Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.3°C18.0°C
3 BF 66%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
13.6°C16.7°C
1 BF 80%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.0°C18.7°C
1 BF 79%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
15.8°C17.1°C
2 BF 83%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
13 °C
12.9°C13.5°C
0 BF 94%
Κριτική θεάτρου / Κωμωδία ή δράμα;
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κριτική θεάτρου / Κωμωδία ή δράμα;

Ο ΓΛΑΡΟΣ

Το σημερινό σημείωμα είναι αφιερωμένο στην παράσταση του τσεχοφικού «Γλάρου» στο Θέατρο Προσκήνιο, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά, κίνηση Τάσου Καραχάλιου, στην έμπειρη, καλή μετάφραση της Ξένιας Καλογεροπούλου.

Είναι γνωστή η διαμάχη του Τσέχοφ με τον Στανισλάφσκι ότι τα έργα του πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κωμωδίες και όχι ως δράματα. Πράγματι, στα κείμενα του Τσέχοφ καθρεφτίζεται η αναστάτωση που έφερε στη ρωσική κοινωνία το άνοιγμα στη Δύση, που ξεκίνησε τον 18ο αιώνα και ολοκληρώθηκε τον 19ο αιώνα. Έπνευσε τότε ένας νέος, πρωτόγνωρος άνεμος στην κλειστή, προφυλαγμένη από τους δυτικούς «πειρασμούς» ρωσική κοινωνία και στην έγκλειστη, ταγμένη στη μονολιθικότητα μιας εσωστρεφούς «πίστης» ρωσική ψυχή, φέρνοντας ένα άλλο συναίσθημα και εισάγοντας την έννοια της προόδου μαζί με τη συνειδητοποίηση της ατομικής ταυτότητας και της μοναδικότητας - μοναχικότητας του ατόμου. Ίσως να φύσηξε ο «άνεμος της τρέλας» του Άμλετ, του κατεξοχήν ήρωα της ρωσικής ιντελιγκέντσιας, που σχηματίστηκε τότε ως «κρούστα» πάνω στο σώμα της «Αγίας Ρωσίας» κατ’ απομίμηση της αντίστοιχης ιντελιγκέντσιας των δυτικών χωρών. Η ρωσική κοινωνία μπήκε απότομα στους νέους καιρούς χωρίς να έχει περάσει από την Αναγέννηση, κάτι που ισοδυναμούσε με ισχυρό κλονισμό και αποσάθρωνε τα θεμέλιά της. Η νεόκοπη ιντελιγκέντσια της Ρωσίας ταύτιζε τον εαυτό της με έναν «Άμλετ» αναμορφωτή, προορισμένο να εκπολιτίσει μια «βάρβαρη χώρα», πράγμα που την απέκοψε από τις λαϊκές μάζες οι οποίες εξακολουθούσαν να συντηρούν την πίστη στις παραδοσιακές αξίες τους.

Το ελευθεριακό κήρυγμα της κάστας των «ευρωπαϊστών» σε μια ανώριμη λαϊκή μάζα και σε μια αδιάφορη, αδρανή τάξη ξεπεσμένων γαιοκτημόνων που πλήττουν φέρνει τη μοιραία σύγχυση όρων και ορίων που συναντάμε σε όλα τα έργα του Τσέχοφ, όπως και στον «Γλάρο». Μια ιλαροτραγωδία, τα πρόσωπα της οποίας δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν την καινούργια ελευθερία τους. Αυτό που ο Τσέχοφ συνεχίζει να τους λέει είναι: «Πάρτε επιτέλους τη ζωή στα χέρια σας, μην παραδίνεστε αμαχητί σε μια μοίρα που άλλοι ορίζουν για εσάς. Ξυπνήστε!».

Τα πρόσωπα του «Γλάρου» παίζουν τον «Άμλετ» του Σαίξπηρ ως «κωμωδία παρεξηγήσεων». Υποδύονται, ασυνείδητα ή συνειδητά, τους αμλετικούς χαρακτήρες, όπως μάλιστα τους είδε η Δύση, σε μια ρομαντική σύλληψη του έργου. Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι ο «Γλάρος» είναι μια ιδιοφυής μετασκευή του «Άμλετ», με το αξίωμα της μη ευκλείδειας γεωμετρίας του Ρώσου Λομπατσέφσκι, όπου από ένα σημείο εκτός ευθείας διέρχονται δύο παράλληλοι και όπου κανείς από τους σημειακούς ήρωες του έργου δεν συναντά κανέναν. Η Αρκάντινα φέρει μονίμως το κοστούμι της Γερτρούδης, ο Τρέπλιεβ περιφέρει ως ένδυμα τη θλίψη του Άμλετ χωρίς τη γοητεία του. Ο Τριγκόριν καλύπτει το κενό του προσώπου του και την ανασφάλεια πίσω από το προσωπείο ενός Κλαύδιου - μποέμ, κυνικού συγγραφέα της μόδας. Η Νίνα αρνείται στο τέλος και αυτήν την τελευταία μεταμόρφωση της Οφηλίας σε κουκουβάγια, συνεχίζοντας ως επαγγελματίας ηθοποιός το ατέρμονο, πικρό, μάταιο ταξίδι της από ρόλο σε ρόλο.

Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά φοβάμαι ότι δεν βλέπει το παλίμψηστο των χαρακτήρων και των καταστάσεων του έργου, μένοντας σε ένα πρώτο επίπεδο. Δίνει γι’ αυτό μονοσήμαντα και επίπεδα τους ρόλους, χωρίς το βάθος, τη χρωματική ποικιλία και τον μεταβαλλόμενο χρόνο τους. Καλοί ηθοποιοί, όπως ο Μανώλης Μαυροματάκης, η Θεοδώρα Τζήμου, ο Δρόσος Σκώτης, ο Αινείας Τσαμάτης, η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, η Μαρία Φιλίνη, ο Φιντέλ Ταλαμπούκας, ο Γιώργος Ζυγούρης, έχουν συστηματικά διδαχθεί κόντρα στο φυσικό υποκριτικό τους στίγμα ή αναλίσκονται σε λάθος ρόλους και αδρανοποιούνται. Κάνω την υπόθεση ότι ο σκηνοθέτης θέλησε με αυτόν τον τρόπο να δημιουργήσει εκ των ενόντων ένα μπρεχτικό «παραξένισμα». Αλλά ο Τσέχοφ δεν είναι βέβαια Μπρεχτ και το πράγμα δεν λειτούργησε, με εξαίρεση μοναδική τη λαμπρή και λαμπερή Νατάσα Εξηνταβελώνη, που έδωσε τη «Μάσα» έγχρωμη και ζωντανή, ζεστή, από σάρκα και αίμα, αντίθετα στην γκρίζα, παγωμένη σκηνοθετική γραμμή. Οι φωτισμοί του Δημήτρη Κασιμάτη είναι ουδέτεροι, ούτε ζεστοί ούτε κρύοι, και τα σκηνικά του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη ψυχρά. Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, ιδίως της «Νίνας», τα βρήκα επιεικώς εκτός τόπου και χρόνου.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL