Όταν οι αντάρτες του Εμιλιάνο Ζαπάτα (από τους πρώτους επαναστατημένους Μεξικανούς στρατηγούς, μαζί με τον Πάντσο Βίγια και τον Πασκουάλ Ορόσκο, εναντίον του δικτάτορα Πορφίριο Ντίας κατά την επανάσταση του 1910-1917 που έφερε την πτώση του Ντίας) μπήκαν στα ανάκτορα του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α’ του Μεξικού (που εκτελέστηκε στο Κερετάρο στις 19 Ιουνίου του 1867) στον λόφο του Τσαπουλτεπέκ, εκεί λοιπόν λένε πως οι αγριεμένοι και άξεστοι άνδρες, οι ψημένοι στον «αχό και στο πάθος», έπαθαν πολιτισμικό σοκ και συνταράχτηκαν. Συγκλονίστηκαν το μυαλό, η ψυχή και ο οργανισμός τους από ένα απλούστατο γεγονός, που όμως για εκείνους ήταν ένα άγριο θαύμα: Είδαν για πρώτη φορά τον εαυτό τους, όλο τους το κορμί, μέσα στους μεγάλους καθρέφτες των ανακτόρων. Έκπληξη στα όρια της αποπληξίας.
Ποτέ πριν, ποτέ ξανά έτσι. Σε μας φαίνεται ασήμαντο, ήταν όμως μια μεγάλη στιγμή της ανθρωπότητας. Ο επαναστατημένος αντάρτης να γνωρίζει τη μορφή του εαυτού του. Μια κόλαση που έπεσε με πάταγο μέσα στον παράδεισο. Από κείνες τις στιγμές που αλλάζει ο κόσμος.
Ο κόσμος αλλιώς. Ένας κόσμος που άλλαξε για πάντα. Γιατί ένα ποίημα είδε τον εαυτό του στον καθρέφτη. Είδε τα μάτια του στον καθρέφτη. Είδε πως είναι αγρυπνισμένα, άγρια, αθώα, έκπληκτα, μάτια επαίτη και μάτια ερωτευμένου που πολλές φορές είναι το ίδιο. Ένα ποίημα είδε τον τρομερό καθρέφτη και κατακλύστηκε από το γάβγισμα του Κέρβερου, τον θρήνο της Περσεφόνης και το πλατάγισμα φτερών του Πήγασου.
Είδαν το θαύμα οι αντάρτες του Εμιλιάνο Ζαπάτα. Και τρόμαξαν. Και ο τρόμος τούς συνεπήρε, έτσι που άντεξαν και την ήττα (την άλλη όψη του θαύματος) μ’ ένα τελευταίο τσιγάρο μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Για έναν καθρέφτη. Για έναν ολόσωμο εαυτό. Γι’ αυτή τη συγκλονιστική στιγμή που αντιλαμβάνεσαι πάνω σου το βλέμμα του Άλλου. Ότι Είσαι επειδή Είναι ο Άλλος. Ένας Νάρκισσος, ναι, που όμως δεν γίνεται να πνιγεί παρά μονάχα μέσα στη λίμνη που είναι τα μάτια του Άλλου.
Μόνο που από τα μάτια του Ενός μέχρι τα μάτια του Άλλου πολλά διαμείβονται: κι αυτό λέγεται συνομιλία. Αυτός είναι ο καθρέφτης. Αυτό είναι το ποίημα στον καθρέφτη, το αλφαβητάρι της ανθρωπότητας. Το εσώρουχο όλων των επαναστάσεων. Και το πανωφόρι σε κάθε ήττα, μέσα κι έξω, προσωπική και συλλογική. Είτε με το έθνος, είτε με την τάξη. Όταν πρέπει να σηκωθείς, να ξανακοιταχτείς και να ξαναγράψεις από την αρχή ένα ποίημα στον καθρέφτη. Σαν παιδί. Παιδάκι που παίζει ζάρια με τον θεό και τον κερδίζει. Γιατί το σύμπαν δεν έχει καθρέφτες. Έχει μονάχα χάος. Δεν αρκεί. Χρειάζεται ένας τεράστιος καθρέφτης όπου το παιδί να βρει το απολύτως απαραίτητο εργαλείο για να αντέξει το θαύμα: τον καθρέφτη του εαυτού στα μάτια των άλλων. Μονάχα καθρέφτη ψάχνει το παιδί. Το παιδί αντικρίζει τον εαυτό του επειδή αντικρίζεται στον καθρέφτη του μεγάλου ακατανόητου κόσμου των Άλλων. Το παιδί είναι ένας αντάρτης που έχει ανάγκη από τους μεγάλους αυτοκρατορικούς καθρέφτες, όπου θα δει πως είναι ολόσωμο, πως έχει βλέμμα, πως κοιτάει και άρα υπάρχει μέσα στα τρίσβαθα του εαυτού. Ιδίως το παιδί που έρχεται από την κόλαση.
Μην το διώχνεις αυτό το παιδί. Είναι ένα παιδί που έσπασαν όλοι οι καθρέφτες του πριν αντικρίσει μια άκρη βροχής. Μην το αφήνεις χωρίς ποίημα αυτό το παιδί. Μην το αφήνεις έρμο και τυχαίο να περιφέρεται χωρίς καθρέφτη. Μην το διώχνεις από το σχολείο, μην το χτυπάς όταν παίζει, μην του παίρνεις την μπουκιά της ζωής από το στόμα, τη σταγόνα της δίψας του από το όνειρο. Μην σπάζεις τον καθρέφτη από το ποίημα. Γιατί τότε ούτε τον εαυτό σου θα μπορείς να αντικρίσεις. Ο καθρέφτης είναι το ποίημα που αντιγυρίζει το σώμα και το ξαναγράφει ως υποθήκη.
Αυτό θα σου έλεγε -είμαι βέβαιος- και ο τελευταίος αντάρτης του Εμιλιάνο Ζαπάτα. Και του Πάντσο Βίγια και του Πασκουάλ Ορόσκο. Και όλα τα σκοτωμένα παιδιά μιας παγκόσμιας Γάζας. Αυτοί οι αντάρτες χωρίς καθρέφτη. Αυτά τα ποιήματα που δεν θα γραφτούν ποτέ.