Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
14.6°C17.4°C
3 BF 38%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
15 °C
14.2°C17.1°C
2 BF 44%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
14.9°C16.0°C
2 BF 54%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
13.3°C14.7°C
5 BF 54%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
15 °C
15.2°C15.2°C
1 BF 43%
Η απωθημένη Μεταπολίτευση
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η απωθημένη Μεταπολίτευση

Νομικά το ερώτημα που τέθηκε το καλοκαίρι του 1975, ενόψει της πολύκροτης δίκης των πρωταιτίων του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ήταν αν η κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος στην οποία προέβησαν συνιστούσε στιγμιαίο ή διαρκές έγκλημα. Απαντήθηκε με τον χαρακτηρισμό των εγκλημάτων τους ως στιγμιαίων και την επιβολή ανάλογων ποινών.

Πολιτικά ωστόσο, πενήντα χρόνια αργότερα, το ερώτημα παραμένει αναπάντητο όπως και το συναφές που αφορά το τι ήταν επιτέλους η Μεταπολίτευση. Ήταν κι αυτή, άραγε, ένα «στιγμιαίο» πέρασμα από τη δικτατορία στη Δημοκρατία ή ήταν απλώς η έναρξη μιας μακρύτερης διάρκειας διαδικασίας επαναλειτουργίας του κοινοβουλευτικού πολιτικού συστήματος;

Και πρόκειται, άραγε, για μια διαδικασία που συντελέστηκε και ολοκληρώθηκε ή για μια διαδικασία που συνεχίζεται ακόμα, με διαρκείς αναπροσαρμογές και μεταμορφώσεις των αντιπροσωπευτικών θεσμών ανάλογα με τα νέα δεδομένα που δημιουργούν οι μεταβλητές ισορροπίες και οι μεταβαλλόμενοι συσχετισμοί των δυνάμεων που πρωταγωνιστούν στον πολιτικό ανταγωνισμό;

Η αλήθεια είναι ότι τα ερωτήματα αυτά επαναλαμβάνονται κατά καιρούς υπό το φως διαφορετικών συγκυριών που δίνουν τροφή σε νέες προσεγγίσεις πολιτικών φαινομένων και καταστάσεων που δεν έπαψαν να προβληματίζουν με τις αμφισημίες και τις αντιφάσεις τους. Το σίγουρο πάντως είναι ότι στην πραγματικότητα όροι όπως «πτώση της Χούντας» ή «αποκατάσταση της Δημοκρατίας» μπορεί να έχουν καθιερωθεί στη δημοσιογραφική καθομιλουμένη και στον δημόσιο διάλογο, αλλά στην πραγματικότητα δεν αποτελούν ούτε δόκιμα ερμηνευτικά σχήματα ούτε ιδέες με τη «θεωρητική δυναμική της ριζικής ερμηνείας του ίδιου του πράγματος, που είναι η πολιτική συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου», όπως εύστοχα παρατηρούσε ο Θόδωρος Γεωργίου στο άρθρο του «Τι ήταν η Μεταπολίτευση;», που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 27 Ιουλίου του 2014.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι για την πολιτική συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου το βίωμα του Εμφυλίου υπήρξε κομβικής σημασίας, όπως κομβικής σημασίας για την ερμηνεία των όσων συνέβησαν έκτοτε ήταν και παραμένουν οι συνειδησιακές επεξεργασίες που διαμόρφωσαν στη συνέχεια τις στάσεις και τις συμπεριφορές, τις κομματικές προτιμήσεις και τις ιδεολογικές επιλογές των πολιτών της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως προσφυώς ονόμασε ο αείμνηστος Ηλίας Νικολακόπουλος την πιο φιλελεύθερη και προωθημένη μορφή και λειτουργία πολιτεύματος που γνώρισε ποτέ η χώρα.

Οπως το πραξικόπημα των συνταγματαρχών υπήρξε μια συνειδητή και βίαιη ρήξη της ιστορικής συνέχειας των προδικτατορικών πολιτικών εξελίξεων, έτσι και η Μεταπολίτευση υπήρξε σε μεγάλο βαθμό μια φαντασιακή αναβίωση του παρελθόντος από το οποίο οι απριλιανοί δικτάτορες προσπάθησαν επιμελώς και συστηματικώς να αποκόψουν τις νεότερες γενιές. Αν δεν είχε προηγηθεί η «εθνοσωτήριος επανάσταση» των συνταγματαρχών και δεν είχε επέλθει η «κάθαρση της προγενέστερης φαυλοκρατίας», που ήταν κατά τους προπαγανδιστές της δικτατορίας η προδικτατορική Δημοκρατία, τα πράγματα, και πολύ περισσότερο οι πολιτικές συνειδήσεις των Ελληνίδων και των Ελλήνων, θα είχαν ίσως εξελιχθεί διαφορετικά.

Πολύ σωστά ο Γιάννης Βούλγαρης υπέθεσε, με την ευκαιρία της φετινής επετείου της 21ης Απριλίου, πως «οι συνομήλικοί [του] από κεντρώες οικογένειες θα ήταν οργισμένοι γιατί η δικτατορία ματαίωνε οριστικά το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα της Ένωσης Κέντρου, το οποίο είχε ήδη ανακοπεί από το “βασιλικό πραξικόπημα” τον Ιούλιο του 1965» (βλ. «Μια επέτειος για 70+ ή μια υπόμνηση», εφημερίδα Τα Νέα, 4/4/2024).

Πλην όμως, δεν ήταν μόνο οι προερχόμενοι από κεντρώες οικογένειες νέοι που ριζοσπαστικοποιήθηκαν τότε στη θέα των τανκς που βρέθηκαν στο κέντρο της πρωτεύουσας καταλαμβάνοντας δημόσια κτήρια και επίκαιρα σημεία της πρωτεύουσας. Αν οι περισσότεροι από αυτούς κατέληξαν μετά τη Μεταπολίτευση στους κόλπους του ΠΑΣΟΚ, ήταν και όλοι αυτοί, μεταξύ των οποίων και ο γράφων, που, χωρίς να έχουν καμία οικογενειακή καταβολή, θα αναζητούσαν από τα μαθητικά τους κιόλας χρόνια το νήμα της ιστορίας από κει που το έκοψε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.

Για κάποιους από εμάς εξίσου σημαντική ήταν και η επίδραση που άσκησαν πάνω μας η εξέγερση του Μάη του 1968 στο Παρίσι καθώς και η Άνοιξη της Πράγας, που την ίδια χρονιά συγκλόνισε τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Το κρισιμότερο ωστόσο ήταν ότι αναβιώσαμε με τη φαντασία μας και τα διαβάσματά μας την ιστορία της γενιάς της Εθνικής Αντίστασης και του εμφυλίου πολέμου. Νιώσαμε να αποτελούμε συνέχεια του αντάρτικου. Να ετοιμαζόμαστε για τον τρίτο γύρο του. Έτσι ενταχθήκαμε στη μαχόμενη Αριστερά του αντιδικτατορικού αγώνα.

Ομως, κάπως έτσι πρέπει να ένιωσαν και οι οξυδερκέστερες από τις πολιτικές ηγεσίες των αστικών κομμάτων των οποίων η δράση είχε απαγορευτεί. Γι’ αυτό άλλωστε και μετά την κατάληψη της Νομικής τον Φεβρουάριο του 1973 και πολύ περισσότερο μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου άρχισαν να επισπεύδονται οι εξελίξεις με κατεύθυνση τη Μεταπολίτευση. Ήταν η ειρωνεία της Ιστορίας και της ετερογονίας των σκοπών που θέλησε να βιώσουμε σαν μια φαντασιακή ζώσα πραγματικότητα την ιστορική μνήμη του εμφυλίου πολέμου, που χάραξε και την πορεία της ούτω πώς αποκληθείσας «γενιάς του Πολυτεχνείου».

Εξού και για ένα μέρος του αντιδικτατορικού κινήματος η Μεταπολίτευση υπήρξε μια ιδεολογική ματαίωση. Δεν ήταν η στιγμή της επαναστατικής αλλαγής που είχαμε οραματιστεί όσοι ενταχθήκαμε στις αντιστασιακές οργανώσεις της Αριστεράς. Ευτυχώς όμως που χάρη σ’ αυτόν τον εκ των υστέρων ματαιωμένο οραματισμό δεν είχαμε εξιδανικεύσει το προδικτατορικό παρελθόν. Δεν είχαμε καν απορρίψει ως παντελώς αβάσιμους τους περί φαυλοκρατίας ισχυρισμούς των πραξικοπηματιών.

To πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης

Τούτου λεχθέντος, η Μεταπολίτευση δεν υπήρξε ούτε μια αυτόματη επιστροφή στο status quo ante της προδικτατορικής πολιτικής κατάστασης ούτε μια χωρίς πισωγυρίσματα και στρεβλώσεις ευθύγραμμη μετάβαση από τον οπισθοδρομικό αυταρχισμό στον σύγχρονο κοινοβουλευτισμό μιας νέας για την Ελλάδα εποχής. Ήταν μια ταραχώδης μεταβατική περίοδος, που στην ουσία της εξελίχθηκε σε κοσμογονία μέσα από την οποία επανιδρύθηκε η Δημοκρατία και επανασχεδιάστηκε ο κομματικός χάρτης. Παρέμειναν όμως ενεργές οι διαχρονικές αντιθέσεις του εθνικού διχασμού καθώς και οι πελατειακές σχέσεις χάρη στις οποίες μακροημέρευσε ο κραταιός δικομματισμός της Μεταπολίτευσης.

Με τα χρόνια ίσως να ξεχάστηκε ότι ο δικομματισμός αυτός συνιστούσε σε τελική ανάλυση έναν ιδεολογικό μεταμορφισμό των διχοτομικών διαιρέσεων που διατρέχουν παγίως τη νεοελληνική Ιστορία, με μόνη τη διαφορά ότι στη Μεταπολίτευση οι πολιτικές αντιθέσεις μετουσιώθηκαν σε παρατεταμένες εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις, η διαχείριση των οποίων μεταβιβάστηκε σε νέου τύπου πολυσυλλεκτικά αντιπροσωπευτικά συστήματα, με σύγχρονες μαζικές οργανώσεις, ιδεολογική ταυτότητα και διακριτά ακροατήρια με ανταγωνιστικές επιδιώξεις και διαφορετικές προγραμματικές προτεραιότητες. Με κυρίαρχες ωστόσο αναφορές στον καθοριστικό για την εξέλιξη της Μεταπολίτευσης διπολικό ανταγωνισμό μεταξύ Δεξιάς και αντιδεξιάς.

Πάνω σ’ αυτή την κληρονομιά του Εμφυλίου οικοδομήθηκε το πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης. Σ’ αυτή κρύβεται και το μυστικό της αντοχής στον χρόνο και στους κοινωνικούς μετασχηματισμούς του δικομματισμού, που εντούτοις έμελλε να καταρρεύσει στις διπλές εκλογές του 2012. Ο λόγος της κατάρρευσης δεν ήταν μόνο η κοινωνική αποκαθήλωση του κομματικού συστήματος μετά την επιβολή των Μνημονίων. Ήταν και πολλοί άλλοι λόγοι, που φάνηκαν στη συνέχεια.

Είναι αλήθεια ότι το φάντασμα του εμφυλίου πολέμου πλανήθηκε για πολύ μεγάλο διάστημα πάνω από τη νεοελληνική πολιτική πραγματικότητα. Και επανήλθε προσφάτως, όταν η διαχρονική διχοτομία μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς εκδηλώθηκε με το «ή εμείς, ή αυτοί» των εκλογών του 2015. Όπως είναι επίσης αλήθεια ότι η καθήλωση στα έστω και σε λανθάνουσα μορφή ευρισκόμενα πλέον εμφυλιοπολεμικά πάθη αναπαράγει ψυχώσεις που αναστέλλουν την προσαρμογή της πολιτικής ζωής στη δυτική κοινοβουλευτική κανονικότητα, εμποδίζουν την επαναφορά της σε πιο ισορροπημένες πολιτικές και κοινωνικές σχέσεις, την απομονώνουν από τις διεθνείς εξελίξεις και τα ιδεολογικά ρεύματα που αναπτύσσονται και αλλάζουν τη Δύση.

Χάθηκαν έτσι ήδη πολύτιμος χρόνος και ενέργεια που αν είχαν επενδυθεί πιο δημιουργικά, θα είχαν δώσει την ευκαιρία να ωριμάσουν διαφορετικά νέες πολιτικές συνειδήσεις και να διαμορφωθούν στρατηγικού τύπου πολιτικές/εκλογικές συμπεριφορές. Θα είχαν, για παράδειγμα, τύχει μεγαλύτερης επεξεργασίας προβληματικές από τις πολιτικές εμπειρίες και τις θεωρητικές σχολές της δυτικοευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας ή της αμερικανικής νέας Αριστεράς. Στην Ελλάδα απαξιώθηκαν ή περιθωριοποιήθηκαν, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στον λαϊκισμό, στον επαρχιωτισμό και στον νεοπλουτισμό της ύστερης Μεταπολίτευσης.

