Όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, το ίδιο και η διαμάχη στην Μέση Ανατολή, σηματοδοτούν την ανάγκη της Δύσης (Αμερική-Ευρώπη) να πολεμήσουν για την διατήρηση της ηγεμονίας τους παγκοσμίως. Η διαφαινόμενη ήττα στα μέτωπα του Δνείστερου (με μεγάλο θύμα την ίδια την Ουκρανία), υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να συνοδευτεί με μια μεγάλη διπλωματική ήττα των ΗΠΑ και της ΕΕ, στη Μέση Ανατολή.
Είναι η Ρωσία και κυρίως η Κίνα, που δείχνουν να ισχυροποιούν τη θέση τους στην κεντρική Ασία όπως και στον Κόλπο. Και είναι αυτός ο λόγος που οι ΗΠΑ, περισσότερο από κάθε άλλη ιστορική στιγμή, είναι υποχρεωμένες να συμπορεύονται με τον Νετανιάχου.
Μεγάλα θύματα είναι ο ουκρανικός και ο παλαιστινιακός λαός. Αυτό όμως δυστυχώς είναι το λιγότερο που ενδιαφέρει τις μεγάλες δυνάμεις, τους κεντρικούς παίκτες, στον πόλεμο για την διατήρηση της δυτικής ηγεμονίας.
Η προτροπή των Αμερικανών προς την Ουκρανία, να αντιπαρατεθούν καθολικώς, με τη Ρωσία, ήταν το εγχείρημα Μπάιντεν να ανατρέψει την διαφαινόμενη νέα παγκόσμια ισορροπία υπερ της Κίνας. Η Ουάσιγκτον επέλεξε τον δρόμο της αντιπαράθεσης πρώτα με τη Ρωσία, προφανώς για να διακόψει την συνεργασία της Γερμανίας και της Ευρώπη συνολικά, με τη Ρωσία (ενέργεια).
Οι ευρωπαίοι που σύρθηκαν πίσω από την αμερικανική πολιτική, είναι αναγκασμένοι πλέον να ακολουθήσουν σχεδόν τυφλά τις αμερικανικές επιλογές έως το τέλος. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες πληρώνουν μεγάλο τίμημα, κάτι που φαίνεται και στις κάλπες αλλά και στην καθημερινότητα.
Όμως η πολιτική Μπάιντεν έφερε την στενότερη συνεργασία Κίνας-Ρωσίας και την ενδυνάμωση της παρουσίας τους παγκοσμίως.
Φαίνεται αυτό από την Ασία, στην Αφρική γενικώς ακόμα και στην Λατινική Αμερική. Φαίνεται ακόμα και στις αντιδράσεις εντός Ευρώπης, με τον Όρμπαν της Ουγγαρίας και τον Φίτσο της Σλοβακίας.
Η κατάσταση έγινε ακόμα πολυπλοκότερη με την δημιουργία ενός δεύτερου μετώπου, μετά την Ουκρανία, αυτού της Μέσης Ανατολής. Ένα μέτωπο που προέκυψε από τους «κολασμένους» αυτής της Γης, τη Χαμάς (και γενικώς τους παλαιστινίους), που αναζητούν στον Ήλιο μοίρα.
Το δεύτερο αυτό μέτωπο, δεν στοιχίζει σε ευρωπαίους και Αμερικανούς, μόνο σε όπλα και λεφτά ή σε διπλωματικό κεφάλαιο.
Στοιχίζει σε βαθμούς επιρροής. Η στάση του Ισραήλ, της κυβέρνησης Νετανιάχου, προκαλεί εμφράγματα στον Λευκό Οίκο, εν μέσω μάλιστα προεκλογικής περιόδου.
Μπορεί οι αραβικές χώρες να μην στηρίζουν επι της ουσίας τους παλαιστινίους (κάτι που δεν συμβαίνει για πρώτη φορά), μπορεί να μην θέλουν να εμπλακούν σε καμία πολεμική σύρραξη. Όμως δείχνουν να μην περιμένουν απολύτως τίποτα από τους δυτικούς. Η προσοχή τους είναι πλέον στραμμένη στο Πεκίνο.
Η κινεζική διπλωματία, όλο και περισσότερο αλωνίζει στην κυριολεξία στην Μέση και Εγγύς Ανατολή, με τρόπο που δεν έχουμε ξαναδεί τους προηγούμενους αιώνες.
Και είναι οι κινέζοι τα τελευταία χρόνια έχουν ήδη να δείξουν διπλωματικές επιτυχίες στην περιοχή. με πρώτη την προσέγγιση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, δυο παραδοσιακών εχθρών έως χθες για λόγους θρησκευτικούς όπως και γεωπολιτικούς. Φυσικά πάνω απ’ όλα είναι η κινεζική οικονομική επιρροή.
Η Ρωσία επίσης ξαναθυμίζει σε όλους ότι επιστρέφει στην Μέση Ανατολή, έχοντας ρόλο και επιρροή.
Έχει ρόλο στην Συρία, στενότερη σχέση με το Ιράν, σύναψε σχέσεις οικονομικές και διπλωματικές με τις χώρες του Κόλπου.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω, οι αραβικές χώρες δεν φοβούνται πλέον να αναπτύξουν στενές σχέσεις με Κίνα και Ρωσία, παρά τις όποιες αντιρρήσεις των ΗΠΑ.
Η επιρροή της Δύσης στην περιοχή, μειώνεται δραστικά. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος της Δύσης δεν είναι ισχυρός, ούτε ικανός να αποτρέψει τις επιλογές των χωρών που έως την προηγούμενη δεκαετία, κοιτούσαν πρώτα τι θα πει η Ουάσιγκτον για να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση.
Ο πόλεμος του Νετανιάχου, είναι πλέον εφιάλτης για την Ουάσιγκτον, γιατί επισπεύδει την ανατροπή των ισορροπιών. Πέρα από τα προβλήματα στην προεκλογική καμπάνια των Δημοκρατικών, η στάση του Ισραήλ, προκαλεί μόνο κινδύνους για την Δύση. Δίνοντας ταυτόχρονα ευκαιρίες σε Ρωσία και Κίνα.
Και αυτό την ώρα που ο ουκρανικός πόλεμος, καταστρέφει την ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι αμερικανικές εκλογές, μπορεί να επιφέρουν αλλαγές στην τακτική ακόμα και στην στρατηγική της Ουάσιγκτον.
Αυτό που σίγουρα θα αλλάξει όμως -ανεξαρτήτως της έκβασης των δύο συγκρούσεων - θα είναι η θέση της Δύσης στο παγκόσμιο στερέωμα.