Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αυξημένες νεφώσεις
20 °C
17.6°C21.2°C
1 BF 46%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
15.3°C18.5°C
1 BF 57%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
13.0°C14.9°C
2 BF 85%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
19 °C
18.2°C19.8°C
1 BF 56%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
13 °C
12.9°C15.7°C
0 BF 76%
Ουκρανία - Ρωσία / Πώς φτάσαμε στη Συμφωνία Μινσκ 2
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ουκρανία - Ρωσία / Πώς φτάσαμε στη Συμφωνία Μινσκ 2

ΜΕΡΚΕΛ

Επιμέλεια: Θανάσης Κούτσης

To 2015, μετά από έναν χρόνο πανωλεθρίας, οι Ουκρανοί ηγέτες αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τις νέες Συμφωνίες του Μινσκ. Όμως η προοπτική μιας σταθερής πολιτικής λύσης, που θα βασιζόταν στον σεβασμό των μειονοτήτων και στον διάλογο με τη Μόσχα, διαψεύστηκε.

Καθώς τον Ιανουάριο του 2015 ο πόλεμος στην ανατολική Ουκρανία αποκτούσε ξανά επιθετικό χαρακτήρα, η δεύτερη Συμφωνία του Μινσκ παρουσιάστηκε ως ο καρπός διπλωματικών προσπαθειών που ανελήφθησαν κάτω από ακραίες συνθήκες. Χρειάστηκε όλο το βάρος του γαλλογερμανικού ζεύγους προκειμένου να προσφερθεί μια νέα ευκαιρία για ειρήνευση. O υπαινιγμός εκ μέρους της Ουάσιγκτον, στις αρχές Φεβρουαρίου, για ενδεχόμενη προμήθεια προηγμένου οπλισμού στους Ουκρανούς οδήγησε το Παρίσι και το Βερολίνο να αναλάβουν πρωτοβουλία σε ανώτατο επίπεδο, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος στρατιωτικής κλιμάκωσης με τη Ρωσία.

Απαιτήθηκαν περίπου δεκαέξι ώρες διαπραγματεύσεων μεταξύ του Γάλλου Πρόεδρου Φρανσουά Ολάντ, της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, του Ουκρανού πρωθυπουργού Πιοτρ Ποροσένκο και του Ρώσου Πρόεδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, που συναντήθηκαν στις 12 Φεβρουαρίου στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας προκειμένου να καταλήξουν σε συμβιβασμό. Περιλαμβάνοντας δεκατρία σημεία, καθώς και ένα συμπληρωματικό υπόμνημα, η Συμφωνία του Μινσκ 2 στη βάση της παρέμενε παρεμφερής με τη Συμφωνία του Μινσκ 1, που υπογράφηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 2014 από τους εκπροσώπους της Ρωσίας, της Ουκρανίας και των αυτοανακηρυχθεισών δημοκρατιών. Το νέο έγγραφο προέβλεπε αφενός την επιβολή και τους όρους εφαρμογής μιας κατάπαυσης πυρός, αφετέρου πολιτικά μέτρα που σκοπό έχουν τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας (δεν γινόταν μνεία στην Κριμαία), μέσα από την αποκατάσταση της λειτουργίας των κρατικών υπηρεσιών και μια συνταγματική αναθεώρηση.

Οι Ευρωπαίοι κοπίασαν προκειμένου να αποκαταστήσουν με τη Ρωσία έναν διάλογο που είχε παραμεληθεί για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι δυσκολίες είχαν τις ρίζες τους σε μια παρατεταμένη απουσία συντονισμού απέναντι στις προκλήσεις που τίθενται από τις χώρες της «κοινής γειτονίας» (Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία, Γεωργία, Μολδαβία, Ουκρανία), προκλήσεις που η ουκρανική κρίση απλώς εμβάθυνε. Τον Μάιο του 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση εγκαινίασε την ανατολική συνεργασία της με πρωτοβουλία της Πολωνίας και της Σουηδίας, δύο χωρών που ιστορικά διατηρούν ακανθώδεις σχέσεις με τη Ρωσία. Η συνεργασία προέβλεπε τη συγκρότηση μιας ζώνης ελεύθερων συναλλαγών στα τέλη του 2015, αποκλείοντας κάθε άλλη μορφή συμφωνίας με τη Μόσχα, η οποία ωστόσο με αυτά τα κράτη μοιράζεται ένα σύστημα ζωτικών εμπορικών κανόνων και σχέσεων. Απέναντι σε αυτήν την πρωτοβουλία, το Κρεμλίνο έβαλε μπροστά την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση, στην οποία η Ουκρανία θα αποτελούσε το στοιχείο - κλειδί. Η Ρωσία ανησυχούσε για το γεγονός ότι χώρες με τις οποίες μοιράζεται κοινή ιστορική διαδρομή προσέγγιζαν το στρατηγικό σχέδιο του ΝΑΤΟ, ενώ διαμορφώνονταν οικονομικά σύμφωνα με το καλούπι που προωθούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι' αυτό και διεκδίκησε μια «ζώνη προνομιακών συμφερόντων», την οποία οι Ευρωπαίοι και οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να της αναγνωρίσουν. Ανατολικός γείτονας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και «κοντινός ξένος» της Ρωσίας, η Ουκρανία βρέθηκε στην καρδιά μιας γεωπολιτικής διελκυστίνδας που αφύπνισε την πόλωση μεταξύ των ανατολικών και των δυτικών περιφερειών της.

Ο αγώνας για επιρροή έστρωσε τον δρόμο σε μια κρίση, η όξυνση της οποίας οδήγησε στον πόλεμο στο Ντονμπάς. Η ένταση ήταν δύσκολο πλέον να αποκλιμακωθεί. Παρ’ όλο που Ευρωπαίοι και Αμερικανοί δεν μπορούν να ξεχάσουν τη διά της ισχύος προσάρτηση της Κριμαίας στις 18 Μαρτίου του 2014 -η οποία πυροδότησε το πρώτο κύμα κυρώσεων-, η Μόσχα, από την πλευρά της, θεωρούσε ότι το σημείο χωρίς επιστροφή εντοπίζεται νωρίτερα, στην αλλαγή καθεστώτος της 23ης Φεβρουαρίου 2014. Δύο ημέρες πρωτύτερα, χάρη στη μεσολάβηση των Ευρωπαίων και παρουσία εκπροσώπου της Ρωσίας, ο Βίκτωρ Γιανουκόβιτς και οι ηγέτες της ουκρανικής αντιπολίτευσης είχαν καταλήξει σε ένα έγγραφο για την έξοδο από την κρίση. Προβλέποντας κατά κύριο λόγο την επιστροφή σε κοινοβουλευτικό καθεστώς, καθώς και την πρόωρη εκλογή Προέδρου, η συμφωνία συνυπογράφηκε από τους υπουργούς Εξωτερικών της Γερμανίας και της Πολωνίας, Φραντς-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και Ράντοσλαβ Σικόρσκι. Εντούτοις, ήδη την επόμενη ημέρα, ο Γιανουκόβιτς κατέφυγε στη Ρωσία και έτσι, στις 23 Φεβρουαρίου, ο Αλεξάντρ Τουρσίνοφ, πρόεδρος της Ράντα (του ουκρανικού Κοινοβουλίου) ορίστηκε προσωρινός Πρόεδρος. Η Ρωσία κατηγορούσε τους Ευρωπαίους εγγυητές της Συμφωνίας της 21ης Φεβρουαρίου πως όχι μόνο παραιτήθηκαν από την υλοποίησή της, αλλά και πως έδωσαν τη συγκατάθεσή τους σε ένα πραξικόπημα.

Η κρίση εισήλθε σε αποφασιστική καμπή στις 17 Ιουλίου, όταν ένα πολιτικό αεροσκάφος των μαλαισιανών αερογραμμών καταρρίφθηκε πάνω από το Ντονέτσκ. Η τραγωδία πυροδότησε ένα νέο κύμα κυρώσεων, που αυτή τη φορά άγγιξαν τη ρωσική οικονομία. Τον Αύγουστο, οι ενισχύσεις των «εθελοντών» και η ρωσική βοήθεια διέσωσαν τους αυτονομιστές του Ντονέτσκ από μια στρατιωτική πανωλεθρία που έμοιαζε αναπόφευκτη. Η επιτυχία της αντεπίθεσης στην οποία προχώρησαν στη συνέχεια οι εξεγερμένοι των λαϊκών δημοκρατιών του Ντονέτσκ (DNR) και του Λουχάνσκ (LNR) οδήγησε τα εμπλεκόμενα μέρη να συσκεφθούν στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας και να υιοθετήσουν, στις 5 Σεπτεμβρίου, τις πρώτες Συμφωνίες του Μινσκ. Οι εχθροπραξίες όμως κάθε άλλο παρά πάγωσαν, καθώς κανένα στρατόπεδο δεν έμεινε ικανοποιημένο: μια ζώνη στην οποία κατοικούν πέντε εκατομμύρια Ουκρανοί βρισκόταν εκτός της δικαιοδοσίας του Κιέβου, ενώ οι εξεγερμένες περιοχές δεν είχαν οικονομικό μέλλον. Η απουσία πραγματικού ελέγχου για την τήρηση των Συμφωνιών οδήγησε σε νέο γύρο συρράξεων, όλο και πιο έντονων, γύρω από αυτά τα νευραλγικά σημεία, όπως και στο αεροδρόμιο του Ντονέτσκ.

Το Μινσκ 2 ήταν το προϊόν των ευρωπαϊκών φόβων, τόσο απέναντι σε μια μείζονα σύγκρουση στην ήπειρο όσο και απέναντι στη στρατιωτική, πολιτική και οικονομική κατάρρευση, στα πρόθυρα της οποίας βρισκόταν η Ουκρανία. Για τη Ρωσία, το Μινσκ 2 ήταν η ευκαιρία να δει να αναγνωρίζεται η διάσπαση της Ουκρανίας κατά μήκος της γραμμής της κατάπαυσης του πυρός στο Ντονέτσκ και η ίδια να παρουσιαστεί ως η μόνη οντότητα που είναι ικανή να πείσει τους εξεγερμένους να δεχθούν συμβιβασμό. Όντας σε θέση να τροποποιεί διαρκώς την ισορροπία των δυνάμεων στα πεδία των συγκρούσεων και έχοντας αποκομίσει ειδικό καθεστώς για τις ανατολικές επαρχίες, η Μόσχα ανέβαλλε το ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.

* Ο Igor Delanoë είναι διδάκτωρ Ιστορίας, διδάσκων στο Γαλλικό Πανεπιστημιακό Κολέγιο της Αγίας Πετρούπολης.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο με πρωτότυπο τίτλο «Η Ουκρανία μεταξύ πολέμου και ειρήνης» στην διεύθυνση https://bit.ly/3HlUD6R

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL