Το τέλος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας έρχεται στη δύση του 5ου αιώνα, με την ολοσχερή ήττα των Αθηναίων στον Πελοποννησιακό πόλεμο, λόγω των δικών τους ολέθριων σφαλμάτων αλλά και εξ αιτίας της λυσσώδους αντίδρασης των ολιγαρχικών, που κατόρθωσαν να την καταλύσουν το 404 π.Χ. εγκαθιστώντας την εξουσία των «τριάκοντα τυράννων». Η Αρχή των «Τριάκοντα» δεν μακροημέρευσε λόγω της ρεμούλας στην οποία επιδόθηκαν οι πρωταγωνιστές της: απροκάλυπτη βία, ληστεία, κλεπτοκρατία και φόνοι των αντιπάλων με την κάλυψη μιας εξωνημένης «δικαιοσύνης». Το καθεστώς ανατράπηκε με μια τολμηρή επιχείρηση λίγων αποφασισμένων, που εξόρμησαν από το φρούριο της Φυλής υπό την ηγεσία του Θρασύβουλου. Η Δημοκρατία αποκαταστάθηκε τυπικά, αλλά η Αθηναϊκή ηγεμονία είχε πια πεθάνει.
Βρισκόμαστε στο 388 π.Χ. σε μια Αθήνα απένταρη, πεινασμένη, απελπισμένη. Ο φτωχός αγρότης Χρεμύλος αναζητά παντού χρήμα για να καλύψει τις υποχρεώσεις του. Καταφεύγει ως εσχάτη λύση στο μαντείο των Δελφών, που του δίνει τον χρησμό, όποιον άνθρωπο πρωτοσυναντήσει βγαίνοντας, να τον πάρει από πίσω και να μην τον αφήσει ούτε στιγμή από τα μάτια του. Ο Χρεμύλος συναντά έναν τυφλό ζητιάνο, που αποδεικνύεται μετά από λίγο ο ίδιος ο Θεός του Πλούτου, που ο Ζευς τον τύφλωσε για να μην μπορεί να κάνει πλέον ταξικές διακρίσεις! Χαρές και πανηγύρια στην πτωχευμένη Αθήνα! Ο Πλούτος οδηγείται θριαμβευτικά στο Ασκληπιείο και ο Θεός τού χαρίζει πάλι την όρασή του. Στην επιστροφή του, ο Πλούτος κάνει την γνωστή… δήλωση μετανοίας: «τώρα που έγινα ένας «άλλος» αποκηρύσσω τις παλιές ιδέες μου». Αυτομάτως, τότε, αρχίζει να κατακλύζει την Αθήνα ένας αληθινός ποταμός χρυσού.

Τέλος καλό, όλα καλά; Όχι ακριβώς, επειδή εμφανίζεται ξαφνικά από το πουθενά απειλητική η Πενία, και αρχίζει την δική της ρητορική, πλέκοντας με επιχειρήματα λογικοφανή το εγκώμιο της λιτότητας, για να επιβιώσει τάχα η οικονομία της πόλης. Τα έχουμε ξανακούσει από επίδοξους σύγχρονους ζηλωτές. Με ποιανού το μέρος είμαστε όμως;
Με το μέρος του ποιητή, ασφαλώς, που θέλει να μας προειδοποιήσει να είμαστε προσεκτικοί και να μην παραδοθούμε αμαχητί στον πειρασμό του πλουτισμού ούτε στις νέες, οικονομίστικες αντιλήψεις που εισάγει στην πόλη η καινούργια, παρασιτική, μεταπρατική κυρίαρχη τάξη. Στον «αγώνα» που ακολουθεί ο Χρεμύλος νικά και κατατροπώνει την «Πενία», αλλά είναι ένα τέλος πικρό και μελαγχολικό. Η Πενία θα επιστρέψει σύντομα και όλα θα καταλήξουν στο ίδιο σημείο. Ο Αριστοφάνης δεν τρέφει ψευδαισθήσεις για μια ουτοπική ανατροπή των αδυσώπητων «νέων καιρών». Ο «Πλούτος» του είναι μια πικρή κωμωδία χωρίς «παράβαση» (την εμφάνιση αυτοπροσώπως του ποιητή για να μας τα «ψάλει») και χωρίς τον εξισορροπητικό αντίλογο του χορού.
Η σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, στην «πλούσια» μετάφραση / ελεύθερη απόδοση του ίδιου, με τις «πλούσιες» χορογραφίες της Στεφανίας Σωτηροπούλου, με τα «πλούσια» σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη, τα «πλούσια» κοστούμια της Ηλένιας Δηλαδίρη, τους «πλούσιους» φωτισμούς της Στέλλας Κάλτσου, την «πλούσια» μουσική του Βάιου Πράπα και τους «πλούσιους» στίχους τραγουδιών του Τελευταίου καλεσμένου. Μια πολύ πλούσια, γενικά, παράσταση, που όμως, τον άφθονο πλούτο της απερίσκεπτα σκορπίζει εδώ και εκεί, για να μείνει τελικά γυμνή. Το πρόβλημα με τη σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα, με τόση, μάλιστα, αφθονία μέσων, έμψυχων ή μη, είναι ότι δεν διέθετε συγκεκριμένο στόχο και ότι δεν μπορούσε να επιλέξει «με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει». Που τη φόρτωνε με πλήθος περιττά στολίδια, χορούς εξωτικούς, μπαλέτο, τραγούδι, ακροβατικά, άφθονο επιθεωρησιακό στοιχείο… Που μια έκλεινε το μάτι στο ουτοπικό όραμα του Αριστοφάνη, μια στην Πενία, την οποία φρόντισε μάλιστα να ενισχύσει αναθέτοντάς την σε τέσσερεις ηθοποιούς και αφήνοντας τον δυστυχή Χρεμύλο να τα βγάλει πέρα μόνος μαζί τους.

Ευτυχώς, ο Μάνος Βακούσης διαθέτει εκτόπισμα υποκριτικό και σκηνικό τέτοιο που να μη φοβάται τις «Πενίες». Τις αντιμετώπισε αποτελεσματικά, με μόνο όπλο του ένα αξεπέραστο αριστοφανικό χαμόγελο ειρωνείας. Ένσταση έχω για την ανάθεση μιας εκ των ενόντων εμβόλιμης «παράβασης» στην άπειρη, μη ηθοποιό, γνωστή ιστορικό Μαρία Ευθυμίου. Δεν πρόσθετε κάτι. Δίπλα στον εξαιρετικό Μάνο Βακούση, μια πολυμελής ομάδα καλών, ασκημένων, ηθοποιών, αποδίδει καίρια, με χρωματική ποικιλία, τους άλλους ρόλους: Μαίρη Ανδρέου, Δημήτρης Διακοσάββας, Άννα Ευθυμίου, Αλέξανδρος Ζουριδάκης, Φαίη Κοκκινοπούλου, Ελένη Μισχοπούλου, Δημήτρης Μορφακίδης, Φαμπρίτσιο Μούτσο, Χριστίνα Μπακαστάθη, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, Κλειώ Δανάη Οθωναίου, Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, Πολυξένη Σπυροπούλου, Γιάννης Σύριος, Φωτεινή Τιμοθέου, Γιάννης Τομάζος, Χρήστος Τσάβος, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Θάνος Φερετζέλης, Γιάννης Χαρίσης.