Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.4°C19.8°C
3 BF 75%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
18.0°C18.7°C
2 BF 71%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
21 °C
19.0°C21.0°C
3 BF 57%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
18 °C
17.8°C18.0°C
4 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
15.9°C16.9°C
0 BF 77%
Ιωάννα Καρυστιάνη / Ηχώ της απόκοσμης εμπειρίας του Νοέμβρη
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ιωάννα Καρυστιάνη / Ηχώ της απόκοσμης εμπειρίας του Νοέμβρη

Πολυτεχνείο

H Ιωάννα Καρυστιάνη, μιλώντας για τα «Περασμένα Παραμύθια», την ποιητική συλλογή του Γ. Παυλάκη, 22χρονου τότε φοιτητή της Ιατρικής που το τριήμερο της εξέγερσης του Νοέμβρη έστησε το αυτοσχέδιο «Γενικό Λαϊκό Ιατρείο» στην Αρχιτεκτονική του Πολυτεχνείου, στοχάζεται για το αποτύπωμα της εξέγερσης που πρωταγωνίστησε. Χαρακτηρίζει «σχεδόν απόκοσμη εμπειρία υπέρβασης όσα ζήσαμε τον Νοέμβριο του ’73, τότε που δεν φοβόμαστε να κάνουμε πίσω, να λέμε μεγάλα λόγια και να τα πιστεύουμε λέξη-λέξη».

Καρυστιάνη

«Ο Γ. Παυλάκης τηλεφωνεί από Ουάσιγκτον στις 11 το βράδυ. Επείγεται να συζητήσει διεξοδικά επί μιάμιση ώρα για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή για τη δουλοπαροικία επί Βυζαντίου. Μελετάει την Ιστορία μέσα από πανδημίες που σε πολύ προηγούμενους αιώνες ξεκλήρισαν πολιτισμούς στις πέντε ηπείρους. Μιλώντας για Ινδιάνους, για Αβορίγινες, για αφρικανικές φυλές, χώνει μέσα στίχους του Κορνάρου, του Σεφέρη, του Αναγνωστάκη, του Πατρίκιου, της Δημουλά, του Σαββόπουλου, αναφέρει την Πόλυ Πάνου, τη Φαραντούρη, τον Μητσιά, το Κυπριακό, το Μεσανατολικό, την Παλαιστίνη, το ΝΑΤΟ, τα διαχρονικά αδιέξοδα, την κυρίαρχη πλέον επιταγή των νέων καιρών “business πρώτα από όλα και πάνω από όλα”. Ακούει υπομονετικά μύχιες εκμυστηρεύσεις για σακιά που κουβαλάμε σε ώμους λυγισμένους πια και μπαίνει αμέσως στο νόημα, αφού θα έχει και τα δικά του σε αυτή τη ζωή, ο καθείς και το σακί του και το σακουλάκι του. Σε κανένα τηλεφώνημα δεν ξεχνάει να ρωτήσει για φίλους και γνωστούς που δοκιμάζονται από καρκίνους και λοιπές κωλοαρρώστιες, πρόθυμος να συστήσει τους κατάλληλους γιατρούς, να βοηθήσει όσο γίνεται, από τόσο μακριά, που πάντα κάτι γίνεται, πολλές φορές όλα. “Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου είναι να ’χει καρδιά” λέει ο Λειβαδίτης, στίχος που μακάρι να τον ήξερα από γεννησιμιού μου και ας μην είχε ακόμη γραφτεί, έγινε πάντως ο πήχης μου για τους ανθρώπους, η καλοσύνη τους.

Αυτή η πλευρά του Παυλάκη, η έγνοια του για όσους υποφέρουν, η στράτευσή του στο πλευρό τους, στο δικό μου μυαλό είναι ατόφια ποίηση. Να όμως που έχουμε στα χέρια μας όμορφα τυπωμένα από τον Καστανιώτη και τα ποιήματά του Παυλάκη. Ο Ναμπόκοφ έλεγε πως “το καλό βιβλίο γράφεται με το πάθος του επιστήμονα και την ακρίβεια του καλλιτέχνη”. Ιδού λοιπόν δύο σε ένα: και επιστήμονας, και ποιητής ο Γιώργος Παυλάκης του Νικολάου και της Ελένης. Αναρωτήθηκα τι του ήρθε στα 70 φεύγα να πεθυμήσει έκδοση και παρουσίαση σε κόσμο και διαδικτυακή κάλυψη και να υποστεί και αυτού του είδους την αγωνία -μέσα σε τόσες άλλες εδώ και σαράντα πέντε τουλάχιστον χρόνια -που έχουν να κάνουν με σωματική φθορά, με πολύ θάνατο, με τρελές προσδοκίες, με μεγάλες ευθύνες, με σφοδρό ανταγωνισμό για τα απαραίτητα δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια της έρευνας.

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν αντέχουν την επιτυχία τους, που αμφιβάλλουν εάν τη δικαιούνται, εάν υπάρχει νόημα. Ενοχικός, λοιπόν, επειδή “έσκισε” τόσο πολύ στην επιστημονική έρευνα, οπότε αποφασίζει να εκτεθεί και να ρισκάρει σε διαφορετικό πεδίο εκεί όπου σε κοινή θέα “σκάνε πολλές νάρκες” αποτυχίας; Μήπως είναι έκκληση σε όσους τον βλέπουν κυρίως σαν ένα πρωτοκλασάτο μυαλό σε πρωτοποριακές έρευνες και πειράματα να δουν και την άλλη του πλευρά, τη σκέτα ανθρώπινη, δίχως τις περγαμηνές, τις δάφνες και τα υψηλά πόστα που δημιουργούν απόσταση, που δεν εννοούν την ισότιμη σχέση;

Οι στίχοι φέρνουν νοήματα, και τα νοήματα νήματα σχέσεων είναι, και όλοι εδώ ξέρουμε πόσο ο Γιώργος λαχταρά να κρατάς ζωντανές σχέσεις, ιδίως από τα φοιτητικά του χρόνια, ει δυνατόν να μην ξεκόψει ποτέ, να μην αποσυσχετιστεί από τις τότε καθοριστικές εμπειρίες τα κορυφαία συναισθήματα.

Γιώργο, όχι παρουσιάσεις τέτοιες μέρες, επέτειο των 50 χρόνων από την εξέγερση κατά της στρατιωτικής δικτατορίας τον Νοέμβρη του ’73. Ρε Γιώργο, άφησε τον χώρο στα βιβλία τα σχετικά με τα τότε γεγονότα, του Σορολοπίδη, του Καλλιβρετάκη, του Λυγερού, του Παπαχρήστου, του Δαφέρμου, ίσως υστερόγραφα γενιάς, ίσως κύκνειο άσμα κάτω από τον Νίκο Σηφονιό. Επέμενε, και δεν έπιανα τον λόγο τον βαθύτερο λόγο αυτής της επιμονής του. Ίσως παρεξήγησα κιόλας τα πράγματα.

Διάβασα και ξαναδιάβασα τους στίχους του αρχικά σφιγμένη, με προσωπική ανασφάλεια, τι να του πω για ποίηση, η ανεπαρκής εγώ, ίσως και με προστατευτική διάθεση, ελπίζοντας ο αγαπημένος σύντροφος να μην την έχει ψωνίσει.

Η αληθινή ποίηση δεν σηκώνει κομπασμό. Αυτό το πέτυχε, σκέφτηκα. Δεν κουνάει το δάχτυλο σε κανέναν, και αυτό το πέτυχε. Δεν επιζητεί έγκριση και παραφουσκωμένες απολογίες, δεν εκμεταλλεύεται τη γοητεία της θλίψης, δεν σνομπάρει τον καημό, δεν τελεσιδικεί.

Τα “Περασμένα παραμύθια” απέχουν από όλα αυτά και δεν κάνουν τη χάρη σε εξεζητημένα γλωσσικά σχήματα, οι λέξεις είναι απαλές, θα έλεγα απλώς καίριες, όταν ζωγραφίζουν έρωτες και καύλες, ήσυχες όταν περιγράφουν έμψυχα και άψυχα τοπία, ακριβείς όταν βουτάνε στα βαθιά της ύπαρξης έως τον πάτο, στη θνητότητα.

Δεν γίνεται λογοτεχνία δίχως να παλέψουμε με το θεριό, με το κεφάλαιο, σωθικά, εκεί που νιώθεις τον πόνο και το νόημα του πόνου ως τα τρίσβαθα. Ο Παυλάκης το παλεύει με ταπεινοφροσύνη, το γυρεύει θαρρείς απελπισμένα.

Με φωνή σιγανή, ώρες-ώρες και αβέβαιη, θα έλεγα με παύσεις, ο εφευρέτης πριν από 24 χρόνια των MRNA εμβολίων, μας προτείνει και το εμβόλιο για αισθαντική περιπέτεια, αυτό που και ο ίδιος είχε ανάγκη σε ζόρια και στραπάτσα στο διάβα του χρόνου.

Δίκιο έχει. Οι καλοί στίχοι είναι ύψιστη μορφή αλληλεγγύης.

“Μνήμες μαραμένες που σε σας ξαναγυρίζω, δεν βρήκα ποτέ το νόημα”. Δικό του, σελ. 12.

“Μα τα ’χω πει αυτά που ήθελα ή που θέλανε, πειθήνια των τραγικών τα μέτρα”, σελ. 6-8 ποίημα “Μήδεια”.

“Ακόμα τρώμε το θεό μας και τρωγόμαστε”, σελ. 21 “Μια επίσκεψη στο μουσείο”.

“Στης λύπης το πιο μέσα μέρος ακουμπώντας”, σελ. 27, ποίημα “Νεκροί”, και από το ίδιο ο έξοχος στίχος “Ας τους να σβήσουν το καντήλι και να ξαποστάσουν”.

Στη σελ. 29 και στο ποίημα “Πολυφωνία στην Άνδρο” ο Παυλάκης κρυφακούει τον καβγά του γιασεμιού με το νυχτολούλουδο και αποφαίνεται “εμείς βγήκαμε από αυτή τη γη και της ταιριάζουμε”.

Στη σελ. 40 στο ποίημα “Δρόμος το σούρουπο” γράφει “δεν ξέρουμε να πούμε όσα νιώσαμε”, στίχος που εκφράζει πολλούς, σίγουρα πολλούς.

“Βαστώντας τις αξίνες της μνήμης”, όπως λέει στη σελ. 41, σκάβει τα “50χρονα του άλλου ξεριζωμού” και ξέρουμε ποιον εννοεί, αυτό στη σελ. 48, όπου και το “πού να γαντζωθείς τώρα που φεύγει”, στίχος με σπαραγμό, καθόλου ηχηρό -εννοείται-, στίχος πολλών που δεν βρήκαμε να γαντζωθούμε κάπου ασφαλείς, ευπροσάρμοστοι και γαληνεμένοι μετά τη συγκλονιστική και σχεδόν απόκοσμη εμπειρία υπέρβασης που ζήσαμε τον Νοέμβρη του ’73, τότε που μάθαμε να φοβόμαστε δίχως να κάνουμε πίσω και να λέμε μεγάλα λόγια και να τα πιστεύουμε λέξη προς λέξη...

Ο Παυλάκης λιώνει από νόστο. Στην ουσία ποτέ δεν έφυγε για αλλού. Μπορεί εδώ και 48 χρόνια να ζει στην Αμερική, αλλά δεν γράφει στίχο που να τη δείχνει. (Ούτε ο γύρος του κόσμου πρωταγωνιστεί στην ποίησή του, κι ας τον έχει κάνει 100 φορές ταξιδεύοντας για ιατρικά συνέδρια και γενικά επαγγελματικές υποχρεώσεις.) Σπουδάζει ξένες πολιτείες, ξένους λαούς και δεν αφήνει να του ξεφύγουν γνώσεις κάθε είδους, διεθνής πολιτική κατάσταση, κοινωνική ανθρωπολογία, τεχνολογία, Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά εφαλτήριο της λογοτεχνικής του δουλειάς, θεμέλιο ύπαρξης για εκείνον και απόγειο διαύγειας που καταυγάζει κάθε πτυχή των πεπραγμένων του είναι το τριήμερο της εξέγερσης του ’73, πλούσιο σε ενότητα, άφαντη έκτοτε, σε ανιδιοτέλεια, που το είδος της Μεταπολίτευσης είχε στόχο να τη ροκανίσει, και σε ανθρωπιά - αυτή όταν χρειάζεται ανασταίνεται και πάντως είναι η ειδικότητά του.

Σκέφτομαι πως όπου κι αν βρίσκεται, στην Κρήτη του, στην Κίνα, στη Βραζιλία, στην Κούβα, στον Καναδά, περνάει κάθε μέρα από αυτό το αυτοσχέδιο ιατρείο στο Πολυτεχνείο, εκεί όπου μαζί με άλλους συμφοιτητές του φρόντισαν όσο μπορούσαν βαριά τραυματισμένους από σφαίρες, άγγιξαν αίμα που γλιστρούσε ποτάμι μέσα από τα δάχτυλά τους, είδαν το εναγώνιο στερνό βλέμμα, άκουσαν επιθανάτιο ρόγχο, ένιωσαν πώς είναι να ξεψυχάει άνθρωπος στα χέρια σου...

Σίγουρα έτσι εξηγείται και ο τίτλος “Περασμένα «παραμύθια», εξομολογητικός και οδυνηρός, και από κει και αυτός ο ειρμός υφέρπουσας θλίψης με τη μεγαλύτερη δυνατή συστολή, ως πρέπει. Συνειδητά ή όχι, εκεί θα οφείλεται και η επιθυμία του Παυλάκη το βιβλίο να βγει τέτοιες μέρες -πάση θυσία- Νοέμβριο μήνα.

Βιβλίο

Μήπως το παρακάνω σε συνειρμούς; Μήπως εκβιάζω παραλληλισμούς; Μήπως του πιστώνω περισσότερα από όσα υπάρχουν στις σελίδες του; Έτσι τον διαβάζω και τόσο με αγγίζει, πολύ και βαθιά, και διαβάζοντάς τον θέλω να του πω πως ένιωθα ότι υπάρχει ένα πολύ, πολύ δικό του αποτύπωμα, κάτι παράξενο, κάτι σοβαρό, αλλά τι είναι αυτό; (Μανιακός της μνήμης; Όχι. Επίμονος συλλέκτης ματαιώσεων; Ούτε. Καταγραφέας ολισθημάτων, αφού έκτοτε μερικοί ξεστρατίσαμε, καθόλου ποιητικά μάλιστα; Με τίποτε.) Το έψαχνα. Για μένα λοιπόν το αποτύπωμα του Παυλάκη, το πιο προσωπικό του στοιχείο, είναι η ευθραυστότητα. Εύθραυστος όπως τα 20χρονα πλάσματα που δεν αποφεύγουν να ζήσουν εμπειρία συντριβής».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL