Το «ψαλίδισμα» της κυβερνητικής εκτίμησης για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για φέτος στο 2,2% και του χρόνου στο 2,3% επιβεβαιώνει η ανάλυση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ), αποκαλύπτοντας μέρος του Μεσοπρόθεσμου που παρουσιάστηκε στο υπουργικό συμβούλιο.
«Οι μακροοικονομικές προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, στις οποίες βασίζεται το μεσοπρόθεσμο σχέδιο, για τον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ των ετών 2024 (2,2%) και 2025 (2,3%), βρίσκονται εντός του εύρους των προβλέψεων του ΕΔΣ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΕΔΣ αναθεωρεί ελαφρώς προς τα κάτω την πρόβλεψή του για το τρέχον έτος σε σύγκριση με αυτή του Απριλίου 2024 (2,3%, Γνώμη ΠΣ 2024), κυρίως λόγω της νέας χαμηλότερης εκτίμησής του για τη στατιστική επίδραση βάσης για το 2024 (0,5% αντί για 0,9%), και του βραδύτερου από τον αναμενόμενο ρυθμού μεγέθυνσης στις οικονομίες της ΕΕ», αναφέρει χαρακτηριστικά το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Παράλληλα, με βάση τα όσα αναφέρει το Συμβούλιο, ο πληθωρισμός θα είναι φέτος στο 2,8% και του χρόνου στο 2,1%, λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
«Στο ΜΔΣ 2024, ο πληθωρισμός (Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, ΕνΔΤΚ) για το 2024 προβλέπεται να μειωθεί στο 2,8% (βλ. Διάγραμμα 4). Η παραπάνω καθοδική πορεία του πληθωρισμού υποστηρίζεται και από τα τρέχοντα στοιχεία. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, ο μέσος πληθωρισμός επιβραδύνθηκε στο 3,0% το Α΄ εξάμηνο του 2024 από 5,1% το Α΄ εξάμηνο του 2023. Για το 2025, ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει πτωτικά στο 2,1%, σύμφωνα και με τις προβλέψεις του ΠΣ 2024. Για τα επόμενα χρόνια έως το 2028, ο πληθωρισμός προβλέπεται να σταθεροποιηθεί στο 2,2%–2,3%».
Ουσιαστικά, η ανάλυση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου αναφέρεται στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλάνο (Fiscal Structural Plan), το οποίο θα αποτελεί ουσιαστικά τους προϋπολογισμούς των επόμενων 4 ετών. Και μάλιστα βασισμένο στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, οι οποίοι αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από την 1/1/2025, περιλαμβάνοντας τον γνωστό πλέον «κόφτη» δαπανών.
Αναλυτικά η γνωμοδότηση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου: