Αποστολή στην Κωνσταντινούπολη
Σχεδόν έναν μήνα μετά τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία και την επικράτηση για ακόμη μία φορά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι σημαίες που κυματίζουν στους δρόμους της Πόλης είναι κοκκινοκίτρινες και έχουν γραμμένο το 23. Όχι από το 2023, ώστε να προετοιμάζουν το κοινό για τους εορτασμούς των εκατό χρόνων από τη γέννηση της Τουρκικής Δημοκρατίας το φθινόπωρο. Αλλά από το 2023 που πήρε το τουρκικό πρωτάθλημα η Γαλατασαράι.
Στους συνεχώς μποτιλιαρισμένους δρόμους, οι ντόπιοι τρέχουν στις δουλειές τους. Στις όχθες του Βοσπόρου και στους πεζόδρομους του Σουλτάν Αχμέτ σουλατσάρουν οι τουρίστες. Πολλοί Δυτικοί κι ακόμη περισσότεροι Άραβες τουρίστες. Μουσουλμάνοι που θέλουν να προσευχηθούν μια φορά στην Αγιά Σοφιά, την οποία ο μέγας σουνίτης Ερντογάν την έκανε τζαμί. Φιλότεχνοι που θέλουν να δουν τις -ομολογουμένως μαγικές- παρεμβάσεις στη Βασιλική Κινστέρνα, το τεράστιο υπόγειο υδραγωγείο των Βυζαντινών. Τίποτα στην Πόλη δεν δίνει την αίσθηση ότι στην Τουρκία υπάρχει οικονομική κρίση, εκτός από τις φωτεινές πινακίδες των τιμών του συναλλάγματος. Σχεδόν σε καθημερινή βάση η τουρκική λίρα υποχωρεί έναντι του δολαρίου ή του ευρώ - στις αρχές της εβδομάδας το ευρώ είχε φτάσει τις 26 λίρες.
Αντιθέτως, όλα δείχνουν ότι στην Τουρκία υπάρχει αφεντικό. Έναν μήνα μετά τις εκλογές, δεν έχουν κατέβει ακόμη οι γιγαντοαφίσες με τον Ερντογάν, ενώ η αστυνομική παρουσία στους δρόμους μόνο διακριτική δεν είναι. Την περασμένη Κυριακή μάλιστα είχε κυκλοφορήσει μια φήμη ότι σκοπεύει να μαζευτεί και να διαδηλώσει στην πλατεία Ταξίμ μια ομάδα ΛΟΑΤΚΙ. Κι αμέσως η πλατεία και όλοι οι δρόμοι και οι πεζόδρομοι που οδηγούσαν σ’ αυτή, σε μια ακτίνα 2 χιλιομέτρων, αποκλείστηκαν με κάγκελα και αστυνομικές δυνάμεις. Η επίδειξη δύναμης ήταν συντριπτική - και αποτελεσματική. Διαδηλωτές δεν εμφανίστηκαν.
Ο άνεμος που δεν φύσηξε
Οι επικριτές του καθεστώτος Ερντογάν στην Τουρκία είναι ακόμη μουδιασμένοι από το εκλογικό αποτέλεσμα. Και προσπαθούν να αναλύσουν γιατί ο άνεμος της αλλαγής δεν έφτασε, παρά το γεγονός ότι οι πιθανότητες να κερδίσει η αντιπολίτευση στις 28 Μαΐου ήταν οι μεγαλύτερες των τελευταίων είκοσι χρόνων. Ο επί είκοσι χρόνια κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού στην Τουρκία δεν πλήρωσε ούτε την οικονομική κρίση και τον αστρονομικό πληθωρισμό ούτε την άθλια διαχείριση του καταστροφικού σεισμού. Ακόμη και οι άνθρωποι που τη βίωσαν στο πετσί τους στο Καραμανχαράς ή στο Χατάι πίστεψαν ότι για τις καταστροφές φταίει η μάνα φύση και όχι η κυβέρνηση.
Τελικά, ήταν ο Ερντογάν αυτός που έπεισε την πλειοψηφία των ψηφοφόρων ότι μπορεί να βελτιώσει την οικονομία, ενώ μοίρασε υποσχέσεις για αύξηση του ελάχιστου ημερομισθίου και για φθηνά δάνεια. Η αντιπολίτευση, από την πλευρά της, δεν έπεισε με την καμπάνια της, δεν είχε ένα εμπνευσμένο αφήγημα ούτε μια στιβαρή ηγετική μορφή.
Επιστροφή στον πραγματισμό
Και τώρα τι γίνεται; Σε ποια κατεύθυνση θα οδηγήσει ο Ερντογάν την Τουρκία την ερχόμενη πενταετία; Αυτό αναρωτιούνται όχι μόνο οι υποστηρικτές του και οι αντίπαλοί του εντός των συνόρων, αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος - και με μια έξτρα ανησυχία οι άμεσοι γείτονες, όπως η Ελλάδα. Σύμφωνα με τα πρώτα δείγματα γραφής που έχει δώσει με την επιλογή του Μεχμέτ Σίμσεκ στο υπουργείο Οικονομικών και της Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας -η οποία με το καλημέρα σας αύξησε στο 15% το επιτόκιο παρέμβασης-, ο Ερντογάν φαίνεται ότι αποφάσισε να επιστρέψει στον πραγματισμό. Αλλά μόνο στον βαθμό που χρειάζεται για να εξακολουθεί να διασφαλίζει επενδύσεις από το εξωτερικό. Άλλωστε, έχει γίνει σαφές ότι οι επενδυτές ενδιαφέρονται περισσότερο για τις υψηλές επιδόσεις, παρά για τον σεβασμό στο Κράτος Δικαίου, προτιμούν τη σταθερότητα από τη δημοκρατία - αν πρέπει να επιλέξουν. Στην Τουρκία του Ερντογάν το προσεχές διάστημα οι πιθανότητες να υπάρχουν και υψηλές αποδόσεις και σταθερότητα είναι μεγάλες.
Με στιβαρό χέρι
Μια σταθερότητα, όμως, στηριγμένη στον όλο και μεγαλύτερο αυταρχισμό. Στο εσωτερικό μέτωπο ο Ερντογάν δεν έχει κανέναν λόγο να κάνει πίσω, να δείξει ένα πιο διαλλακτικό πρόσωπο. Δεν έχει κανέναν λόγο να αφήσει να βγουν από τη φυλακή πολιτικοί κρατούμενοι, όπως ο ηγέτης του αριστερού φιλοκουρδικού HDP Σελαχατίν Ντεμιρτάς ή ο ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα Οσμάν Καβάλα. Στην καλύτερη περίπτωση, θα χρησιμοποιήσει την υπόσχεση της αποφυλάκισης κάποιων από όσους σαπίζουν με αστείες κατηγορίες στη φυλακή της Σηλυβρίας ως όπλο διαπραγμάτευσης με την Ε.Ε. στο σύνολό της ή με μεμονωμένα κράτη-μέλη, όπως π.χ. η Γερμανία, ώστε να αποσπάσει ανταλλάγματα. Αλλά το μήνυμα που στέλνει στο εσωτερικό είναι σαφές: όποιος ασκεί κριτική μπορεί ανά πάσα στιγμή να βρεθεί πίσω από τα σίδερα.
Το μήνυμα προς τους εκτός
Αντιθέτως, το μήνυμα που στέλνει ο Ερντογάν στον έξω κόσμο είναι ότι η Τουρκία δεν θέλει να προκαλεί προβλήματα, αλλά ούτε ανέχεται να της υπαγορεύουν τι να κάνει. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ουκρανίας. Ο Ερντογάν θυμίζει ότι η Τουρκία καταδίκασε αμέσως τη ρωσική εισβολή, πώς και όπλα πουλάει στην Ουκρανία, και ανθρωπιστική βοήθεια στέλνει, ενώ έκλεισε αμέσως τα Στενά για τα πολεμικά πλοία. Την ίδια ώρα, η Τουρκία δεν επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία, όπως η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, στο οποίο ανήκει.
Αυτό επιτρέπει στον Ερντογάν και φθηνή ενέργεια να εισάγει, και ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Μόσχας και Κιέβου να αναλάβει. Η Τουρκία φρόντισε να κλείσει η συμφωνία για τα σιτηρά, άρα η Τουρκία εργάζεται για το καλό όλων είναι το μήνυμα. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο κινήσεις έκανε με το που ανέλαβε καθήκοντα ο νέος υπουργός Εξωτερικών του Ερντογάν, ο Χακάν Φιντάν. Πήγε στο Λονδίνο, στη διάσκεψη για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, όπου πρωταγωνίστησαν τα μέλη του G7, και έστειλε τον αναπληρωτή του στην Αστάνα, σε μια διάσκεψη για το μέλλον της Συρίας, στην οποία συμμετέχουν το Ιράν και η Ρωσία. Στο Λονδίνο ο Φιντάν είχε το πρώτο τετ-α-τετ του με τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος τον ευχαρίστησε για τη στήριξη που παρέχει η Τουρκία στην Ουκρανία, χωρίς να τον ενοχλήσει για την άρνηση της Τουρκίας να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Με το βλέμμα στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους τον Ιούλιο, οι ΗΠΑ θα κάνουν χρυσή την Τουρκία να άρει το βέτο της για την ένταξη της Σουηδίας στη Συμμαχία. Και το αντάλλαγμα που θέλει η Τουρκία είναι τα F-16.
Και η Ελλάδα;
Ολα δείχνουν ότι οι σχέσεις με την Ελλάδα δεν αποτελούν προτεραιότητα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, για την ώρα τουλάχιστον. Η Τουρκία έχει σημαντικότερα ζητήματα να αντιμετωπίσει, με άλλους, πιο δύσκολους γείτονες θέλει να τα βρει. Όπως επισημαίνουν διπλωματικοί αναλυτές της γειτονικής χώρας, η μετέωρη σχέση με την Ελλάδα είναι βολική για τον Ερντογάν. Ξέρει ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκαλέσει μια κρίση με μια καυτή του δήλωση χωρίς ουσιαστικό κόστος και ρίσκο. Δεν θέλει λύση, δεν θέλει πόλεμο, δεν θέλει ούτε καν ένα θερμό επεισόδιο, απλώς τη δυνατότητα να χαϊδέψει τα αυτιά του εσωτερικού ακροατηρίου αν και εφόσον του χρειαστεί. Για την ώρα δεν του χρειάζεται, οπότε δεν υπάρχει ένταση στο Αιγαίο, δεν γίνονται υπερπτήσεις και παραβιάσεις, δεν γίνονται καυτές δηλώσεις. Κι όσο δεν υπάρχει ένταση, δεν θα υπάρχουν και έξωθεν πιέσεις στην Ελλάδα και στην Τουρκία «να τα βρουν». Εκτός αν η επόμενη ελληνική κυβέρνηση αποφασίσει να πάρει την πρωτοβουλία…
Η μετεκλογική Τουρκία: Κάποιες σκέψεις
Του
Νίκου Χριστοφή*
Οι πρόσφατες διπλές εκλογές του Μαΐου εξασφάλισαν μια νέα εκλογική νίκη στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και στο κόμμα του. Ωστόσο, οι συγκρούσεις και οι ψυχρές σχέσεις με τη Δύση την τελευταία δεκαετία, οι επικίνδυνες στρατιωτικές περιπέτειες, η παράλογη οικονομική πολιτική του «ισχυρού» άντρα της Τουρκίας και η αυξανόμενη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου σε ζητήματα δικαιωμάτων και ελευθεριών προκαλούν αβίαστα το ερώτημα τι ακριβώς σημαίνει μία νέα θητεία του Ερντογάν και πώς θα εξελιχθεί αυτή.
Αν και είναι πολύ νωρίς για να καταλήξει κάποιος σε ένα σίγουρο συμπέρασμα, είναι σχεδόν βέβαιο πως επιδίωξη του Ερντογάν θα είναι μια πιο διεκδικητική παρουσία στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό, η οποία όμως δεν θα υπόκειται στην παραδοσιακά προνομιακή σχέση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, και η αξιοποίηση της θέσης της Άγκυρας εντός δυτικών θεσμών, όπως το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο παραγκωνισμός κάποιων ηγετικών στελεχών από το νέο Υπουργικό Συμβούλιο, όπως ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Σοϊλού και κάποια «αντιδυτικά γεράκια», είναι δείγμα προς αυτήν την κατεύθυνση τόσο από θέμα τακτικής όσο και αναφορικά με τα στρατηγικά κίνητρα της νέας κυβέρνησης. Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, η επιλογή των προσώπων του νέου Υπουργικού Συμβουλίου δεν είναι τυχαία. Τουναντίον, έρχεται προς επίρρωση του νέου πολιτικού δόγματος της Τουρκίας, του ερντογανισμού, που, όπως ο κεμαλισμός παλαιότερα, επιχειρεί να επιβάλει, και με σχεδόν ταυτόσημο τρόπο μάλιστα, εδώ και σχεδόν μια δεκαετία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το όραμα της «Νέας» Τουρκίας αλλά και το αφήγημα του «Αιώνα της Τουρκίας» συμπληρώνουν τον κυρίαρχο ρόλο του ΑΚΡ τόσο σε κυβερνητικό όσο και σε αντιπολιτευτικό επίπεδο, έναν ρόλο που η αντιπολίτευση, όπως διαπιστώθηκε στον δεύτερο γύρο των εκλογών, ήταν περισσότερο από διατεθειμένη να παίξει.
Οσον αφορά την οικονομία, για παράδειγμα, ο διορισμός του Μεχμέτ Σιμσέκ, ενός διεθνώς αναγνωρισμένου τραπεζίτη, στο υπουργείο Οικονομικών και της Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν, πρώην CEO τράπεζας με έδρα τις ΗΠΑ, ως επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας αναδεικνύει ακριβώς αυτές τις κινήσεις τακτικής. Φυσικά μένει να δούμε αν αυτές οι κινήσεις θα αλλάξουν το κλίμα της παρατεταμένης οικονομικής αβεβαιότητας και της προφανούς κίνησης για χαλάρωση των κυβερνητικών ελέγχων στις συναλλαγές συναλλάγματος, που οδήγησαν το νόμισμα της Τουρκίας να βυθιστεί σε επίπεδα ρεκόρ αυτή την εβδομάδα. Πώς θα ανταποκριθεί η οικονομία θα φανεί, επίσης, και από το πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση αλλά και τη Ρωσία. Όσον αφορά ειδικά τη Ρωσία, είναι σχεδόν βέβαιο πως ο Ερντογάν θα συνεχίσει να προωθεί τις σχέσεις του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν ως διαπραγματευτικό χαρτί για να αναδείξει τη σημασία της Τουρκίας στη Δύση και να αποδείξει τον ζωτικό ρόλο της Άγκυρας στον περιορισμό της Ρωσίας στην Ουκρανία, κυρίως μέσω της πώλησης όπλων. Οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία, μάλιστα, δεν πρόκειται να υποχωρήσουν άμεσα. Δεδομένων των άσχημων σχέσεων μεταξύ Ερντογάν και Άσαντ, η διατήρηση των σχέσεων με τη Ρωσία είναι ύψιστης σημασίας, αφού όποια λύση στο συριακό μπορεί να επιτευχθεί ενδεχομένως μόνο μέσω της Ρωσίας. Άλλωστε, μία λύση στο συριακό θα αποτελέσει μία win-win λύση για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Σε αυτόν τον τομέα ενδεχομένως να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμος ο νέος υπουργός Εξωτερικών και πρώην διοικητής των τουρκικών Μυστικών Υπηρεσιών Χακάν Φιντάν, ο οποίος έχει παρευρεθεί σε όλες τις συναντήσεις υψηλού επιπέδου με τη συριακή κυβέρνηση ήδη από το 2022. Ο διαμεσολαβητικός ρόλος της Τουρκίας γίνεται εμφανής και στην περίπτωση των Βαλκανίων με το ζήτημα που ανέκυψε στο Κοσσυφοπέδιο, όπου η Άγκυρα ήδη δηλώνει πρόθυμη να λειτουργήσει ως εγγυητής της σταθερότητας στην περιοχή.
Τέλος, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η χρησιμότητα της Τουρκίας και του Ερντογάν τόσο σε σχέση με την Ε.Ε. όσο και με τις ΗΠΑ, κάτι που γνωρίζει καλά ο Τούρκος Πρόεδρος. Από τη μία, στην πρώτη περίπτωση, ο Ερντογάν θα συνεχίσει να προβάλλει την Τουρκία ως το βασικό προπύργιο απέναντι στις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη με αντάλλαγμα να σταματήσει άμεσα οποιαδήποτε κριτική σχετικά με την έλλειψη δημοκρατίας και το Κράτος Δικαίου στο εσωτερικό της χώρας. Από την άλλη, οι ομαλές σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, στην παρούσα συγκυρία τουλάχιστον, είναι επιβεβλημένες και για τον ίδιο τον Μπάιντεν λόγω ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Αν ο Ερντογάν δεχτεί να επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, θα μπορεί να το πιστωθεί ως νίκη, ενώ σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί να δει μια Τουρκία υπό τον πλήρη έλεγχο του Πούτιν.
Αν και δεν χωράει αμφιβολία ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να ασκεί μια εξωτερική -και οικονομική- πολιτική όπως αυτός κρίνει σκόπιμο, η τουρκική πολιτική βασίζεται στο στοιχείο του ανταγωνισμού με τη Δύση και όχι στη διάρρηξη των σχέσεων με αυτή. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα του στερούσε το πλεονέκτημα να ασκεί μια «αυτόνομη» εξωτερική πολιτική.
* Ο Νίκος Χριστοφής είναι αν. καθηγητής Τουρκικής Ιστορίας και Πολιτικής στο Shaanxi Normal University