Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.4°C21.6°C
2 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
19 °C
15.6°C20.8°C
2 BF 70%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
17.7°C19.8°C
4 BF 68%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
25 °C
22.5°C24.8°C
2 BF 34%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
21 °C
20.9°C22.3°C
3 BF 46%
1821 – 2021 / 200 χρόνια, η ανεόρταστη επέτειος
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

1821 – 2021 / 200 χρόνια, η ανεόρταστη επέτειος

ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΜΑΡΕΒΑ

Οι επέτειοι αποκτούν νόημα όταν λειτουργούν ως συνόψεις του παρελθόντος και της Ιστορίας του προς όφελος και ως μοχλοί κοινωνικών διαδικασιών ανανέωσης των συμβολαίων συμβίωσης. Η μονοπώληση των εορτασμών, οι επιδείξεις πατριωτισμού, πλούτου, λάμψης και πειθάρχησης ακυρώνουν και υπονομεύουν τη δυναμική των επετείων.

Η Βουλή

Γιατί δεν έγινε μια πανηγυρική συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων για τα 200 χρόνια από το 1821; Δεν ήταν οφειλόμενο η Βουλή ως σώμα να τιμήσει την επέτειο, σε μια εκδήλωση με ομιλίες των πολιτικών αρχηγών, αλλά και τοποθετήσεις όλων των εκπροσώπων του  Έθνους για την πορεία και το μέλλον της χώρας;

Προφανώς και δεν ήταν αρκετή μια εκδήλωση που αφορούσε αποκλειστικά τα εγκαίνια της  Έκθεσης της Βουλής στις 19 Απριλίου με την παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας, του πρωθυπουργού, του προέδρου της Βουλής, του αρχιεπισκόπου και της κ. Γιάννας Αγγελοπούλου - Δασκαλάκη. Μπορούν τα εγκαίνια μιας έκθεσης να υποκαταστήσουν μια κορυφαία κοινοβουλευτική συνεδρίαση; Μήπως γιατί ο κ. Μητσοτάκης θέλει να είναι μόνος και στο κέντρο της εικόνας;

Έτσι είχε συμβεί και στην εναρκτήρια συνεδρίαση της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» τον Νοέμβριο του 2019. Ομιλητής ο κ. Μητσοτάκης περιστοιχισμένος από τον πρόεδρο της Βουλής Κ. Τασούλα και την κ. Αγγελοπούλου, ως πρόεδρο της Επιτροπής «Ελλάδα 2021».

Η πανδημία δεν δικαιολογεί το έλλειμμα. Είδαμε την Ακαδημία Αθηνών να συνεδριάζει πανηγυρικά διαδικτυακά. Είδαμε ακόμη και κοινοβουλευτικά σώματα στο εξωτερικό, όπως η Βουλή των Κοινοτήτων του Καναδά, να συνεδριάζει παρουσία του Καναδού πρωθυπουργού Ζ. Τριντό και του  Έλληνα πρωθυπουργού που έλαβαν τον λόγο.

Ας σημειωθεί πως στην  Έκθεση της Βουλής ο πολιτικός κόσμος εμφανίζεται μόνο με μια σύντομη παράγραφο των πολιτικών αρχηγών των κομμάτων, σε ένα τετρασέλιδο της Επιτροπής «Ελλάδα 2021». Το χειρότερο όμως είναι η υποτιμητική αναφορά στον κοινοβουλευτισμό στο τραγούδι που συνοδεύει το πανηγυρικό βίντεο της Επιτροπής: «Τι να φταίει η Βουλή, τι να φταίν’ οι εκπρόσωποι, έρημοι κι απρόσωποι...» (Σαββόπουλος). Πώς μπορεί να περάσει απαρατήρητο;

Πινακοθήκη 24 Μαρτίου

Αντί της Βουλής, ωστόσο, την παραμονή της 25ης Μαρτίου επιλέχτηκαν ως σκηνικό τα εγκαίνια της Εθνικής Πινακοθήκης. Τα δήθεν εγκαίνια, αφού στη συνέχεια παρέμεινε κλειστή. Ουδείς ξένος ηγέτης (τον Κύπριο Πρόεδρο ξένο δεν τον λες) και οι λιγοστοί εκπρόσωποι ούτε τη διεθνή απήχηση της Επανάστασης μαρτυρούσαν ούτε το διεθνές κύρος της χώρας.

Εδώ ο πρωθυπουργός στο καλωσόρισμά του αναφέρθηκε «Στη 200ή επέτειο της ανεξαρτησίας της Ελλάδος» (sic!). Μια ανακρίβεια που κανείς δεν κατάλαβε πώς παρεισέφρησε σε μια τόσο κεντρική δημόσια ομιλία. Αλλά είχε κι άλλη κορύφωση η ομιλία του. Αφού έκανε λόγο για την υποστήριξη των μεγάλων δυνάμεων στην Επανάσταση κατέληξε:

«Η Ιστορία, λοιπόν, μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας. Και σήμερα, μας βρίσκει δίπλα - δίπλα, μπροστά στη ‘Λαϊκή Αγορά’ του Τέτση... ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων».

Πώς τα κατάφερε να φτάσει από το πεδίο των μαχών στη λαϊκή αγορά, με συνοπτικές διαδικασίες και αδιευκρίνιστο σκεπτικό, κανείς δεν κατάλαβε. Σε μια αποστροφή του υμνήθηκαν μάχες και μαχητές, σκοτωμένοι και ζωντανοί, πάγκοι φρούτων και λαχανικών και απλοί άνθρωποι. Ο «λαός» κατά τον πρωθυπουργό.

Πού χάθηκε το νόημα της επετείου;

Ελάχιστες μέρες μετά την επέτειο, στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου (29 Μαρτίου 2021), ο πρωθυπουργός δήλωνε εμφατικά τη δυσανεξία του σε καθέναν που δεν έμεινε ικανοποιημένος από τους επίσημους εορτασμούς, οι οποίοι κατά τη γνώμη του «δεν ενόχλησαν παρά μόνο λιγοστούς, λιγοστούς αλλεργικούς με τη σημαία, με την πατρίδα, με την πρόοδο, φυλακισμένους στην κομματική τους κατάθλιψη». Η εθνική ενότητα, λοιπόν, δεν χωράει, προφανώς, όλους.

Σπεύδοντας να οχυρωθεί πίσω της, αποκλειστικός εκπρόσωπος της οποίος θεωρεί εδώ, όπως και σε πλείστες άλλες ευκαιρίες, ότι είναι, αναφέρεται υποτιμητικά σε κάποιους αποσυνάγωγους, ταυτίζοντάς τους με κομματικά (;) καταθλιπτικούς που αρρωσταίνουν με το τρίπτυχο σημαία = πατρίδα = πρόοδος.  Έδωσε έτσι ένα παράδειγμα διχαστικού λόγου, που επειδή φοράει γάντια τρέφεται με την αυταπάτη ότι δεν αφήνει ίχνη.

Συνεχίζοντας συνέδεσε άμεσα και καθοριστικά την επέτειο με τις έννοιες Ανάταση (ψυχική πατριωτική) = Ανάταξη (ιατρικός όρος…) = Ανάκαμψη (τεχνοκρατικός οικονομικός όρος), μεταφέροντας το ιστορικό φορτίο σε ένα σχήμα πολιτικής θεραπείας (Γ. Παπαδόπουλος και γύψος) και ελπιδοφόρου οικονομικού μέλλοντος υπέρβασης. Ταύτισε έτσι τη μονοφωνική έκφραση της κοινωνίας από τον ίδιο με τον πατριωτισμό και την επιτυχία, την οποία προτεραιοποίησε και γεωγραφικά, καθώς αμέσως μετά έσπευσε να συνδέσει την επέτειο... με το βασιλικό κτήμα Τατοΐου:

«Από την πλούσια ημερήσια διάταξη του υπουργικού συμβουλίου επιτρέψτε μου πολύ γρήγορα να ξεχωρίσω ένα θέμα ακόμα, το οποίο θεωρώ ότι έχει ιδιαίτερη συμβολική αξία και πιστεύω ότι με έναν τρόπο ενώνεται και με τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Αναφέρομαι στην αποκατάσταση και στην αξιοποίηση του πρώην βασιλικού κτήματος του Τατοΐου». (https://primeminister.gr/2021/03/29/26121)

Αλλά η Ελληνική Επανάσταση μας αφορά όλους ως Έλληνες πολίτες, γυναίκες και άντρες, ανεξαρτήτως κοινωνικών, ιδεολογικών, θρησκευτικών, γλωσσικών ή άλλων προσδιορισμών. Είναι η επανάσταση που κατάφερε να γεννήσει μετά από τις οδύνες δέκα χρόνων το ελληνικό κράτος. Είναι η ληξιαρχική πράξη της Ελληνικής Δημοκρατίας και της πολιτειότητάς μας.

Τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση σημαίνουν για όλους μας μια σύνθετη χρονική στιγμή κοινωνικής αυτοσυνειδησίας. Συμπυκνώνεται σ’ αυτή την επέτειο η σχέση μας με το παρελθόν, μέσα από την εκπαίδευση αλλά και την Παιδεία μας, τα διαβάσματα, τα οπτικά ερεθίσματα και τα ακούσματα. Κι αυτό συμβαίνει σε συνδυασμό τόσο με την ταυτότητά μας, που έχει διαμορφωθεί στη διάρκεια του πιο πρόσφατου, του βιωμένου παρελθόντος, ανάλογα με την ηλικία μας, φτάνοντας έως τη σημερινή συνθήκη της πανδημίας, που είναι η ζωή μας στο παρόν, όσο και από τους φόβους και τις προσδοκίες μας για το μέλλον.

Ο εορτασμός ήταν λειψός, άψυχος, τυποποιημένος, χωρίς έμπνευση, γιατί δεν άγγιζε τίποτε απ’ όσα μας συγκινούν ως πολίτες. Κανένας πόθος ελευθερίας, που ήταν το βασικό σύνθημα της Επανάστασης και που και σήμερα εκφράζει ευρύτερα αιτήματα και διακυβεύματα. Αποκλεισμένοι και κλεισμένοι υποχρεωτικά στα σπίτια μας, απουσιάσαμε από μια γιορτή που έγινε ερήμην μας.

Ατυχής η οργάνωση μιας παρέλασης σε μια πόλη με έρημους δρόμους που μετατράπηκε σε σκηνικό Cinecittà. Τι νόημα είχε, αφού ο δημόσιος χώρος ήταν απροσπέλαστος, ουσιαστικά ακυρωμένος, με χιλιάδες αστυνομικούς που απαγόρευαν ακόμη και να πλησιάσει κανείς; Γιατί αυτή η τηλεοπτική επίδειξη σε κενό συμμετοχής, σε μια πόλη φάντασμα;

Είναι χαρακτηριστικό ότι από όλες τις πανηγυρικές σκηνές έλειψε ένα απλό δάφνινο στεφάνι στους ιστορικούς πρωταγωνιστές, στους ήρωες της Επανάστασης. Στην Κατοχή, με κίνδυνο της ζωής τους, οι νέοι τους δαφνοστεφάνωναν, τώρα ξεχάστηκαν στη μοναξιά τους, με το μοναδικό μνημειακό συγκρότημα των ηρώων της Ελληνικής Επανάστασης στο Πεδίον του  Άρεως να έχει μετατραπεί σε γιαπί την παραμονή της επετείου. Ούτε ο καινούργιος ποδοσφαιρικός χλοοτάπητας που παραγγέλθηκε -αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί- έφτανε για όλους. Το κέντρο των εορτασμών της πρώτης εκατονταετίας παρέμεινε ξεχασμένο και ανεόρταστο.

Για τους εορτασμούς ο πρωθυπουργός επέλεξε το στυλ κλειστής λέσχης, κάτι που είδαμε και στην επέτειο της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, των Θερμοπυλών, αλλά και του εγκαινιασμού του νέου φωτισμού της Ακρόπολης.  Ένα σκηνικό με λίγους εκλεκτούς, χωρίς συγκίνηση, παγερό και απροσπέλαστο.

Συμπεριληπτικός εορτασμός

Έλειψε πάνω απ’ όλα ο σχεδιασμός μιας πραγματικής συμπεριληπτικής γιορτής. Μια γιορτή δεν γίνεται μόνο με κυβερνητικούς παράγοντες και αξιωματούχους και καμία δικαιολογία δεν υπάρχει γι’ αυτό λόγω των μέτρων της πανδημίας. Αν είναι έτσι, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει αναβληθεί για λίγο, δεν θα ήταν η πρώτη φορά άλλωστε. Ωστόσο, εφόσον πραγματοποιήθηκε, η ψηφιακή παρουσία έπρεπε να περιλαμβάνει τους πάντες στο κάδρο, την εικόνα και τον λόγο τους, αφού το μέσο σε όλα ήταν η τηλεόραση.

Μας έλειψαν η Βουλή, οι άνθρωποι της επιστήμης, της ακαδημαϊκής κοινότητας, των γραμμάτων, των διανοουμένων, της τέχνης, των κοινωνικών στρωμάτων όπως οι αγρότες, οι εργάτες, όσοι εργάζονται στην πανδημία με κίνδυνο της ζωής τους και μας βοηθούν να επιβιώσουμε, μας έλειψαν οι πρωταγωνιστές του σήμερα, οι γιατροί και οι νοσηλευτές. Αλλά μας έλειψε προπαντός ο λόγος για τη δημοκρατία, την κοινωνική συνοχή, το αίσθημα του συνανήκειν.

Λόγω της ιδιαίτερης ιστορική σημασίας της, το περιεχόμενο και οι τρόποι της γιορτής είναι πεδία με ιδιαίτερο φορτίο, που πρέπει να ισορροπεί τα θεμελιώδη καταστατικά νοήματα της ελευθερίας και της πολιτειότητας, τα οποία το νέο κράτος που ιδρύθηκε το 1830 έφερε μαζί του, με τις σημερινές αξίες του σεβασμού των δικαιωμάτων, της ελευθερίας της έκφρασης, της διαφορετικότητας, της συμπερίληψης, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισοπολιτείας, της δημοκρατίας.

Οι αξίες αυτές δεν είναι αφηρημένες, αλλά δοκιμάστηκαν σκληρά την τελευταία δεκαετία κατά την οικονομική κρίση και τον τελευταίο χρόνο με την πανδημία και τον εγκλεισμό. Μετριούνται καθημερινά με την εκπαίδευση, την ανεργία, την τηλεργασία, την κατάσταση των νοσοκομείων και των ανθρώπων που πεθαίνουν έξω από τις ΜΕΘ. Δεν μπορούν να αγνοούνται και να αποκρύβονται.

Επομένως θα ήταν αφέλεια να θεωρήσει κάποιος ότι η διαχείριση της γιορτής είναι μια απλή υπόθεση, που μπορεί να γίνει με όρους επικοινωνιακής προβολής. Τα 200 χρόνια δεν είναι η παραδοσιακή ετήσια ρουτίνα της στρατιωτικής παρέλασης και ενός πανηγυρικού. Αλλά δεν είναι επίσης ούτε η «Μελωδία της ευτυχίας» και των εναγώνιων υποσχέσεων για success story ούτε η κατάχρηση του υπερθετικού της ισχυρότερης - δυναμικότερης - πλουσιότερης χώρας της περιοχής ούτε ο ναρκισσιστικός αυτοθαυμασμός ούτε η αυτοανακήρυξη αριστείας.

Η τέχνη, ως έκφραση, διαμεσολάβηση και δημιουργία, θα ήταν σε θέση να εκφράσει αυτό που απουσιάζει, να μιλήσει για τις έννοιες, τα νοήματα και τις αξίες μας, για τους φόβους και τις προσδοκίες, να διαισθανθεί αυτό που έρχεται, αυτό που κρύβεται, αυτό που κυοφορείται. Θα μπορούσε να εκφράσει το φαντασιακό της κοινότητας. Αλλά κι αυτή απουσίαζε. Εορτασμός σημαίνει κοινωνία, σημαίνει το δικαίωμα να είμαστε όλοι κοινωνοί στα βαθύτερα νοήματα που διαπερνούν σήμερα την ιστορική συνείδηση και το παρόν μας ως πολιτών.

* Η Μυρσίνη Ζορμπά είναι τέως υπουργού Πολιτισμού

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL