Μοιάζει όλο και πιο δύσκολο να σκοντάψεις στην αμφιβολία. Όλα είναι τόσο πλήρη! Η ανάστατη πέτυχε για ακόμα μια φορά, οι εξηγήσεις τέλειες και επιβεβαιωμένες, αφού εκατομμύρια εκατομμυρίων ζώντες εμπιστεύονται τις εξηγήσεις. Δεν έχει εδώ στιγμή για τον έντρομο άνθρωπο μπροστά στο κενό. Θέλω να πω πως, αν το καλοεξετάσεις, η Κυριακή του Θωμά είναι μια οδυνηρή γιορτή της τιμωρημένης αμφιβολίας. Της εσαεί τιμωρημένης αμφιβολίας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι τα πιο στυγνά καθεστώτα (κυρίως αυτά, αλλά όχι τα μόνα) τιμώρησαν ακόμα και την παραμικρή παρέκκλιση από το στέρεο ενός κόσμου που επινοήθηκε έτσι ώστε να είναι στέρεος. Και δεν τιμώρησαν την παρέκκλιση απλώς. Δεν τιμώρησαν καν την πρόθεση παρέκκλισης. Τιμώρησαν κάθε εκκοσμίκευση της σκέψης έξω από την ολοκληρωτική, θρησκειοποιημένη, κατά κάποιον τρόπο, απλοϊκότητα. Αυτό είναι η φρίκη. Που έσυρε μέχρι τον θάνατο εκατομμύρια αθώους κι ακόμη τους σέρνει.
Την Κυριακή του Θωμά ακούγονται οι αλυσίδες της δουλείας. Την Κυριακή του Θωμά η ελευθερία είναι ένα -στην καλύτερη περίπτωση- κατακριτέο ενδεχόμενο μπροστά στη λάμψη της απόλυτης αλήθειας που περιλαμβάνει τα πάντα χωρίς αμφιβολία. Ένα αμάρτημα που πρέπει να σκύψει για να εξιλεωθεί. Τιμωρημένο με ποινή θανάτου. Σε μυριάδες τόπους εκτελέσεων μπροστά σε μυριάδες εκτελεστικά αποσπάσματα: ερήμων, θαλασσών, καθεστώτων, χρηματιστηρίων, παραδείσων, στην πίσω αυλή αυτού του κόσμου.
Α ναι, είναι ωραία αυτή η Κυριακή του Θωμά όπου το θέμα έληξε για πάντα. Είναι ωραίες οι υπόλοιπες ηττημένες Κυριακές μας των λαϊκών ασμάτων, της ήττας που έχει ίση αξία με ένα ποδόσφαιρο των εννοιών σε ξένο γήπεδο, ίση αξία με το ποίημα μιας άτεχνης ελπίδας στον φωταγωγό. Στον ίδιο φωταγωγό που κάποια στιγμή, ωστόσο, έπεσε και σκοτώθηκε ο Άρης Κωνσταντινίδης. Ο Άρης Κωνσταντινίδης. Αυτός ο μέγας άπιστος Θωμάς της αρχιτεκτονικής μας πλησμονής.
Αυτή ακριβώς -θέλω να πω η Κυριακή, η Κυριακή του Θωμά- είναι που έκανε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή εθνάρχη και τον Άρη Κωνσταντινίδη αυτόχειρα. Για να ξέρουμε τι λέμε δηλαδή, αυτή η Κυριακή αποτελείωσε την ομορφιά στο στόμα του μεγάλου Αριστομένη Προβελέγγιου, τη γέμισε τσιμέντο, στομώνοντας όλη την ωραιότητα σπασμένης γης, όλη τη λιόφυτη ομορφιά που λέγεται Αττική. Αυτό «το δράμα της ποιότητας» που ’λεγε και ο Νίκος Καρούζος, αλλά άντε να καταλάβεις όταν προσκυνάς το λεπίδι της διώκουσας ευπιστίας.
Και ύστερα ήρθαν κι άλλες Κυριακές του Θωμά. Άλλες έφυγαν τρομαγμένες σαν τα πουλιά που σκορπίζουν με το τουφέκισμα του κυνηγού. Φτεροκοπώντας άγρια μέσα στον εφιάλτη. Έναν εφιάλτη που σαλτάρει από τις οιμωγές στη νιρβάνα κι όλα τα κάνει έρημο. Και βόμβο. Και καταργεί τη γλώσσα. Και τότε πώς να τη μιλήσεις μια τέτοια Κυριακή οδυνηρής πληγής, όπως είναι η Κυριακή του Θωμά. Με τα χέρια καμένα από το άγγιγμα. Για σκέψου: μια Κυριακή με τα χέρια καμένα. Κι εσύ πρέπει ν’ αγγίξεις τη μοτοσικλέτα που πάγωσε χίλιους χειμώνες περιμένοντας μια τέτοια Κυριακή. Του Θωμά. Άγριο πράγμα μια μοτοσικλέτα που παγώνει -χρόνια ολόκληρα- μέσα σ’ ένα ποίημα του Τάσου Δενέγρη. Πεθαμένος και αυτός. Σαν άπιστος Θωμάς μέσα στον θάνατό του, γιατί έτσι πεθαίνουν οι ποιητές: σαν να μην πιστεύουν τον θάνατό τους. Ενώ τα πλήθη αλαλάζουν στα γήπεδα, ενώ τα χρηματιστήρια κοιμούνται, σαν όνειρο πραγματικότητας κι ένα παιδί βυθίζεται στον θάνατο μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου, σ’ αυτή την Κυριακή του Θωμά. Πέραν πάσης αμφιβολίας.
Αλλωστε οι αμφιβολίες, όπως έδειξε η καύση των μαγισσών όπου γης, η τιμωρία του θηλυκού γένους και του θηλυκού τρόπου, όπου γης, με λιθοβολισμό, με εξοβελισμό ή με αναζήτηση των νεκρών τους παιδιών ή με πνιγμό ομού μετά των τέκνων τους, δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης. Εδώ είναι το τέλος. Στην Κυριακή του Θωμά. Εδώ αποφασίστηκε πως τέτοια Κυριακή δεν υπάρχει. Γιατί η Κυριακή είναι ένα πράγμα ελαστικό. Εκτείνεται από κει που θέλει ο εργοδότης Θεός μέχρι εκεί που πεθαίνει διαρκώς ο άπιστος Θωμάς της εργατικής αμφιβολίας. Άρον, άρον σταύρωσον αυτόν. Πάνω στη μοτοσικλέτα.