιθανότητες υλοποίησης της σχετικής απόφασης από τους οίκους αξιολόγησης και χρονικής μετάθεσής της μετά τη διεξαγωγή των εκλογών.

* Ο Δημήτρης Λιάκος είναι οικονομολόγος, πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL