Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
18.2°C21.9°C
1 BF 73%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
19 °C
16.3°C20.7°C
1 BF 70%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
19 °C
19.0°C19.0°C
2 BF 57%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
23.0°C26.0°C
1 BF 74%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
17 °C
16.9°C18.5°C
0 BF 82%
Θέατρο / Μέρα Σάββατο για τους Ρωμανιώτες Εβραίους των Ιωαννίνων
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Θέατρο / Μέρα Σάββατο για τους Ρωμανιώτες Εβραίους των Ιωαννίνων

«Η λεγόμενη 'εποχή της μαρτυρίας' τελειώνει, οι τελευταίοι μάρτυρες εξαφανίζονται ο ένας μετά τον άλλον. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα τι θα απογίνουν αυτές οι μαρτυρίες» αναρωτιέται η σκηνοθέτις Irène Bonnaud με αφορμή την παράσταση «Μέρα Σάββατο», που μετά την επιβολή του lockdown κάνει την πρεμιέρα της, αντί του Κέντρου Τηλεοράσεων στην Κυψέλη, στο παρισινό θέατρο La Commune CDN Aubervilliers στις 15 Δεκεμβρίου.

Αφετηρία και πρώτο μέρος του έργου αποτελεί το διήγημα του Δημήτρη Χατζή «Σαμπεθάι Καμπιλής» από τη συλλογή διηγημάτων «Το τέλος της μικρής μας πόλης», όπου ο συγγραφέας επιστρέφει στα Γιάννενα των παιδικών του χρόνων και περιγράφει την ντόπια εβραϊκή κοινότητα με τη μακραίωνη ιστορία καθώς και τη στενή σχέση και ρήξη δύο σημαντικών προσωπικοτήτων της, του συντηρητικού εμπόρου και επικεφαλής της κοινότητας Σαμπεθάι Καμπιλή και του μαθητή του, πρώτου στρατευμένου Εβραίου κομμουνιστή της πόλης, ποιητή και μεταφραστή Γιοσέφ Ελιγιά.

Το δεύτερο μέρος αποτελείται από το χρονικό του εκτοπισμού της εβραϊκής κοινότητας των Ιωαννίνων βασισμένο σε μαρτυρίες επιζώντων του  Άουσβιτς. Ανάμεσά τους η εμβληματική φυσιογνωμία της Στέλλας Κοέν, που αποχαιρέτησε πριν από λίγες μέρες τη ζωή στα 96 της χρόνια. Η παράσταση είναι αφιερωμένη στη μνήμη της.

Να ακουστούν οι φωνές

«Η πρόκληση για μας, που γεννηθήκαμε πολύ μετά απ’ αυτά τα γεγονότα, συνοψίζεται στο πώς μπορούμε να διασώσουμε αυτή τη μνήμη, ώστε να παραμείνει ζωντανή και να μην αφεθεί στη σκόνη των βιβλιοθηκών» υπογραμμίζει η Γαλλίδα σκηνοθέτις, που διερωτάται με ποιον τρόπο μπορούν αυτές οι φωνές να ακουστούν σήμερα.

«Σκεφτήκαμε πως το θέατρο, επειδή ακριβώς αποτελεί μια ταπεινή και εμπειρική τέχνη, επειδή έχει τη δυνατότητα να ανοίγει χώρους εντός των οποίων οι άνθρωποι συγκεντρώνονται για να ακούσουν ιστορίες, έχει να παίξει εδώ έναν δικό του, ξεχωριστό ρόλο. Αντίθετα με άλλα, πιο ισχυρά μέσα, όπως το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση ή το  Ίντερνετ, το θέατρο διαθέτει τη δύναμη και την επιμονή της ανθρώπινης παρουσίας, ένα στοιχείο που σχετίζεται με κάποιον τρόπο με την ίδια την ιστορία που αφηγούμαστε. Ο Μπρεχτ έλεγε πως οι κεραίες των καινούργιων μέσων επικοινωνίας μετέδιδαν πολλές ‘αρλούμπες από το παρελθόν’, αλλά η αλήθεια μεταδίδεται πάντα από στόμα σε στόμα», επιμένει η Irène Bonnaud.

Σαν ταινία δράσης

«Αρχίσαμε να καταπιανόμαστε με το κείμενο του Δημήτρη Χατζή και στη συνέχεια θελήσαμε να προχωρήσουμε αυτήν την τρυφερή, μελαγχολική, νοσταλγική, αλλά και με χιούμορ ιστορία από το παρελθόν» λέει η ηθοποιός Φωτεινή Μπάνου, που αφηγείται πάνω στη σκηνή, ανάμεσα σε τραγούδια, το χρονικό του εκτοπισμού των Ρωμανιωτών Εβραίων στα Γιάννενα, το οποίο έγραψε η Irène Bonnaud ως δεύτερο μέρος της παράστασης που αρχίζει με την εισβολή των Γερμανών στην πρωτεύουσα της Ηπείρου.

