Δεν έχουν αλλάξει πολλά από τον -τελευταίο- Ψυχρό Πόλεμο. Ή μάλλον έχουν αλλάξει όλα: Οι δύο υπερδυνάμεις είναι πλέον τρεις- συνυπολογίζοντας τη Κίνα- και οι δύο πρώην ανταγωνιστές του ιστορικού Ψυχρού Πολέμου, ΗΠΑ και Ρωσία, έχουν εμπλακεί σε μια θερμή αντιπαράθεση - αν δεν θέλει κάποιος να υιοθετήσει την αφήγηση της Μόσχας περί πολέμου δι’ αντιπροσώπων με το ΝΑΤΟ- στην πολύπαθη Ουκρανία.
Ακόμη χειρότερα, σχεδόν όλο το πλέγμα των διμερών διευθετήσεων εποπτείας και ελέγχου των στρατιωτικών εξοπλισμών, συμβατικών και πυρηνικών, έχει καταρρεύσει αφήνοντας τον κόσμο «εκτεθειμένο» σε μια νέα, ανεξέλεγκτη κούρσα συσσώρευσης μέσων μαζικής καταστροφής. Μια «λεπτομέρεια» του χάους που σπανίως συζητείται το τελευταίο διάστημα…
Ωστόσο, κάτι φαίνεται πως έχει μείνει όρθιο από το «ένδοξο» παρελθόν της ψυχροπολεμικής κόντρας ΗΠΑ - πρώην Σοβιετικής Ένωσης, το οποίο «εξυμνήθηκε» ιδιαίτερα από τη μαζική κουλτούρα: Οι ανταλλαγές «αιχμαλώτων». Δηλαδή οι απελευθερώσεις προσώπων που έχουν συλληφθεί, κατηγορηθεί και καταδικαστεί για πράξεις που φέρεται να έχουν διαπράξει ή τους αποδίδονται. Χρησιμοποιούνται κατά κανόνα ως «περιουσιακά στοιχεία» στα παζάρια για τις ανταλλαγές τους, είτε για λόγους επιχειρησιακής πολυτιμότητας είτε για συναισθηματικούς, οι οποίοι όμως προκαλούν πολιτική πίεση.
Άγραφος κανόνας
Αυτή η πρακτική αποτελεί σε μεγάλο βαθμό τον άγραφο κανόνα του αόρατου πολέμου που μαίνεται ακατάπαυστα στον κόσμο των μυστικών υπηρεσιών. Στην κινηματογραφική αποτύπωση, οι ανταλλαγές γίνονται πάντα νύχτα, υπό απόλυτη σιγή, σε ομιχλώδες τοπίο, πάνω σε μια γέφυρα ή σε ένα συνοριακό πέρασμα, όπως αριστοτεχνικά έχει αποτυπωθεί στο ασπρόμαυρο φιλμ της πρώτης κινηματογραφικής μεταφοράς του «Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο» με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, το 1965.
Στην πραγματικότητα πάντως τα πράγματα εκτυλίσσονται πολύ λιγότερο κινηματογραφικά.
Μια από τις μεγαλύτερες ανταλλαγές «αιχμαλώτων» αυτού του είδους έγινε πολύ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τον Ιούλιο του 2010, όταν Ηνωμένες Πολιτείες και Ρωσία παρέδωσαν η μία στην άλλη κρατούμενους κατασκόπους τους σε μια επιχείρηση που έγινε μέρα-μεσημέρι πάνω στον ασφαλτοτάπητα του διεθνούς αεροδρομίου της Βιέννης!
Οι Ηνωμένες Πολιτείες απελευθέρωσαν δέκα Ρώσους, μεταξύ των οποίων το γοητευτικό μοντέλο Άννα Τσάπμαν, που μάγεψε εκ των υστέρων με το σαγηνευτικό βλέμμα της τον αμερικανικό Τύπο, ενώ οι Ρώσοι από την πλευρά τους «έδωσαν» τέσσερα πρόσωπα, ανάμεσά τους τον Σεργκέι Σκριπάλ, έναν αξιωματικό των μυστικών υπηρεσιών του ρωσικού στρατού που είχε καταδικαστεί για κατασκοπεία υπέρ της Βρετανίας και πολύ αργότερα, το 2018, έγινε στόχος δολοφονικής επίθεσης με δηλητηριώδη ουσία στο βρετανικό έδαφος.
Νίκη ή ήττα;
Η προχθεσινή απελευθέρωση από τη Ρωσία του δημοσιογράφου της Wall Street Journal Έβαν Γκέρσκοβιτς που είχε καταδικαστεί πέρυσι για «κατασκοπεία», του πρώην πεζοναύτη Πολ Γουίλαν και της Ρωσοαμερικανίδας δημοσιογράφου Αλσού Κουρμασέβα, δεν είχε το σασπένς των κατασκοπικών θρίλερ. Ήταν μάλλον ένα μιντιακό σόου, κυρίως για την αμερικανική πλευρά, δίνοντας την ευκαιρία στον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς να πανηγυρίσουν εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Τα τρία πρόσωπα αφέθηκαν ελεύθερα στο πλαίσιο μιας μεγάλης ανταλλαγής κρατουμένων που οδήγησε επίσης στη Δύση το εξέχων στέλεχος της ρωσικής αντιπολίτευσης Βλαντιμίρ Κάρα-Μούρζα καθώς και άλλων Ρώσων διαφωνούντων του πολέμου στην Ουκρανία.
Όμως και οι Ρώσοι μπορούν να μιλήσουν άνετα για νίκη -ίσως περισσότερο από τους Αμερικανούς- από τη στιγμή που «αυτό» που «έδωσαν» δεν είχε επιχειρησιακή παρά μόνο διαπραγματευτική αξία γι’ αυτούς: Ένας δημοσιογράφος σε αποστολή από την εφημερίδα του, ένας πρώην πεζοναύτης που φέρεται να πήγε στη Ρωσία ως καλεσμένος σε γάμο, και στελέχη της ρωσικής αντιπολίτευσης. Αντίθετα, «αυτό» που πήραν πίσω έχει σημαντική αξία σε επιχειρησιακό επίπεδο. Το γεγονός έκανε ορισμένους δυτικούς αναλυτές να μιλούν για σημαντική τακτική νίκη που είναι ταυτόχρονα μια μεγάλη στρατηγική ήττα για τη Δύση. Άλλοι το «μετέφρασαν» με πιο ήπιο τρόπο μιλώντας για διπλωματική νίκη των ΗΠΑ αλλά με αμφίβολη ηθική βάση.
Οι λόγοι για κριτική είναι πολλοί, ανάμεσά τους η αμερικανική συναίνεση στη ρωσική τακτική της σιωπής. «Έτσι αρέσει στο Κρεμλίνο: Συμφωνίες κεκλεισμένων των θυρών, “διπλωματία ομήρων” μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Οι μυστικές υπηρεσίες συνομιλούν με τις μυστικές υπηρεσίες, η κυβέρνηση με την κυβέρνηση», σχολίασε δηκτικά το BBC.
Μεταξύ αυτών που επιστρέφουν στη Ρωσία είναι καταδικασμένοι χάκερ και αρκετοί Ρώσοι υπήκοοι που κρατούνταν στη Δύση για κατασκοπεία. Ωστόσο, το μεγαλύτερο έπαθλο για το Κρεμλίνο είναι η επιστροφή του Βαντίμ Κρασίκοφ, ενός καταδικασμένου φερόμενου «χίτμαν» των ρωσικών υπηρεσιών του οποίου την απελευθέρωση είχε ζητήσει δημόσια ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ανοιχτά κανάλια
Ο Κρασίκοφ είχε καταδικαστεί από γερμανικό δικαστήριο και εξέτιε ποινή φυλάκισης για τη δολοφονία, το 2019, σε πάρκο του Βερολίνου, του Ζελιμχάν «Τορνίκε» Χαγκοσβίλι, ενός Τσετσένου ισλαμιστή γεωργιανής υπηκοότητας. Στη περιβόητη συνέντευξη που είχε δώσει τον Φεβρουάριο στον Αμερικανό δημοσιογράφο του Fox News Τάκερ Κάρλσον ο Πούτιν είχε χαρακτηρίσει τη δολοφονία του Χαγκοσβίλι ως «προσφορά στην πατρίδα» περιγράφοντας τον Κρασίκοφ ως «έναν άνθρωπο που, για πατριωτικούς λόγους, εξόντωσε έναν ληστή». Στην ίδια συνέντευξη, ο Ρώσος πρόεδρος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο πιθανής απελευθέρωσης του δημοσιογράφου της WSJ συνδέοντάς την με την απελευθέρωση του Κρασίκοφ. «Δεν αποκλείω ότι ο κ. Γκέρσκοβιτς μπορεί να επιστρέψει στην πατρίδα του. Θέλουμε οι ειδικές υπηρεσίες των ΗΠΑ να σκεφτούν πώς μπορούν να συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων των δικών μας ειδικών υπηρεσιών», είχε πει χαρακτηριστικά.
Υπάρχει κάτι θετικό στην όλη ιστορία; Το CNN βρίσκει σίγουρα ένα: «Μετά την πλήρους κλίμακας στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον βρίσκονται σε ιστορικό χαμηλό. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην ανταλλαγή της Πέμπτης δείχνουν ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων παραμένουν ανοιχτοί»...