Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.2°C18.1°C
1 BF 67%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
15 °C
11.6°C16.2°C
1 BF 53%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
16 °C
13.7°C16.0°C
2 BF 66%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.6°C14.9°C
2 BF 74%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
13 °C
13.4°C13.5°C
1 BF 64%
«Επιτάφιος» του Τάσσου / Οι άνθρωποι παραμένουν όρθιοι ακόμα κι όταν πέφτουν
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

«Επιτάφιος» του Τάσσου / Οι άνθρωποι παραμένουν όρθιοι ακόμα κι όταν πέφτουν

ΤΑΣΣΟΣ

Ήταν το 1964, είκοσι χρόνια από το Μπλόκο της Κοκκινιάς, όταν ο σπουδαίος χαράκτης Τάσσος αποφασίζει να χαρίσει στον δήμο της πόλης το πρώτο αντίτυπο που έχει τυπώσει από το έργο του «Λεπτομέρεια Εμφυλίου Πολέμου» και έγινε γνωστό ως «Επιτάφιος». Είναι η εποχή που ο καλλιτέχνης δημιουργεί έργα διαμαρτυρίας με έντονα πολιτικοποιημένο χαρακτήρα.

Αυτή η εμβληματική ξυλογραφία μεγάλου μεγέθους, που φιλοτεχνήθηκε το 1961, ένα τρίπτυχο μήκους 2,70 μέτρων που απεικονίζει μια σκηνή θρήνου, βρίσκεται εδώ και λίγες ημέρες στον σταθμό του μετρό της Νίκαιας. Ωστόσο το έργο κρύβει μια περιπετειώδη ιστορία, την οποία αφηγείται στην ΑΥΓΗ η κ. Ειρήνη Οράτη, ιστορικός τέχνης και πρόεδρος της Εταιρείας Εικαστικών Τεχνών «Α. Τάσσος», η οποία συστάθηκε μετά τον θάνατο του χαράκτη το 1985 από τη σύζυγό του Λουκία Μαγγιώρου και τη συμμετοχή φίλων, συνεργατών και όλων όσοι ήθελαν να διασωθούν το έργο και το αρχείο του, αλλά και να στηριχθούν η τέχνη και οι νέοι χαράκτες.

«Ο ‘Επιτάφιος’ βρισκόταν στο γραφείο του δήμαρχου της πόλης, ωστόσο, μετά το τέλος της Χούντας, το μεσαίο κομμάτι είχε εξαφανιστεί και τα άλλα δύο είχαν καταστραφεί» εξηγεί η Ειρ. Οράτη. Για την απώλεια και την καταστροφή ενημερώνεται ο χαράκτης, που αποφασίζει να ξανατυπώσει το έργο και να το προσφέρει εκ νέου στον δήμο. Σε ιδιόχειρη αφιέρωση σημειώνει πως «Αφιερώνεται στον Δήμο Νίκαιας. 17 Αυγούστου 1977».

Το πρώτο αντίτυπο του έργου εκτέθηκε στην ατομική έκθεση του Α. Τάσσου στην γκαλερί «Ζυγός», το δεύτερο δωρήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη το 1985, μέρος της μεγάλης δωρεάς έργων του στο  Ίδρυμα, το τρίτο ανήκει στο Πολιτιστικό Κέντρο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' στη Λευκωσία και το τέταρτο είναι η ανατύπωση του τριπτύχου του Δήμου Νίκαιας. Το πέμπτο και τελευταίο αντίτυπο ανήκει στη Συλλογή Έργων Τέχνης της Alpha Bank και βρίσκεται σε μόνιμο δανεισμό στην Πινακοθήκη Γκίκα από το 2010.

Σύμφωνα με την Ειρήνη Οράτη, το 2018 η Αττικό Μετρό, στο πλαίσιο τοποθέτησης έργων καλλιτεχνών σε μεγάλους σταθμούς, απευθύνεται στην Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών «Α. Τάσσος», χωρίς ωστόσο τη δυνατότητα αγοράς έργου, διαδικασία που είχε σταματήσει.

«Η εταιρεία, που επιθυμούσε το συγκεκριμένο έργο να βρίσκεται στον σταθμό της Νίκαιας, αποφασίζει και προχωρά σε παραχώρηση δίνοντας το δικαίωμα στην Αττικό Μετρό να έχει το δικαίωμα χρήσης, με το έργο να παραμένει στην εταιρεία.  Έτσι ανατίθεται στη χαράκτρια και μέλος της εταιρείας Τάσσα Χαροκόπου να επανατυπώσει τις πλάκες της ξυλογραφίας, τις πρωτότυπες μήτρες, που φυλάσσονται στο αρχείο της Εταιρείας, υπογράφοντας το έργο από την πίσω πλευρά, όπου υπάρχουν επίσης η σφραγίδα της Εταιρείας κι ένα σημείωμα ότι τυπώθηκε για το Αττικό Μετρό τον Ιούλιο του 2019».

Η ιστορία του «Επιταφίου»

Στο έργο που εκτέθηκε το 1964 στην γκαλερί «Ζυγός» με θέμα τον θρήνο για ένα νεκρό παλικάρι «εικονίζονται δύο ομάδες νέων, τρεις γυναίκες αριστερά και τέσσερις άνδρες δεξιά, που πλαισιώνουν τον νεκρό, ο οποίος καταλαμβάνει ασφυκτικά τον χώρο στο κέντρο, μαζί με τέσσερις γυναίκες που θρηνούν» επισημαίνει η ιστορικός Τέχνης, προσθέτοντας:

«Όλες οι μορφές έχουν σχεδιαστεί με εξαιρετικά αδρές γραμμές, πολύ βαριά περιγράμματα και ελάχιστες λεπτομέρειες. Αυτό που ενδιαφέρει τον χαράκτη είναι η συγκρατημένη απόδοση του συναισθήματος μέσα από βλέμματα εγκαρτέρησης. Κανένα από τα πρόσωπα σε όλο το τρίπτυχο δεν εξωτερικεύει τη θλίψη του, ενώ η μάνα του νεκρού, σκυμμένη πάνω στο στήθος του, δεν αποκαλύπτει τον πόνο της».

Η ίδια θεωρεί το έργο ως το σημαντικότερο που έκανε ποτέ ο Α. Τάσσος, ειδικά στις μεγάλες συνθέσεις του, κι επισημαίνει πως «οι μορφές των ανδρών και των γυναικών, δεξιά και αριστερά της σύνθεσης, είναι επηρεασμένες από βυζαντινά πρότυπα. Την επανάληψη των μορφών σε ίδιο ύψος, με όμοια χαρακτηριστικά και ύφος, τη συναντούμε στη μεταβυζαντινή αγιογραφία, τις τοιχογραφίες, τις φορητές εικόνες και αλλού.

Στα πρότυπα της βυζαντινής αγιογραφίας ο πόνος δεν εκφράζεται και δεν αποτυπώνεται. Και ο καλλιτέχνης νιώθει το πόσο μεγάλος και βαθύς είναι αυτός ο πόνος, ώστε δεν μπορεί και δεν θέλει να τον αποδώσει. Το χέρι του νεκρού που φευγαλέα ενώνεται με το χέρι της γυναίκας παραπέμπει στη δημιουργία του Αδάμ του Μιχαήλ Αγγέλου στο κέντρο της οροφής της Capella Sistina. Το κεντρικό θέμα είναι επηρεασμένο από τον ‘Θρήνο’, έργο του 1917 του Κωνσταντίνου Παρθένη, που υπήρξε δάσκαλος του Τάσσου στην ΑΣΚΤ».

Ας σημειωθεί πως στην κεντρική σύνθεση η διάταξη των γυναικείων μορφών παραπέμπει σε στοιχεία από τη γλυπτική των αρχαίων επιτυμβίων.

Ο ίδιος ο Α. Τάσσος έλεγε συχνά πως στα έργα του υπάρχει η ανθρώπινη οδύνη, αλλά και η αποφασιστικότητα. «Οι άνθρωποι σηκώνουν το βάρος της σκλαβιάς και της τυραννίας. Αλλά είναι τόσο αλύγιστοι εκφραστικά, ώστε δεν μπορούν παρά να μένουν όρθιοι ώς το τέλος.  Όρθιοι ακόμα κι όταν πέφτουν. Αυτό είναι το βαθύτερο μήνυμά μου».

Ένα «έργο - σύμβολο» χαρακτήρισε τον «Επιτάφιο» ο δήμαρχος Νίκαιας - Αγ. Ι. Ρέντη Γιώργος Ιωακειμίδης συμπληρώνοντας πως «η απόφαση του Α. Τάσσου να δωρίσει δύο φορές στην πόλη ένα από τα σημαντικότερα έργα του, εκτός από τιμή, μας έδωσε και το χρέος να το αναδείξουμε ως έναν ζωντανό οργανισμό όπου η τέχνη ενσωματώνεται στη ζωή και λειτουργεί αμφίδρομα με τους περαστικούς, δημότες και επισκέπτες. Σε μια εποχή που η κοινωνική απομόνωση είναι έντονη, ο ‘Επιτάφιος’ του Α. Τάσσου δίνει την αφορμή για αναστοχασμό και το ερέθισμα για μια διαφορετική παρατήρηση της καθημερινότητας με τη μνήμη να πρωταγωνιστεί».

ΤΑΣΣΟΣ
Ειρήνη Οράτη: «Ο Α. Τάσσος κρατούσε το βάρος του συναισθήματος για την τέχνη του»

Στρατευμένος καλλιτέχνης και δεινός ρήτορας

Η Ειρήνη Οράτη συναντά τον Α. Τάσσο πρώτη φορά στην έκθεση του Νοεμβρίου του 1975 στην Εθνική Πινακοθήκη με τίτλο «Άσπρο - Μαύρο 2», όπου παρουσιάζονται έργα που ολοκλήρωσε κατά τη διάρκεια της Χούντας, όταν για επτά χρόνια απομονώθηκε και δούλευε ασταμάτητα αποφεύγοντας τις δημόσιες εμφανίσεις.

«Ο αριθμός του κόσμου που επισκέφθηκε αυτήν την έκθεση ήταν εντυπωσιακός» θυμάται η Ειρ. Οράτη. «Ο ίδιος πήγαινε κάθε Σάββατο και Κυριακή και ξεναγούσε το κοινό.  Ήταν τρομερός ρήτορας. Οι διηγήσεις του υπήρξαν μοναδικές.  Ήταν ένας εξαιρετικά αισιόδοξος και χαρούμενος άνθρωπος, που τον χαρακτήριζε η μαχητικότητα. Κρατούσε το βάρος του συναισθήματος για την τέχνη του».

Στρατευμένος καλλιτέχνης, που τον ενδιαφέρουν βαθιά ο άνθρωπος και τα μεγάλα θέματα της τέχνης, όπως η ζωή και ο θάνατος, ο Τάσσος κατέγραψε «την ασφυξία της ζωής και την αδικία».

Οι εκδόσεις και τα γραμματόσημα

Εκτός από δημιουργός έργων χαρακτικής, υπήρξε καλλιτεχνικός σύμβουλος στο μεγάλο τυπογραφείο «Ασπιώτη ΕΛΚΑ», όπου είχε την επιμέλεια όλων των μεγάλων εκδόσεων και των αφισών. Σχεδίαζε τα γραμματόσημα του ελληνικού κράτους από το 1958 έως το 1967 και του κυπριακού κράτους από το 1977 έως και το 1985, αλλά και βιβλία, με τρεις σπουδαίες προσωπικές εκδόσεις. Τα «Ψαρά» το 1953, το «Άσμα Ασμάτων» το 1965, σε μετάφραση Σεφέρη, και το 1977 τη «Λυσιστράτη» σε μετάφραση Βάρναλη. Και τα τρία με πρωτότυπες ξυλογραφίες σε περιορισμένο αριθμό.

Ο Α. Τάσσος επηρεάστηκε κυρίως κατά την πρώτη περίοδο από τον δάσκαλό του Γιάννη Κεφαλληνό, ενώ από το 1950 και μετά υπάρχει στο έργο του μια αισιοδοξία, σχολιάζει η κ. Οράτη.  Όπως και η Κατράκη, έτσι κι εκείνος επιστρέφει στη γενέτειρά του και ανακαλύπτει το τοπίο και την ελληνική ύπαιθρο. Τον συνεπαίρνει η δύσκολη ζωή των ξωμάχων και δημιουργεί σειρά εξαιρετικών έγχρωμων έργων.

Είναι τότε που γίνεται γνωστός μέσα από εκθέσεις. Από το 1960 έως και το 1966 οι ασπρόμαυρες μεγάλες φιγούρες του αρχίσουν να αποκτούν έναν συμβολισμό. Κατά τη διάρκεια της Χούντας δουλεύει ασταμάτητα μεγάλων διαστάσεων έργα σε ξύλα που προέρχονται κυρίως από φρουτόδεντρα, ξύλα σκληρά, με αποτέλεσμα οι μήτρες να παραμένουν άφθαρτες και αναλλοίωτες έως και σήμερα.

ΤΑΣΣΟΣ

Οι μπροσούρες και οι αφίσες της Κατοχής

Σημαντικό υπήρξε το έργο και η αντιστασιακή δράση του Τάσσου κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οπότε ωστόσο δεν βρίσκονταν ξύλα και οι νέοι χαράκτες δημιουργούσαν μικρά έργα, κυρίως μπροσούρες και αφίσες ανυπόγραφες, εξαιτίας του φόβου των κατακτητών, χαράζοντας πάνω σε linoleum, που έμοιαζε με χοντρό καουτσούκ και μπορούσε κάποιος να το βρει ευκολότερα. Αυτές οι παράνομες εκτυπώσεις μοιράζονταν χέρι με χέρι στον κόσμο.

«Όλοι αυτοί οι χαράκτες, όπως ο Γραμματόπουλος, ο Γιαννουκάκης, ο Δαγκλής, ο Μόσχος, δημιούργησαν δύο λευκώματα με τίτλο «Για τη χιλιάκριβη λευτεριά» και «Το θυσιαστήριο της λευτεριάς» και χαρακτικά όλων, χωρίς υπογραφή, αλλά ξέρουμε πια σήμερα σε ποιον ανήκει το καθένα, καθώς αναγνωρίζουμε ‘το χέρι του’» λέει η Ειρ. Οράτη και προσθέτει πως το ένα κυκλοφόρησε το 1943 και το άλλο το 1945. «Τρικάκια είναι πάρα πολύ σπάνιο να βρεθούν. Έχουν σχιστεί, φθαρεί, βραχεί, καταστραφεί.  Ό,τι βρούμε του Τάσσου από αυτήν την περίοδο το συγκεντρώνουμε στην Εταιρεία».

Σε κίνδυνο η διδασκαλία της Χαρακτικής στην ΑΣΚΤ

Αναφερόμενη στη χαρακτική και στους νέους ταλαντούχους χαράκτες που αναδύονται το τελευταίο διάστημα, η Ειρήνη Οράτη κάνει γνωστό πως «αυτή τη στιγμή υπάρχει μεγάλο πρόβλημα για τη χαρακτική στην ΑΣΚΤ, διότι, από πέντε που ήταν οι καθηγητές στα εργαστήρια, σήμερα, με τις συνταξιοδοτήσεις τους, έχουν απομείνει μόνο τρεις! Και δεν έχουν προκηρυχθεί οι θέσεις, με αποτέλεσμα η τέχνη και η διδασκαλία της να κινδυνεύει. Να μην μπορεί να συνεχιστεί. Συνταξιοδοτείται και ο διευθυντής Χαρακτικής και επικεφαλής του εργαστηρίου Μιχάλης Αρφαράς και είναι κρίμα διότι έχει γίνει πολύ και καλή δουλειά. Εξαιρετικοί δάσκαλοι υπήρξαν ο Γουρζής, η Σχοινά, η Τσαλαματά, η Βιδάλη. Εάν οι θέσεις χαρακτικής δεν καλυφθούν, σε πέντε χρόνια από τώρα οι χαράκτες θα είναι ελάχιστοι»!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL