Στασιμότητα ή και συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων καταγράφουν τα δημοσιευμένα από τη Eurostat στοιχεία του όγκου των λιανικών πωλήσεων το 2024 και το πρώτο τρίμηνο του 2025. Στους σχετικούς πίνακες που δημοσιεύει η ΑΥΓΗ της Κυριακής αποτυπώνεται η πτώση του όγκου (όχι του τζίρου, που λόγω πληθωρισμού δεν αποτελεί ασφαλές μέτρο σύγκρισης των λιανικών πωλήσεων), με πλέον χαρακτηριστική την υποχώρησή του κατά 5,3% την εορταστική περίοδο του Δεκεμβρίου 2024 σε σχέση με τις αντίστοιχες πωλήσεις του Δεκεμβρίου 2023.
Ας σημειωθεί ότι και το επίπεδο του τζίρου λιανικής τα περασμένα Χριστούγεννα κυμάνθηκε στην περιοχή των 4 δισεκατομμυρίων ευρώ, χαμηλότερο του αντίστοιχου του 2018 (3,5 δισ. ευρώ) αν ληφθεί υπόψη ότι έχει μεσολαβήσει μια περίοδος κατά την οποία ο αθροιστικός πληθωρισμός ξεπέρασε το 20%. Αυτή η αρνητική εξέλιξη αποτυπώνεται πλέον ανάγλυφα στον πίνακα, που δείχνει ότι, με βάση αναφοράς το 2021 (100), η κατανάλωση στην Ελλάδα βρισκόταν στο 96,5 τον Δεκέμβριο του 2024 και συνέχισε να είναι κάτω από το 100 και τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2025. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε άλλες χώρες στις οποίες επιβλήθηκαν Μνημόνια η κατανάλωση σε σχέση με το 2021 είναι αυξημένη σε όγκο κατά 12% στην Πορτογαλία, κατά 9% στην Ισπανία, κατά 18% στην Κύπρο και κατά 10% στην Ιρλανδία και κυμαίνεται φυσικά σε επίπεδα πολύ ψηλότερα από το 100.

Εύνοια του μεγάλου κεφαλαίου παντί τρόπω
Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως θιασώτης του νεοφιλελευθερισμού, καταφέρθηκε πολλές φορές κατά της επιδοματικής πολιτικής στο παρελθόν. Η θεώρησή του είναι εύνοια του μεγάλου κεφαλαίου παντί τρόπω, με σημαντική μείωση των συντελεστών άμεσης φορολογίας του, κάτι που τήρησε ευλαβικά από το 2019 και εντεύθεν. Παράλληλα, με ή άνευ προφάσεων, ευνόησε τους μεγάλους παίκτες του «επιχειρηματικού γίγνεσθαι» στην Ελλάδα. Τα ρεκόρ εσόδων και κυρίως κερδών των μεγαλύτερων σε κεφαλαιοποίηση εταιρειών στο χρηματιστήριο αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Ο νεοφιλελευθερισμός θέλει από το «παραγεμάτο τραπέζι» των εχόντων να πέφτουν πολλά «ψίχουλα» για να ανεβεί και η κατανάλωση των μη εχόντων. Ο πρωθυπουργός το ονομάζει «διάχυση της ανάπτυξης» (της υπερκερδοφορίας δηλαδή) στην κοινωνία. Ο ορισμός των trickle-down economics.
Ομως δεν έγινε κάτι τέτοιο την εξαετία 2019-2025.
Μπορεί οι τράπεζες να εμφανίζουν κερδοφορία μεγαλύτερη από την αντίστοιχη της προμνημονιακής περιόδου -μόλις την περασμένη Πέμπτη ανακοίνωσαν σούπερ αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2025-, όμως εξακολουθούν και χρωστάνε τεράστια ποσά για τον αναβαλλόμενο φόρο…
Μπορεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη να προβάλλει χωρίς αιδώ την υπερφορολόγηση των χαμηλότερων εισοδημάτων με εργαλείο την ακρίβεια και τις υπερεισπράξεις του ΦΠΑ και να «κορδακίζεται» ότι θα αποπληρώσει πρόωρα τα δάνεια του πρώτου Μνημονίου (EFSF)…
Μπορεί κονδύλια δισεκατομμυρίων από κοινοτικά και εθνικά προγράμματα να μοιράζονται αφειδώς, συνήθως σε «ημετέρους»…
Την ίδια στιγμή όμως η καθημερινότητα των πολιτών ουδεμία σχέση έχει με τις εξελίξεις αυτές. Η συντριπτική τους πλειονότητα ζει σε συνθήκες πολύ χειρότερες από αυτές που επικρατούσαν στη χώρα προ του 2009. Για όλους αυτούς τα Μνημόνια είναι εδώ, παρόντα και καθορίζουν σε συντριπτικό βαθμό την καθημερινότητά τους.
Οι μισθωτοί, παρά την κυβερνητική θριαμβολογία για την ονομαστική αύξηση του κατώτατου μισθού την περίοδο 2009-2024, με παγωμένες τις συλλογικές συμβάσεις έχασαν τουλάχιστον 3 έως 4 τριετίες, ενώ οι μισθοί τους παρέμειναν «παγωμένοι», ειδικότερα των δημόσιων υπαλλήλων, για μια δεκαπενταετία.
Η κυβέρνηση υπόσχεται κατώτατο μισθό 950 ευρώ μεικτά το 2027 όταν υπάρχουν επιχειρήσεις που δίνουν ήδη 1.050 και αρνείται με επιμονή τον καθορισμό των μισθών μέσω Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
4 συντάξεις έχασαν οι συνταξιούχοι
Οι συνταξιούχοι έχασαν την περίοδο 2009-2015 κατ’ ελάχιστον από το ετήσιο εισόδημά τους τρεις συντάξεις ο καθένας, καθώς καταργήθηκαν δώρα Πάσχα, Χριστουγέννων και επιδόματα άδειας, ενώ όσοι λάμβαναν μεσαίες και υψηλές συντάξεις απώλεσαν ακόμα μία σύνταξη ετησίως λόγω της επιβολής της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), η οποία συνεχίζει να κρατείται παρά... το τέλος των Μνημονίων.
Είναι εμφανές ότι με τέτοια απώλεια πραγματικού εισοδήματος λόγω της ακρίβειας και με την εκτίναξη του κόστους στέγασης και παράλληλα την οριζόντια φοροαφαίμαξη λόγω πληθωρισμένου ΦΠΑ η πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης ήταν και είναι αναπόφευκτη. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται στο στοιχεία της Eurostat που αναδημοσιεύουμε.
Η «ανατίναξη της κοινωνικής συνοχής»
Η «ανατίναξη της κοινωνικής συνοχής» αποτυπώνεται βεβαίως και σε άλλα στοιχεία που αφορούν την οικονομική κατάσταση των πολλών και αποδεικνύουν ότι μεγάλο κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού, η συντριπτική του πλειονότητα, όχι μόνο δεν έχει συνέλθει από τη μνημονιακή περίοδο, αλλά βυθίζεται ακόμα περισσότερο. Πέραν της μείωσης της αγοραστικής δύναμης, υπάρχει τεράστιος αριθμός των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και αυτό αφορά κυρίως τους μικρομεσαίους, με τεράστια ποσά οφειλών στις τράπεζες, στην εφορία και στον ΕΦΚΑ. Υπενθυμίζεται ότι μόνο η ΑΑΔΕ έχει λάβει μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια ΑΦΜ, ενώ ξεπερνούν τα 3,5 εκατομμύρια τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς εφορία και ΕΦΚΑ. Χιλιάδες εμπορικά καταστήματα στα μεγάλα αστικά κέντρα έχουν κατεβάσει ρολά εδώ και πάρα πολλά χρόνια, γεγονός που είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού στους πάλαι ποτέ ακμάζοντες εμπορικούς δρόμους του κέντρου και των προαστίων.
Ολα αυτά δεν αντιμετωπίζονται με «ολίγη από ψίχουλα». Όσο μισθοί και συντάξεις παραμένουν καθηλωμένα σε επίπεδα που υστερούν απελπιστικά της αύξησης του πληθωρισμού, η κατανάλωση θα ασθμαίνει και αργά ή γρήγορά αυτό θα αποτυπωθεί και στην πορεία του ΑΕΠ. Προς το παρόν τα προγράμματα της Ε.Ε. για τους εξοπλισμούς και τα άλλα κοινοτικά ταμεία δίνουν κάποια χρονικά περιθώρια. Για τους κυβερνώντες. Για τους πολλούς όμως η κατάσταση βαθμιαία τείνει στα τελευταία όρια αντοχής.