«Μοιάζει σαν να βλέπεις ταινία δράσης, με φοβερό σασπένς. Συνδυάζοντας ωστόσο ευαισθησία και τρυφερότητα. Ακούσαμε, διαβάσαμε και είδαμε μαρτυρίες Γιαννιωτών Εβραίων, αλλά όχι μόνο. Η βασική, κυρίαρχη και συγκλονιστική μαρτυρία ήταν της Στέλλας Εσθήρ Κοέν. Μιας γυναίκας που, όταν τη συναντήσαμε στο σπίτι της στα Γιάννενα, μας εξιστόρησε όλη την τρομερή περιπέτεια της οικογένειάς της. Μας μίλησε για το  Άουσβιτς, την εμπειρία του εκτοπισμού και τη μετέπειτα ζωή της. Τα λόγια της υπάρχουν αυτούσια μέσα στο έργο. Διέθετε μια εξαιρετικά δυνατή προσωπικότητα».

Η συνάντηση με τη Στέλλα Κοέν σημάδεψε τη Φ. Μπάνου, η οποία, όπως αποκαλύπτει, δεν κατάφερε να συγκρατήσει την ψυχραιμία της κατά τη διάρκεια της εξιστόρησης. «Από εκείνη την ώρα νιώθω πως αυτή η γυναίκα είναι ένας δικός μου άνθρωπος» λέει και δεν κρύβει πως ο τίτλος του έργου είναι εμπνευσμένος από δικά της λόγια.

«Μιλάει για τη ζωή στα Γιάννενα, την εβραϊκή κοινότητα, αναφέρει λεπτομέρειες για τον Σαμπεθάι Καμπιλή, αλλά και το πώς έχασε όλη της την οικογένεια στο  Άουσβιτς. Η περιγραφή του εκτοπισμού υπάρχει αυτούσια μέσα στο έργο, καθώς και η επιστροφή της στην πόλη μαζί με την αδελφή της.  Όταν αρχίζει να αναζητά τις δύο ραπτομηχανές της οικογένειας, φτάνει στη Νομαρχία, όπου της ζητούν τον αριθμό πλαισίου τους κι εκείνη, αντί για οτιδήποτε άλλο, τους δείχνει τον αριθμό που είχε στο χέρι της από τους Ναζί».

Ο δρόμος προς το  Άουσβιτς

Ήταν Μάρτιος του 1944 όταν η Βέρμαχτ οργάνωσε τον εκτοπισμό της εβραϊκής κοινότητας προς το  Άουσβιτς. Μέχρι τότε οι κατοχικές δυνάμεις δεν είχαν πειράξει τους Γιαννιώτες Εβραίους, που αριθμούσαν γύρω στις δυο χιλιάδες ψυχές. Τα Γιάννενα βρίσκονταν στην ιταλική ζώνη, αλλά, όταν η Ιταλία συνθηκολόγησε και πέρασε στο πλευρό των συμμάχων, τα πράγματα άλλαξαν δραματικά.

Κάποιοι πρόλαβαν και ανέβηκαν με τους αντάρτες στα βουνά για να σωθούν. Οι υπόλοιποι, περίπου δυο χιλιάδες άνθρωποι, παίρνουν τον δρόμο για το  Άουσβιτς και δεν επιστρέφουν ποτέ.

«Σημαντικό γεγονός υπήρξε το ότι Ρωμανιώτες Εβραίοι των Ιωαννίνων συμμετείχαν με άλλους  Έλληνες και Ευρωπαίους Εβραίους σε μια συγκλονιστική εξέγερση στο  Άουσβιτς στις 7 Οκτωβρίου 1944 ανατινάζοντας το κρεματόριο 3» σημειώνει.

Τον δικό τους αφηγηματικό ρόλο παίζουν στην παράσταση σπάνια τραγούδια, ρωμανιώτικα, σεφαραδίτικα, ηπειρώτικα, αλλά και τραγούδια των οποίων οι έγκλειστοι στο  Άουσβιτς άλλαζαν τα λόγια για να μπορέσουν να μεταδώσουν πληροφορίες.

Πάνω στη σκηνή, εκτός από τη Φωτεινή, υπάρχουν και έντεκα μικρά γλυπτά που δημιούργησε ειδικά για την παράσταση η Κλειώ Μακρή.

* Η παράσταση θα ανέβει στο Παρίσι 15, 16, 17, 18 και 19 Δεκεμβρίου, θα ταξιδέψει τον Απρίλιο στην Τουλόν και το προσεχές φθινόπωρο στο φεστιβάλ «Χωρίς περιορισμούς» της Λυών. Οι φωτογραφίες είναι του Δημήτρη Αλεξάκη.

Κλειώ Μακρή: Ανακάλυψα και πάλι τον Χατζή

Η γλύπτρια Κλειώ Μακρή αγαπά να λέει ιστορίες, κάτι που καταφέρνει με εύληπτο και συγκινητικό τρόπο μέσα από τα μικροκαμωμένα γλυπτά της. Καθένα από τα αγάλματα της παράστασης έχει τον ρόλο του, το όνομα και τη ζωή του. «Ανακάλυψα και πάλι τον Χατζή, καθώς το πρώτο μέρος είναι βασισμένο στο διήγημα από ‘Το τέλος της μικρής μας πόλης'» λέει και αποκαλύπτει πως, σκαλίζοντας πρόσφατα το οικογενειακό αρχείο, ανακάλυψε το βιβλίο τυπωμένο στα ουγγρικά και με σχέδια της χαράκτριας μητέρας της Ζιζής Μακρή.

Θυμάται τον συγγραφέα να επισκέπτεται πολύ συχνά το οικογενειακό σπίτι στη Βουδαπέστη των εξορίστων, διατηρώντας βαθιά φιλία με τους γονείς της, τον Μέμο και τη Ζιζή Μακρή. Και κάνει γνωστό πως ο Τάκης, όπως τον έλεγαν οι φίλοι του, ήταν εκείνος που επέλεξε να της δώσουν το όνομα Κλειώ.

«Ο Τάκης ήταν ένας πολύ τρυφερός άνθρωπος, με χιούμορ, μέλος του σπιτιού μας. Θυμάμαι τις έντονες συζητήσεις τους για την τέχνη, καθισμένους για ώρες στο εργαστήριο.  Όταν διάβασα ξανά τον Σαμπεθάι Καμπιλή, στην κάθε λέξη ήταν σαν να ξανάκουγα τη φωνή του. Με συγκίνησε πάρα πολύ. Τον θυμάμαι να έρχεται καθημερινά, να ρίχνει μια πασιέντζα, να πίνει τον καφέ του και να φεύγει.  Άλλοτε οι συζητήσεις ήταν έντονες και πολύωρες, κι άλλοτε οι μέρες περνούσαν ήσυχα.

Βυθίστηκα στην ιστορία και τη συνδύασα με όσα η Φωτεινή και η Irène μου διηγούνταν από τις μαρτυρίες που συνέλεγαν και την έρευνα που έκαναν, προσπαθώντας να φανταστώ τα πρόσωπα.  Έψαχνα οικογενειακές φωτογραφίες, καθώς με ενδιαφέρει η γενιά των γονιών μου. Δουλεύω μια σειρά από γλυπτά βασισμένα σε αυτό το θέμα. Είδα κι άλλες φωτογραφίες εποχής, παρατηρώντας πώς ντύνονταν, πώς στέκονταν, πώς ζούσαν οι άνθρωποι».

Τα γλυπτά δουλεύτηκαν με τερακότα, που αναδεικνύει τη ρευστότητα του χρόνου και τη γήινη διάσταση των προσώπων κάνοντάς τα να μοιάζουν ζωντανά. Τόσο που να μην κρύβουν ούτε μικρές ατέλειες από τη φθορά του χρόνου και του υλικού. «Μου αρέσουν τα μικρά ελαττώματα» παραδέχεται η γλύπτρια, που μιλάει για μια χρονοβόρα διαδικασία, καθώς πάνω στον πηλό προσαρμόζει καλούπι από γύψο και στη συνέχεια μέσα σε αυτό δουλεύει εκ νέου τον πηλό.

Αρνιόταν να ακούει πολλές λεπτομέρειες από τη ζωή των ηρώων. «Ήθελα να μαθαίνω σιγά - σιγά, να διαβάζω συνεχώς το κείμενο, να κοιτώ φωτογραφίες και στη συνέχεια να κάνω σκίτσα και σχέδια. Νομίζω ότι κάτι πέτυχα, ήταν σαν παιχνίδι» λέει χαριτολογώντας και χαρακτηρίζει την εμπειρία «τρομερή», καθώς δημιούργησε τα περισσότερα από τα γλυπτά κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown.

«Δεν ήθελα να σταθώ στο τραγικό κομμάτι του εκτοπισμού και του θανάτου.  Ήθελα να μιλήσω περισσότερο για την παιδική ηλικία. Και πώς η Ιστορία κακοποιεί την παιδική ηλικία. Τα παιδιά και ο πόλεμος στάθηκαν η αρχή της έμπνευσης.  Ήθελα να χρησιμοποιήσω το παιχνίδι μέσα σε αυτήν την καταστροφή, ένα παιδί που παίζει μέσα στον πόλεμο».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL