Το «Let The Children Talk» είναι μια πολυμορφική περιοδεύουσα έκθεση που έχει στόχο να σπάσει τα στερεότυπα για τη διαφορετικότητα και να επικοινωνήσει τη συνύπαρξη, με όχημα τις έννοιες της μετακίνησης και της παιδικότητας. Παρουσιάστηκε πρώτη φορά τον Νοέμβριο στον Δήμο Αγίου Δημητρίου με μεγάλη επιτυχία, καθώς την επισκέφθηκαν τουλάχιστον 1.500 μαθητές. Σήμερα και ως τις 9 Απριλίου φιλοξενείται στο Κέντρο Νεότητας του Δήμου Χαλανδρίου. Η έκθεση περιλαμβάνει τις φωτογραφίες του Μάριου Λώλου, την εικαστική in situ εγκατάσταση της Μαρίας Καραθάνου, τα ηχητικά τοπία του Μάριου Τσάγκαρη και τα βίντεο των Ζαφείρη Χαϊτίδη και Σοφίας Χατζηλάμπρου, που στοιχειοθετούν ένα συνολικό εικαστικό συμβάν με στόχο τη βιωματική εμπειρία. Παράλληλα, η έκθεση λειτουργεί ως ένα σημείο διαλόγου και αναφοράς για την τοπική κοινωνία, καθώς στο πλαίσιό της πραγματοποιούνται συλλογιστικοί περίπατοι για τα σχολεία από την ομάδα nomades artcore, θεατρικές, μουσικές παραστάσεις και συζητήσεις. Η ΑΥΓΗ συνομίλησε με τρεις από τους βασικούς συντελεστές της, τον φωτορεπόρτερ Μάριο Λώλο, την εικαστικό Μαρία Καραθάνου και τον Γιάννη Σιούτη, που μαζί με τον Πέτρο Ρούσσο συνοδοιπορούν με τα παιδιά στους συλλογιστικούς περιπάτους.
Η αρχική ιδέα ξεκίνησε στην Κέρκυρα με μια αμιγώς φωτογραφική έκθεση του Μάριου Λώλου. Στη συνέχεια η παρέα εμπλουτίστηκε, για να φτάσουμε στο σημερινό πολυσυλλεκτικό εικαστικό αφήγημα, που έχει φωτογραφίες, ταινίες, δράσεις με μαθητές και ενήλικες. Το εντυπωσιακό με το «Let The Children Talk» είναι ότι στήνεται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε μέρος που φιλοξενείται, δημιουργώντας διαρκώς νέα δεδομένα στην εικαστική αφήγηση. Οι συντελεστές της έκθεσης, όπως μου εξήγησαν, αξιοποιούν στοιχεία από κάθε χώρο που βρίσκονται. Στην παρουσίαση της έκθεσης στο Χαλάνδρι το «χαρτόκουτο» παίζει κεντρικό ρόλο. Αξιοποιήθηκε ως στοιχείο μετακίνησης που παίζει παράλληλα ζωτικό συχνά ρόλο στη μετανάστευση. Ας δούμε, όμως, πώς ξεκίνησαν όλα...
Μ. Λώλος: Μου έγινε μία πρόταση να εκθέσω τις φωτογραφίες που είχα ήδη από τα προσφυγάκια, τραβώντας ήδη από πριν το 2015, στη Δημοτική Πινακοθήκη της Κέρκυρας.
Γ. Σιούτης: Στη συνέχεια έγινε συνάντηση του Μάριου με την ομάδα μας, τους nomads artcore, ως μια ευκαιρία το θέμα να «ανοίξει». Στη δημιουργική αυτή ομάδα προστέθηκαν η Μαρία Καραθάνου για το εικαστικό κομμάτι, καθώς και η παιδίατρος Χρύσα Δεληγιάννη και η Ηλέκτρα Αλεξανδροπούλου, που πρόσθεσαν το βίωμά τους με τα παιδιά από την αλληλέγγυα δράση στο Πεδίο του Άρεως, στη Μυτιλήνη, στη Λέρο και άλλα camps. Στόχος μας ήταν να δημιουργηθεί ένα συνολικό project.
Μ. Καραθάνου: «Θέλαμε να υπάρξει, δηλαδή, ένα αποτύπωμα που να μην αφορά μόνο τη φωτογραφική ή την ειδησεογραφική κοινότητα, αλλά να είναι ένα άνοιγμα και στα παιδιά. Να έχει την έννοια της δημιουργικότητας, του ανοίγματος προς ένα κοινό που δεν έχει σχέση με το προσφυγικό. Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε μια συνθήκη φιλική σε όλους χωρίς να θέτουμε ηλικιακούς ή άλλους περιορισμούς.
Κ. Μπρέγιαννη: Είναι σημαντικό όταν το θέμα δεν είναι σε πρώτο πλάνο, εσύ να το αναδεικνύεις με έναν τέτοιο συνολικό τρόπο.
Μ.Κ.: Δεν έχει σημασία, δηλαδή, πότε τραβήχτηκαν, αλλά ότι συμβαίνει ακόμα. Υπάρχει, από τη μια, η χρονικότητα των φωτογραφιών του Μάριου, αλλά η δική μας δουλειά ήταν να τις ξαναφέρουμε στο σήμερα. Είναι μια διαχρονική θεματική. Εξάλλου, οι μετακινήσεις πληθυσμών δεν σταματάνε να συμβαίνουν ποτέ. Πέρα από το φωτογραφικό υλικό, υπάρχουν τα documentary films που προβάλλονται στην έκθεση, οι ομιλίες που πλαισιώνουν τη δράση. Το προσφυγικό αποτελεί έτσι μια αφορμή να συζητήσουμε για το εδώ και το τώρα. Παράλληλα, δίνεται βήμα σε νέους «φωτογράφους»...
Μ.Λ.: Είναι μία έκθεση που ταξιδεύει και με την εμπειρία υπάρχει εμπλουτισμός. Από τη στιγμή που λέμε «αφήστε τα παιδιά να μιλήσουν» θα έπρεπε να συμμετέχουν και τα ίδια. Έτσι στην έκθεση στο Χαλάνδρι υπάρχει και υλικό που φωτογράφισαν τα ανήλικα ασυνόδευτα προσφυγάκια από το κοινωνικό ΕΚΑΒ που μένουν σε δομές, το οποίο συνοδεύεται με κείμενα δικά τους. Και συνομιλούν με το όλο.
Μ.Κ.: Και μας μιλά εδώ και τώρα για την εμπειρία της δικής τους κατάστασης.
Γ.Σ.: Ιδιαίτερα μας εξέπληξε το γεγονός ότι οι ανάγκες τους είναι πολύ απλές. Παρά τα δραματικά ντοκουμέντα που καταγράφονται στην έκθεση, ξεπηδούν και οι πραγματικές ανάγκες των παιδιών που μας αγγίζουν όλους. Για παράδειγμα, «έχασα το κινητό», «δεν έχω δικό μου χώρο» ή το θέμα των φίλων. Πράγματα που μας αγγίζουν ανεξάρτητα από το αν είναι ο άλλος πρόσφυγας. Για μας το ζητούμενο είναι να φτάσουμε σε ένα σημείο να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους χωρίς την ταυτότητα ότι είναι πρόσφυγας ή ότι είναι από κάπου αλλού.
Μ.Λ.: Με εντυπωσιάζει, επίσης, το γεγονός ότι, πέρα από τη βαρύτητα της καταγραφής που έχουν οι φωτογραφίες μου, βάζοντάς τες μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το θέμα αποκτά νέα διάσταση. Μαζί με τη μουσική που παίζεται στον χώρο ή την αφρικάνικη μουσική που παίχθηκε την Κυριακή, τις ταινίες ή τις συζητήσεις που οργανώνονται το θέμα διευρύνεται ακόμα παραπάνω. Στο ίδιο πλαίσιο λειτουργούν και οι ξεναγήσεις στους μαθητές από τον Γιάννη και τον Πέτρο. Δεν είναι μια απλή ξενάγηση, αλλά γίνεται μέσα από θεατρικό παιχνίδι. Έτσι το παιδί μπορεί να καταλάβει πιο εύκολα ότι αυτό το παιδάκι που βλέπει στη φωτογραφία μπορεί να είναι ο συμμαθητής του αύριο.
Κ.Μ.: Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι εκθέτονται και προσωπικά αντικείμενα, πράγματα πολύ οικεία, καθημερινής χρήσης, όπως το κινητό, ένα παιχνίδι, μια πιπίλα...
Γ.Σ.: Ισχύει. Αυτό είχε ενδιαφέρον και το είδαμε στον Άγιο Δημήτριο. Σπάνε έτσι λίγο τα στερεότυπα για το τι είναι μετανάστης, λαθρομετανάστης. Το γεγονός ότι πρόσφυγες είναι όλες οι ηλικίες, γυναίκες, άντρες, παιδιά και έχουν αντικείμενα όπως τα δικά μας ή ότι κάποια παιδιά είναι μαθητές αποδομεί τελείως το στερεότυπο ότι είναι κάτι ξένο, ότι είναι τρομοκράτες...
Κ.Μ.: Την εχθρότητα, δηλαδή, που περνάει μέσα από τα στερεότυπα για το διαφορετικό. Ένα συγκλονιστικό στοιχείο της έκθεσης είναι η κατασκευή της Μαρίας Καραθάνου. Πώς προέκυψε η ιδέα του kinetic art;
Το «ζωντανό γλυπτό»...
Μ.Κ.: Με αφορμή τη δουλειά του Μάριου θέλησα να βρω έναν τρόπο να λειάνω τη σκληρότητα. Να βρεθεί ένας συλλογικός τρόπος επικοινωνίας. Σε αυτό βοηθάει το γεγονός ότι η γλώσσα των εικαστικών είναι πιο ελεύθερη από τη φωτογραφία. Πήρα τα στοιχεία από τις εικόνες του Μάριου και έκανα ένα παζλ ώστε να μην δημιουργήσω κανέναν διαχωρισμό στο πώς θα δει το έργο ένα παιδί-πρόσφυγας και ένα παιδί που μένει εδώ και πάει στο σχολείο. Αυτό φαίνεται ότι λειτούργησε καλά. Ήθελα να δώσω μια πιο ποιητική και ίσως πιο θετική προσέγγιση. Έχει βοηθήσει πολύ και η μουσική σύνθεση του Μάριου Τσάγκαρη, που συνυπάρχει στον χώρο με τις φωτογραφίες και το εικαστικό. Ουσιαστικά είναι μια κινητική εγκατάσταση με την έννοια της συνεχούς ροής που έχει η ζωή και με την έννοια της μετακίνησης.
Κ.Μ.: Εμπεριέχει, θα έλεγα, δύο οπτικές: τη γενικότερη έννοια του ταξιδιού, της μετακίνησης, και αυτή της μετανάστευσης...
Μ.Λ.: Άλλωστε, όλοι μετακινούμαστε και με την έννοια της σκέψης. Όλοι αλλάζουμε.
Μ.Κ.: Η συνεχής ατέρμονη ροή που λέγαν οι ντανταϊστές. Η ζωή κινείται και εξελίσσεται. Καταλαβαίνω τους ανθρώπους που αντιλαμβάνονται με έναν τρόπο τα πράγματα, ωστόσο εμείς προσπαθούμε να δείξουμε έναν άλλο τρόπο. Να δείξουμε το γεγονός, αλλά και άλλους τρόπους συνύπαρξης με τους ανθρώπους, ως μονάδες και ως σύνολο.
Οι λέξεις των παιδιών: «βοήθεια», «θλίψη», «δεν αντέχω»
Γ.Σ.: Σημαντικό είναι, επίσης, ότι καθένας βάζει το κέντρο βάρους όπου θέλει παρακολουθώντας την έκθεση. Άλλοι θα εστιάσουν στις φωτό, άλλοι στο έργο της Μαρίας. Δίνει, δηλαδή, τη δυνατότητα στους επισκέπτες να επιλέξουν τι θέλουν να πάρουν από αυτή την εμπειρία. Από τη συζήτηση που προκύπτει με τα παιδιά αποκαλύπτεται και η μεγάλη παραπληροφόρηση που υπάρχει στο θέμα του προσφυγικού. Για παράδειγμα, δεν είναι κάτι που έχει σταματήσει, δεν έχουμε πρόσφυγες μόνο από τη Συρία ή το Αφγανιστάν.
Είναι ουσιαστικό να εστιάσουμε στους προβληματισμούς των παιδιών, ειδικά όταν μπαίνουν στη θέση ενός ανθρώπου που είναι αποκλεισμένος. Εξάλλου, οι βασικές ασκήσεις που κάνουμε στη θεατρική ξενάγηση είναι ένταξης και αποκλεισμού. Είναι ένα βίωμα ταύτισης. Αυτή είναι η αφορμή για να μιλήσουμε για τα εκθέματα ή ευρύτερα τι θα συμβεί αν, για παράδειγμα, είμαστε εμείς πρόσφυγες... Κάτι που οι νέοι σήμερα το έχουν ως πιθανότητα στον νου τους.
Μ.Κ.: Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι λέξεις που άφησαν τα παιδιά σε σχέση με όσα βίωσαν στην έκθεση και σε πάρα πολλές δεν καταλάβαινες αν το παιδί που τις έγραψε ήταν πρόσφυγας ή ντόπιο. Επίσης, πολλές λέξεις ήταν κοινές. Δηλαδή, υπήρχαν παιδιά που έγραφαν τη λέξη «βοήθεια» και δεν ήταν προσφυγάκια. Πώς είναι δυνατόν αυτά τα παιδιά που θεωρούμε ότι είναι ευτυχισμένα, ότι δεν έχουν προβλήματα, ότι θεωρητικά ζουν σε «φυσιολογικό περιβάλλον» να γράφουν τη λέξη «Βοήθεια»; Τελικά, πόσο «φυσιολογικό» είναι το περιβάλλον που ζουν και τα εντόπια παιδιά; Εκεί εγείρονται πολλά ζητήματα κοινωνικά και πολιτικά. Είναι πολύ λάθος να κλείνουμε τα μάτια νομίζοντας ότι εμείς τα κάνουμε όλα τέλεια. Θεωρώ, λοιπόν, πολύ σημαντικό ότι η έκθεση ήταν μια αφορμή για τα παιδιά να μιλήσουν για το δικό τους βίωμα.
Γ.Σ.: Οι λέξεις που κυριαρχούσαν στις αποτυπώσεις των παιδιών ήταν «θλίψη», «δεν αντέχω», «βοήθεια», κάτι που ήταν πραγματικά σοκαριστικό για μας.
Κλείνοντας τη συζήτηση, αναφερθήκαμε στους στόχους της έκθεσης «Let The Children Talk» που, σύμφωνα με τον Μ. Λώλο, αφορούν δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι η διαφορετικότητα. «Αυτό πρέπει να πάψει να υπάρχει. Αυτοί οι άνθρωποι, μικροί ή μεγάλοι, είναι κομμάτι δικό μας. Να δώσουμε, δηλαδή, το μήνυμα ότι αυτά τα παιδιά είναι δικά μας. Οι γονείς τους είναι δικοί μας συνάνθρωποι, φίλοι και γείτονες, συνάδελφοι. Κάποια από αυτά τα παιδιά θα μείνουν στην Ελλάδα και θα δημιουργήσουν το μέλλον» μου είπε χαρακτηριστικά. Και ο δεύτερος στόχος είναι «να αναδείξουμε πιο επικεντρωμένα λίγο το προσφυγικό, κυρίως ως προς το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι εξαφανισμένοι από την κοινή γνώμη, ενώ υπάρχουν και συνεχίζουν και βασανίζονται. Είτε είναι πεταμένοι σε καμπ είτε κάνουν επαναπροωθήσεις και τους πνίγουν»...
[Ο Γιάννης Σιούτης, αναφερόμενος στο συγκεκριμένο πρότζεκτ, τόνισε ότι είναι «πολυσυλλεκτικό και πολυπρισματικό. Αυτό έχει μεγάλη γοητεία και ενδιαφέρον. Επίσης, το γεγονός ότι έχουμε εστιάσει περισσότερο στην παιδικότητα δημιουργεί μια ένταση, μια δραματικότητα, αλλά πέρα από αυτό τα παιδιά είναι πιο καθαρές μορφές ύπαρξης. Τα κομμάτια της φυγής, του αποκλεισμού μπορεί να συμβολιστούν πιο έντονα σε μια ύπαρξη παιδική. Η έκθεση δομείται με βάση τις έννοιες της μετακίνησης και της παιδικότητας».
«Υπάρχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης» πρόσθεσε κλείνοντας η Μαρία Καραθάνου. «Ο τρόπος που ανακαλύπτει κάποιος τις φωτογραφίες του Μάριου, τα συμβάντα που υπάρχουν σε αυτή τη διαδρομή. Δηλαδή, σε όποιο χώρο και να βρίσκεσαι, να βλέπεις κάτι διαφορετικό. Η θέση του θεατή έχει σχέση με αυτό που βλέπει. Πιθανόν κάθε θεατής να δει κάτι άλλο ή αυτό που του χρειάζεται ή που μπορεί να δει. Δηλαδή, δεν σου επιβάλλω τι θα δεις, αλλά έχεις την ελευθερία να το δεις με τον δικό σου τρόπο και τα δικά σου μάτια... Και αυτό είναι ένα θέμα βαθιά ελεύθερο και βαθιά δημοκρατικό στην έννοια της Τέχνης».]
Μίντια και μετανάστευση
Συζήτηση με θέμα μίντια και μετανάστευση πραγματοποιείται σήμερα, Σάββατο, στις 8 μ.μ., στο πλαίσιο της έκθεσης «Let The ChildrenTalk, στο Κέντρο Νεότητας του Δήμου Χαλανδρίου. Συζητούν η φωτορεπόρτερ στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων Λουίζα Γκουλιαμάκη, η ντοκιμαντερίστρια-δημοσιογράφος Βάνια Τέρνερ, ο δημοσιογράφος στην Εφημερίδα των Συντακτών Δημήτρης Αγγελίδης, η υπεύθυνη επικοινωνίας στην Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) Ειρήνη Γαϊτάνου, ο διευθυντής στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες Λευτέρης Παπαγιαννάκης, ο γιατρός-executive director στην Intersos Hellas Απόστολος Βεΐζης. Στη συζήτηση θα παρέμβει ο φωτορεπόρτερ Μάριος Λώλος. Τον συντονισμό έχει αναλάβει ο δημοσιογράφος Γιώργος Ι. Αλλαμανής.