Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
15.1°C18.4°C
3 BF 55%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
17 °C
15.1°C17.8°C
0 BF 54%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
13.0°C17.1°C
2 BF 60%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.0°C17.5°C
3 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
11.9°C13.4°C
0 BF 71%
Για ένα ποτήρι αδειανό
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Για ένα ποτήρι αδειανό

Τα οράματά μου αράζουνε αργά στα γόνατά σου

μικρά ναυάγια που διψούν της άμμου το φιλί

προσπάθειες που τέλειωσαν λιωμένη μουσική

λιωμένα δάχτυλα κρυμμένα στα μαλλιά σου.

Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος

Από το «Ραγισμένο ταμπούρλο»

[...] όμως θέλω να ξέρεις / δεν κλαίω δεν τραγουδάω δεν ελπίζω τίποτα / μόνο αποχαιρετάω τούτο το χρυσάφι που κυλάει χωρίς επιστροφή / απ’ τις δικές μας φλέβες στα ξένα χρηματοκιβώτια» λέει ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος σ’ ένα άλλο ποίημα της ίδιας συλλογής. Και άντε πάλι από την αρχή. Τοκίζοντας και ξανατοκίζοντας το άδειο και πάλι για να το ξαναγεμίσεις. Φτιάχνοντας καινούργιες λέξεις γι’ αυτό το καινούργιο «άδειο», λέξεις που να μπορεί ν’ ακουστεί ο αντίλαλός τους μέσα στον κόσμο. Ώσπου ν’ απαντήσει κάποιος, δείγμα ότι η λέξη σου είναι αληθινή. Ότι μπορείς να τη δώσεις για να σου δώσει κι ο άλλος το χέρι του. Κι έτσι σιγά-σιγά, ακόμα και όταν γύρω σου «ανακαλούνται οι ποταμοί και τα τραγούδια των νεκρών», σταγόνα τη σταγόνα, να φτιάξεις καινούργια ποτάμια. Αγαθό νερό που αρδεύει και δεν καταστρέφει. Που ποτίζει τα ζωντανά και δεν τα πνίγει. Που ξεδιψάει τους ανθρώπους τιμώντας τον μόχθο των χεριών και τον μόχθο του μυαλού τους. Που αρδεύει την ψυχή τους όταν, από μύριες αιτίες, στεγνώνει.

Και τώρα; Τώρα, μέσα σε τόση πλημμύρα δεν έχεις ένα ποτήρι νερό να ξεδιψάσεις. Το πόσιμο νερό πήγε κι αυτό στα «ξένα χρηματοκιβώτια». Δεν έχει άλλο. Το ποτήρι είναι στεγνό. Ούτε μισογεμάτο ούτε μισοάδειο. Στεγνό. Άδειο. Τοποθετημένο σ’ ένα ενάλιο καφενείο, ο φακός να ζουμάρει, πίσω η θάλασσα λαμπυρίζοντας, όλα να είναι έτοιμα για μια διαφήμιση ελπίδας. Πλην, όμως, το ποτήρι είναι στεγνό.

Αυτό το ποτήρι όπου είχαμε στηρίξει όλες μας τις ελπίδες. Ότι θα γέμιζε με τους κατάλληλους χειρισμούς της κάμερας και τα εμπνευσμένα ψυχότροπα των φωτισμών (βοηθούντος και ενός παραιτημένου ήλιου που έδυε σε παλαιότερα «γυρίσματα»), μ’ ένα απαστράπτον οιονεί υλικό που θα έμοιαζε με ελπίδα μέθης. Όχι βέβαια μέθης κανονικής, κάτι τέτοιο θα ήταν αντιπαραγωγικό, ωστόσο τίποτα δεν έχει σημασία. Το ποτήρι είναι στεγνό. Ένα ποτήρι άνευ σημασίας. Ασήμαντο. Ούτε να το σπάσεις που λέει ο λόγος. Ο λόγος; Ο λόγος.

Δηλαδή το γεγονός των προσώπων που κάθε φορά ενδύονται την ευθύνη όλης της υποκειμενικότητας: της ικανότητας να βλέπουν ότι το ποτήρι είναι στεγνό και ότι κανένας δεν θα σε σώσει από αυτό το βλέμμα. Το βλέμμα που σπάζει από τη συνείδηση της όρασης. Και το σπαράζει ο «Ανδαλουσιανός σκύλος». Αυτό το αδέσποτο σκυλί που φρίττει και αφηνιάζει από τα καθέκαστα και επιτίθεται. Στο μεταξύ, η κάμερα είναι σταθερά προσηλωμένη: Το ποτήρι είναι κενό. Στεγνό. Έχει σκαλιά. Ένα κορίτσι κατεβαίνει τα σκαλιά. Σέρνει έναν χαρταετό από πέτρα. Ο χαρταετός κατοπτρίζεται στο πρόσωπο του κοριτσιού και συναισθάνεται πως είναι πέτρινης ευθύνης και δακρύζει. Βεβαίως το δάκρυ πέφτει στον πάτο του στεγνού ποτηριού. Δεν συμβαίνει τίποτα. Αυτή είναι η τραγωδία: ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Το ποτήρι παραμένει στεγνό.

Ετσι συμβαίνει με τη συνείδηση του υπάρχειν. Να είναι όλα έτοιμα και να λείπει η σταγόνα του υπάρχειν. Αυτός ο αόρατος αιθέρας μιας λύπης κουρασμένης τόσο, όσο και τα γεράκια που ζυγιάζονται απάνω στους αιθέρες για ταπεινή τροφή. Για ένα ποντίκι. Έτσι είναι.

Και όλα γίνονται για ένα ποτήρι αδειανό. Για ένα λαμπύρισμα που μοιάζει με νερό αλλά δεν είναι. Είναι το κρύσταλλο που το πουλήσανε και το ξαναπουλήσανε, κι απ’ την πολλή την πώληση φτήνυνε, έγινε κρύσταλλο φτηνό, με τόσα χέρια που ανταλλάξανε τη σκοτεινή του αξιοπρέπεια με φράγκα και νομίσματα.

Λοιπόν, τώρα το ποτήρι είναι στεγνό. Το σπίτι είναι άδειο. Το σπίτι πρέπει να είναι άδειο. Από έπιπλα, από τα μέσα αφανή αγάλματα, άδειο κι από τη σιωπή του. Μονάχα μ’ ένα στεγνό ποτήρι.

Γιατί στο βάθος ακούγεται ήχος νερού.

Καλημέρα, σπίτι. Καληνύχτα, νερό. Κοιμήσου, ποτήρι. Κοιμήσου σαν έρημος που ποτέ δεν ξεδίψασε.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL