Ναι, από την Τρίτη 13 Μαΐου 2025 η ανθρωπότητα που αγωνίζεται για έναν δίκαιο κόσμο, η ανθρωπότητα που ελπίζει, η ανθρωπότητα που αγαπά, η ανθρωπότητα που δίνει και τη ζωή της για τη δόξα της ζωής έχει κάθε δίκιο να αισθάνεται περισσότερο μόνη και να θρηνεί μαζί με την Ουρουγουάη. Γιατί ο Χοσέ Μουχίκα, ο θρυλικός Ελ Πέπε (γεν. 20 Μαΐου 1935), ο άνθρωπος-ανθρωπότητα, από τις 13 Μαΐου 2025 δεν είναι πια μαζί μας. Ένας άνθρωπος που όποτε και να πέθαινε, πάλι θα ήταν πλήρης ημερών και ταυτόχρονα πάλι θα χρειαζόταν σε όλους μας να ζήσει μια μέρα ακόμα, αυτή τη μέρα την παραπάνω, την πιο πέρα από την αιωνιότητα.
Και ίσως δεν υπάρχουν πιο αληθινά λόγια για να τον αποχαιρετήσει κανείς από εκείνα ενός άλλου ανθρώπου-ανθρωπότητα, του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα: «Ρισκάροντας να φανώ γελοίος, επιτρέψτε μου να πω ότι ο αληθινός επαναστάτης οδηγείται από ένα μεγάλο αίσθημα αγάπης. Είναι αδύνατον να σκεφτώ κάποιον πραγματικό επαναστάτη χωρίς αυτό το ιδανικό».
Ο Τσε έδωσε τη ζωή του γι’ αυτό το ιδανικό. Ο Χοσέ Μουχίκα, σε όλο τον βίο του «τον μικρό τον μέγα», αγωνίστηκε στην πρώτη γραμμή για το ιδανικό της αγάπης, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το ιδανικό της ισότητας. Άλλοτε με το όπλο στο χέρι από τις γραμμές των ανταρτών Tupamaros, άλλοτε ως βουλευτής, γερουσιαστής, υπουργός κι άλλοτε ως Πρόεδρος της χώρας του από το 2010 μέχρι το 2015. Τα 14 από τα 90 χρόνια της ζωής του τα έζησε φυλακισμένος (κι άλλα 13 η σύντροφός του Λουτσία Τοπολάνσκι), με βασανιστήρια και σε βαθιά απομόνωση, κάνοντας παρέα με κατσαρίδες, σκορπιούς και άλλα συμπαθή ζωύφια. Το δοχείο νυκτός που χρησιμοποιούσε πολύ αργότερα το έκανε γλάστρα φυτεύοντας σ’ αυτό λουλούδια. Ακούγοντας, λοιπόν, τα λόγια του, καταλαβαίνει κανείς γιατί η ανθρωπιά δεν φυλακίζεται, αλλά γίνεται φιλοσοφία μπροστά στα μάτια των θηρίων: «Χρειάστηκε να περάσω χρόνια στην απομόνωση», θα πει, «για να ξεπεράσω τη ματαιοδοξία της εξουσίας». Ακούει κανείς; Συμπεραίνει κανείς;
Πώς να μην γίνει υπόδειγμα λιτόβιας ζωής ο άνθρωπος που σε μια συγκλονιστική ομιλία στον ΟΗΕ το 2013 έλεγε ότι «η φτώχεια βρίσκεται στην καρδιά, όχι στην τσέπη» και κάποια άλλη στιγμή ότι οι αριστεροί (ξανά: ακούει κανείς;) «πρέπει να έχουν μεγάλη καρδιά και μικρή τσέπη»; Όχι, δεν ήταν λιτόβιος ο Ελ Πέπε. Αντιθέτως. Έζησε μέσα στην απίστευτη πολυτέλεια των απέραντων αισθημάτων, μέσα στον αστείρευτο πλούτο της ανθρώπινης κατάστασης: «Δεν είμαι ο φτωχότερος Πρόεδρος. Ο φτωχότερος είναι αυτός που χρειάζεται πολλά για να ζήσει. Η ζωή μου είναι το αποτέλεσμα των τραυμάτων μου. Είμαι γιος της ιστορίας μου. Υπήρξαν εποχές που για να είμαι χαρούμενος, δεν χρειαζόμουν τίποτε παραπάνω από ένα στρώμα για να κοιμηθώ». Το τραύμα ως θαύμα δηλαδή.
Ε, πώς να το κάνουμε; Είναι άλλο πράγμα να δίνεις το μεγαλύτερο μέρος του προεδρικού μισθού, που δεν τον χρειάζεσαι (ω, πόσο αφόρητος λαϊκισμός, mon dieu!), σε κοινωνικές ανάγκες κι άλλο να χρωστάς 500 εκατομμύρια στην κοινωνία και να αυξάνεις διαρκώς την ήδη αμύθητη και σκοτεινή και αδιευκρίνιστης προέλευσης περιουσία σου. Είναι άλλο να σφάζεις στη Γάζα και στο απέραντο σφαγείο εσύ να βλέπεις, όπως ο Νετανιάχου με τον Τραμπ, ευκαιρία για τερατώδες (κυριολεκτικά) real estate κι άλλο να λες, όπως ο Μουχίκα, ότι «μόλις οι πολιτικοί αρχίζουν να σκαρφαλώνουν στη εξουσία, ξαφνικά αισθάνονται σαν βασιλιάδες. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι όσοι προασπίζονται τη δημοκρατία, βρίσκονται στον κόσμο για να διασφαλίσουν ότι κανείς δεν θα είναι πιο ίσος από τους άλλους». Το προσπάθησε μέχρι που οι δυνάμεις του τον πρόδωσαν.
«Σας φιλώ όλους» ήταν τα τελευταία του λόγια στην καταληκτική ομιλία του όταν αποσύρθηκε όχι από την πολιτική, αλλά από τη δημόσια παρουσία. Κι αποσύρθηκε στο κτήμα του μέχρι την περασμένη Τρίτη. Τότε ανέβηκε στο... αιώνιο Volkswagen Beetle, έλυσε το χειρόφρενο κι έφυγε για την αιωνιότητα. El condor pasa. Σε συνοδεύουν, μεσίστιες, οι σημαίες της μοναξιάς μας. Και στάζουν.