Της Laura Pitel
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσπάθησε να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους οπαδούς του από το μπαλκόνι του κτηρίου που στεγάζει την έδρα του κόμματός του, τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας. Πίσω, όμως, από το στωικό προσωπείο, ο Τούρκος Πρόεδρος γνώριζε καλά ότι είχε υποστεί ένα από τα χειρότερα εκλογικά αποτελέσματα στα 16 χρόνια της εξουσίας του. «Αν έχουμε ελαττώματα, είναι καθήκον μας να τα διορθώσουμε» είπε στο πλήθος, σε μια λιτή αναγνώριση των απωλειών που υπέστη το κόμμα του στις δημοτικές εκλογές.
Έχοντας χάσει την Άγκυρα, την πρωτεύουσα της χώρας, και αντιμετωπίζοντας την πικρή ήττα στην Κωνσταντινούπολη, ο Πρόεδρος Ερντογάν πρέπει τώρα να διορθώσει τη μειωμένη στήριξη στο πρόσωπό του, ενώ έχει ήδη μπροστά του ένα μακρύ κατάλογο εγχώριων και διεθνών προκλήσεων.
«Είναι ένα πολύ κακό αποτέλεσμα για τον Ερντογάν», δήλωσε ο Μπερκ Εσίν, βοηθός καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Bilkent της Άγκυρας. «Υπάρχει η οικονομική κρίση, υπάρχει η διεθνής κρίση λόγω της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ. Τώρα ήλθε μια εκλογική ήττα που δείχνει στους διεθνείς εταίρους και τους εγχώριους αντιπάλους ότι είναι αρκετά ευάλωτος».
Αν και ο Ταγίπ Ερντογάν δεν ήταν υποψήφιος στις δημοτικές εκλογές της Κυριακής, έδωσε σκληρή προεκλογική μάχη για τον έλεγχο των 81 επαρχιών της Τουρκίας, σαν να επρόκειτο για γενικές εκλογές. Προσπάθησε να αποσπάσει την προσοχή των ψηφοφόρων από τις διαμαρτυρίες για την εκτίναξη των τιμών των τροφίμων στα ύψη και για την άνοδο της ανεργίας, παρουσιάζοντας τις εκλογές ως μάχη για την επιβίωση του έθνους απέναντι σε εξωτερικές απειλές. Διέσχισε όλη τη χώρα με ένα επίπονο πρόγραμμα προεκλογικών συγκεντρώσεων.
Ο Τούρκος ηγέτης αγωνίστηκε τόσο σκληρά γιατί γνωρίζει από προσωπική πείρα πως μια νίκη σε τοπικό επίπεδο μπορεί να πυροδοτήσει τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό τοπίο. Ο ίδιος είχε εκλεγεί δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης το 1994, πάνω σε ένα κύμα στήριξης στο πολιτικό Ισλάμ. Οκτώ χρόνια αργότερα, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), το οποίο ίδρυσε, ανέβηκε στην κυβέρνηση.
Παρά το βαρύ αποτέλεσμα της Κυριακής, κανείς δεν προβλέπει την άμεση πτώση του κ. Ερντογάν. Το κόμμα του παραμένει το μεγαλύτερο, με 44% της λαϊκής ψήφου. Ο 65χρονος Πρόεδρος παραμένει μακράν ο πιο δημοφιλής πολιτικός της χώρας και έχει κατορθώσει πολλές φορές να βγει από δύσκολες καταστάσεις. Ίσως καταφέρει να βρει τρόπους για να κάνει δύσκολη τη ζωή των νεοεκλεγέντων δημάρχων.
Ωστόσο, η απώλεια της Άγκυρας και μιας σειράς σημαντικών οικονομικά πόλεων στη νότια ακτή της χώρας -όπως η βιομηχανική πόλη των Αδάνων και το τουριστικό κέντρο της Αττάλειας- έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην πολιτική συμμαχία της οποίας ηγείται το AKP.
«Επιβιώνουν» ανέφερε ο Ασλί Αϊντιντασμπάς, ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης European Council on Foreign Relations. «Αλλά δεν έχουν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων των μεγάλων πόλεων, συμπεριλαμβανομένων των καλύτερων και των εξυπνότερων, της βιομηχανικής ελίτ και της μεσαίας τάξης».
Ο Ταγίπ Ερντογάν θα προσπαθήσει να ξανακερδίσει τους ανθρώπους αυτούς, καθώς ονειρεύεται να ηγηθεί των πανηγυρισμών για τα εκατό χρόνια της τουρκικής δημοκρατίας το 2023. Θα είναι ένα δύσκολο έργο τώρα που οι πέντε από τις έξι πολυπληθέστερες επαρχίες βρίσκονται στα χέρια της αντιπολίτευσης, στερώντας από το AKP τα πελατειακά δίκτυα που το τροφοδοτούσαν. Ο κύριος Ερντογάν ίσως βρεθεί αντιμέτωπος με την από καιρό φημολογούμενη διάσπαση του AKP - εκτός από την ενισχυμένη αντιπολίτευση.
Παράλληλα, ο Τούρκος Πρόεδρος θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις πιεστικές προκλήσεις στο πεδίο της διπλωματίας, ενόψει της σύγκρουσης με την Ουάσιγκτον για το σχέδιο της Τουρκίας να αγοράσει το αντιαεροπορικό σύστημα S-400 από τη Μόσχα. Θα πρέπει επίσης να βρει έναν τρόπο για να ξεπεράσει το αδιέξοδο για το μέλλον της Βόρειας Συρίας μετά την υπόσχεση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να εξαλείψει σταδιακά την αμερικανική παρουσία στη χώρα.
Το ισχυρό εκλογικό αποτέλεσμα που σημείωσαν οι σύμμαχοι του κ. Ερντογάν, το Εθνικιστικό Κίνημα (MHP), θα μπορούσε να περιπλέξει και τα δύο ζητήματα. Το ΜΗP είναι εξαιρετικά καχύποπτο απέναντι στις ξένες δυνάμεις και τηρεί σκληρή στάση απέναντι στις πολιτοφυλακές των Κούρδων στη Συρία, περιορίζοντας ενδεχομένως τη δυνατότητα του Τούρκου Προέδρου για έναν συμβιβασμό.
Αλλά η πιο μεγάλη πρόκληση για τον Τούρκο Πρόεδρο είναι η επιτακτική ανάγκη να διορθωθούν τα βαθιά ριζωμένα οικονομικά προβλήματα, τα οποία διογκώθηκαν μετά τη δραματική νομισματική κρίση του περασμένου Αυγούστου.
O κ. Ερντογάν έσπευσε την Κυριακή να καθησυχάσει τους επενδυτές λέγοντας ότι θα σεβαστεί «τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς» και ότι σχεδιάζει οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο το φτωχό εκλογικό αποτέλεσμα του AKP θα μπορούσε να περιορίσει τη δυνατότητά του για τολμηρά βήματα. «Πιθανώς η σημερινή κυβέρνηση δεν θα έχει μεγάλη όρεξη για μεταρρυθμίσεις και θα προτιμήσει να κάνει βιαστικές διορθώσεις, όπως να πλημμυρίσει την οικονομία με φτηνό δανεισμό», είπε η Νόρα Νόιτεμπουμ, οικονομολόγος της ολλανδικής τράπεζας ABN Ambro.
Οι αναλυτές προειδοποίησαν ότι ο Πρόεδρος Ερντογάν και ο γαμπρός του, ο υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ, θα πρέπει να παρουσιάσουν γρήγορα ένα σαφές πρόγραμμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης τόσο των ξένων επενδυτών όσο και των Τούρκων πολιτών. «Αν δεν το κάνουν, θα έχουν πρόβλημα» είπε ο Τιμ Ας, υπεύθυνος στρατηγικής για τις αναδυόμενες αγορές της BlueBay Asset Management. «Τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν πολύ άσχημα, πολύ γρήγορα», είπε το στέλεχος της εταιρείας που είναι μια από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη για τη διαχείριση επενδύσεων.