Τι κλιματικό αποτύπωμα άφησε το 2024; Την απάντηση δίνουν τα γεγονότα. Τον περασμένο Φεβρουάριο οι επιστήμονες έκρουσαν -ξανά- τον κώδωνα του κινδύνου: ο πλανήτης έκλεινε έναν χρόνο υπερθέρμανσης κατά 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική περίοδο! Οι ισχυρές καταιγίδες και οι καταστροφικοί τυφώνες έβαζαν έτσι τέλος στην έννοια των «κλιματικών παραδείσων» στη Βόρεια Αμερική και στην Ευρώπη. Παράλληλα, το 2024 ήταν και η χρονιά της χειρότερης, σύμφωνα με έμπειρους διαπραγματευτές που μίλησαν στο BBC, παγκόσμιας συνόδου του ΟΗΕ για το κλίμα, της COP29 στο Μπακού. Εκεί όπου ο οικοδεσπότης, Πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίγιεφ χαρακτήριζε το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο «δώρα Θεού» και κατηγορούσε ΜΜΕ, ΜΚΟ και πολιτικούς ότι «διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις». Δεν είναι τυχαίο ότι στη διάρκεια της συνόδου πολλοί επικεφαλής διαπραγματευτές δημοσιοποίησαν ανοιχτή επιστολή ζητώντας μεταρρύθμιση του θεσμού των COP, επισημαίνοντας παράλληλα ότι η τελευταία δεν πληρούσε τους στόχους της. Φωνές βοούσες...
Στο Μπακού λοιπόν, έπειτα από έντονες διαπραγματεύσεις, περίπου 200 χώρες συμφώνησαν σε έναν νέο στόχο για τη χρηματοδότηση της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. «Ιστορική συμφωνία. Αρκεί όμως;» ήταν ο εύγλωττος τίτλος του BBC στις 25 Νοεμβρίου. Τις εξελίξεις «αποκωδικοποίησε» σε ανάλυσή της στο περιοδικό Conversation η διδακτόρισσα της Διεθνούς Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Τζόντι-Αν Ζου Ξουάν Γουάνγκ. «Οι πλούσιες χώρες συμφώνησαν να τεθούν επικεφαλής για την καταβολή 300 δισ. τον χρόνο στις πιο φτωχές χώρες ως το 2035 χρησιμοποιώντας πολλές πηγές, δημόσιες, ιδιωτικές, διακρατικές, ακόμη και χρηματοδοτικά εργαλεία όπως οι αναπτυξιακές τράπεζες. Τα χρήματα αφορούν κάτι λιγότερο από το ένα τέταρτο του αιτήματος των αναπτυσσόμενων χωρών και δεν έρχονται χωρίς απεχθείς, δεσμευτικούς όρους και προϋποθέσεις επιχορηγήσεων».
Πράγματι, οι αναπτυσσόμενες χώρες διεκδικούν ένα μέρος του πλούτου των αναπτυγμένων χωρών, οι οποίες ευθύνονται για τις περισσότερες εκπομπές αερίων διοξειδίου του άνθρακα που προκαλούν την υπερθέρμανση του πλανήτη, ώστε να περιορίσουν τις εκπομπές τους, να προσαρμοστούν στις συνέπειες της υπερθέρμανσης και να αντιμετωπίσουν τις υπάρχουσες καταστροφές. Για να γίνει κατανοητό το χάσμα μεταξύ του ποσού που αποφασίστηκε στο Μπακού και των πραγματικών αναγκών των αναπτυσσόμενων χωρών για να εφαρμόσουν τα εθνικά τους κλιματικά σχέδια ως το 2030, αρκεί η σύγκριση με την εκτίμηση της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών: από 5 ως 6,9 τρισ. δολάρια! Όπως εξήγησε, μιλώντας εξ ονόματος της Ομάδας της Αφρικής, ο Κενυάτης Αλί Μοχάμεντ, αυτή η χρηματοδότηση για το 2035 «είναι μικρή, έρχεται με καθυστέρηση και είναι ασαφής».
Δεν ήταν όμως η χρηματοδότηση το μόνο πρόβλημα της συνόδου στο Μπακού. «Σήμερα τα μέρη αγνοούν ξανά τον ελέφαντα στο δωμάτιο, τα ορυκτά καύσιμα, που ωστόσο εκπροσωπήθηκαν επαρκέστατα με πάνω από 1.700 λομπίστες στην COP29, και δεν υλοποιούν την απόφαση που πάρθηκε πέρσι, καθώς αποφεύγουν την ίδια δέσμευση» δήλωσε η Καρίν Τιμπό από την πλευρά της Διεθνούς Αμνηστίας. Μια δήλωση που παρέπεμπε στο ότι στα κείμενα της τελευταίας COP δεν αναφέρεται πουθενά η σταδιακή εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων, σε αντίθεση με την -καθυστερημένη μεν, ιστορική δε- δέσμευση της προηγούμενης COP στο Ντουμπάι...
Και όλα αυτά ενώ σε λίγες μέρες αναλαμβάνει τα ηνία των ΗΠΑ ο γνωστός για τις κλιματοσκεπτικιστικές απόψεις του Ντόναλντ Τραμπ, που προορίζει για τη θέση του υπουργού Ενέργειας τον επιχειρηματία Κρις Ράιτ, ο οποίος υποστηρίζει πως «δεν υπάρχει κλιματική κρίση ούτε βρισκόμαστε σε ενεργειακή μετάβαση»...
* Η Ρένα Δούρου είναι μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., υπεύθυνη για θέματα Διεθνών Σχέσεων, Εξωτερικής Πολιτικής, Ευρωπαϊκής Ενέργειας και Περιβάλλοντος, βουλεύτρια Β2 Δυτικής Αθήνας