Η απομάγευση της Μεταπολίτευσης

Οσο όμως απευκταία είναι η συνεχής αναβίωση της «ελληνικής τραγωδίας», για να θυμηθούμε τον όρο που χρησιμοποίησε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς μόλις δύο χρόνια μετά το απριλιανό πραξικόπημα για να περιγράψει συνοπτικά και καίρια τα όσα ακολούθησαν τη λήξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (βλ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, «Η ελληνική τραγωδία. Από την απελευθέρωση ως τους συνταγματάρχες», στην επανέκδοση του 2020 από τις εκδόσεις Πατάκη) άλλο τόσο απευκταία είναι και η παράδοση στη λήθη της συλλογικής μνήμης που κρατά ζωντανές τις πολιτικές παραδόσεις με τις αντιθέσεις τους.

Βόλευε βέβαια πολλούς, παρά πολλούς, αυτή η επιχείρηση της απώθησης στο βαθύ συλλογικό υποσυνείδητο της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας του εθνικού διχασμού. Οργανώθηκε άλλωστε συστηματικά και επανειλημμένα από τη Χούντα ωσάν να ήταν αυτή η βασική επιδίωξή της. Γιατί μέχρι την εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν πολλοί -πάρα πολλοί- αυτοί που είχαν παραδοθεί αμαχητί στην τρυφηλή ζωή με την οποία η δικτατορία εκμαύλιζε την ελληνική κοινή γνώμη, διάβρωνε τα πολιτικά ήθη της και κατέλυε τις κοινωνικές ιεραρχίες της. Πλειοψηφία συνιστούσαν άλλωστε αυτοί που σιωπούσαν μέχρι τότε τρεφόμενοι με τον άρτο, τα θεάματα και τον εύκολο πλουτισμό που τους πρόσφερε το καθεστώς για να εξαγοράζει την υποταγή τους.

Οπως ήταν και πολλοί -πάρα πολλοί- αυτοί που εξέλαβαν την εναλλαγή των δύο μεγάλων ανταγωνιστικών παρατάξεων στην εξουσία, την έλλειψη ουσιαστικών διαφορών και την ευθυγράμμισή τους με τις πολιτικές των Βρυξελλών ως επιβεβαίωση της έλευσης του τέλους όχι μόνο της Μεταπολίτευσης αλλά και της ιστορίας της ανθρωπότητας. Πολύ περισσότερο που η οικονομική ανέλιξη των μεσοκατώτερων στρωμάτων επέφερε άμβλυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και απορρύθμιση των κομματικών ταυτίσεων. Το εκλογικό εκκρεμές έδειχνε να μένει ακίνητο ή έστω να μην αιωρείται πλέον περί τον άξονα της διαχωριστικής γραμμής που χώριζε τη Δεξιά από την Αριστερά. Η πολιτική εμφανιζόταν πια ως μια υπόθεση τεχνικών της εξουσίας χωρίς ιδεολογικό περιεχόμενο και προγραμματική ουσία.

Την απομάγευση της Μεταπολίτευσης ακολούθησε η απαξίωση της πολιτικής. Την αποϊδεολογικοποίηση των κοινωνικών αντιθέσεων και των πολιτικών ανταγωνισμών ακολούθησε η άρνηση σχεδόν κάθε είδους πολιτικής συμμετοχής.

Κι έτσι η ιστορία της Μεταπολίτευσης τελείωσε όπως τελειώνουν όλες οι εποχές στην Ιστορία των Επιστημών: με αλλαγή παραδείγματος. Εξού και εκεί που κάποτε η πολιτική ζήτηση στρεφόταν στους διαχειριστές που υπόσχονταν μετρήσιμα αποτελέσματα και οικονομικές επιδόσεις, τώρα στρέφεται εναγωνίως σε χαρισματικούς οραματιστές που να εμπνέουν με την προσωπικότητά τους και να παράγουν ιδέες για νέους τρόπους διακυβέρνησης και ανάκτησης της χαμένης εμπιστοσύνης στη Δημοκρατία και στους θεσμούς της. Αυτό είναι άλλωστε το δίδαγμα του μύθου για τον οποίο μιλούν τόσο η άνοδος της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη όσο και η νεκρανάσταση της Αριστεράς, την οποία κάποιοι είχαν σπεύσει να θέσουν οριστικά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.

* Ο Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός επιστήμονας - αναλυτής

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL