Σκάνδαλο; Καθημερινότητα στην οποία έχουμε πλέον εθιστεί χωρίς σχεδόν κανείς αρμόδιος να «συγκινείται»; «Ελληνικό» δαιμόνιο; Ή μια καλή γεύση από το τι μπορεί να σημαίνει για τα δημόσια νοσοκομεία η περαιτέρω εμπλοκή ιδιωτών (γιατρών ή/και εταιρειών) στη διαχείριση των υπηρεσιών τους;
Όλα αυτά μαζί και ακόμα περισσότερα συναντά κάποιος στο πόρισμα 50 σελίδων του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ), το οποίο ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2020, σχετικά με τα πεπραγμένα στη Μονάδα Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ) που ανήκει στην Β’ Πανεπιστημιακή Παιδιατρική κλινική του Νοσοκομείου Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού».
Η ΜΕΥ ποτέ δεν ασχολήθηκε με το βασικό αντικείμενό της, την παθολογία των εφήβων, αλλά μετατράπηκε σε -άκρως επικερδή για ιδιώτες «συνεργάτες»- μονάδα ψυχικής υγείας και μαθησιακών δυσκολιών. Χωρίς καμιά άδεια από την αρμόδια Διεύθυνση Ψυχικής Υγείας, λειτουργούσε σαν υπηρεσία Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων, παρότι το ίδιο το νοσοκομείο διαθέτει Παιδοψυχιατρική Κλινική και Κοινοτικό Κέντρο Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων (ΚΟΚΕΨΥΠΕ)!
Δήλωσε μάλιστα ότι διαθέτει Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο (για να μπορεί να εκδίδει πιστοποιητικά απαλλαγής από γραπτές Πανελλήνιες εξετάσεις), παίρνοντας -άγνωστο μέσα από ποιες διαδικασίες- τη σχετική πιστοποίηση από τα υπουργεία Υγείας και Παιδείας.
Σύμφωνα με το πόρισμα, το οποίο είναι στη διάθεση της ΑΥΓΗΣ (τα βασικά του σημεία δημοσιεύτηκαν και στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις 12.6.21), η «αμαρτωλή» ΜΕΥ βαρύνεται με μια σειρά έκνομες πράξεις που έχουν ως αποτέλεσμα, μετά από 2,5 περίπου χρόνια, την κλήση σε απολογία (έλαβε χώρα στις 24.6.21) της επιστημονικά υπεύθυνης της Μονάδας ενώπιον του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου για τους γιατρούς του ΕΣΥ, με το ερώτημα αν θα τεθεί σε δυνητική αργία ή όχι. Η απόφαση αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες.
168 πιστοποιητικά απαλλαγής μέσα σε έναν χρόνο!
Όπως τεκμηριώνει το προαναφερθέν πόρισμα, από το 2010 μέχρι και το 2019 καταγράφηκε στη ΜΕΥ παράνομη χορήγηση πιστοποιητικών σε εφήβους για απαλλαγή από γραπτές Πανελλήνιες εξετάσεις και αντικατάστασής τους από προφορικές.
Σε χρονικό διάστημα οκτώ ετών εκδόθηκαν για έφηβους περίπου 600 παράνομα πιστοποιητικά αντικατάστασης των γραπτών Πανελλήνιων εξετάσεων από προφορικές, λόγω μαθησιακών δυσκολιών, τα οποία υπέγραφαν ιδιώτες συνεργάτες της Μονάδας που δεν νομιμοποιούνται να υπογράφουν δημόσια έγγραφα. Επίσης τα υπέγραφε και η επιστημονικά υπεύθυνη της μονάδας, η οποία επίσης δεν νομιμοποιείται, ως μη έχουσα την κατάλληλη εξειδίκευση, όπως τονίζει το ΣΕΥΥΠ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το 2018 χορηγήθηκαν 217 πιστοποιητικά, τα 168 εκ των οποίων αφορούσαν στην απαλλαγή μαθητών από γραπτές Πανελλήνιες εξετάσεις και την αντικατάστασή τους με προφορικές, λόγω μαθησιακών δυσκολιών.
Από τις 31.5.2019 υπογράφονταν πλέον μόνο από την επιστημονικά υπεύθυνη, παρότι, όπως τονίζει ξεκάθαρα το πόρισμα του ΣΕΥΥΠ (σελ. 30), «δεν νομιμοποιείται» να υπογράφει τέτοιου είδους πιστοποιητικά. Σημειώνεται ότι υπέγραφε παρόμοια πιστοποιητικά και για νεαρούς ενήλικες.
Οι μόνοι γιατροί που προβλέπεται από το νόμο να υπογράφουν τέτοια πιστοποιητικά είναι οι αναπτυξιολόγοι, οι ψυχίατροι παιδιών και εφήβων και οι παιδονευρολόγοι. Για του λόγου το αληθές παραθέτουμε αντίγραφο ενός τέτοιου πιστοποιητικού. Τα ονόματα των ασθενών έχουν αφαιρεθεί για ευνόητους λόγους. Το υπογράφει η επιστημονικά υπεύθυνη της ΜΕΥ και αφορά νεαρό ενήλικα 20 ετών. Το πιστοποιητικό είναι παράνομο γιατί δεν υπογράφεται από γιατρό που νομιμοποιείται να το υπογράψει (εφηβίατρο).
Αξίζει να αναλογιστεί κάποιος τι συνέπειες θα έχει για έναν/μία φοιτητή/τρια (πλέον), που έχει εισαχθεί σε κάποια ανώτατη σχολή με προφορικές εξετάσεις, τυχόν καταγγελία κατά του πιστοποιητικού απαλλαγής του/της, το οποίο είναι επί της ουσίας άκυρο. Αλλά και το πεδίο κερδοσκοπίας που άνοιξε η Μονάδα στους ιδιώτες οι οποίοι έφεραν την «πελατεία» τους στο «Αγλαΐα Κυριακού», ώστε να της εξασφαλίσουν πιστοποιητικά απαλλαγής από τις γραπτές εξετάσεις, κάτι που δεν μπορούσαν να κάνουν στο ιδιωτικό τους ιατρείο.
Η εξωφρενική «ταρίφα» για τους γονείς
Κομμάτι των συνεπειών που έχει η αχαλίνωτη «ιδιωτική πρωτοβουλία» εντός των δημόσιων δομών είναι και η οικονομική επιβάρυνση των γονιών.
Πατώντας στην αγωνία των ανθρώπων, στη ΜΕΥ, χωρίς ενημέρωση και έγκριση του νοσοκομείου, χρέωναν με εισιτήριο 30 ευρώ την πρώτη επίσκεψη και 15 ευρώ κάθε επόμενη, εκδίδοντας αποδείξεις στο όνομα του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) κατά παράβαση σχετικής Υπουργικής Απόφασης. Χωρίς μάλιστα να αναφέρεται πουθενά βάσει ποιου τιμολογίου κοστολογήθηκαν οι συγκεκριμένες υπηρεσίες. Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν πρόκειται για εξετάσεις ασθενών που εντάσσονται σε ερευνητικά ή εκπαιδευτικά προγράμματα, καθώς ποτέ δεν έχουν κατατεθεί τέτοιου είδους προγράμματα στο Διοικητικό ή το Επιστημονικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου, ούτε για νόμιμα απογευματινά ιατρεία που γίνονται στο πλαίσιο της ολοήμερης λειτουργίας του νοσοκομείου.
Επιπλέον, χρέωναν 55 ευρώ για διενέργεια νοομετρικών τεστ (WISC και WAIS test), τα οποία κανονικά διενεργούνται δωρεάν στο Παιδοψυχιατρικό Τμήμα και το ΚΟΚΕΨΥΠΕ του νοσοκομείου!
Τα συνολικά έσοδα, σύμφωνα με την κίνηση τραπεζικού λογαριασμού του ΕΛΚΕ για τα έτη 2010-2018, ανήλθαν σε 407.546 ευρώ, από τα οποία το νοσοκομείο δεν εισέπραξε τίποτα, ενώ κάλυπτε τις λειτουργικές ανάγκες της ΜΕΥ (καθαριότητα, ασφάλεια, κλιματισμό, ηλεκτρικό, ύδρευση)...
Πώς οι ιδιώτες στρογγυλοκάθισαν στο δημόσιο νοσοκομείο
Και φτάνουμε στο σημείο - κλειδί: πώς κατάφερε μια μονάδα με έναν μόνο γιατρό, εν προκειμένω την επιστημονικά υπεύθυνη, η οποία δεν είναι καν εφηβίατρος (απαιτείται εξειδίκευση τριετούς διάρκειας στο εξωτερικό), αλλά παιδίατρος με γνωστικό αντικείμενο την «Εφηβική Ιατρική» (αναγνωρισμένο μόνο από το ΕΚΠΑ και όχι από το κράτος), να δεχτεί μόνο το 2017 πάνω από 3.000 επισκέψεις εφήβων;
Διότι η ΜΕΥ λειτουργούσε σχεδόν αποκλειστικά με ιδιώτες ιατρούς, ιδιώτες επαγγελματίες Υγείας, ακαδημαϊκούς υποτρόφους (από το 2016 και μετά) και «εθελοντές», για την απασχόληση των οποίων το νοσοκομείο δεν είχε καμία ενημέρωση και δεν είχε δώσει τις σχετικές εγκρίσεις.
Παρενθετικά αναφέρουμε πως η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει ότι οι πανεπιστημιακές κλινικές που είναι εγκατεστημένες στα νοσοκομεία υπακούουν στους νόμους του ΕΣΥ. Σε αυτές εργάζονται μόνο μέλη ΔΕΠ και ακαδημαϊκοί υπότροφοι. Επίσης, η νομοθεσία ορίζει ρητά ότι η συμμετοχή ιδιωτών ιατρών σε νοσοκομεία ΕΣΥ (και σε πανεπιστημιακές κλινικές) επισύρει ποινικές ευθύνες ακόμα και για το προσωπικό του νοσοκομείου που γνωρίζει και δεν αντιτάσσεται στην παρανομία.
Παρά το γεγονός ότι η μονάδα δεν ήταν μονάδα Ψυχικής Υγείας, η έρευνα της διευθύντριας Ιατρικής Υπηρεσίας επιβεβαίωσε την παράνομη εξέταση και παρακολούθηση σοβαρών ψυχιατρικών περιστατικών από ιδιώτες «ψυχιάτρους», κατά παράβαση κάθε κανόνα δικαίου και κάθε κώδικα ηθικής και ιατρικής δεοντολογίας.
Σύμφωνα με καταγγελία στελέχους του νοσοκομείου, στη ΜΕΥ εξετάζονταν έφηβοι με αυτοκτονικό ιδεασμό, κατάθλιψη, ανορεξία κ.ά. και παρακολουθούνταν από ιδιώτες ψυχιάτρους και ψυχολόγους, ενώ έπρεπε να παραπέμπονται στην άρτια οργανωμένη Παιδοψυχιατρική Κλινική ή το ΚΟΚΕΨΥΠΕ του νοσοκομείου, καθόσον η λανθασμένη διαχείρισή τους μπορεί να είχε ολέθριες συνέπειες στη ζωή και το μέλλον των εφήβων.
«... η ΜΕΥ δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει όποια σοβαρά ψυχιατρικά περιστατικά που αφορούν εφήβους αλλά πρέπει να τα παραπέμπει στην επαρκώς στελεχωμένη Παιδοψυχιατρική Κλινική», αναφέρει χαρακτηριστικά το πόρισμα του ΣΕΥΥΠ (σελίδα 31, κεφάλαιο Δ).
Η Έκθεση του ΣΕΥΥΠ αναφέρει ότι στη ΜΕΥ εργάστηκαν 29 ιδιώτες, χωρίς έγκριση από τη διοίκηση του νοσοκομείου, τους οποίους η ΜΕΥ παρουσίαζε ως άμισθους συνεργάτες. Από τυχαιοποιημένο δείγμα δύο μηνών (Μάρτιος και Μάιος του 2018), οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι επί συνόλου 890 παιδιών, μόνο τα 16 εξετάστηκαν από γιατρούς του νοσοκομείου (5 από την επιστημονικά υπεύθυνη της ΜΕΥ και 11 από ενδοκρινολόγο του νοσοκομείου), ενώ 874 εξετάστηκαν από 23 επαγγελματίες Υγείας, οι οποίοι δεν είχαν την ιδιότητα του ακαδημαϊκού υποτρόφου ούτε ήταν αποσπασμένοι ή διορισμένοι στο νοσοκομείο, και τρεις εθελοντές. «Η παροχή υπηρεσιών των ανωτέρω ατόμων δεν είναι σύμφωνη με την νομοθεσία του ΕΣΥ, άρθρο 77 και 1 παρ. γ του Ν 2071/1992 και άρθρο 13 παρ.1 του Ν. 1397/1983 αλλά και του υπουργείου Παιδείας», επισημαίνουν οι ελεγκτές.
Το πέπλο σιωπής και τα περίεργα «συμπεράσματα»
Η σιγή ιχθύος και η προσπάθεια να συνεχιστεί η λειτουργία της Μονάδας σαν να μην τρέχει τίποτα
Η «παράγκα» που είχε στηθεί αποκαλύφθηκε ύστερα από τεκμηριωμένες καταγγελίες της διευθύντριας της Ιατρικής Υπηρεσίας του νοσοκομείου (2018). Ο τότε αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης διαβίβασε την υπόθεση για έρευνα στο ΣΕΥΥΠ, ενώ ο κοινός διοικητής των δύο παιδιατρικών νοσοκομείων Εμμανουήλ Κ. Παπασάββας και ακολούθως ο διοικητής της 1ης ΥΠΕ, στις αρχές του 2020, υπέβαλαν στο υπουργείο Υγείας αίτημα αναστολής της λειτουργίας της μονάδας μέχρι την έκδοση της Έκθεσης του ΣΕΥΥΠ.
Μετά την παράδοση του πορίσματος, το πειθαρχικό συμβούλιο του Νοσοκομείου αποφάσισε (19.5.21) για τη διευθύντρια της Β’ Πανεπιστημιακής Παιδιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Παίδων (που είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία του συνόλου των τμημάτων / μονάδων της κλινικής) μόνο έγγραφη επίπληξη, παρά την πολύχρονη αδιαφορία της για όσα συνέβαιναν στη ΜΕΥ και την αδυναμία της να συμμορφώσει την επιστημονικά υπεύθυνη. Σχετικά με την υπεύθυνη και επικεφαλής της ΜΕΥ, η απόφαση εστάλη στο Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο ιατρών ΕΣΥ και ακόμη εκκρεμεί.
Ωστόσο, προκύπτουν μερικά κρίσιμα ερωτήματα:
1. Γιατί, ενώ η σημερινή διοίκηση της 1η ΥΠΕ γνωμοδότησε, ως όφειλε, για την αναστολή της λειτουργίας της ΜΕΥ (υιοθετώντας το αίτημα του διοικητή του νοσοκομείου), η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Υγείας δεν έχει αποφανθεί ακόμα;
2. Γιατί, ενώ το θέμα έχει τεθεί υπόψιν των αρμόδιων του υπουργείου Υγείας, του πρύτανη του ΕΚΠΑ, του προέδρου της Ιατρικής Σχολής και του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, δεν έχει κινηθεί καμία διαδικασία και η παράνομη λειτουργία της ΜΕΥ συνεχίζεται; Σημειώνουμε ότι εις βάρος της υπεύθυνης έχει διαταχθεί νέα ΕΔΕ, για νέα αδικήματα.
3. Γιατί, παρότι αρχικά η έκθεση του ΣΕΥΥΠ είναι καταπέλτης για τις ποινικά και πειθαρχικά ελέγξιμες δραστηριότητες στη ΜΕΥ, στις τελικές της προτάσεις παραλείπονται σημαντικά σημεία, όπως: α) ο μεγάλος αριθμός ιδιωτών επαγγελματιών Υγείας που εργάζονται παράνομα στη ΜΕΥ (ως δήθεν άμισθοι επιστημονικοί συνεργάτες), β) η παράνομη χρέωση των απογευματινών επισκέψεων και νοομετρικών διαδικασιών χωρίς ενημέρωση και έγκριση του Δ.Σ. του νοσοκομείου και γ) η ενασχόληση της ΜΕΥ με εξειδικευμένα θέματα ψυχιατρικής (αυτοκτονικότητα, κατάθλιψη, διαταραχές πρόσληψης τροφής κ.ά.);
Από τα παραπάνω, και κυρίως από το γεγονός ότι προηγείται ο έλεγχος των πειθαρχικών ευθυνών της επιστημονικά υπεύθυνης από την επιβεβλημένη αναστολή λειτουργίας της ΜΕΥ, μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι οι ευθύνες θα επιχειρηθεί να περιοριστούν στο συγκεκριμένο στέλεχος του νοσοκομείου.
Η ανησυχία εντείνεται δεδομένου ότι το (διορισμένο από τον Β. Κικίλια) Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει απευθυνθεί στο νοσοκομείο και ρωτάει αν έχει εκδοθεί απόφαση αναστολής της λειτουργίας της ΜΕΥ, αν υπάρχει άλλος/η που να μπορεί να τοποθετηθεί ως επιστημονικά υπεύθυνος/η στη ΜΕΥ, όταν το Δ.Σ. (αλλά και η 1η ΥΠΕ) έχει ήδη εισηγηθεί την αναστολή λειτουργίας της ΜΕΥ! Επαναλαμβάνουμε ότι η μονάδα όφειλε να έχει διακόψει τη λειτουργία της από το 2020.
Τελικά, κινδυνεύει να υποσκελιστεί, ως δευτερεύον, το μείζον ζήτημα: η μεθόδευση να μπουν από την πλαϊνή είσοδο ιδιώτες σε ένα δημόσιο νοσοκομείο, με όσες συνέπειες είχε -και θα έχουν ανάλογες νόμιμες ή μη «συμπράξεις» στο εγγύς μέλλον- για την προστασία των (εφήβων εν προκειμένω) ασθενών και την τσέπη των γονιών τους.
Άλλωστε, διακηρυγμένο κυβερνητικό σχέδιο είναι η εδραίωση των ιδιωτικών συμφερόντων εντός των δημόσιων νοσοκομείων (ΣΔΙΤ) ώστε να έχουν κομβικό ρόλο στις παρεχόμενες «υπηρεσίες».