Αυτό που όλοι γνωρίζουν, όπως άλλωστε δήλωσε και η υπουργός Πολιτισμού, ότι «δεν υπήρχε φιρμάνι» με το οποίο δήθεν ο Έλγιν αγόρασε τα Γλυπτά του Παρθενώνα, παραδέχτηκε και η τουρκική πλευρά στην πρόσφατη 24η Σύνοδο της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO, που πραγματοποιήθηκε από τις 29 ως τις 31 Μαΐου στο Παρίσι. Η Ζεϊνέπ Μποζ, προϊσταμένη του Τμήματος Καταπολέμησης της Παράνομης Διακίνησης Αρχαιοτήτων της Τουρκίας, στη διάρκεια της Συνόδου είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν είναι σε γνώση μας η ύπαρξη εγγράφου που να νομιμοποιεί την αγορά των αποικιοκρατών του Ηνωμένου Βασιλείου, οπότε δεν νομίζω ότι υπάρχει περιθώριο να συζητήσουμε τη νομιμότητά της ακόμα και σύμφωνα με τον νόμο της εποχής». Την ίδια ώρα, ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή της, υπογράμμισε ότι «ανυπομονούμε ολόψυχα να γιορτάσουμε την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα, καθώς πιστεύουμε ότι θα σηματοδοτήσει μια αλλαγή της συμπεριφοράς για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών και θα είναι το ισχυρότερο μήνυμα που θα σταλεί παγκοσμίως».
Το βρετανικό αφήγημα, εξάλλου, για το «φιρμάνι» του Έλγιν που δήθεν καταχωρεί την κυριότητα των Γλυπτών στη Βρετανία αφορά την ιταλική μετάφραση εγγράφου που διαθέτουν οι Βρετανοί, χωρίς την ύπαρξη πρωτοτύπου. Η τοποθέτηση της Ζεϊνέπ Μποζ στη Σύνοδο προκάλεσε αμηχανία στη Βρετανίδα εκπρόσωπο στη Σύνοδο της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης (ICPRCP), η οποία επέμεινε στη βρετανική θέση ότι ο Έλγιν κινήθηκε νόμιμα.
Σε χαμηλούς τόνους η Μενδώνη
Από τη Ρόδο, όπου βρέθηκε χθες για τα εγκαίνια της Περβόλας, στους κήπους του Παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου, η υπουργός δήλωσε λοιπόν ότι «ένα από τα ενδιαφέροντα σημεία της συνόδου ήταν η συζήτηση η οποία έγινε γύρω από το περίφημο -μέσα σε εισαγωγικά- “φιρμάνι” του Έλγιν. Το τοποθετώ εντός εισαγωγικών γιατί αυτό είναι ένα επιχείρημα της βρετανικής πλευράς το οποίο όμως έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι γνήσιο. Δεν υπήρξε ποτέ φιρμάνι οθωμανικό το οποίο έδωσε στον Έλγιν τη δυνατότητα να φερθεί με τη βαρβαρότητα που φέρθηκε στα Γλυπτά του Παρθενώνα. Στη σύνοδο η εκπρόσωπος της Τουρκίας επιβεβαίωσε αυτό το οποίο υποστηρίζει εδώ και χρόνια η ελληνική πλευρά. Ότι δεν υπήρχε φιρμάνι». Επανέλαβε επίσης ότι «όπως είναι γνωστό, τα τελευταία 40 χρόνια ένα από τα πάγια θέματα στην ημερήσια διάταξη αφορά τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Και αυτή τη φορά η επιτροπή κατέληξε σε μία σύσταση όπου καλεί τις δύο πλευρές, τη βρετανική και την ελληνική, να επιλύσουν το θέμα αυτό, το οποίο χρονίζει αρκετές δεκαετίες. Η Ελλάδα είναι πάντα ανοικτή στον διάλογο. Έχει προσπαθήσει και θα συνεχίζει να προσπαθεί, προκειμένου ο μεγάλος εθνικός στόχος, που είναι η ικανοποίηση του εθνικού αιτήματος της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα, στο Μουσείο της Ακρόπολης, να γίνει πραγματικότητα». Αξίζει να σημειωθεί ότι στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε το υπουργείο Πολιτισμού μετά το τέλος των εργασιών της 24ης Συνόδου της UNESCO ούτε θριαμβολογεί, ούτε καν αναφέρεται στην τοποθέτηση της Ζεϊνέπ Μποζ. Ίσως επειδή όταν ανέκυψε το θέμα με τη μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί ούτε καν ακύρωσε την επίσκεψή της στην Τουρκία, ενώ δεν έθεσε το θέμα στον ομόλογό της.
Η Ζεϊνέπ Μποζ, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες μας έχει επισκεφθεί τη χώρα μας και πάντα είναι στο πλευρό μας στην UNESCO για θέματα επαναπατρισμoύ, χαίρει εκτίμησης στη διεθνή αρχαιολογική κοινότητα, ενώ αναγνωρίζεται το έργο της για την καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ωστόσο δεν είναι η μόνη από την Τουρκία που αποδομεί το βρετανικό αφήγημα. Στην ημερίδα που είχε γίνει στις 19 Φεβρουαρίου 2019 στο Μουσείο της Ακρόπολης για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, δύο Τούρκοι ερευνητές, ο Ζεϊνέπ Εγκέν και ο Όρχαν Σακίν, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα μακράς έρευνας για τα επίσημα έγγραφα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα οποία συνδέονται με τον Λόρδο Έλγιν, ξεκαθάρισαν ότι αυτό που επικαλέστηκε ο Έλγιν ήταν αναληθές. «Πρώτα απ’ όλα αυτό δεν ήταν φιρμάνι. Ίσως ήταν ένα προσωπικό γράμμα, αλλά όχι φιρμάνι. Το φιρμάνι θα μπορούσε να υπογραφεί μόνο από τον σουλτάνο, όχι από τον πασά. Υπήρχε μόνο άδεια για επίσκεψη» υποστήριξε τότε ο Ορχάν Σακίν.
Επιθυμούμε να αναπτύξουμε μία νέα σχέση με την Ελλάδα
Από την πλευρά του το Βρετανικό Μουσείο, όπως δήλωσε εκπρόσωπός του στον ΣΚΑΪ και μάλιστα με πολύ προσεκτικές διατυπώσεις και σε τόνους που δεν θυμίζουν αντίστοιχες δηλώσεις του παρελθόντος, «αναγνωρίζει την ισχυρή επιθυμία της Ελλάδας τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Λονδίνο να επιστραφούν στην Αθήνα. Πρόκειται για ζήτημα με πολύ μακριά ιστορία και κατανοούμε και σεβόμαστε τα δυνατά συναισθήματα που επιτάσσει αυτή η συζήτηση». «Επιθυμούμε», είπε, «να αναπτύξουμε μία νέα σχέση με την Ελλάδα -μία συνεργασία για τον Παρθενώνα- και να εξερευνήσουμε την πιθανότητα καινοτόμων τρόπων συνεργασίας με τους Έλληνες φίλους μας». Και πρόσθεσε προσθέτοντας ότι «το Βρετανικό Μουσείο έχει φροντίσει τα Γλυπτά του Παρθενώνα για πάνω από δύο αιώνες και η βαθιά επένδυση στα Γλυπτά είναι κάτι που έχουμε κοινό με τους Έλληνες εταίρους μας. Ελπίζουμε ότι αυτό μπορεί να διαμορφώσει τη βάση για μία νέα σχέση και για τις ρεαλιστικές λύσεις στις οποίες προσβλέπουμε».
Η απόφαση της UNESCO, όπως είναι γνωστό, προτρέπει να βρεθεί λύση στο θέμα μέσω διαλόγου των δύο πλευρών, ελληνικής και βρετανικής. Η Διακυβερνητική Επιτροπή της άλλωστε, στη σύσταση που υιοθέτησε κατά την πρόσφατη 24η Σύνοδο, εξέφρασε την ανησυχία της για το γεγονός ότι η επίλυση του θέματος παραμένει σε εκκρεμότητα για μεγάλο διάστημα και κάλεσε για ακόμα μια φορά τις δύο πλευρές να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειές τους για την επίλυση της διαφοράς λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές, πολιτιστικές, νομικές και ηθικές διαστάσεις. Κάλεσε, επίσης, τη διευθύντρια της UNESCO να βοηθήσει να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες συναντήσεις μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου. Αποφάσισε μάλιστα το ζήτημα των Γλυπτών να ενταχθεί στην ατζέντα της 25ης Συνόδου.