Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αραιές νεφώσεις
21 °C
19.6°C22.5°C
3 BF 60%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
22 °C
19.7°C23.4°C
2 BF 63%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
22 °C
20.0°C22.6°C
1 BF 55%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αίθριος καιρός
23 °C
21.6°C22.8°C
5 BF 38%
ΛΑΡΙΣΑ
Ψιχάλες μικρής έντασης
25 °C
24.1°C24.9°C
0 BF 36%
Μαρία Λιάπη στην «Α» / Η ηγεμονία του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού ευθύνεται και για τον σεξισμό
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μαρία Λιάπη στην «Α» / Η ηγεμονία του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού ευθύνεται και για τον σεξισμό

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

"Αναμφίβολα η ηγεμονία του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού δεν λειτουργεί απλώς ως ένας τρόπος διακυβέρνησης και οικονομικής διαχείρισης, αλλά ευθύνεται και για τον σεξισμό, τον ρατσισμό, την ιδιοκτησιακή σχεσιακότητα και τις διακρίσεις, πεδία που απαξιώνει ως ασήμαντα για την ‘πραγματική’ πολιτική. Και αυτό το τελευταίο συνιστά μεγάλη πρόκληση για την Αριστερά" επισημαίνει η κοινωνιολόγος Μαρία Λιάπη.

Από τα ιδρυτικά μέλη του Κέντρου Γυναικείων Μελετών και Ερευνών, με γνώση και εμπειρία χρόνων, με αφορμή τις πρόσφατες καταγγελίες για έμφυλη και άλλων μορφών βία στο θέατρο, μας βοηθάει να κατανοήσουμε όλους εκείνους τους παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση σχέσεων εξουσίας, στους παράγοντες που ευνοούν κακοποιητικές συμπεριφορές, στην άσκηση σεξουαλικής ή άλλης μορφής βίας εναντίον των γυναικών.

"Η κουλτούρα της ανοχής στην έμφυλη βία βρίσκεται στον πυρήνα της πατριαρχικής κοινωνίας μας" εξηγεί επίσης και φροντίζει ταυτόχρονα να θυμίσει το εύστοχο σύνθημα: "Ακόμη και αν φορέσω το ρούχο μου καπέλο, όταν λέω όχι σημαίνει ότι δεν θέλω".

* Πώς διαμορφώνονται οι σχέσεις εξουσίας και οι ρόλοι θύτη και θύματος; Πώς διαμορφώνεται ο ρόλος αυθεντίας;

Οι σχέσεις εξουσίας και η βία κατά των γυναικών και των θηλυκοτήτων (ανα)παράγονται στο πλαίσιο κοινωνικών, ιδεολογικών, πολιτικών, πολιτισμικών και συμβολικών διαδικασιών και της ετεροκανονικής πατριαρχίας ως συστήματος που βρίσκεται σε αλληλεπίδραση με τις ταξικές και καπιταλιστικές σχέσεις οργάνωσης των κοινωνιών μας.

Δεν θα μιλούσα ωστόσο για ρόλους θύτη και θύματος όσο για ένα διάχυτο και πολύπλοκο σύνολο εξουσιών (θεσμικών, ψυχολογικών, λογοθετικών, φαντασιακών), οι οποίες εγχαράσσουν έμφυλες νόρμες που είναι ήδη εκεί πριν από εμάς. Το σύνολο αυτό των εξουσιών ενδο-βάλλονται και μας «παράγουν» με τρόπο ανεξέλεγκτο διαμορφώνοντας τις αντιδράσεις μας μέσα στο αυστηρά δυαδικό πλαίσιο της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας -που ούτε βιολογικά καθορισμένες είναι ούτε αν-ιστορικά φαινόμενα.

Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι είμαστε παθητικοί αποδέκτες ούτε ότι οι νόρμες καθορίζουν αυστηρά ποιοι / ποιες είμαστε ή γινόμαστε. Πάντα υπάρχει περιθώριο να «πάει κάτι στραβά» και να αμφισβητήσουμε αυτές τις νόρμες, ακόμα και να τις διαρρήξουμε. Χρειάζεται συνειδητότητα, κριτικός αναστοχασμός, αυτογνωσία προκειμένου να απο-δράσουμε από τους προδιαγεγραμμένους ρόλους, να «ξεγίνουμε» γυναίκες ή να ξεγίνουμε εκείνες οι γυναίκες που υπόκεινται ποικίλες μορφές ανδρικής βίας και αντίστοιχα εκείνοι οι άνδρες που αντλούν προσωπική ικανοποίηση και απόλαυση, που τρέφουν μια ναρκισσιστική εαυτότητα μέσα από παραβιαστικές συμπεριφορές και εξουσιαστικές σχέσεις.

Αν μιλάμε ειδικότερα για τον καλλιτεχνικό χώρο, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικές επειδή η αυθεντία προέρχεται από τον αυθέντη και κρύβει ήδη μέσα της την ιδιοκτησία, την κυριότητα (επί) των άλλων και τον δεσποτισμό, δηλαδή σχέσεις υποτέλειας. Αν και η (καλλιτεχνική) αναγνώριση στον νεοφιλελευθερισμό είναι, όπως μας λέει η Σπίβακ, «αυτό που δεν μπορούμε να μην θέλουμε», δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι σχέσεις εξουσίας καθορίζουν εξαρχής ποιος θα έχει σημασία και ποιος θα μετρήσει, με άλλα λόγια το φύλο είναι ήδη και πάντα παρόν στην αναγνώριση.

* Ποιοι παράγοντες επιδρούν; Είναι επαγγελματικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί;

Αν αναζητούμε τους παράγοντες που επιδρούν στην άσκηση μιας βίαιης και παραβιαστικής συμπεριφοράς, θα έπρεπε να αναρωτηθούμε πώς και με ποιους τρόπους επιτελείται μια σεξιστική, ανδροκρατική υποκειμενικότητα μέσα στα διαφορετικά επαγγελματικά, κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά και ψυχολογικά συμφραζόμενα. Είναι ωστόσο βέβαιο ότι η σεξουαλική βία στους χώρους εργασίας, σπουδών, κοινωνικής και πολιτικής συμμετοχής είναι έκφανση της έμφυλης ιεραρχικής δομής τους.

Διότι πρόκειται για χώρους όπου οι άνδρες που βρίσκονται σε θέση εξουσίας, δύναμης επηρεασμού και λήψης αποφάσεων, κοινωνικού κύρους και πολιτικής «προστασίας» μπορούν να παραβιάζουν την προσωπική ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια γυναικών και θηλυκοτήτων ως προέκταση των προνομίων, της αίσθησης παντοδυναμίας και ενός κτητικού ατομικισμού, και εν τέλει και της ατιμωρησίας που απολαμβάνουν.

* Ο θύτης έχει συγκεκριμένο προφίλ;

Όχι. Ο θύτης, με βάση στοιχεία μελετών και ερευνών, μπορεί να είναι ο καθένας ανάμεσά μας. Με άλλα λόγια η έμφυλη βία είναι ένα διαταξικό, διαγενεακό, διαφυλετικό και διαπολιτισμικό -και με διαφορετικές εντάσεις- φαινόμενο.

Οι κυρίαρχες αντιλήψεις που οδηγούν σε κοινωνική ανοχή και σιωπή θέλουν με έναν κοινωνικό εξωτισμό οι θύτες να είναι κάποιοι διεστραμμένοι, διαταραγμένοι, χαμηλής μόρφωσης κ.ο.κ. Και βέβαια με τον τρόπο αυτόν να προσπερνάμε, να σχετικοποιούμε, να γινόμαστε δικαστές, ηθικολόγοι και εν τέλει να επιχειρούμε να απονομιμοποιήσουμε τις κραυγές αγωνίας των κατά τεκμήριο σε αδύναμη θέση θυμάτων.

* Τα θύματα, σε μεγάλο ποσοστό γυναίκες, γιατί σιωπούν; Ποιοι είναι οι λόγοι που οδηγούν τα θύματα στη σιωπή και να εξακολουθούν να υφίστανται βία και κακοποίηση;

Ύστερα από όσα λέχθηκαν νομίζω πως δεν μας είναι δύσκολο να κατανοήσουμε -χωρίς περιστροφές και βολικές απαντήσεις- τη δυσκολία αναφοράς ή καταγγελίας από τη μεριά των θυμάτων. Τα αντίποινα και οι συνέπειες κάθε τύπου είναι ένα ανοιχτό ενδεχόμενο, ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού, το ψυχολογικό βάρος της αποκάλυψης, καθώς συχνά και το φαινόμενο του self-blaming (η αγωνία του θύματος για το τι προκάλεσε αυτήν την παραβίαση) λειτουργούν αποθαρρυντικά για την καταγγελία.

Το ζήτημα της συμμόρφωσης με την ιδέα της «αξιόπιστης» αφηγήτριας και του νόμιμου υποκειμένου που εγγράφεται στον νόμο, αλλά και στην «κοινή γνώμη», συνιστά ένα βιοπολιτικό όριο, του η διάσχιση οποίου απαιτεί μεγάλη ψυχική και ηθική δύναμη και αντοχή. Διότι, ακόμη και όταν καταφεύγουμε στην προστασία του νόμου, κινδυνεύουμε να διαρραγούμε από αυτόν και επομένως ο αγώνας για να ανακτήσουμε μια «υπόσταση» και μια «φωνή» είναι ένας αγώνας που απαιτεί συλλογική υποστήριξη, ένα κοινωνικό κίνημα.

* Πού εντοπίζεται η γραμμή που διαχωρίζει τη λεκτική από τη σεξουαλική βία, το πραγματικό γεγονός από τη χρήση του για ιδιοτελείς σκοπούς, όπως για παράδειγμα παρακολουθούμε τώρα να συμβαίνει, σε μεγάλο βαθμό, ως επακόλουθο των καταγγελιών στον χώρο του θεάματος;

«Ακόμη και αν φορέσω το ρούχο μου καπέλο, όταν λέω όχι σημαίνει ότι δεν θέλω» είναι ένα εύστοχο κινηματικό σύνθημα, που πυκνά και ακαριαία εισάγει το θέμα της συναίνεσης. Και ακόμη περισσότερο ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα και δεν νομιμοποιείται (ηθικο-πολιτικά) να προβεί σε μια ερμηνεία της επιθυμίας και της θέλησης του υποψήφιου θύματος ως προς την ανταπόκριση και να δικαιολογήσει με τον τρόπο αυτόν τις πράξεις του.

Δεν κατανοώ τους ιδιοτελείς σκοπούς και θα έπρεπε να μας είναι αδιάφοροι εφόσον αυτή η εκ του πονηρού συζήτηση δεν επιχειρεί τίποτε άλλο από το να κάνει τα θύματα να σιωπήσουν άλλη μια φορά και να ακυρώσει τον αγώνα τους για επιβίωση ως έμφυλων υποκειμένων σε έναν σεξουαλικοποιημένο χώρο, όπως εν προκειμένω, αυτόν του θεάματος.

* Για τη σεξουαλική κακοποίηση, τις σχέσεις εξουσίας και την ποικιλότροπη βία εναντίον της γυναίκας ή του αδύναμου ευθύνεται η κουλτούρα της πατριαρχικής δομής της κοινωνίας μας ή επιδρούν και άλλοι παράγοντες;

Η κουλτούρα της ανοχής στην έμφυλη βία βρίσκεται στον πυρήνα της πατριαρχικής κοινωνίας μας, που θεμελιώνεται στις κοινωνικές «νόρμες που μας τυλίγουν με την πολιτιστική τους δύναμη να δομούν και να δίνουν ζωή» (σύμφωνα με την Μπάτλερ κ.ά.). Και, παρότι δεν κατέχουμε ούτε επιλέγουμε τις νόρμες μέσω των οποίων κατορθώνουμε να υπάρχουμε και να συνδεόμαστε με τους άλλους, φέρουμε μια ευθύνη για τη διαιώνισή τους. Διότι δεν είμαστε μόνο υποκείμενα κοινωνικών περιορισμών, αλλά αγωνιζόμαστε και για τον αυτοπροσδιορισμό μας.

Αναμφίβολα η ηγεμονία του καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού δεν λειτουργεί απλώς ως ένας τρόπος διακυβέρνησης και οικονομικής διαχείρισης, αλλά ευθύνεται και για τον σεξισμό, τον ρατσισμό, την ιδιοκτησιακή σχεσιακότητα και τις διακρίσεις, πεδία που απαξιώνει ως ασήμαντα για την «πραγματική» πολιτική. Και αυτό το τελευταίο συνιστά μεγάλη πρόκληση για την Αριστερά.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL