Μεγάλα είναι τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα νοικοκυριά στην Ελλάδα και με το νέο έτος, το οποίο εισήλθε στη ζωή μας πριν από λίγες ημέρες. Σε αυτά συγκαταλέγονται το υψηλό κόστος ζωής, που σε συνδυασμό με τους χαμηλούς μισθούς δημιουργεί ένα εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα, η χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε., η καταγραφόμενη ενίσχυση των ανισοτήτων, η διατήρηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών σε υψηλά επίπεδα, το υψηλό επενδυτικό κενό και το ελλειμματικό παραγωγικό μοντέλο. Η ευθύνη της κυβέρνησης της Ν.Δ., η οποία προσπαθεί να τα κρύψει, είναι τεράστια σε αυτά τα ζητήματα.
Οπως προκύπτει, η πλειονότητα των πολιτών στην Ελλάδα θα συνεχίσει την προσπάθεια να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις της σε όλο και πιο αβέβαιες και δύσκολες συνθήκες. Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης της Ν.Δ. έχει σαφή προσανατολισμό. Η παρατηρούμενη ανισοκατανομή του παραγόμενου πλούτου, η όξυνση των ανισοτήτων και τα υψηλά κόστη διαβίωσης και στέγης δημιουργούν εστίες ανησυχίας για τη φετινή χρονιά, σύμφωνα με πολλούς οικονομικούς αναλυτές.
Ο πληθωρισμός
Ενα επιπλέον πρόβλημα αποτελεί και η ακρίβεια στην Ελλάδα, που πλήττει τα εισοδήματα των πολιτών. Η διατήρηση του πληθωρισμού άνω του στόχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και η επακόλουθη καθυστέρηση της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ μπορεί να αποδυναμώσουν την ελληνική οικονομία και πάνω από όλα τους πολίτες, οι οποίοι βλέπουν την πραγματική αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται. Πέραν αυτού, τίθενται και σημαντικά ζητήματα σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τη φετινή χρονιά λόγω των κινδύνων που ελλοχεύουν. Για παράδειγμα, η ενδεχόμενη κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή και η πιθανή εμφάνιση νέων εστιών αποτελούν ζητήματα που θα απασχολήσουν τη χώρα μας, όπως και η ενδεχόμενη αύξηση του εμπορικού προστατευτισμού μέσω της επιβολής δασμών, με τους οποίους έχει απειλήσει ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που αναμένεται να αναλάβει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου.
Το πρόβλημα του δημογραφικού και η γήρανση
Σημαντική απειλή, σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και για τη χώρα μας, είναι και η κλιματική αλλαγή, εξαιτίας της οποίας τα φαινόμενα φυσικών καταστροφών εντάθηκαν τα τελευταία χρόνια. Την Ελλάδα ειδικότερα απασχολούν και το δημογραφικό πρόβλημα, όπως και το brain drain, που δείχνει να συνεχίζεται, αν και με μειωμένο ρυθμό.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας κατά την 1η Ιανουαρίου 2024 εκτιμάται σε 10.400.720 άτομα (5.096.893 άνδρες και 5.303.827 γυναίκες), μειωμένος κατά 0,1% σε σχέση με τον αντίστοιχο πληθυσμό της 1ης Ιανουαρίου 2023, που ήταν 10.413.982 άτομα. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της φυσικής μείωσης του πληθυσμού, που ανήλθε σε 55.920 άτομα (71.249 γεννήσεις έναντι 127.169 θανάτων ατόμων που διαμένουν εντός της ελληνικής επικράτειας), και της καθαρής μετανάστευσης, που εκτιμάται σε 42.658 άτομα (θετικό ισοζύγιο). Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, την 1η Ιανουαρίου 2024 εκτιμάται ότι ο πληθυσμός ηλικίας 0-14 ετών ανήλθε στο 13,1% του συνολικού πληθυσμού, έναντι 63,6% του πληθυσμού των 15-64 ετών και 23,3% του πληθυσμού των 65 ετών και άνω.
Ο δείκτης γήρανσης (πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω προς τον πληθυσμό ηλικίας 0-14 ετών) ανήλθε στις 178,5 μονάδες. Πρόκειται για έναν δείκτη που ακολουθεί σταθερά ανοδική πορεία, αντιστρόφως ανάλογη με την αναλογία θανάτων-γεννήσεων. Ενδεικτικά, από το 2011 ο δείκτης γήρανσης αυξήθηκε κατά 47 μονάδες, ενώ έχει υπερτριπλασιαστεί σε σχέση με το 1981 (53,7 μονάδες).
Συνεχίζεται το brain drain
Οσον αφορά την εξωτερική μετανάστευση, μέρος της οποίας είναι και το brain drain, αυτή ανήλθε το 2023 σε 76.158 άτομα. Πρόκειται για πληθυσμό που εγκαταλείπει τον τόπο συνήθους διαμονής του για μια χρονική περίοδο τουλάχιστον δώδεκα μηνών. Ο αριθμός όσων φεύγουν από την Ελλάδα βαίνει μεν μειούμενος σε σχέση με την περίοδο της οικονομικής κρίσης, αλλά παραμένει σε σταθερά υψηλά επίπεδα. Οι εξερχόμενοι μετανάστες το 2023 ανήλθαν σε 76.158 άτομα, από 80.307 το 2022. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη δεκαετία 2010-2020 οι μεταναστευτικές εκροές είχαν έως και τριπλασιαστεί σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση.