Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
18.6°C21.2°C
3 BF 46%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
18.5°C22.0°C
2 BF 36%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
18.2°C20.5°C
3 BF 59%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.8°C20.2°C
5 BF 44%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
20.1°C20.1°C
2 BF 47%
Μετανάστες / Ο δαίδαλος της γραφειοκρατίας ευνοεί τη μαύρη εργασία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μετανάστες / Ο δαίδαλος της γραφειοκρατίας ευνοεί τη μαύρη εργασία

ΕΡΓΑΣΙΑ

Φανταστείτε για μια στιγμή το εξής: ενώ είστε έτοιμοι/ες να ψάξετε δουλειά, κάποιος σας αποσπά βίαια από την Ελλάδα και σας «πετάει» σε μία χώρα της οποίας αγνοείτε τη γλώσσα και τις συνήθειες, ενώ οι δημόσιες υπηρεσίες (προσποιούνται ότι) δεν γνωρίζουν ούτε αγγλικά και μοιάζουν να θέλουν να σας κάνουν τη ζωή δύσκολη. Το μοναδικό μέλλον που σας επιφυλάσσουν είναι η μαύρη εργασία στα χωράφια ή τις γαλέρες του τουρισμού. Αν το κάνατε εικόνα, τότε απλά μπήκατε για λίγα δευτερόλεπτα στη θέση των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι, μετά το επικίνδυνο ταξίδι τους για την Ευρώπη ξεκινούν έναν νέο αγώνα δρόμου για την αναζήτηση δουλειάς.

Αγώνας που ξεκινάει πιο πίσω και από το μηδέν. «Όταν ήρθα στην Αθήνα, το πρώτο που έπρεπε να κάνω ήταν να βρω τα χαρτιά για να μπορώ μετά να ψάξω δουλειά. Διότι, χωρίς σωστά χαρτιά δεν μπορείς να δουλέψεις και αν το κάνεις, αν δουλεύεις μαύρα, δεν είσαι καταχωρημένος στο σύστημα. Στην αρχή έδωσα στον εαυτό μου ένα χρονικό περιθώριο ώστε να μην εστιάσει στην αναζήτηση δουλειάς, αλλά στο να βρει χαρτιά. Μου πήρε έναν ολόκληρο χρόνο να πάρω ΑΦΜ, ΑΜΚΑ και κάποια άλλα απαραίτητα έγγραφα».

Ο Αμπντούλ, πρόσφυγας από τη Λιβερία, είναι πλέον τέσσερα χρόνια στη χώρα μας. Το πρώτο από αυτά το έχασε για το αυτονόητο: να συμπληρώσει τα απαιτούμενα έγγραφα. «Όταν έρχεσαι σε επαφή με τις υπηρεσίες του κράτους, το μόνο πράγμα που πρέπει να κάνεις είναι να περιμένεις. Περίμενε, περίμενε, περίμενε και περίμενε, σου λένε. Μαθαίνεις να περιμένεις για να πάρεις τα χαρτιά σου, γι' αυτό μου πήρε τόσο πολύ καιρό να ξεκινήσω να ψάχνω για δουλειά» λέει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής. Σαν να έχει αποδεχτεί ότι είναι πολίτης δεύτερης κατηγορίας. «Μια φορά με ρώτησε ένας Έλληνας γιατί έκανα έναν ολόκληρο χρόνο να ψάξω για δουλειά. Μα, διότι μου πήρε έναν χρόνο να μαζέψω τα χαρτιά!»...

Ούτε για επίδομα ανεργίας δεν έκανε αίτηση ο Αμπντούλ, αφού τον έστελναν από τη μία υπηρεσία στην άλλη και δεν
έβγαζε άκρη με τη διαδικασία

Μόνο αν σε λυπηθούν μιλάνε λίγα αγγλικά

Ο Αμπντούλ κάνει προσπάθειες να μάθει ελληνικά, ήδη μπορεί και καταλαβαίνει τα βασικά, αλλά δυσκολεύεται να μιλήσει. «Πιέζω τον εαυτό μου να μάθει τη γλώσσα σας. Πρέπει να μιλάς ελληνικά για να τα καταφέρεις, διότι οι υπηρεσίες και οι θεσμοί δεν σε εξυπηρετούν. Ακόμα και να μιλάνε κάποια αγγλικά, θέλουν να τους δείξεις ότι ξέρεις ελληνικά, θέλουν να ξεκινήσεις την κουβέντα στα ελληνικά! Στον ΕΦΚΑ πρέπει να δείξεις ότι προσπαθείς να μιλήσεις ελληνικά και, αν σε λυπηθούν, θα σου κάνουν τη χάρη να μιλήσουν αγγλικά». Μοιάζει, για εμάς τους γηγενείς, με αποτυχημένη απόπειρα για χιούμορ σε παλιά ελληνική ταινία. Αλλά για εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες τρίτων χωρών είναι η οδυνηρή πραγματικότητα.

Κρατικές εφαρμογές μόνο για Έλληνες

Δεν φταίνε, βέβαια, μόνο κάποιοι απρόθυμοι υπάλληλοι. Οι εφαρμογές του ελληνικού κράτους είναι σχεδιασμένες για να χρησιμοποιούνται στα ελληνικά. Για κάποιον όπως ο Αμπντούλ είναι πολύ περιορισμένη η πρόσβαση και υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν λάθη στην καταχώριση. Τόσο η ιστοσελίδα όσο και η εξυπηρέτηση στον ΕΦΚΑ είναι αποκλειστικά στα ελληνικά. Το σύστημα Εργάνη, μέσα από το οποίο ο εργαζόμενος μπορεί να παρακολουθεί την επίσημη εργασιακή σχέση του, είναι αποκλειστικά στα ελληνικά - αυτό ισχύει και για τη νέα εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα.

Τυφλοί έλεγχοι

Μέχρι να αποκτήσει νομιμοποιητικά έγγραφα, ο Αμπντούλ έκανε το -αναπόφευκτο για τους περισσότερους μετανάστες- «αγροτικό» του: «δούλεψα 'μαύρα' σε αγροτικές εργασίες, για περίπου πέντε μήνες, στο Πόρτο Χέλι. Αναγκάστηκα να το κάνω. Δεν ήταν καθόλου καλές οι συνθήκες, δουλεύαμε πολλές ώρες για πολύ λίγα χρήματα. Έμενα σε ξενοδοχείο για αιτούντες άσυλο. Μας έδιναν φαγητό, αλλά κάποιες φορές δεν ήταν καλό, χρειαζόσουν τα χρήματα για να μπορείς να αγοράσεις κάτι και μόνος σου. Όταν κάποια στιγμή ήρθαν αστυνομικοί, οι εργοδότες μάς διέταξαν να κρυφτούμε διότι ήμασταν παράνομοι. Η αστυνομία έλεγξε και έφυγε, έτσι απλά. Αν μας είχαν δει, θα είχε πρόβλημα ο εργοδότης. Όλοι ήξεραν στην περιοχή ότι δουλεύαμε παράνομα, αλλά η αστυνομία δεν ήρθε δεύτερη φορά. Στην Ελλάδα αν δεν έχεις χαρτιά, δεν είσαι τίποτα, είναι καταστροφή!».

Ακόμα και να έχεις χαρτιά, παραμένεις αναλώσιμος για την εργοδοσία, ειδικά στη 'βαριά βιομηχανία' μας. Ο Αμπντούλ δούλεψε στη Σαντορίνη, έμενε σε μέρος που «όταν έρχονταν Έλληνες εργαζόμενοι να το δουν, έφευγαν αμέσως»: «ήμασταν πολλοί άνθρωποι σε ένα δωμάτιο με κοινές τουαλέτες». Αλλά ο ίδιος έπρεπε να αντέξει.

Ο Αμπντούλ δεν έκανε αίτηση ούτε για το επίδομα ανεργίας, διότι τον έστελναν από τη μία υπηρεσία σε άλλη και δεν ήξερε πώς να κάνει τη διαδικασία. Μπείτε ξανά για λίγο στη θέση κάποιου που δεν ξέρει ελληνικά και προσπαθήστε να «κατεβάσετε» μία βεβαίωση προϋπηρεσίας, ένα Ε3 από την Εργάνη, να κάνετε αποδοχή μισθωτηρίου κατοικίας ή αίτημα ασφάλισης μέλους της οικογένειάς σας (και πολλά ακόμα).

Εντέλει, ο Αμπντούλ βρήκε δουλειά σε ξενοδοχείο της Αθήνας και «είναι η πρώτη φορά από τότε που ήρθα στην Ελλάδα που έχω σταθερότητα στη ζωή μου». Μας λέει ότι μπορεί πλέον αυτόνομα να διεκδικεί την εργασιακή του εξέλιξη, μολονότι η απουσία πολιτικών ένταξης και οι καθυστερήσεις στην έκδοση και ανανέωση νομιμοποιητικών εγγράφων παραμένουν ανυπέρβλητα εμπόδια για ανθρώπους με το δικό του προφίλ.

Τα σχολεία μεταναστών είναι μια λύση για την οποία φροντίζει η αλληλεγγύη και όχι η Πολιτεία (φωτογραφία αρχείου από το Ανοιχτό Σχολείο Μεταναστών)

«Το να ψάξεις για δουλειά είναι μια δουλειά από μόνο του»

Μια ΜΚΟ καλύπτει τα κενά και τις ελλείψεις του κρατικού μηχανισμού, αλλά δεν μπορεί να παρακάμψει το γεγονός ότι, ακόμα και να σε δεχτούν ως πρόσφυγα, ισοδυναμεί με δύο χρόνια χωρίς ταυτότητα, οπότε για ποια ένταξη μιλάμε;

Μην μπορώντας να βγάλει άκρη με τις δημόσιες υπηρεσίες ή τις ιστοσελίδες εύρεσης εργασίας, ο Αμπντούλ είχε απευθυνθεί στην International Rescue Committee Hellas (IRC) η οποία, μέσω του προγράμματος Resilient Futures, με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Citi, υποστηρίζει πρόσφυγες, μετανάστες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Την άκουσε από κάποιο γνωστό του.

«Τότε, άλλαξαν πολλά πράγματα. Διότι το να ψάξεις για δουλειά είναι μια δουλειά από μόνο του. Πέρασα μία εβδομάδα εκπαίδευσης με τον εργασιακό σύμβουλο. Μου έδειξαν πώς να χρησιμοποιώ διάφορες εφαρμογές, όπως η Χρυσή Ευκαιρία, πώς να μεταφράζω μέσω του google, όταν δεν έχει αγγλικά. Πώς να χρησιμοποιούμε apps, πού να απευθυνθούμε, πώς να φτιάξουμε το βιογραφικό μας.  Έμαθα βασικές λέξεις στα ελληνικά».

Με άλλα λόγια, μια ΜΚΟ καλύπτει τα κενά και τις ελλείψεις του κρατικού μηχανισμού, ως προς την εργασιακή ένταξη προσφύγων και μεταναστών. Γι' αυτή την ένταξη μίλησε πρόσφατα και ο πρωθυπουργός (αναφερόμενος στο δημογραφικό ζήτημα), επιφυλάσσοντας ωστόσο για τους «αλλοδαπούς» (sic) μόνο κακοπληρωμένες και επισφαλείς θέσεις εργασίας σε τουρισμό και αγροτικό τομέα. Μια ένταξη που μοιάζει με κακόγουστο αστείο σε μία χώρα που κάνει ολοένα και πιο εχθρικό το περιβάλλον, ακόμα και για ανθρώπους που έρχονται από εμπόλεμες ζώνες.

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό με τα έγγραφα. Ακόμα και να σε δεχτούν ως πρόσφυγα, μπαίνεις σε μια ατελείωτη γραφειοκρατική διαδικασία, χωρίς να σε βοηθήσει κανείς, μένεις ακόμα και για δύο χρόνια χωρίς ταυτότητα. Αυτό επηρεάζει τις ευκαιρίες για δουλειά. Περιμένεις χωρίς έγγραφα, χωρίς ραντεβού για πολύ καιρό, χωρίς να έχεις τίποτα εκτός από τα χρήματα που σου δίνουν για να περνάς τον μήνα. Αν είσαι πρόσφυγας, αποδέχεσαι την κατάσταση, δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Άλλωστε, έρχεσαι από έναν πόλεμο και το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να περιμένεις και να περιμένεις...» δίνει σκωπτικά την εικόνα ο Αμάρ από τη Συρία.

Δεν υπάρχει πρόσβαση σε μαθήματα ελληνικών

Ο Αμάρ ήρθε το 2017 στην Ελλάδα και πήρε άσυλο το 2019. Στην αρχή, τον έστειλαν από τη Χίο «σε ένα καμπ στη μέση του πουθενά», στη Λάρισα, «όπου απλά μπορείς να... αυτοκτονήσεις, δεν μπορείς να ζήσεις». Μόνο για να πάει στην πόλη έπρεπε να σπαταλήσει περίπου 6 ευρώ. Πήγε μια-δυο φορές για να ψάξει για δουλειά, ρωτώντας ανθρώπους σε καφέ, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μετά ήρθε στην Αθήνα. Αλλά το εμπόδιο της γλώσσας παρέμενε.

«Κανείς δεν μαθαίνει τη γλώσσα στους πρόσφυγες επίσημα, δεν έχεις πρόσβαση σε μαθήματα ελληνικών ώστε να είσαι σε θέση να ψάξεις για δουλειά. Δεν σε βοηθάνε πέρα από το να σου δώσουν ένα έγγραφο. Στη Γερμανία σε 'αναγκάζουν' να μάθεις γερμανικά για να βοηθήσεις τον εαυτό σου, δεν θα σου δίνουν απλά χρήματα για να κάθεσαι σε ένα σπίτι. Εγώ έχασα μάλιστα και δουλειά επειδή δεν μιλούσα ελληνικά, ήθελαν κατά προτεραιότητα κάποιον που να γνωρίζει» αναφέρει ο Αμάρ.

Τελικά, αφού πήρε μέσω της IRC Hellas τα εφόδια που χρειαζόταν για να μπει στη αγορά εργασίας, στάθηκε πιο τυχερός από πολλούς συμπατριώτες του: έχει δουλέψει μέχρι σήμερα σε δύο εταιρείες που χρειάζονταν αραβόφωνους. Και στις δύο αντιμετωπίστηκε με σεβασμό. Μοιάζει η περίπτωσή του με φωτεινή εξαίρεση.  Όπως εξιστορεί ο ίδιος, οι περισσότεροι φίλοι του από την πατρίδα του διηγούνται πανομοιότυπες ιστορίες κακοπληρωμένης και ανασφάλιστης εργασίας στην Ελλάδα.  Όταν τον ρωτήσαμε αν γνωρίζουν το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, απάντησε ότι ο ίδιος ενημερώθηκε για την ύπαρξή του από τη ΜΚΟ (και όχι από τις ελληνικές αρχές), αλλά οι συμπατριώτες του θεωρούν χάσιμο χρόνου το να αναζητήσει κάποιος βοήθεια στην εν λόγω υπηρεσία. Το ΣΕΠΕ έχει μεν ιστοσελίδα στα αγγλικά, αλλά, στην πράξη, από τη στιγμή που θα χρειαστεί επίσημη επικοινωνία, αυτή μπορεί να γίνει μόνο στα ελληνικά.

Ο Ανδρέας Μπλουμ, εργασιακός σύμβουλος της IRC Hellas, κάνει σεμινάρια εργασιακής ένταξης σε πρόσφυγες και μετανάστες για εργατικά δικαιώματα

Αναγκαίοι οι λογιστές και δικηγόροι

Εκτός από το πρόβλημα της γλώσσας, πολλές φορές άλλα δικαιολογητικά μπορεί να ζητάει το ένα υποκατάστημα της Εφορίας και του ΕΦΚΑ και άλλα το άλλο, όπως σημειώνει ο Αντρέας Μπλουμ, εργασιακός σύμβουλος στην IRC Hellas

Όπως ο Αμπντούλ και ο Αμάρ, οι περισσότεροι πρόσφυγες και μετανάστες δεν γνωρίζουν πού να αναζητήσουν θέσεις εργασίας ή πώς να προσεγγίσουν τους εργοδότες. Την κατάσταση κάνουν ακόμα δυσκολότερη το γεγονός ότι πολλοί δεν μιλούν ελληνικά ή αγγλικά, καθώς και η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, (ακόμα πιο) απαραίτητων για αναζήτηση εργασίας εν μέσω πανδημίας.

Αρκετοί μετανάστες και πρόσφυγες μπορεί να μην έχουν καν πρόσβαση σε υπολογιστές ή σταθερό δίκτυο  Ίντερνετ, συνήθως παλεύουν με ένα κινητό για να εξυπηρετηθούν, κάτι που κατέστη τρανταχτό πρόβλημα την περίοδο που οι υπηρεσίες ήταν κλειστές.

Αν υποθέσουμε ότι θα ξεπεραστούν τα πρώτα εμπόδια -στις περιπτώσεις που αναδείξαμε θα ήταν αδύνατο χωρίς τη συνδρομή μιας ΜΚΟ-, μοιάζει ακόμα μακρινή η εύρεση εργασίας που να ανταποκρίνεται σε κάποια στάνταρ: ασφαλισμένη, με σύμβαση, με σεβασμό στα εργασιακά δικαιώματα, με δυνατότητα εκμάθησης νέων δεξιοτήτων και σε θέση που να διαρκεί περισσότερο από λίγους μήνες ή να ανταποκρίνεται στις ανάγκες γονέων ή σε  Άτομα με Αναπηρία. Πολλοί άνθρωποι, άλλωστε, προέρχονται από χώρες με τις οποίες η Ελλάδα δεν έχει μεριμνήσει να αναπτύξει τις απαραίτητες σχέσεις έτσι ώστε να αναγνωρίζονται τα επαγγελματικά προσόντα τους ή η κατάρτισή τους, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να ξεκινήσουν από το μηδέν.

Ο Αντρέας Μπλουμ, εργασιακός σύμβουλος στην IRC Hellas, έχει ζήσει από κοντά τις δυσκολίες που έχουν οι πρόσφυγες και μετανάστες με τις υπηρεσίες που (θα έπρεπε να) τους βοηθούν να ενταχθούν στην αγορά εργασίας. Δυστυχώς, όπως περιγράφει στην ΑΥΓΗ της Κυριακής, «πολλές φορές τα υποκαταστήματα Εφορίας και ΕΦΚΑ δεν ακολουθούν τις ίδιες διαδικασίες.  

Άλλα δικαιολογητικά μπορεί να ζητάει το ένα υποκατάστημα και άλλα το δεύτερο. Με εξαίρεση πολύ σπάνιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει εξυπηρέτηση που να μην είναι στα ελληνικά. Αυτό δημιουργεί μεγάλο ζήτημα τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τους εργοδότες, και συντελεί στη διαμόρφωση μιας κατάστασης στην οποία πρακτικά είναι μικρές οι πιθανότητες να μπορέσει ένας πρόσφυγας ή μετανάστης να εξυπηρετηθεί χωρίς τη συνδρομή δικηγόρου ή λογιστή, με ό,τι έξοδα και καθυστερήσεις συνεπάγεται αυτό. Φυσικά, δεν υπάρχει ανάγκη για δικηγόρο ή λογιστή για τις περισσότερες συναλλαγές στον ΕΦΚΑ, το τονίζουμε αυτό».

«Στην ιστοσελίδα refugee.info/greece, για παράδειγμα, μπορεί κανείς να βρει πλούσιο υλικό σε πολλές γλώσσες για το πώς να διεκπεραιώσει μόνος του συναλλαγές που σχετίζονται με τις δημόσιες υπηρεσίες. Ωστόσο, ακόμα κι αν γνωρίζει κανείς τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσει, όταν δεν υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας ή σε κάποιες περιπτώσεις όταν υπάρχει ακόμα και αγενής διάθεση από υπάλληλο, πολλοί μετανάστες και πρόσφυγες θα απευθυνθούν σε έναν επαγγελματία για να νιώθουν βέβαιοι ότι θα εξυπηρετηθούν σε εύλογο χρονικό διάστημα και χωρίς να αντιμετωπίσουν προβλήματα με το προσωπικό δημόσιων υπηρεσιών».

Οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες έχουν δικαίωμα στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Ο νόμος δεν αφήνει περιθώριο για διαφορετική ερμηνεία, αλλά συχνά, όπως τονίζει ο Α. Μπλουμ, τα πρακτικά εμπόδια και οι καθυστερήσεις είναι τόσα, που ουσιαστικά ακυρώνεται αυτό το δικαίωμα: «Είναι προς όφελος όλων να διευκολύνεται η διαδικασία και πρακτικά, έτσι ώστε η εργασία να είναι νόμιμη και ασφαλισμένη από την πρώτη μέρα. Ο Αριθμός Συστήματος e-ΕΦΚΑ ή πρώην ΑΜΑ, για παράδειγμα, θα έπρεπε να εκδίδεται με εύκολες και ταχείες διαδικασίες από τα υποκαταστήματα του ΕΦΚΑ».

ΑΣΥΛΟ

Χρειάζονται ταχείς διαδικασίες έκδοσης δικαιολογητικών

Ο Α. Μπλουμ προκρίνει τη λειτουργία των βασικών υπηρεσιών σε περισσότερες γλώσσες και σε όσες αντικατοπτρίζουν τη δημογραφική σύνθεση του εργαζόμενου πληθυσμού. «Αν μπορεί, π.χ., ένας εργαζόμενος να βεβαιώσει στα αραβικά ή στα αγγλικά με μια απλή ηλεκτρονική συναλλαγή την προϋπηρεσία του στην ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ, τότε γιατί να χρειάζεται να κλείσει ραντεβού, να ζητήσει μία μέρα άδεια από τη δουλειά και να εξυπηρετηθεί σε υποκατάστημα;» είναι το ρητορικό ερώτημά του.

Για να έχουν, τελικά, οι πολίτες τρίτων χωρών ισότιμα δικαιώματα πρόσβασης στην απασχόληση φαίνεται ότι απαιτούνται εύκολες και γρήγορες διαδικασίες έκδοσης δικαιολογητικών (ΑΦΜ, ΑΜΚΑ/ΠΑΑΥΠΑ, Αριθμός Συστήματος e-EFKA, τραπεζικός λογαριασμός).  Έχει, όμως, η ελληνική Πολιτεία την πρόθεση να ενημερώσει τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να προχωρήσουν στην έκδοση αυτών των δικαιολογητικών είτε ηλεκτρονικά είτε με μια απλή επίσκεψη στο μητρώο της εκάστοτε υπηρεσίας;

Υπάρχει και το διαχρονικό ζήτημα της ανανέωσης αδειών διαμονής ή εργασίας. Θα μπορέσει κάποιος, εφόσον θέλει να κάνει αίτηση πολιτογράφησης και να γίνει ισότιμος πολίτης της χώρας, να το κάνει σε εύλογο χρονικό διάστημα; Μπορεί αυτό να ακούγεται παράξενο σε κάποιον που δεν το αντιμετωπίζει. Και όμως, όπως σχολιάζει ο Α. Μπλουμ, «για φανταστείτε να εργάζεστε χρόνια σε έναν κλάδο ή μια επιχείρηση και να μην είστε βέβαιοι για το αν του χρόνου θα είχατε δικαίωμα διαμονής και εργασίας στην Ελλάδα. Το άγχος που δημιουργεί αυτή η επισφάλεια έχει τεράστιο αντίκτυπο στην προσωπική, αλλά και στην εργασιακή ζωή ενός ανθρώπου».

Επιπλέον, οι περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν τα εργασιακά δικαιώματά τους όταν... έχουν ήδη παραβιαστεί. «Αν, π.χ., δεν γνωρίζεις ότι υπάρχουν διατάξεις που αφορούν την εργασία την Κυριακή ή τη διαφορετική αξία της υπερωριακής απασχόλησης ή ότι δικαιούσαι ως εργαζόμενος ένα μηνιαίο σημείωμα αποδοχών, τότε πώς μπορείς να το φανταστείς;» επισημαίνει ο Α. Μπλουμ. Θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχει διάδοση μαζικού χαρακτήρα, μέσα από οποιαδήποτε μέσα είναι πρόσφορα (τηλεόραση, έντυπο υλικό, social media), απλοποιημένων οδηγιών και συχνών ερωταποκρίσεων σε πολλές γλώσσες, έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους πριν εργαστούν.

Επόμενος κρίκος ανισότητας, ο φόβος: «Πολλοί ωφελούμενοι, ενώ γνωρίζουν ότι έχουν παραβιαστεί κάποια δικαιώματά τους, δεν νιώθουν αρκετά ασφαλείς να τα διεκδικήσουν. Φοβούνται ότι μπορεί να υπάρξουν αντίποινα. Φοβούνται πως οποιαδήποτε σύγκρουση με τον εργοδότη (είτε κάποια διαδικασία διαιτησίας είτε μια αγωγή) θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υπόθεση ασύλου τους ή το καθεστώς διαμονής τους». Σύμφωνα με τον Α. Μπλουμ, υπάρχουν εργοδότες που σέβονται τις διατάξεις του Εργατικού Δικαίου και φροντίζουν να προτείνουν ξεκάθαρα διατυπωμένες συμβάσεις. «Αλλά σίγουρα δεν είναι ο κανόνας».

Ο εργασιακός σύμβουλος της IRC Hellas ζει και τη φωτεινή όψη όταν ένας πρόσφυγας ή μετανάστης «βρίσκει τη δουλειά που ονειρευόταν ή τη δουλειά που δεν ήξερε πως υπήρχε και μπορεί επιτέλους να επικεντρωθεί στη σταδιοδρομία του αντί να ζει σε κατάσταση διαρκούς επισφάλειας».  Όταν συμβαίνει αυτό, οι άνθρωποί του το περιγράφουν «είτε με ικανοποίηση είτε με τρελή χαρά». Στην επόμενη γωνιά, όμως, περιμένει πάντα η ανασφάλεια. «Δεν μπορεί να γνωρίζει ο εργαζόμενος ή/και ο εργοδότης του ότι δεν θα παρουσιαστεί στην πορεία πρόβλημα με δημόσιες υπηρεσίες, με ανανέωση αδειών διαμονής ή εργασίας». Για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες το ζήτημα της εργασιακής ένταξης παραμένει μια αρκετά περίπλοκη υπόθεση.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL