Αναπάντεχα, εγώ και η σύντροφος της ζωής μου Άσπα βρεθήκαμε σε απόσταση αναπνοής από τον «μάγο του σινεμά» και τη σύζυγό του Τζουλιέτα. Αυτό έγινε μια μέρα του Δεκέμβρη του 1974 στην αίθουσα αναμονής του αεροδρομίου της Ρώμης. Φυσικά, ως δημοσιογράφος, δεν έχασα την ευκαιρία να πλησιάσω και να συνομιλήσω με τον σπουδαίο αυτόν Ιταλό σκηνοθέτη. Μιλήσαμε και για τη λογοκρισία που το 1960 είχα υποστεί στη Ρώμη. Με τη σειρά του κι εκείνος μου περιέγραψε όσα ο ίδιος είχε υποστεί τότε.
Κομμουνιστή, άθεο και δικτάτορα τον είχαν κατηγορήσει, και μάλιστα το Βατικανό είχε χαρακτηρίσει «αισχρή» την ταινία του «Γλυκιά Ζωή».
Συμπτωματικά, την εποχή που λογοκρινόταν άγρια εκείνος λογοκρινόμουν κι εγώ το 1960 ως τελειόφοιτος πανεπιστημιακής δημοσιογραφικής σχολής.
Στην Αιώνια Πόλη στα τέλη της δεκαετίας του ’50 έζησα στο πετσί μου τι εστί λογοκρισία και μάλιστα μέσα στο πανεπιστήμιο. Ήταν τότε που ο Ιταλός υπουργός Θεαμάτων Τουπίνι είχε θεσπίσει λογοκριτικό νόμο, τον οποίο φυσικά κατέκριναν έντονα Ιταλοί σκηνοθέτες, όπως ο Ροσελίνι, ο Ντε Σίκα, ο Παζολίνι και ο Φελίνι. Όλοι οι κινηματογραφιστές έπρεπε να υφίστανται λογοκρισία στις ταινίες που γύριζαν. Η λογοκρισία είχε διάφορες κλίμακες, οι οποίες έφταναν και μέχρι την απαγόρευση προβολής στις κινηματογραφικές αίθουσες!
Βέβαια τότε (και επί δεκαετίες) κυβερνούσε τη χώρα το συντηρητικό κόμμα της Χριστιανικής Δημοκρατίας με την υποστήριξη και τις ευλογίες του Βατικανού. Τα χρόνια εκείνα στην Ιταλία η Καθολική Εκκλησία ήταν κράτος εν κράτει. Η censura, όπως λέγεται στα ιταλικά η λογοκρισία, ήταν... αναγκαία κατά τον υπουργό Τουπίνι γιατί, όπως διακήρυξε, «οι σκανδαλώδεις κινηματογραφικές ταινίες επιδρούν αρνητικά στη διαμόρφωση του σωστού Ιταλού καθολικού πολίτη»! Στις «σκανδαλώδεις ταινίες» συμπεριλαμβανόταν και το αριστούργημα του Φεντερίκο Φελίνι «La dolce vita» («Γλυκιά Ζωή»), που κατασχέθηκε για λόγους δημόσιας τάξης! Θύμα, επομένως, ο Φελίνι με θύτη τον υπουργό Τουπίνι, όπως «θύμα» του Τουπίνι υπήρξα κι εγώ.
Πώς και γιατί;
Ιδού η απάντηση.
Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1960 και αφού είχα ολοκληρώσει όλα τα μαθήματα με επιτυχία στη Universita Internazionale degli Studi Social στον κλάδο της δημοσιογραφίας, κλήθηκα να συζητήσω ενώπιον ειδικής επιτροπής τη διατριβή μου με θέμα «Cinema e Stampa» (Κινηματογράφος και Τύπος). Μόλις εμφανίστηκα στην αίθουσα, ο πρόεδρος της επιτροπής σινιόρ Barbieri -ο οποίος δίδασκε Ιστορία της Δημοσιογραφίας- σηκώθηκε από την καρέκλα του και άστραψε και βρόντηξε εναντίον μου. Αυθαίρετα και ετσιθελικά αρνήθηκε να συζητηθεί η διατριβή. Λογόκρινε το σύνολο του γραπτού μου και κραύγασε «Sene vada. Non si discute una tesi simile! Vatene fuori subito»!
Φυσικά, έμεινα ενεός καθώς τον άκουγα να λέει: «Πηγαίνετε έξω! Βγείτε αμέσως από την αίθουσα. Δεν επιτρέπεται να εκφράζεστε αρνητικά για τον υπουργό Τουπίνι! Δεν μπορεί να συζητηθεί μια τέτοια διατριβή! Να φύγετε αμέσως!»
Το «έγκλημά» μου ήταν ότι μέσα στα όσα έγραφα για τις ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα στον κινηματογράφο και στον Τύπο τόλμησα να καταφερθώ εναντίον της λογοκρισίας του Τουπίνι. Αποχώρησα αμέσως από την αίθουσα και τότε συνειδητοποίησα πως το πτυχίο έκανε φτερά. Όμως τι αξία έχει ένα πτυχίο μπροστά στην ελευθερία έκφρασης; Τα όσα τραγελαφικά και τραγικά έζησα τότε εξαιτίας της λογοκρισίας τα συζήτησα, όπως προανέφερα στην αρχή, με τον Φελίνι πριν από 50 χρόνια στο αεροδρόμιο της Ρώμης.
Μάλιστα, η σύντροφός μου Άσπα είχε την έμπνευση να μας τραβήξει φωτογραφία η οποία δημοσιεύεται στις σελίδες 155 και 156 του βιβλίου μου «Φελίνι - Λογοκρισία - Χούντα».
* Ο Γιάννης Παπαδημητρόπουλος είναι δημοσιογράφος

«Ο τυφών “Μπέτυ” σαρώνει»
Μία μέρα, δύο-τρεις μήνες μετά το πραξικόπημα των επίορκων συνταγματαρχών ανηφόρισα στην οδό Ζαλοκώστα για το αναγκαίο «τυποθείτω».
Ο λογοκριτής έσκυψε πάνω στη σελίδα της εφημερίδας Βραδυνή όπου εργαζόμουν.
«Τί γράφει εδώ ρώτησε. Τί είδηση είναι αυτή»;
«Γράφει για έναν βιασμό», είπα.
«Και θέλεις να περάσει από εμένα μία τέτοια είδηση»;
«Μα γιατί»; Απόρησα.
«Γιατί αυτή η είδηση θα κάνει μεγάλη ζημιά στη χώρα μας. Θα την διαβάζουν οι ξένοι και δεν θα έρχονται να κάνουν τουρισμό στην Ελλάδα και να αφήνουν εδώ τα ωραία τους δολάρια».
Δεν... κρατήθηκα και απάντησα: «Μα πώς θα διαβάσουν στο εξωτερικό οι ξένοι μία είδηση γραμμένη στα ελληνικά και δημοσιευμένη σε ελληνική εφημερίδα;».
«Άσε τις εξυπνάδες»!
«Άντε, πάρε τον αρχισυντάκτη σου για να συνεννοηθώ μαζί του».
Αμέσως κάλεσα στο τηλέφωνο τον αρχισυντάκτη μου, έναν σπουδαίο πνευματικό άνθρωπο, τον Μπάμπη Κλάρα.
«Έβαλα κύριε Κλάρα στην τελευταία σελίδα μια είδηση, που δεν αρέσει εδώ στον κύριο. Μάλιστα, λέει πως δεν μπορεί να βάλει την υπογραφή του.
«Μιλάει για έναν βιασμό», απολογήθηκα. Λίγο έξω από τα αρχαία της Κνωσσού. Ένας βοσκός βίασε μία τουρίστρια.
«Καλά, καλά» απάντησε ο αρχισυντάκτης μου. Πες τώρα στον κύριο, που είναι δίπλα σου: «Ο τυφών “Μπέτυ” σαρώνει».
Επανέλαβα για να το ακούσει ο λογοκριτής:
«Ο τυφών “Μπέτυ” σαρώνει».
Πάραυτα ο λογοκριτής έβαλε την υπογραφή του στο λευκό περιθώριο της σελίδας.
Γύρισα αμέσως στην εφημερίδα και πήγα στο τυπογραφείο να δω τι απέγινε με την επίμαχη είδηση.
Στη θέση της είδησης του βιασμού βρίσκονταν άλλη ανταπόκριση από την Μανίλα, με τίτλο: «Ο τυφών “Μπέτυ” σαρώνει». Κάτω από τον τίτλο υπήρχε κείμενο το εξής:
«Χίλιοι και πλέον είναι οι νεκροί Φιλιππινέζοι εξαιτίας του φονικού τυφώνα “Μπέτυ”, ο οποίος πλήττει, επί δύο ημέρες, τις Φιλιππίνες» κ.λπ. κ.λπ.
Πέρασαν δεκαετίες αλλά ποτέ δεν μαθεύτηκε αν η «είδηση» από τις Φιλιππίνες ήταν αληθινή, ή αν την είχε... εφεύρει ο αρχισυντάκτης για να ξεγελάσει την λογοκρισία επί χούντας. Ούτε ο Τύραννος, ούτε οι λογοκριτές ενδιαφέρονταν για το εάν είχαν χάσει τη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι στις Φιλιππίνες. Το μόνο που δεν έπρεπε να μαθευτεί ήταν ότι στη χώρα της «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», κάποιος βοσκός ασέλγησε σε μία τουρίστρια.
Συμπέρασμα και ευτύχημα; Ποτέ πια δικτατορία και ποτέ πια λογοκρισία!
* Απόσπασμα από το βιβλίο «Φελίνι - Λογοκρισία - Χούντα», εκδόσεις Παράγραφος