Mε μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση της ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία Κορυδαλλού με θέμα: Οι διεθνείς εξελίξεις και ο ρόλος της Ελλάδας με ομιλητές τον πρόεδρο του ΠΡΑΤΤΩ, πρώην υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και τον ευρωβουλευτή the Left / ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, καθηγητή Ευρωπαϊκού Δικαίου και Δικαίου Ενέργειας Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Νικόλα Φαραντούρη.
Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Περιφέρεια Αττικής, Γιώργος Ιωακειμίδης, ο πρώην αντιπεριφερειάρχης νήσων Παναγιώτης Χατζηπέρος, οι αντιδήμαρχοι Απόστολος Μανούσος και Νάσος Γαλακτερός, ο δημοτικός σύμβουλος Πειραιά και μέλος Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Χρήστος Φωτιάδης οι πρώην βουλευτές Τρύφων Αλεξιάδης, Εύη Καρακώστα.

Ήταν επίσης το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Γιώτα Μπελώνη, τα μέλη της Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Μιχάλης Γιαπιτζής, Νακρυνός Γιώργος, Βασιλόπουλος Θάνος και από τη ΝΕ Πειραιά, ο γραμματεας- συντονιστής Δημήτρης Πετράς ο οποίος απηύθυνε σύντομο χαιρετισμό. Την εκδήλωση άνοιξε η συντονίστρια της ΟΜ Κορυδαλλού, Μαρία Κριεζία. Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος της Αυγής, Κατερίνα Μπρέγιαννη.

Ν. Φαραντούρης: Υπέρ των κοινών πολιτικών με την Ευρώπη
Ο Νικόλας Φαραντούρης επισήμανε ότι στα θέματα εξωτερικής πολιτικής κεντρικός προσανατολισμός πρέπει να είναι η αναζήτηση της λύσης. Επίσης ότι η ασφάλεια και η άμυνα δεν μπορεί να είναι προνομιακό πεδίο της Δεξιάς, ενώ η Αριστερά ήταν αυτή που έδινε διαχρονικά τις λύσεις. Πρόσθεσε ότι το ενδιαφέρον της Ευρώπης δεν πρέπει να εστιάζεται στη Βαλτική αλλά πρέπει να θυμίζουμε την ενεστώσα απειλή και παράλληλα ως προς το μέλλον της Ευρώπης υποστήριξε ότι κοινή ασφάλεια και κοινή άμυνα μπορεί να υπάρξουν μόνο με εγγυήσεις εδαφικής ακεραιότητας.

Αναφερόμενος στο Νίκο Κοτζιά υποστήριξε ότι είναι ο κύριος εκφραστής ήταν ο αρχιτέκτονας της εξωτερικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και αυτό αποτελεί «μία από τις χρυσές σελίδες της διακυβέρνησης μας που μας γεμίζει περηφάνια». Ο «τρόπος και ο λόγος του Νίκου Κοτζιά» υπηρετεί τη λογική της λύσης, να αναζητάς τη λύση μέσα σε μια συγκεκριμένη μεθοδολογία και λογική. Αυτό το στοιχείο απουσιάζει τελείως σήμερα και ως κλασικό παράδειγμα έφερε τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
«Βρισκόμαστε σε ένα δύσκολο σημείο, με κλειστούς διαύλους επικοινωνίας και με μία Αμερική η οποία αυτή τη στιγμή με νευρικότητα προχωρά στη διεθνή αρένα. Από την άλλη, ο ρόλος της χώρας μας θα ήταν να μπορούμε να συνομιλούμε για τα μεγάλα και για τα επικίνδυνα και για τα δύσκολα».
«Εδώ λοιπόν συζητάμε για το μέλλον μιας Ευρώπης και θέλω ευθύς εξαρχής να διατυπώσω μία γνώμη. Είμαστε υπέρ των κοινών πολιτικών. Έτσι το βλέπω εγώ ως μια ιστορική και λογική συνέχεια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, της Ευρώπης των λαών και της θέσης της χώρας μας μέσα στο μπλοκ των 27. Αν μη τι άλλο, η χώρα μας εντάχθηκε στους ευρωπαϊκούς θεσμούς για να θωρακιστεί καλύτερα απέναντι σε μια αναθεωρητική, επιθετική διαχρονικά Τουρκία. Δεν ήταν μόνο, ή δεν ήταν κυρίως η οικονομική διάσταση. Ήταν κυρίως η γεωπολιτική διάσταση και η διαχρονική απειλή που έκανε την πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων να συναινέσει, παρά τις αντιρρήσεις και παρά τις επιφυλάξεις στην είσοδο της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ και μετέπειτα στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Συνεχίζοντας πρόσθεσε ότι ότι «η κοινή ασφάλεια και η κοινή άμυνα μπορεί μονάχα να οργανωθεί με εγγυήσεις και προϋποθέσεις εδαφικής ακεραιότητας κάθε σπιθαμής εδαφικής ακεραιότητας και εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών.» (...)
«Θα πρέπει να εξηγήσουμε στους εταίρους μας ότι το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν πρέπει να εστιάζεται αποκλειστικά στη Βαλτική. Για παράδειγμα, υπάρχει ένα άνισο ζύγι ενδιαφέροντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ανατολική Μεσόγειος έχει περιέλθει σε δεύτερη μοίρα, ενώ στην πραγματικότητα είναι το πεδίο των μεγάλων γεωπολιτικών συγκρούσεων και ανακατατάξεων. Κακά τα ψέματα, και εδώ είναι η ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και όλων μας να υπενθυμίζουμε κάθε φορά την ενεστώσα απειλή από την Τουρκία και τον αναθεωρητισμό της και να διεκδικούμε με τη λογική του αξιόπιστου εταίρου, τη λογική του Νίκου Κοτζιά, τη λογική του αξιόπιστου και ενεργητικού εταίρου, όχι του σιωπηλού και δεδομένου συμμάχου του παραγκωνισμένο (...)».
«Αυτό είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι ότι ολοένα και περισσότερο, παρά το γεγονός ότι κάποιοι προσπαθούν και εντός της χώρας να μας κατευνάσουν και να μας ηρεμήσουν, ότι η Τουρκία δεν είναι η δύναμη εκείνη που μπορεί να απειλήσει τα συμφέροντα της Ένωσης και εν προκειμένω της χώρας μας, ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Διαπιστώνω κάθε μέρα ότι η Τουρκία προσκαλείται στα μεγάλα τραπέζια των συνομιλιών, ότι η Τουρκία για πολλούς αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας και άμυνας. Και το πιο λυπηρό είναι ότι στα ίδια τραπέζια συχνά δεν προσκαλείται η ίδια η χώρα μας.
Να θυμίσουμε τη Συνδιάσκεψη των Παρισίων πριν από ένα μήνα που ακολουθήθηκε από τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, όπου η χώρα μας ήταν απούσα, αλλά η Ελλάδα παρούσα. Επίσης, να υπενθυμίσουμε διμερείς επαφές, την τακτική επικοινωνία του Υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών με τον ομόλογό του, αλλά και την τηλεφωνική επικοινωνία των δύο Προέδρων, του Αμερικανού και του Τούρκου.
Να θυμίσουμε τις δηλώσεις του Πολωνού προέδρου και πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, προσερχόμενος στην Άγκυρα, ότι θεωρεί ότι η Τουρκία ναι, είναι ακρογωνιαίος λίθος αυτής της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ασφάλειας και της άμυνας. Και εδώ λοιπόν διερωτάται η ελληνική κυβέρνηση, έχει δώσει στους εταίρους της να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται;».
«Μια τρίτη πτυχή έχει να κάνει με τα προικιά μας. Προσερχόμαστε μια συζήτηση για την ασφάλεια και την άμυνα της χώρας, έχοντας πρώτα αποδυναμώσει κάθε παραγωγική διαδικασία της αμυντικής μας βιομηχανίας. (...) Σήμερα, ακόμα και η τελευταία γραμμή παραγωγής της εταιρείας αμυντικών συστημάτων εκχωρήθηκε με μία αμφιλεγόμενη και διάτρητη σύμβαση… Συμπερασματικά ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ σημείωσε ότι είμαστε «χωρίς σθεναρή παρουσία στα τραπέζια των συνομιλιών, με κλειστούς διαύλους επικοινωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και μία φοβικότητα που δεν προσήκει, που δεν ταιριάζει στους καιρούς.»
Ν. Κοτζιάς: Ο κίνδυνος της φινλανδοποίησης και η πολιτική της «επικοινωνίας»
Ο Νίκος Κοτζιάς προχώρησε σε μια εκτενή ανάλυση για το δίπολο ΗΠΑ - Κίνας, το ιστορικό πρόβλημα για τη θέση της χώρας μας στην Ε.Ε. Τον Τραμπ ως εκφραστή της ολιγαρχίας των νέων τεχνολογιών, αλλά και τους δασμούς και τους γεωπολιτικούς κινδύνους από την αλλαγή πολιτικής των ΗΠΑ και φυσικά τον αναβαθμισμένο ρόλο της Τουρκίας και την πολιτική της φιλανδοποίησης που ακολουθεί σε σχέση με τη χώρα μας αλλά και την υποχωρητική στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκης και τα προβλήματα στη Συμφωνία των Πρεσπών και το Κυπριακό.

Ειδικότερα άσκησε κριτική στην κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη για την πολιτική του ως προς την Τουρκία κατηγορώντας τον ότι του αρέσει πιο πολύ η επικοινωνία και οι πανηγυρισμοί, ενώ παράλληλα υπερασπίστηκε τη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Τι θέλει η Τουρκία τώρα από εμάς; Θέλει να φτιάξει μια δαγκάνα. Αυτό ήταν το στρατήγημα της. Ποια είναι αυτή η δαγκάνα; Να έχει τη στρατιά του Αιγαίου απέναντι από τα νησιά μας. Να έχει σε κατοχή την Κύπρο. Να έχει παραβιάσει κάθε κόμμα, τελεία και φράση της Λωζάννης όσον αφορά την Ίμβρο και την Τένεδο και να έχει όμηρο την Ελλάδα, επηρεάζοντας τη Λιβύη, τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία. Εμείς, της τη σπάσαμε τη δαγκάνα, αλλά για λόγους «πατριωτικούς», η Ν.Δ. της την παραχώρησε λες και είναι πάρα πολύ πατριωτικό, η Τουρκία να ελέγχει τον στρατό της Βόρειας Μακεδονίας, την άμυνα και τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας».
« Όταν άρχισε τις συνομιλίες με την Τουρκία, τις διαβουλεύσεις, πανηγύρισε (ο πρωθυπουργός) ότι θα λύσει τα προβλήματα. Τις παράτησε. Δεν μας είπε γιατί παράτησε τον διάλογο και τον πήγε σε επίπεδο πρωθυπουργών». Στη συνέχεια ο Ν. Κοτζιάς εξήγησε ότι πρώτο, η Τουρκία θέλει να γίνει η Ελλάδα, ο μικρός εταίρος, κάτι που θέλει και η ελληνική ολιγαρχία που επιδιώκει να συνδεθεί με τους Τούρκους ολιγάρχες που είναι κατά πολύ μεγαλύτεροι. Είναι ολιγαρχικά συγκροτήματα με 250 - 300.000 εργαζόμενους, 5, 6 και 10 φορές μεγαλύτερα από την Ελλάδα.
Επίσης, δεύτερο, θέλει «να απαιτήσει και να πάρει πίσω τα δικαιώματα που είχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία ως αποικιοκρατία». Στο σημείο αυτό το παράδειγμα της Κύπρου. Η Τουρκία, «το 1927 στην Λωζάνη, υπέγραψε ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα και δεν θέλει ξανά να έχει σχέση με την Κύπρο. Δείτε πόσο συχνά επικαλείται ότι η Κύπρος ήταν τουρκική, ΠΟΤΕ δεν ήταν τουρκική. (…) Το τρίτο που θέλει να κάνει είναι η φινλανδοποίηση. Τι σημαίνει όμως ο όρος φινλανδοποίηση; Βγήκε επί Τσάρων όταν καταλάβανε τις κυριλέ ρίζες του στη Φινλανδία και διατηρεί το ένα δεύτερο από αυτό και η σημερινή Ρωσία και επιβάλανε μέσω του εδαφικού ελέγχου μεγάλου τμήματος, το ενσωμάτωσαν τώρα μεταξύ της Φινλανδίας. Επέβαλαν στη Φινλανδία, να ζητά άδεια προκειμένου να κάνει τη μία, ή την άλλη ενέργεια. Για να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στο Αιγαίο, τι μας λέει η Τουρκία; Άδεια. Ο κύριος Μητσοτάκης για να κάνει τα περιβαλλοντολογικά πάρκα τι του λέει η Τουρκία; Δεν θα τα κάνεις, αν δεν σου δώσω εγώ την άδεια. Γενικά, η Τουρκία προσπαθεί τα δικαιώματά μας να τα κάνει διαπραγμάτευση άδειας από εκείνη, δηλαδή να μας φινλανδοποιήσει. Και η κυβέρνηση βρίσκεται σε αυτή τη ρότα.
Αντίθετα η κυβέρνηση του 2015 – 2019 είχε εξωτερική πολιτική όπως υποστήριξε μεταξύ άλλων ο πρώην υπουργός Εξωτερικών. «Πήραμε τα μέτρα να ενισχύσουμε αυτούς τους τομείς της ελληνικής κοινωνίας, να δούμε κατάφατσα τα προβλήματα. Λύσαμε και το ζήτημα των Πρεσπών. Λύσαμε το ζήτημα των Πρεσπών. Λύσαμε το ονοματολογικό δια πάσα χρήση και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό με γεωγραφικό προσδιορισμό Βόρεια Μακεδονία. Αυτή ήταν η προσευχή και το όνειρο, όπως το περιγράφει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης στη συνέντευξη που έδωσε στον δεύτερο τόμο των συνεντεύξεων του στον Παπαχελά».
«Αυτή την επιτυχία προσπάθησαν να τη μειώσουν για εσωκομματικούς λόγους, ούτε καν για λόγους εθνικής κοινωνικής αντίληψης, αλλά για εσωκομματικούς λόγους. Για να μη φανεί ο Μητσοτάκης ότι δεν είναι αρκούντως ακροδεξιός σε αυτά τα ζητήματα».
Ο Ν. Κοτζιάς επιτέθηκε στην κυβέρνηση Μητσοτάκη για τα τρία μνημόνια συνεργασίας που δεν έχουν φέρει στη Βουλή παρόλο που εξυπηρετούσαν την Ελλάδα γιατί αναλάμβανε «επιρροή και επίδραση στην ευρωπαϊκή πολιτική της Βόρειας Μακεδονίας»… Το κυριότερο είναι ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της Συμφωνίας των Πρεσπών αφορά τις συνεργασίες των λαών, των σωματείων, των πανεπιστημίων και επέκρινε τη Δεξιά κυβέρνηση για την εγκατάλειψη τους...