«Δυστυχώς οι τιμές έχουν υπερδιπλασιαστεί, ή ευτυχώς», σχολίασε μιλώντας στο ΣΚΑΪ ο παραγωγός ελαιόλαδου Βαγγέλης Ανδρουλάκης, εξηγώντας αμέσως μετά αναλυτικά τις εξελίξεις και τους κινδύνους για τον κλάδο, εγχώριο και διεθνή.
«Όλο αυτό είναι απόρροια της μειωμένης παραγωγής στην Ισπανία, η πρώτη παραγωγός χώρα στον κόσμο. Ετησίως παράγει περίπου 1.500.000 τόνους, όταν η Ελλάδα παράγει 350.000 τόνους. Το 2019 είχε φτάσει σε υπερπαραγωγή, με 2.000.000 τόνους. Πέρυσι, "κατάφερε" λόγω ξηρασίας να έχει πέσει σε 600.000 τόνους μόνο ... μειωμένη παραγωγή θα υπάρχει και φέτος, δυστυχώς και στη χώρα μας όπως φαίνεται», είπε ο κ. Ανδρουλάκης.
Ο ίδιος, ως παραγωγός, ελαιουργός και τυποποιητής, με δράση και στα τρία στάδια με καθετοποιημένη μονάδα, ο κ. Ανδρουλάκης είπε ότι η τιμή του ελαιόλαδου είναι «στα 8,4-8,5 ευρώ, η τιμή παραγωγού. Κάπου εκεί θα ανοίξει η καινούργια σεζόν».
«Φανταστείτε ότι μετά ακολουθούν τα κόστη τυποποίησης, πακετοποίησης, μεταφοράς. Θα βάλετε επάνω και το κέρδος του λιανέμπορου στο ράφι. Το δυστυχές είναι ότι όσο ανεβαίνουν οι τιμές μειώνεται η κατανάλωση, έχει παρατηρηθεί ήδη στην Ελλάδα μείωση 30%. Έχει φτάσει στις χώρες του εξωτερικού το 40%. Δυστυχώς, φοβάμαι ότι οι τιμές θα ανέβουν κι άλλο».
«Πρέπει να μην λειτουργούμε κοντόφθαλμα, αλλά να βλέπουμε λίγο πιο μετά. Η ζημιά που πάει να γίνει γενικά στο χώρο του ελαιόλαδου είναι μεγάλη. Το καλό είναι ότι επιτέλους ο παραγωγός θα απολαύσει μια υπεραξία. Θα πρέπει όμως να είναι πάρα πολύ προσεκτικός. Η μεγάλη ποσότητα χρήματος που θα μπεί στην τσέπη του θα πρέπει να διανεμηθεί και σωστά, να να γίνουν και επενδύσεις μετά για την εξέλιξή του». «Το μεγάλο κακό θα γίνει στις αγορές του εξωτερικού. Εκεί που κάποια στιγμή το ελαιόλαδο είχε φτάσει να γίνεται καθημερινό τρόφιμο», κατέληξε.