Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
12.6°C18.8°C
4 BF 67%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
11.6°C17.4°C
2 BF 62%
ΠΑΤΡΑ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
15.9°C16.0°C
4 BF 58%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
13.8°C16.8°C
3 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
9 °C
8.9°C12.3°C
0 BF 93%
Η «κρυφή γοητεία» της Ακροδεξιάς
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η «κρυφή γοητεία» της Ακροδεξιάς

133724256.jpg
ΑΝΑΛΥΣΗ

Πάνω από τις πρωτεύουσες της Ευρώπης πλανάται τελευταία ένα βασανιστικό ερώτημα: Πώς κατόρθωσε η Ακροδεξιά να γίνει από ανάθεμα ο νέος δημοφιλής ένοικος της δεξιάς «πολυκατοικίας»;

Πριν από σχεδόν 25 χρόνια το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (FPO) του πάλαι ποτέ Γιοργκ Χάιντερ κέρδιζε σχεδόν το 27% των ψήφων των Αυστριακών και εισερχόταν διθυραμβικά στην κυβέρνηση. Τα ωστικά κύματα μιας πρωτοφανούς πολιτικής έκρηξης σάρωσαν όλη την Ευρώπη. Η Αυστρία έγινε μια δακτυλοδεικτούμενη χώρα και τα θεμέλια της κοινωνίας της ανεκτικότητας κλονίζονταν.

Λίγο αργότερα, όταν ο Ζαν-Μαρί Λεπέν του Εθνικού Μετώπου -Εθνικής Συσπείρωσης σήμερα- έφτανε στοn δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, ο μετέπειτα νικητής Ζακ Σιράκ αρνήθηκε ακόμη και να συμμετάσχει σε ντιμπέιτ μαζί του. Για τον ηγέτη της «παραδοσιακής» γκολικής δεξιάς το να συνομιλήσει με τον Λεπέν ήταν απαράδεκτο.

Αλλά σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Αυτές οι «ντροπές» ανήκουν πια στο παρελθόν. Σ’ όλη τη Δυτική Ευρώπη τα ακροδεξιά κόμματα προχωρούν ακάθεκτα. Έχουν ευρεία ατζέντα που δεν φοβούνται να προβάλλουν, κερδίζοντας σταθερά τις προτιμήσεις των αποκαρδιωμένων και απογοητευμένων ψηφοφόρων. Βρίσκονται στην κεντρική πολιτική σκηνή, διαμορφώνουν τις πολιτικές της «παραδοσιακής» Δεξιάς πάνω στη νατιβιστική και λαϊκιστική ατζέντα και καταλαμβάνουν επιλεγμένους υπουργικούς θώκους σε κυβερνήσεις συνασπισμού. Η Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία, της οποίας το κόμμα έχει νεοφασιστικές ρίζες, είναι σήμερα πρωθυπουργός και το ισπανικό ακροδεξιό Vox, αφού πρόσφατα διπλασίασε τα ποσοστά του σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, θα μπορούσε σύντομα να μοιραστεί την εξουσία σε εθνικό επίπεδο με την κυρίαρχη Δεξιά του Λαϊκού Κόμματος, αν και το σενάριο αυτό μοιάζει τώρα κάπως αποδυναμωμένο.

Στη Φινλανδία η Ακροδεξιά είναι πλέον μέρος της νέας κυβέρνησης συνασπισμού και στη γειτονική Σουηδία στηρίζει την εκεί κυβέρνηση της Δεξιάς αφού ικανοποιήθηκαν οι πολιτικές αξιώσεις της. Πίσω στην Αυστρία, το FPO προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις περίπου έναn χρόνο πριν από τις βουλευτικές εκλογές.

Και στη Γερμανία η κατάσταση είναι θλιβερά ίδια. Το ακροδεξιό AfD, ή αλλιώς η Εναλλακτική για τη Γερμανία, μόλις κέρδισε τις πρώτες εκλογές του σε περιφερειακό επίπεδο μετά τη θεαματική άνοδό του τον περασμένο χρόνο από 10% σε 20%, ενώ γιορτάζει την κατάληψη της δεύτερης θέσης στις δημοσκοπήσεις, μπροστά ακόμη και από έναν απ’ τους θεμέλιους λίθους του γερμανικού πολιτικού συστήματος, του SPD.

Αναζητώντας την εξήγηση

Η εξήγηση αυτής της σιωπηλής «απενοχοποίησης» της Ακροδεξιάς ίσως να μην είναι τόσο δύσκολη, τουλάχιστον στον βαθμό που θα την έκανε να φαίνεται κάποια πτυχιακή εργασία Πολιτικής Επιστήμης. Τα πράγματα μιλούν μόνα τους. Στη διάρκεια της εκστρατείας του για την ηγεσία του CDU τον Νοέμβριο του 2021 ο Φρίντριχ Μερτζ κήρυττε ότι ήθελε να ορθώσει firewall, ένα «τείχος προστασίας» δηλαδή, μεταξύ των κεντροδεξιών Χριστιανοδημοκρατών και του AfD, και απειλούσε όποιον κρυφοκοιτούσε πάνω από το «τείχος», επιδιώκοντας συνεργασία με την Ακροδεξιά, με αυτόματη αποβολή από το κόμμα. Αλλά το «τείχος προστασίας» του Μερτζ ήταν μάλλον ένα φραστικό πυροτέχνημα παρά μια σοβαρή πολιτική εξαγγελία ιδεολογικού διαχωρισμού από την Ακροδεξιά. Ως εκ τούτου, το «τείχος» σήμερα «καταρρέει». Την προηγούμενη Κυριακή ο Μερτζ είπε σε συνέντευξή του στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό σταθμό ZDF ότι «είναι εντάξει» να συνεργαστείς με την Ακροδεξιά σε τοπικό επίπεδο. Αν ένας δήμαρχος του AfD εκλεγεί σε μια πόλη, τότε «είναι φυσικό να αναζητήσουμε τρόπους για να διασφαλίσουμε ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε μαζί στον συγκεκριμένο δήμο» είπε ο αρχηγός του CDU, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις ακόμη και στο δικό του κόμμα, γεγονός που τον ανάγκασε να ανασκευάσει μια ημέρα αργότερα.

Την περασμένη εβδομάδα, σε μια συνάντηση των δύο συντηρητικών κομμάτων, του CDU και των διαχρονικών πολιτικών συμμάχων του από τη Βαυαρία, της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU), ο πρόεδρος του CDU περιέγραψε το δεξιό μπλοκ ως την «Εναλλακτική για τη Γερμανία - με ουσία». Το πολιτικό μάρκετινγκ επιβάλλει ενίοτε τον διεμβολισμό των ανταγωνιστών στην εκλογική αρένα ακόμη και υιοθετώντας τα συνθήματά τους, έτσι αυτή τη φορά ο Μερτζ δεν χρειάστηκε να ανασκευάσει τα λεγόμενά του, ήταν ειλικρινής. Προφανώς, οι κομματικοί αρχηγοί κρίνουν ότι όσο πιο δυσδιάκριτη μπορεί να γίνει η διαχωριστική γραμμή Δεξιάς-Ακροδεξιάς, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το μερίδιο των ψήφων που θα αποσπάσουν από ένα απογοητευμένο, οργισμένο και αποπροσανατολισμένο εκλογικό πλήθος. Η παρατήρηση του Μερτζ για το ποιο κόμμα είναι η «πραγματική Εναλλακτική» δεν πέρασε απαρατήρητη από την Άλις Βέιντελ, συμπρόεδρο του AfD, η οποία έγραψε στο Twitter: «Όσο κι αν προσπαθεί ο κ. Μερτζ, εμείς είμαστε οι αυθεντικοί»…

Ανταγωνισμός και προσαρμογή

Οταν ο τελευταίος ανέλαβε την προεδρία του CDU τον Νοέμβριο του 2021, υποσχέθηκε να «επανατοποθετήσει» με επιτυχία το κόμμα του στον γερμανικό εκλογικό χάρτη και να μειώσει στο μισό τη δύναμη του AfD. Δεκαοκτώ μήνες μετά, το AfD έχει διπλασιάσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις, φθάνοντας στο 20% σε εθνικό επίπεδο και σε απόσταση αναπνοής από το συντηρητικό μπλοκ, που έχει πέσει κάτω από το 30%, ανίκανο να καρπωθεί την απογοήτευση από τις περιορισμένες επιδόσεις της τρικομματικής κυβέρνησης συνασπισμού στο Βερολίνο.

Σε μια κραυγαλέα όσο και πολιτικά απαράδεκτη απόπειρα να καρπωθούν το ρεύμα της Ακροδεξιάς, ο Μερτζ και άλλοι πολιτικοί της συμμαχίας CDU/CSU υιοθετούν ανοιχτά ακροδεξιά και αντιπροσφυγική ρητορική, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζονται ως οι αυτοδίκαιοι θεματοφύλακες του «νόμου και της τάξης». Οι ακροδεξιοί λαϊκιστές κεφαλαιοποιούν το αντιπροσφυγικό αίσθημα, σημειώνει η DW, καθώς η Γερμανία καταγράφει πάλι αύξηση του αριθμού των προσφύγων με την άφιξη άνω του 1 εκατ. Ουκρανών αφότου ξέσπασε ο πόλεμος. Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη ότι ο αρχηγός των Χριστιανοδημοκρατών βάζει τώρα θέμα επανεξέτασης της νομοθεσίας για το άσυλο. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Γερμανία είναι μια χώρα που θέλει να βοηθήσει τον κόσμο, αλλά δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση αυτής της βοήθειας, όπως συμβαίνει σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες φορές» είπε με συγκρατημένη αγανάκτηση στη συνέντευξή του στο ZDF. Ως εκ τούτου, κατά τον ίδιο, μια «λύση για το μεταναστευτικό ζήτημα» θα έχει και μια θετική παράπλευρη συνέπεια: «Το AfD θα ξαναγίνει ένα μικρό κόμμα».

Στη Βαυαρία, με τις τοπικές εκλογές να είναι προγραμματισμένες για τον Οκτώβριο, η συμμαχία CDU/CSU φλερτάρει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους, υιοθετώντας όλο και περισσότερο την ατζέντα των θεμάτων της Ακροδεξιάς.

Copy-paste

Αλλά αυτή η τακτική της «αντιγραφής» δεν λειτουργεί, λέει στην DW ο Βέρνερ Κράουζε, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Πότσνταμ και ένας από τους συγγραφείς μιας πρόσφατης μελέτης που εξετάζει τις στρατηγικές των mainstream κομμάτων και την άνοδο της Ακροδεξιάς. «Υπάρχει αυτή η κοινή σοφία που λέει ότι αν τα κυρίαρχα κόμματα της Δεξιάς ήταν λιγότερο προοδευτικά στο ζήτημα της μετανάστευσης, δεν θα υπήρχε σήμερα η επιτυχία της ριζοσπαστικής Δεξιάς» σημειώνει. Διότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της επιτυχίας «πιστώνεται» στη μάλλον συγκυριακή τακτική της ανοιχτής αγκάλης της πρώην καγκελαρίου του CDU, της Άνγκελα Μέρκελ, προς τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Ευρώπη από τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Βόρεια Αφρική το 2015.

Φυσικά, το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά γερμανικό. Σε όλη την Ευρώπη τα ακροδεξιά κόμματα-σταυροφόροι κατά της μετανάστευσης βλέπουν την εκλογική και πολιτική «περιουσία» τους να αυξάνεται. Και τα κυρίαρχα κόμματα της Δεξιάς σπεύδουν να υιοθετήσουν τη ρητορική τους και τις σκληροπυρηνικές πολιτικές θέσεις τους ως έναν τρόπο για να κερδίσουν τη χαμένη υποστήριξη των ψηφοφόρων. Όμως τα δεδομένα, μερικά μάλιστα από τα οποία χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1970, δείχνουν ότι ακολουθούν μια οικτρά αποτυχημένη στρατηγική. Όπως εξηγεί ο Κράουζε, το αποτέλεσμα είναι το ακριβώς αντίθετο: «Αν είσαι σκληρός με τη μετανάστευση, σε κάποιον βαθμό νομιμοποιείς την άποψη και την πολιτική ατζέντα της Ακροδεξιάς. Και για να το θέσω με πολύ απλά λόγια: Οι ψηφοφόροι θα παρατηρήσουν αυτή τη μετατόπιση στις πολιτικές προτάσεις σου, όμως θα προτιμήσουν το πρωτότυπο από το αντίγραφο».

Η Κάτια Χόιερ, Αγγλογερμανίδα ιστορικός και ειδική στη γερμανική Ιστορία, εξηγεί ότι στη διάρκεια της 16χρονης θητείας της Μέρκελ στην Καγκελαρία η συμμαχία CDU/CSU μετατοπίστηκε από ένα κοινωνικά συντηρητικό σχήμα σε ένα κεντροδεξιό που θύμιζε πολύ τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί κενό στα δεξιά του πολιτικού φάσματος. «Αν είχες οποιεσδήποτε ανησυχίες για τη μετανάστευση, δεν υπήρχε κάποιο κόμμα να ψηφίσεις. Δεξιότερα του CDU δεν υπήρχε ουσιαστικά τίποτα μέχρι το AfD» εξηγεί η ιστορικός.

Οι συνισταμένες της μετατόπισης

Λεπέν

Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι αν και η τάση πολιτικής «καταξίωσης» της Ακροδεξιάς είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο, οι αιτίες είναι διαφορετικές από χώρα σε χώρα. Οι σημαντικότερες δεν είναι άλλες από τις ανησυχίες μερίδας των ψηφοφόρων για τη μετανάστευση, την κατάσταση της οικονομίας, τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι, επίσης, πάντα ζωντανός ο ευρωσκεπτικισμός. Προφανώς, μεγάλο μέρος της «γοητείας» που ασκεί η Ακροδεξιά οφείλεται στις απλοϊκές αναλύσεις της και στις αναλόγως απλοϊκές «εθνικές λύσεις» που προτείνει για παγκόσμια, πολύπλοκα προβλήματα της εποχής. «Σε ορισμένες χώρες η άνοδός της σχετίζεται πολύ στενά με το ζήτημα της μετανάστευσης. Αλλού είναι ένας τρόπος να δείχνεις κίτρινη ή κόκκινη κάρτα στα κυρίαρχα κόμματα για θέματα που έχουν να κάνουν με την οικονομία, με τους φόβους των ανθρώπων για τις αλλαγές που συντελούνται μπροστά στα μάτια τους» λέει στο Euronews ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής, μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα τις Βρυξέλλες.

Με την κρίση του κόστους ζωής να αφήνει βαθιά τα σημάδια της σε κοινωνικά στρώματα οικονομικά περιθωριοποιημένα, οι ραγδαίες κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις και οι συνακόλουθες ανησυχίες για τη «διάβρωση» των πολιτισμικών ταυτοτήτων σπέρνουν θυμό και οργή. Οι ψηφοφόροι εξοργίζονται διότι αισθάνονται πως τους αγνοούν, ότι τα ΜΜΕ τους «σταμπάρουν» και τους σνομπάρουν, πως οι κυρίαρχες ελίτ στην πολιτική, στην οικονομία, στη θεσμική εξουσία τους γελοιοποιούν.

Για την Κάθριν Θορλεϊφσόν, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Όσλο και επικεφαλής της επιτροπής της νορβηγικής κυβέρνησης για τον εξτρεμισμό, η τάση κυριαρχίας της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη είναι δεν κάτι καινούργιο, αν και έτσι φαίνεται. Στην πραγματικότητα, διαφορετικά κόμματα σε διαφορετικές χώρες και κάτω από διαφορετικές συνθήκες έχουν αυξήσει την εκλογική επιρροή τους την τελευταία δεκαετία. Ο κοινός τόπος τους δεν είναι άλλος από τη μετανάστευση και τον ευρωσκεπτικισμό. «Πολλοί ψηφοφόροι είναι αρκετά απογοητευμένοι από τα κυρίαρχα συστημικά κόμματα» λέει η Νορβηγίδα αναλύτρια. «Και φαίνεται ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας παγκοσμιοποιημένης κρίσης. Έχουμε την οικονομική κρίση, τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, την κρίση του κόστους ζωής, ενώ είχαμε την πανδημία. Σε περιόδους κρίσης μερικά από αυτά τα λαϊκιστικά δεξιά κόμματα βρίσκουν πολύ απλές λύσεις σε πολύ περίπλοκα προβλήματα. Υπόσχονται να προστατεύσουν τον λαό και την εθνική κυριαρχία από υποτιθέμενες ή πραγματικές απειλές».

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ο τρόπος που αντιδρούν οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης είναι ιστορικά ο ίδιος, οι συνταγές της Ακροδεξιάς για επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες και στον τρόπο ζωής αν μη τι άλλο έχουν εξασφαλισμένη επιτυχία. Ωστόσο, ο μεγάλος κίνδυνος δεν είναι τόσο αυτός. Είναι η επιμονή της συστημικής Δεξιάς να «παπαγαλίζει» τα λόγια της Ακροδεξιάς στην προσπάθειά της να οικειοποιηθεί την επιρροή της στην εκλογική αρένα. «Δεν νομίζω ότι το να παπαγαλίζεις αυτά που λέει το AfD είναι ο δρόμος προς τα εμπρός. Δεν μπορείς να κάνεις πολιτική χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του AfD και να ελπίζεις ότι αυτό θα εξαφανίσει τα προβλήματα» υπογραμμίζει η ιστορικός Κάτια Χόιερ. Εάν οι πολιτικοί δεν κάνουν μια πραγματική προσπάθεια να ξανακερδίσουν τους πολίτες, ο κόσμος θα στραφεί προς την Ακροδεξιά σε ακόμη μεγαλύτερους αριθμούς και τότε θα υπάρχει μπροστά μας ένας πραγματικός και άμεσος κίνδυνος για τη φιλελεύθερη δημοκρατία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL