Live τώρα    
13°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
13 °C
10.1°C14.6°C
2 BF 80%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αραιές νεφώσεις
13 °C
10.9°C13.8°C
3 BF 73%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
12 °C
11.0°C12.1°C
2 BF 80%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
14 °C
12.1°C13.8°C
0 BF 81%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
11 °C
10.1°C10.9°C
3 BF 93%
Γιάννης Χαμηλάκης στην «Α» / Να χειραφετηθούμε ως αρχαιολογική κοινότητα και ως κοινωνία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Γιάννης Χαμηλάκης στην «Α» / Να χειραφετηθούμε ως αρχαιολογική κοινότητα και ως κοινωνία

Ο Γιάννης Χαμηλάκης
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Είναι ο αρχαιολόγος που έβαλε στην ημερήσια διάταξη της δημόσιας συζήτηση όρους όπως η αποικιοποίηση και η αποαποικιοποίηση της αρχαιολογίας, των μνημείων και των μουσείων μας. Με λόγο καθαρό, επιστημονικό και σύγχρονο, ανοίγει δρόμους για την πρόσληψη του παρελθόντος με όρους μέλλοντος. Ο Γιάννης Χαμηλάκης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μπράουν των ΗΠΑ, με πλούσιο επιστημονικό και συγγραφικό έργο, μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στην επιστήμη και στο κίνημα. Παθιασμένος με την επιστήμη του, ανασκάπτει διαρκώς το ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο στην εκάστοτε αρχαιολογική αφήγηση και μπορεί με ευκολία να συνδέσει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο με τη «λευκότητα» με την οποία έντυσε η δυτική νεωτερικότητα τον Παρθενώνα. Κι αυτό για να μας εξηγήσει πόσο κομβικό είναι «να ακούμε τα μνημεία».

Το καινούργιο βιβλίο που έγραψε με τον Ράφαελ Γκρίνμπεργκ, «Αρχαιολογία, έθνος και φυλή. Αναμέτρηση με το παρελθόν, αποαποικιοποίηση του μέλλοντος στην Ελλάδα και στο Ισραήλ» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα καθώς κυκλοφόρησε λίγο μόνο διάστημα πριν ξεσπάσει η ιστορία με τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Μιλώντας μαζί του για το βιβλίο μάς βοηθάει να δούμε με διαφορετικό βλέμμα το παρελθόν, μακριά από αποικιοκρατικά αφηγήματα και πρακτικές, μας εξηγεί όλα όσα πρέπει να γνωρίζουμε για την αποαποικιοποίηση, στηλιτεύει την εργαλειοποίηση της επανένωσης των Γλυπτών και προτείνει «να χειραφετηθούμε ως αρχαιολογική κοινότητα και ως κοινωνία».

Εγραψες ένα βιβλίο που αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα, καθώς κυκλοφορεί τη στιγμή που κορυφώνεται το διεθνές ενδιαφέρον για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και ταυτόχρονα αποκαλύπτεται για ακόμα μία φορά η κυβερνητική πολιτική που βάζει στο επίκεντρο την εργαλειοποίηση των μνημείων μας. Μιλάς για την αποαποικιοποίηση της αρχαιολογίας. Να ξεκινήσουμε ορίζοντας τι σημαίνει αποικιοποίηση και πώς τη συναντάμε στην ιστορική διαδρομή;

Συχνά ορίζουμε την αποικιοποίηση κυρίως σε σχέση με την αποικιοκρατία και την κατάκτηση των χωρών του παγκόσμιου Νότου που έχουν υποστεί τα δεινά από τις κυρίαρχες αντιλήψεις και εφαρμοσμένες πολιτικές των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Όμως η αποικιοποίηση είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο, που ξεκινάει πιο πριν και αφορά κατ’ αρχήν τις ιδέες και το φαντασιακό. Δηλαδή στηρίζεται στη λευκή ανωτερότητα, στον ευρωκεντρισμό και στην κατασκευή ιδεατών παρελθόντων, όπως για παράδειγμα η ελληνική κλασική αρχαιότητα. Φυσικά, η αποικιοποίηση έχει και υλικές συνέπειες και πολιτικές και οικονομικές διαστάσεις. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η αποικιοποίηση στηρίχθηκε στην κατασκευή μιας συγκεκριμένης εικόνας της κλασικής εποχής η οποία υιοθετήθηκε ως ο «χρυσός αιώνας» της δυτικής νεωτερικότητας.

Πώς εκφράστηκε συγκεκριμένα αυτή η κατασκευασμένη αφήγηση και πώς επηρέασε την αρχαιολογική πραγματικότητα από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους;

Οι άνθρωποι που ονειρεύτηκαν την ίδρυση και τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους υιοθέτησαν αυτή τη δυτική αφήγηση για την κλασική αρχαιότητα και την καθιέρωσαν ως και τον «χρυσό αιώνα» και του ελληνικού εθνικού ιδεώδους. Φυσικά, αυτή η αφήγηση στην πορεία τροποποιήθηκε από τους διανοούμενους του νεοελληνικού κράτους, όπως ο Παπαρρηγόπουλος και ο Ζαμπέλιος, οι οποίοι συνέβαλαν καθοριστικά στην κατασκευή του σχήματος που ονομάζω «εγχώριος ελληνισμός», με την ενσωμάτωση και του Βυζαντίου, για να αναδείξουν την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού. Αυτή η διαδικασία συνιστά την αρχή της αποικιοποίησης του ελληνικού εθνικού φαντασιακού. Είναι μια κατασκευή που βασίζεται στις ιδεολογίες της λευκότητας, του ευρωκεντρισμού και της δυτικής φυλετικής και πολιτισμικής ανωτερότητας. Σε ό,τι αφορά τα μνημεία, οι βασικές δομές δημιουργήθηκαν από Βαυαρούς διανοούμενους που ήρθαν μαζί με τον Όθωνα και οι οποίοι κατασκεύασαν μια συγκεκριμένη εικόνα πρόσληψης των αρχαιοτήτων, του χώρου και του χρόνου, διαδικασία που συνεχίστηκε και από τους Έλληνες αρχαιολόγους και αρχιτέκτονες. Για παράδειγμα, η Ακρόπολη ανακατασκευάστηκε ως το εμβληματικό μνημείο της δυτικής νεωτερικότητας και του ιδεατού παρελθόντος της, αποκαθαρμένο από την ιστορική του διαδρομή προκειμένου να υπηρετήσει το συγκεκριμένο ιδεολόγημα. Παρουσιάζεται ως η αποθέωση της λευκότητας, αποκτώντας έτσι και φυλετικές διαστάσεις, ενώ είναι γνωστό ότι τα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας χαρακτηρίζονταν από πολυχρωμία και ήταν δημιουργήματα ενός πολυπολιτισμικού κόσμου.

Σε αυτό ακριβώς το ζήτημα, της φυλής και της παρουσίασης της Ελλάδας ως μιας λευκής χώρας, αφιερώνεις εκτεταμένο κομμάτι του βιβλίου σου. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η σύνδεση που κάνεις ανάμεσα στον αγώνα της Επανάστασης του '21 με τη δημόσια, τότε, συζήτηση για τα ζητήματα της μαύρης δουλείας και της ανωτερότητας των φυλών. Πώς σχετίζονται όλα αυτά μεταξύ τους και γιατί να τα ξανασκεφτούμε σήμερα;

Να θυμίσω πως η φυλή συνιστά έναν βιολογικό μύθο και παράλληλα ένα κοινωνικό φαινόμενο. Είναι παράλληλα μια αρκετά περίπλοκη αναλυτική κατηγορία. Ενώ οι πρόσφατες δημόσιες συζητήσεις για την Επανάσταση του 1821 τόνισαν τη διεθνή της διάσταση, μία από τις πτυχές που δεν συζητήθηκε είναι το ζήτημα της λευκής ανωτερότητας, αλλά και της διατλαντικής μαύρης δουλείας. Παρότι σήμερα τα ξεχνάμε και τα παρακάμπτουμε, τότε ήταν καίρια ζητήματα, και μάλιστα διαμόρφωναν αντιλήψεις και αντιδράσεις πολιτικών και διανοούμενων. Για παράδειγμα, ξέρουμε σήμερα ότι ένας από τους πιο επιφανείς «φιλέλληνες», ο Βρετανός Τόμας Γκόρντον που πολέμησε στον αγώνα, διατηρούσε παράλληλα φυτεία στη Τζαμάικα με εκατοντάδες μαύρους δούλους, από τα έσοδα της οποίας χρηματοδότησε και τον αγώνα του '21. Αυτή η αντίφαση αναδεικνύει το πόσο κεντρικό ρόλο παίζει η φυλή στη συγκρότηση του νεοελληνικού φαινομένου. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι περιοχές της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν πολυφυλετικές, ιδιαίτερα μετά τις μετακινήσεις αφρικανικών πληθυσμών από τους Οθωμανούς. Ας δούμε λίγο την περίπτωση της Αϊτής. Η πρώτη νικηφόρα επανάσταση δούλων στην Ιστορία έκανε αρκετούς συντηρητικούς διανοούμενους στην Ευρώπη να χάσουν τον ύπνο τους. Φαίνεται λοιπόν ότι η ελληνική υπόθεση χρησιμοποιήθηκε, τουλάχιστον από ορισμένους παράγοντες, ως αντιπερισπασμός στους αγώνες για την κατάργηση της μαύρης, διατλαντικής δουλείας. Όλη η ευρωπαϊκή χριστιανοσύνη κινητοποιήθηκε υπέρ της απελευθέρωσης των «λευκών», χριστιανών δούλων της Ευρώπης, που μάχονταν εναντίον των μουσουλμάνων Οθωμανών. Σήμερα, καθώς η Ελλάδα γίνεται ξανά μια πολυφυλετική χώρα, καθώς ο νεοφασισμός που στηρίζεται σε ιδεολογίες φυλετικού ρατσισμού βρίσκεται σε άνθιση σε όλο τον κόσμο και παράλληλα καθώς το κίνημα ενάντια στη λευκή ανωτερότητα βρίσκεται στην επικαιρότητα, τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να τα ξαναβάλουμε στο τραπέζι της δημόσιας συζήτησης. Όταν, ας πούμε, μπαίνω σε ταξί στην Αμερική, μου μιλάνε για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, τον «Greek Freak». Στο πρόσωπο ενός μέλους δηλαδή της αφρο-ελληνικής κοινότητας αναγνωρίζουν οι απλοί άνθρωποι σήμερα ως τον διασημότερο εν ζωή Έλληνα.

Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο πώς συνδέεται με την αποαποικιοποίηση;

Συνδέεται με δύο τρόπους. Ο πρώτος αφορά την Ιστορία, καθώς η περίπτωση των αφρο-ελληνικών κοινοτήτων μάς θυμίζει το ιστορικό βάθος της πολυφυλετικής παρουσίας στην ελληνική χερσόνησο. Από την άλλη, όπως λέμε και στο βιβλίο, μία αποαποικιοποιημένη αρχαιολογία αλλά και κοινωνία θα πρέπει να συνάψει συμμαχίες με ευρύτερες πληθυσμιακές κοινότητες όπως οι μεταναστευτικές. Εξάλλου, τα υλικά ιστορικά και αρχαιολογικά κατάλοιπα του ελληνικού χώρου μιλούν πολλές γλώσσες και αφορούν πολλούς πολιτισμούς και μια εκδημοκρατισμένη δημόσια αρχαιολογία πρέπει να απευθύνεται σε όλες και όλους. Μ' αυτόν τον τρόπο μπορούμε να συμβάλουμε και στη διαδικασία αποαποικιοποίησης της αρχαιολογίας. Αποαποικιοποίηση εξάλλου σημαίνει αφενός αναγνώριση του γεγονότος ότι έχεις αποικιοποιηθεί, δηλαδή ότι ορίζεις την ταυτότητά σου μέσα από την οπτική του άλλου, αφετέρου σημαίνει ότι υιοθετείς μια διαφορετική αντίληψη για τον ιστορικό χώρο και χρόνο και για τον τρόπο που προσλαμβάνεις σωματικά τα μνημεία, τα υλικά κατάλοιπα του παρελθόντος.

Να αγγίζουμε ελεύθερα τα αρχαία αντικείμενα;

Ακριβώς, να τα αγγίζουμε και να τα ακούμε.

Η ιστορία που αφηγείται η εξουσία, η αρχαιολογική κοινότητα, η διεθνής κοινότητα, συμπίπτει με την Ιστορία, που αν είχαν φωνή τα μνημεία, θα αφηγούνταν τα ίδια;

Η σημερινή αρχαιολογική κοινότητα είναι πολυφωνική, και δεν υπάρχει μία αλλά πολλές αρχαιολογίες. Πριν μιλήσουμε για μνημεία θα πρέπει να μιλήσουμε για υλικά κατάλοιπα και υλικές μαρτυρίες, ορισμένες μόνο από τα οποία αξιολογούνται ως μνημεία. Και αυτή η διαδικασία αξιολόγησης είναι άκρως πολιτική. Οι μνημειοποιημένες υλικές μαρτυρίες συνήθως μιλούν με τη φωνή της εξουσίας και του κυρίαρχου εθνικού-αποικιακού αφηγήματος. Ευτυχώς, τα πολυχρονικά υλικά κατάλοιπα έχουν την ικανότητα να αντιστέκονται.

Γιατί επέλεξες να συσχετίσεις το ελληνικό παράδειγμα αποαποικιοποίησης με αυτό του Ισραήλ;

Με τον συν-συγγραφέα του βιβλίου, Ράφαελ Γκρίνμπεργκ, που είναι ειδικός στις πολιτικές χρήσεις της αρχαιολογίας στο Ισραήλ, διδάξαμε στο Πανεπιστήμιο Brown στις ΗΠΑ, όπου ήταν επισκέπτης καθηγητής ένα σεμιναριακό μάθημα, λίγο πριν την πανδημία. Ήταν μια συγκριτική εξέταση της χρήσης της αρχαιολογίας και του υλικού παρελθόντος για την κατασκευή και δόμηση των εθνικών αφηγημάτων της Ελλάδας και του Ισραήλ. Πέρα από το κοινό ιστορικό υπόβαθρο, καθώς και οι δύο περιοχές ήταν επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η σύγκριση ανέδειξε σημαντικές ομοιότητες τόσο σε ό,τι αφορά την αποικιακή ιστορία των δύο μετέπειτα κρατών όσο και σε ό,τι αφορά τον ρόλο τους ως χώρες-αναχώματα ανάμεσα στη Δύση και στον παγκόσμιο Νότο, όπως ορίζεται πολιτικά και όχι γεωγραφικά. Και στις δύο περιπτώσεις, οι εθνικές αρχαιολογίες προέρχονται ιστορικά από την αποικιοποίηση και την αποικιοκρατία, και επίσης η αρχαιολογία λειτουργεί ως αποκάθαρση. Ενώ στην Ακρόπολη η εθνική αρχαιολογία έχει ουσιαστικά καταστρέψει το ιστορικό παλίμψηστο του μνημείου για να αναδείξει μόνο την κλασική αρχαιότητα, στην περίπτωση του Ισραήλ η αρχαιολογία λειτουργεί ως δικαιολογία για τον αφανισμό του ιστορικού παρελθόντος των Παλαιστινίων, αλλά ακόμα και των σημερινών κοινοτήτων τους. Διαπιστώσαμε επίσης ότι και οι δύο χώρες κατασκευάστηκαν ως χώρες περιούσιων λαών, ως έθνη λευκών υπηκόων, που όμως συχνά αντιμετωπίστηκαν με αμφιθυμία από τη Δύση. Τέλος, και οι δύο χώρες ενεπλάκησαν στις δικές τους αποικιοκρατικές περιπέτειες.

Αν είχε φωνή η Ακρόπολη, τώρα που έχει φουντώσει διεθνώς η υπόθεση της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, τι θα μας έλεγε;

Θα μας έλεγε ότι η επιστροφή-επανένωση των Γλυπτών επιβάλλεται για λόγους κατ’ αρχήν ιστορικούς, καθώς τα Γλυπτά ήταν τα θύματα μιας αποικιοκρατικής αρπαγής τον 19ο αιώνα, όταν ο Έλγιν ήταν ο πρεσβευτής της βρετανικής αυτοκρατορίας στην έδρα της οθωμανικής διοίκησης και επωφελήθηκε και από την ιστορική συγκυρία της διαμάχης ανάμεσα στους Οθωμανούς και τους Γάλλους. Το κλίμα αυτή τη στιγμή διεθνώς έχει αλλάξει, το κίνημα για την αποαποικιοποίηση των μουσείων κερδίζει συνεχώς έδαφος και πολλά πολιτισμικά αγαθά που βρίσκονταν σε μουσεία της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής επιστρέφουν στις χώρες προέλευσης. Τα χαλκά του Μπενίν που αποκτήθηκαν με βίαιο τρόπο από τον βρετανικό αποικιοκρατικό στρατό επιστρέφονται σταδιακά στη Νιγηρία. Βέβαια, το Βρετανικό Μουσείο συνεχίζει να αντιστέκεται στις πιέσεις αυτές, όμως η ένταξη του αιτήματος για τα Γλυπτά του Παρθενώνα σ' αυτό το παγκόσμιο κίνημα της αποαποικιοποίησης είναι το πιο δυνατό όπλο της Ελλάδας. Η επιστροφή των Γλυπτών όμως είναι μόνο η αρχή. Θα πρέπει να αναληφθεί η ιστορική ευθύνη ώστε να αποδοθούν και πολιτισμικές αποζημιώσεις. Από ελληνικής πλευράς θα πρέπει να συνοδεύεται από μια διαφορετική πολιτική αντίληψη, ένα διαφορετικό πλαίσιο ερμηνείας του παρελθόντος και έκθεσης των ιστορικών του καταλοίπων πέρα από εθνικισμούς. Το Μουσείο της Ακρόπολης θα πρέπει να αφηγείται την ιστορία του παλίμψηστου του μνημείου, από την προϊστορία μέχρι σήμερα.

Τι σκέφτεσαι για τις τελευταίες εξελίξεις, που ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι χρησιμοποίησε την υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα για προεκλογικούς λόγους, προκαλώντας τελικά την παρέμβαση της υπουργού Πολιτισμού της Βρετανίας;

Δεν είναι η πρώτη φόρα που αυτή η υπόθεση εργαλειοποιείται με τέτοιο τρόπο, όμως αυτή είναι ίσως από τις πιο προβληματικές και ζημιογόνες. Μιλούμε για προσωπική, μυστική διπλωματία, που παρακάμπτει με περιφρονητικό τρόπο τους ειδικούς, τους αρχαιολόγους, μουσειολόγους και ειδικούς στην υλική πολιτισμική κληρονομιά, και που μάλλον απεχθάνεται και παράλληλα υπονομεύει το παγκόσμιο κίνημα της αποαποικιοποίησης. Τα σενάρια που έχουν διαρρεύσει στον Τύπο παραπέμπουν σε μια ταπεινωτική συμφωνία που θα εμπεριέχει δανεισμό ή ανταλλαγή ή παραρτήματα για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και θα εξυπηρετούσε κυρίως το Βρετανικό Μουσείο, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό πίεση από το κίνημα της αποαποικιοποίησης των μουσείων και αναζητά τακτικούς ελιγμούς. Διαβάζουμε στον ξένο Τύπο για ανταλλάγματα που αφορούν εμβληματικές αρχαιότητες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπως η χρυσή προσωπίδα του Αγαμέμνονα, και που ουσιαστικά προσφέρονται ως ενέχυρα. Κάθε τέτοια συμφωνία εντάσσεται στην αποικιοκρατική λογική του 19ου αιώνα. Παράλληλα, θα πρέπει να σκεφτούμε γιατί τα αντικείμενα αυτά απέκτησαν τέτοιο συμβολικό βάρος ώστε να θεωρούνται ότι μπορεί να αποφέρουν σημαντικά προεκλογικά οφέλη. Ξαναγυρίζουμε δηλαδή στην αρχή της συζήτησής μας για την αποικιοποίηση του εθνικού φαντασιακού, και στην ανάγκη να ξαναπιάσουμε το νήμα απ’ την αρχή, να χειραφετηθούμε ως αρχαιολογική κοινότητα και ως κοινωνία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL