Πριν καλά - καλά ολοκληρωθεί το κλείσιμο της αξιολόγησης, μια νέα αγωνία διακατέχει το κυβερνητικό στρατόπεδο. Πρόκειται για τον προβληματισμό αν είναι αρκετά τα δύο χρόνια που απομένουν για το κλείσιμο της κυβερνητικής θητείας, ώστε να αλλάξει το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό κλίμα. Στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει χάσει πλήρως τις προνομιακές σχέσεις που είχε με μαζικά κομμάτια της κοινωνίας, αλλά ότι είναι δυνατό να υπάρξει επαναπροσέγγιση αν γίνουν όσα είναι απαραίτητα.
Η αγωνία αυτή συνυπάρχει ταυτόχρονα με τη θετική προοπτική που έχει ανοίξει με το αίσιο κλείσιμο της αξιολόγησης και τη διαφαινόμενη περαιτέρω ρύθμιση του χρέους. Αυτά τα δύο έχουν δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης, της κυβερνητικής πλειοψηφίας στη Βουλή και στον ΣΥΡΙΖΑ, όπου, παρά τα όσα γράφονταν το προηγούμενο διάστημα, είναι φανερό ότι δεν θα πρέπει να αναμένονται ρωγμές στη συνοχή τους.
Από την άλλη μεριά, όσο καθίσταται όλο και περισσότερο σαφές ότι η κυβέρνηση δεν θα πέσει από το Μνημόνιο, τόσο γίνονται πιο εμφανείς οι σημαντικές υστερήσεις στους υπόλοιπους τομείς και κανείς δεν είναι ικανοποιημένος από αυτό. Γι’ αυτό και οι πάντες -στην κυριολεξία- στον ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για την ανάγκη επίσπευσης του κυβερνητικού έργου σε δύο βασικούς τομείς: Την ανάπτυξη και τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Η “φούρια” επιτείνεται ακόμη πιο πολύ από το γεγονός ότι πλέον για κανέναν δεν υπάρχει το άλλοθι (ή η πραγματικότητα για ορισμένους) των αναγκών της διαπραγμάτευσης.
Αυτό το άγχος εκφράζεται από τα πιο απλά κομματικά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, εκφράστηκε και από την Κοινοβουλευτική Ομάδα την Παρασκευή και σκιαγραφείται και στον λόγο του πρωθυπουργού, ο οποίος έχει δηλώσει ότι τίθεται επικεφαλής των μεγάλων επενδυτικών πρότζεκτ, αλλά και ότι θα επισκεφτεί σε σύντομο χρονικό διάστημα όλα τα υπουργεία προκειμένου να ακούσει τον προγραμματισμό του έργου τους. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι θα είναι αδύνατο να στηθεί μια ηγεμονική αφήγηση στις επόμενες εκλογές αν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες θετικές αλλαγές στην καθημερινότητα των πολιτών. Ακόμη κι αν δεν είναι εφικτό να υπάρξουν ολοκληρωμένες ριζικές μεταβολές, θα πρέπει να μπορούν να αποδεικνύονται τα πρώτα βήματα, ώστε να είναι πειστικές οι υποσχέσεις που θα δίνονται για τη δεύτερη τετραετία.
Οι σκέψεις αυτές έχουν εκφραστεί και από τον πρωθυπουργό, ο οποίος έθεσε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας τον στόχο της εξαετούς κυβερνητικής θητείας (δύο χρόνια που απομένουν και επανεκλογή). Άρχισε, μάλιστα, να χτίζει την πολιτική πλατφόρμα της δεύτερης τετραετίας, βάζοντας στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης τη σταδιακή επιστροφή της κανονικότητας στις εργασιακές σχέσεις, έναν τομέα στον οποίο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται σε αντίστιξη με τον εξαιρετικά ανεπίκαιρο και αντιδημοφιλή νεοφιλελευθερισμό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επιπλέον, ανεβάζει ψηλά στην ατζέντα το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, το οποίο ενσωματώνει, σε μεγάλο βαθμό, την αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ με τη διαπλοκή και τη διαφθορά του παλιού πολιτικού συστήματος.
Σε κάθε περίπτωση, στην παρούσα φάση προηγείται το στοίχημα της ανάκαμψης. Στο προσκήνιο έρχονται λοιπόν η επιτάχυνση των επενδύσεων, όπως π.χ. η υλοποίηση των πρότζεκτ που έχουν ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο, ο προσδιορισμός μέχρι τέλους του 2017 δράσεων 3 δισ. για το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, αλλά και οι επενδύσεις που μπορούν να τρέξουν σε συνεργασία με την κινεζική πλευρά και θα διερευνηθούν στο ταξίδι του πρωθυπουργού στο Πεκίνο στα τέλη της εβδομάδας.