Πολύ καλά το έπιασε ο Στέφανος Κασσελάκης ότι εκείνος έχει την ευθύνη της κυβερνητικής πρότασης. Γνωρίζει άλλωστε ότι ο Σεπτέμβριος έχει τεθεί ως το απώτατο χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα αναληφθούν πολιτικές πρωτοβουλίες για την ανασύνθεση της προοδευτικής παράταξης.
Οι ευρωεκλογές ήταν ένα σημείο καμπής για τη Ν.Δ. του Μητσοτάκη, απ’ όπου ξεκίνησε η κατρακύλα. Στο Μαξίμου κακώς νομίζουν πως οι πολίτες τους ζητούν να προχωρήσουν πιο γρήγορα τις ντεμέκ μεταρρυθμίσεις. Τους ζητούν το ακριβώς αντίθετο! Μπορούν όμως ο Μητσοτάκης και οι συν αυτώ να αλλάξουν πολιτική; Δεν μπορούν. Το παραδέχονται και οι ίδιοι, γι’ αυτό και στην πραγματικότητα λένε ότι πήραν το μήνυμα αλλά δεν το πήραν. Δεν μπορούν να μειώσουν τον ΦΠΑ, να φορολογήσουν τα υπερκέρδη, να μειώσουν ασφαλιστικές εισφορές, να ακυρώσουν τον κεφαλικό φόρο σε ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες, να μην διαλύσουν την Υγεία, να αλλάξουν διπλωματική πολιτική. Επομένως ο ανασχηματισμός είναι μια ανάσα μακριά - τρεις μέρες και αν. Και ο πρωθυπουργός κακώς νομίζει πως αν βάλει περισσότερους συντηρητικούς στην κυβέρνηση θα λύσει το πρόβλημα. Θα γίνει πιο έντονη η αποξένωσή του από τον χώρο του Κέντρου. Πόσους Γεωργιάδηδες μπορούν να καταναλώσουν οι φιλελελέδες του Μητσοτάκη; Και για πόσο;
Στην άλλη πλευρά, ο Κασσελάκης πήρε ψήφο προσμονής και, με το τρέξιμο που έριξε και έχοντας σωστές τις βασικές στρατηγικές επιλογές, μάλλον έσωσε τον ΣΥΡΙΖΑ από το μονοψήφιο. Και θα πήγαινε ακόμα καλύτερα χωρίς τα λάθη απειρίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Σε κάθε περίπτωση, οι ψηφοφόροι του είπαν «να σε δούμε, να σε γνωρίσουμε». Θέλουν να διαπιστώσουν ότι μπροστά τους βρίσκεται ένας που χωράει στο κοστούμι του πρωθυπουργού και θα εργαστεί γι’ αυτούς.
Επειτα από μια προεκλογική εκστρατεία που μας χάρισε χασμουρητά, ο Ανδρουλάκης πληρώνει την πολιτική αδιαφορία που προκάλεσε. Πρωτοφανής η αδυναμία να κεφαλαιοποιήσει ακόμα και επιτυχίες του (π.χ., παραιτήσεις υπουργών του Μαξίμου) ή τη στήριξη που είχε από Σημίτη και Βενιζέλο. Η δε χαμηλή σταυροδοσία των υποψηφίων που στήριξε ο ίδιος ήταν ένα προσωπικό πλήγμα στο κύρος του. Ακόμα δεν έχει πείσει για το ποια όχθη του πολιτικού συστήματος έχει διαλέξει. Και τώρα καλείται να αναλάβει πρωτοβουλίες που έως το Σάββατο τις απευχόταν, και μάλιστα με δυσμενείς πολιτικούς συσχετισμούς και υπό διαρκή εσωτερική αμφισβήτηση. Αν ισχύει η απόφασή του να μην μιλήσει με τον ηγέτη του μεγαλύτερου κόμματος της Κεντροαριστεράς, το μόνο που του μένει είναι η Νέα Αριστερά, την οποία σνόμπαρε όταν του την πρότειναν από το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας.