Οι πολιτικοί σε Βρανδεμβούργο, Σαξονία και Θουριγγία δεν έχουν φέτος καιρό για διακοπές. Ο Σεπτέμβριος είναι μήνας εκλογών σε αυτά τα τρία «νέα κρατίδια» και το αποτέλεσμά τους έχει ήδη ανακηρυχθεί από τον Τύπο ως ένα πρώτο και πολύ καθοριστικό γκάλοπ για τις διαθέσεις της κοινής γνώμης, ακριβώς ένα χρόνο πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2025. H αρχή γίνεται κιόλας την 1η Σεπτεμβρίου σε Σαξονία και Θουριγγία και θα ακολουθήσει στις 22 Σεπτεμβρίου το Βρανδεμβούργο για την κατανομή των εδρών στα τοπικά κοινοβούλια και την ανάδειξη κυβερνήσεων.
Η ακροδεξιά προηγείται σταθερά
Το ενδιαφέρον εστιάζεται βεβαίως στο αποτέλεσμα της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (ΑfD) που σε αρκετές δημοσκοπήσεις δείχνει να προηγείται, ενώ πολύ καλά ποσοστά φαίνεται να στοχεύει στην παρθενική της εμφάνιση και η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW). Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις η ΑfD είναι πρώτο κόμμα και στα τρία κρατίδια με ποσοστά από 24% μέχρι 30%. Το νέο σχήμα της Βάγκενκνεχτ έχει επίσης διψήφια ποσοστά ανάμεσα σε 12% και 20% και θεωρείται πολύ πιθανό να έχει σοβαρό λόγο στις μετεκλογικές διεργασίες για το σχηματισμό κυβέρνησης.
Κοινό σημείο των δύο κομμάτων πέραν της κριτικής για τα κεντρικά εθνικά ή τα επί μέρους τοπικά προβλήματα ότι και τα δύο μιλούν για τερματισμό της αμέριστης στήριξης στην Ουκρανία και την ανάγκη ενεργοποίησης της διπλωματίας Γερμανίας στην κατεύθυνση της «ειρήνης». Κόκκινο πανί η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ.
Ο Μπγιερν Χέκε επικεφαλής της ακροδεξιάς στην Θουριγγία επαναλαμβάνει στις εμφανίσεις του ότι «οι πολίτες έχουν την ευκαιρία να ψηφίσουν για την ειρήνη, να ψηφίσουν δηλαδή την ΑfD». Από τη μεριά της η Βάγκενκνεχτ ξεκαθάρισε αυτές τις ημέρες ότι προϋπόθεση για οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία θα είναι η συμφωνία για διπλωματικές πρωτοβουλίες με στόχο τον τερματισμό του πολέμου. «Η ειρήνη βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής μας» λέει η πρώην βουλευτής της Αριστεράς.
Το ενδιαφέρον είναι ότι σε τοπικό επίπεδο οι πολιτικοί των «παραδοσιακών» κομμάτων δεν αποκλείουν την συνεργασία μαζί της. Οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν για παράδειγμα λάβει αποφάσεις στο παρελθόν, που τους δεσμεύουν θεωρητικά να μην συνεργαστούν ούτε με την ΑfD ούτε με την die Linke. Tέτοια απόφαση για την BSW δεν υπάρχει.
Άλλαξε το πλαίσιο της αντιπαράθεσης
Το κλίμα αυτό έχει επηρεάσει και τις θέσεις των υπολοίπων πολιτικών δυνάμεων. Ο Χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός της Σαξονίας Μίκαελ Κρέτσμερ για παράδειγμα μιλά ασυνήθιστα συχνά σε σχέση με συναδέλφους του από το κόμμα στη Δύση για την ανάγκη εντονότερων και γενναιότερων διπλωματικών πρωτοβουλιών, έτσι ώστε να δοθεί τέλος στον πόλεμο. Ο αριστερός πρωθυπουργός Μπόντο Ράμελο από τη Θουριγγία δεν έχει απορρίψει την παροχή βοήθειας προς την Ουκρανία, αλλά εκδήλωσε τη στήριξη του στις «διπλωματικές πρωτοβουλίες» του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν με τα ταξίδια σε Ρωσία και Κίνα, σε μια προσπάθεια να σταματήσει την αιμορραγία του κόμματος του προς την BSW.
Η ιστορικός Κάτια Χόγιερ παραδέχεται ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ατύπως αναδειχθεί στο κυρίαρχο θέμα αυτής της προεκλογικής μάχης. Κάτι που είναι εύκολα αποδείξιμο και από στοιχεία ερευνών των διαθέσεων της κοινής γνώμης. Το 76% των κατοίκων της πρώην Ανατολικής Γερμανίας φοβάται ότι με τη στάση της κυβέρνησης είναι πολύ πιθανό να εμπλακεί η χώρα στον πόλεμο. Στην δυτική πλευρά το ποσοστό αντιστοίχως είναι 44%. Ενώ συνολικά στη χώρα το 75% θεωρεί τη Ρωσία απειλή για την ειρήνη παγκοσμίως, στην Ανατολή το ποσοστό αυτό πέφτει στο 53%. Ως μεγάλη παγκόσμια απειλή συνεχίζουν να βλέπουν σε ποσοστό 40% τις ΗΠΑ οι πολίτες από τα νέα κρατίδια.
Για την ιστορικό αυτό έχει να κάνει φυσικά, ειδικά σε ότι αφορά τις παλιότερες γενιές με τον αντιαμερικανισμό της εποχής της DDR, της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και ένας ιδιόμορφος «τοπικιστικός πατριωτισμός» τον οποίο δείχνει να ξέρει να εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο το κόμμα της Βάγκενκνεχτ. Η υποψήφια του στη Σαξονία Ζαμπίνε Τσίμερμαν υποστηρίζει ότι «οι άνθρωποι στην Ανατολή έχουν πολύ οξυμένο το συναίσθημα ότι από πολλούς στη Δύση κυρίως από τα ΜΜΕ, δεν λαμβάνονται σοβαρά οι φόβοι και οι ανησυχίες τους». Εχουν περάσει πια 35 χρόνια από την πτώση του τείχους και η Γερμανία παραμένει πολιτικά διχασμένη με το αίσθημα της αδικημένης μειοψηφίας να απειλεί να ταράξει συθέμελα το πολιτικό σύστημα της χώρας.