Οι βιαστικές αποφάσεις για απολιγνιτοποίηση είχαν ως αποτέλεσμα τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού στις περιφέρειες, οι οποίες τις τελευταίες δεκαετίες επηρεάζονταν σε μεγάλο βαθμό από τον λιγνίτη. Έτσι, ο λιγνίτης «δαιμονοποιήθηκε», ενώ στήριζε σε μεγάλο βαθμό την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας και βοηθούσε με αυτό τον τρόπο να είναι λιγότερο εξαρτημένη η χώρα από τα εισαγόμενα καύσιμα. Χωρίς αμφιβολία, τα ορυκτά καύσιμα έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλουν όλα τα κράτη με τον ίδιο τρόπο στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος, λόγω των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Το ενεργειακό κόστος, απειλή για τον εξορυκτικό κλάδο
Την ώρα που η Ευρώπη σπεύδει να εφαρμόσει πολιτικές μείωσης των εκπομπών CO2, άλλες χώρες, κυρίως στην Ασία, συνεχίζουν με αμείωτο ρυθμό τη χρήση του άνθρακα, απαλλάσσοντας επιχειρήσεις από φόρους με τους οποίους επιβαρύνονται επιχειρήσεις που έχουν έδρα στην Ευρώπη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να λειτουργούν με πολύ αυξημένο κόστος παραγωγής, σε αντίθεση με άλλες που λειτουργούν σε χώρες της Ασίας. Η ενεργειακή κρίση ήρθε απλά την προηγούμενη τριετία να επιβαρύνει ακόμα περισσότερα τη λειτουργία των εξορυκτικών επιχειρήσεων. Ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων στην τελευταία ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων (2022) τόνιζε πως χρειάζεται οι αρμόδιοι φορείς να βοηθήσουν στην εύρεση λύσεων για τα προβλήματα και τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος. Παράλληλα, επεσήμανε πως «το 2022 χαρακτηρίζεται από υψηλή ζήτηση μεγάλου μέρους εξορυκτικών και μεταλλουργικών προϊόντων. Η αυξημένη ζήτηση οδήγησε σε αύξηση τιμών που σε αρκετά προϊόντα κυμάνθηκαν από 15% έως 20% έναντι του 2021, σημειώνοντας αύξηση του κύκλου εργασιών 12,5%. Η παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων αυξήθηκε κατά 3% σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων του κλάδου. Εκτιμάται ότι ο αυξημένος κύκλος εργασιών δεν θα οδηγήσει σε αυξημένη κερδοφορία λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας και πρώτων υλών». Δύο χρόνια μετά, δεν έχουν αλλάξει πολλά, παρά το γεγονός πως το ενεργειακό κόστος έχει μειωθεί αρκετά. Από την άλλη, το πρόβλημα της χρηματοδότησης υποσκάπτει το όποιο επενδυτικό ενδιαφέρον υπάρχει στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση και με το δεδομένο πως η εξόρυξη και η επεξεργασία ορυκτών πρώτων υλών στην Ευρώπη είναι απαραίτητα για ενεργειακές επενδύσεις που συνδέονται με την ενεργειακή μετάβαση. Με άλλα λόγια, ο ορυκτός πλούτος θα διαδραματίζει αυξημένο ρόλο τις επόμενες δεκαετίες.
Η διασφάλιση των κρίσιμων πρώτων υλών
Το λίθιο, το κοβάλτιο και το νικέλιο είναι απαραίτητα για την παραγωγή μπαταριών. Παράλληλα, το γάλλιο χρησιμοποιείται σε ηλιακούς συλλέκτες, ενώ το ακατέργαστο βόριο χρησιμοποιείται σε τεχνολογίες αιολικής ενέργειας. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «το 63% του κοβαλτίου παγκοσμίως, που χρησιμοποιείται σε μπαταρίες, εξορύσσεται στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Το 97% του μαγνησίου που προμηθεύεται η Ε.Ε. προέρχεται από την Κίνα. Το 100% του καθαρισμού των σπάνιων γαιών που χρησιμοποιούνται σε μόνιμους μαγνήτες πραγματοποιείται στην Κίνα και το 98% των βορικών ενώσεων που προμηθεύεται η Ε.Ε. προέρχεται από την Τουρκία».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει την ευρωπαϊκή πράξη για τις κρίσιμες πρώτες ύλες που στόχο έχει να διασφαλίσει τον ασφαλή και βιώσιμο εφοδιασμό της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με κρίσιμες πρώτες ύλες και να μειώσει σημαντικά την εξάρτηση της Ε.Ε. από εισαγωγές από προμηθευτές μίας μόνο χώρας. Όπως αναφέρει σχετικό δελτίο Τύπου, «η Ε.Ε. εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές κρίσιμων πρώτων υλών από τρίτες χώρες. Αυτή η εξάρτηση, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση λόγω της μετάβασης προς την ψηφιακή και πράσινη οικονομία, καθιστά ευάλωτες τις αλυσίδες εφοδιασμού μας».
Η περίπτωση της ΛΑΡΚΟ
Στο πλαίσιο αυτό προκαλεί ερωτήματα η επιλογή της κυβέρνησης για παραχώρηση της ΛΑΡΚΟ, ενός σημαντικού κεφαλαίου για την ελληνική οικονομία, που θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση. Η ΛΑΡΚΟ έχει σταματήσει να λειτουργεί από το 2022, καθώς μέχρι τώρα δεν έχει ξεμπλοκάρει η υπόθεση της μεταβίβασής της. Υπενθυμίζεται πως προτιμητέος επενδυτής, μετά από τον διαγωνισμό που πραγματοποιήθηκε το 2023, αναδείχθηκε η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ AD Holdings. Ωστόσο η ιρλανδική Commodity & Mining Insight (CMI) που διεκδικούσε τη ΛΑΡΚΟ προσέφυγε στο ΣτΕ κατά της συγκεκριμένης απόφασης. Οι εργαζόμενοι του εργοστασίου, που βρίσκονται σε κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια, προχώρησαν πριν λίγες ημέρες σε παράσταση διαμαρτυρίας στα υπουργείο Οικονομικών, ζητώντας να συνεχίσουν να εργάζονται και να δοθεί μια λύση στο αδιέξοδο. Φαίνεται, πάντως, πως θα υπάρξουν αρκετά ακόμα επεισόδια μέχρι να υπάρξει τελική λύση στην υπόθεση.